Την τιμητική του έχει σήμερα ο πιο αναγνωρισμένος Έλληνας κιθαρίστας στο παγκόσμια στερέωμα, ο αγαπημένος όλων Gus G., το πείσμα και η επιμονή του οποίου σίγουρα έχει αποτελέσει και θα συνεχίσει στο μέλλον ν’ αποτελεί οδηγό για πολλούς ακόμη επίδοξους μουσικούς της χώρας μας. «Τα αγαθά κόποις κτώνται», λέει το ρητό και ο 36χρονος πλέον, Κώστας Καραμητρούδης από την Καλαμαριά, το βίωσε γερά στο πετσί του, δουλεύοντας σκληρά αμέτρητες ώρες, κάνοντας θυσίες και υπομένοντας πολλά πράγματα, όπως έχει πει ο ίδιος, για να φτάσει να γίνει ο Gus Gτου Los Angeles, ο κιθαρίστας του Ozzy Osbourne, ο ηγέτης των αναγνωρισμένων πλέον Firewind.
Ξεκίνησε να παίζει από 10 ετών για τέσσερα χρόνια κλασσική κιθάρα στο ωδείο της γειτονιάς του. Γνωρίζοντας από μικρός ότι το όνειρο του ήταν να κάνει μουσική καριέρα, έπεισε σε ηλικία 14 ετών τον πατέρα του να του αγοράσει μια Stratocaster και έμαθε να παίζει με έναν πολύ καλό δάσκαλο. Μια από τις πρώτες μεγάλες του επιρροές φαίνεται να ήταν ο Peter Frampton και το πασίγνωστο “Frampton Comes Alive”, ενώ σημαντική επίδραση πάνω του άσκησαν και καταξιωμένα ονόματα όπως οι, Al Di Meola, John Norum, Steve Vai, John Petrucci, Yngwie Malmsteen, Uli Roth, Michael Schenker, Jimi Hendrix, Gary Moore κ.α. Στα 16 του χρόνια πήρε υποτροφία μέσω του ωδείου στο φημισμένο Berklee College Of Music της Αμερικής, παράτησε όμως τις σπουδές του δύο εβδομάδες αργότερα, αφού αυτό που τον ενδιέφερε ήταν να παίξει μουσική και όχι να αυξήσει τις θεωρητικές του γνώσεις. Η συνέχεια τον θέλει να μετακομίζει στη Σουηδία, όπου μαζί με τον Μάριο Ηλιόπουλο φτιάχνουν τους Nightrage. Την ίδια εποχή έρχεται και η γνωριμία του με το Σουηδό παραγωγό Frederik Nordstörm, ο οποίος φιλοδοξεί να δημιουργήσει μια power metal μπάντα και τελικά το κάνει με τους Dream Evil με τον Gus G. να είναι ουσιαστικά ο πρώτος που εισχωρεί στην μπάντα. Στα 21 του χρόνια βλέπει το όνειρο του να παίρνει σάρκα και οστά, αφού με τους Dream Evil ξεκινά παγκόσμια περιοδεία και μάλιστα από την Ιαπωνία. Παράλληλα συμμετέχει στους Mystic Prophecy του Δημήτρη Λιαπάκη και ξεκινά να ασχολείται με την δική του μπάντα, τους Firewind, τους οποίους είχε ξεκινήσει το 1998 μέσα από κάποια ντέμο που είχε στείλει σε δισκογραφικές. Το 2001, ο Gus διανύει τη στιγμή της καριέρας του όπου διατηρεί ταυτόχρονα τέσσερις μπάντες, έχοντας υπογράψει και συμβόλαιο στη Leviathan Records για την κυκλοφορία τριών άλμπουμ με τους Firewind. Τα δύο πρώτα “Between heaven and hell” του 2002 και “Burning earth” του 2003, σημειώνουν επιτυχία κυρίως στην Ιαπωνία. Το όνομα του κιθαρίστα ολοένα και μεγαλώνει και μάλιστα το Γιαπωνέζικο περιοδικό Burn τον ανακηρύσσει ως τον 3ο καλύτερο κιθαρίστα στον κόσμο, πίσω από ονόματα τεράστιου βεληνεκούς όπως Richie Blackmore, Zakk Wylde και Yngwie Malmsteen. Στα τέλη του 2004 αποφασίζει να αποχωρήσει από τους Dream Evil, προκειμένου να αφοσιωθεί στους Firewind. Λίγο αργότερα, η Century Media Records εξαγοράζει το συμβόλαιο από τη Leviathan, η μπάντα κυκλοφορεί την τρίτη δουλειά της και κάνει την πρώτη της ευρωπαϊκή περιοδεία.
Η συνεργασία με τους Mystic Prophecy λύνεται και τον Ιούλιο του 2005 ο Gus G. επιλέγεται να αντικαταστήσει τον Christopher Amott, κιθαρίστα των Arch Enemy, για τις εμφανίσεις τους στο Ozzfest και συμμετέχει και στο άλμπουμ των Σουηδών “Doomsday Machine”. Ένα χρόνο αργότερα εγκαταλείπει και τους Nightrage και αφιερώνεται αποκλειστικά στους Firewind τους οποίους κατορθώνει, μέσα από το πολύ επιτυχημένο “Allegiance” που κυκλοφορεί την ίδια χρονιά, να μετουσιώσει σε ένα από τα ελάχιστα ελληνικά συγκροτήματα που έχουν αναρριχηθεί στις παρυφές του metal στερεώματος. Κάπως έτσι έρχεται και η πρώτη παγκόσμια περιοδεία της μπάντας την οποία διαδέχεται το 2008 ένα εξαιρετικό “The Premonition”.
Την άνοιξη του 2009, και ενώ ο ίδιος βρίσκεται στην πατρίδα του και ετοιμάζεται για την επικείμενη περιοδεία των Firewind στην Αγγλία, βρίσκει στον υπολογιστή του ένα e-mail από το management του Ozzy Osbourne που τον ρωτάνε αν θα ενδιαφερόταν να περάσει από οντισιόν. Ξεπερνώντας το αρχικό σοκ, βγάζει κάποια κομμάτια και πηγαίνει στο Los Angeles. Μπαίνει σε ένα πλήρως εξοπλισμένο στούντιο, σε μια χαλαρή ατμόσφαιρα, παίζει 3-4 κομμάτια, ενθουσιάζει τους πάντες και λίγο αργότερα, η Sharon Osbourne τον ρωτά αν θέλει να παίξει σε ένα σόου με τον Ozzy. Από τότε ως σήμερα βρίσκεται στο πλευρό του μεγάλου καλλιτέχνη, γεγονός που τονίζει πως τον έχει βοηθήσει να βελτιωθεί πολύ σε διάφορους τομείς και βέβαια ως κιθαρίστας, ενώ έχει μάθει και πολλά από εκείνον. Μεγάλο του όνειρο όπως έχει δηλώσει, είναι να συνεργαστούν και για τη σύνθεση καινούριων κομματιών.
Παράλληλα είναι αφοσιωμένος στους Firewind με τους οποίους, το 2010 κυκλοφόρησε το “Days of defiance” που έλαβε εξαιρετικές κριτικές, εξίσου ικανοποιητική ήταν και η εικόνα για τον διάδοχό του, “Few Against many”, ενώ αυτή τη στιγμή ετοιμάζει και το επόμενο στούντιο άλμπουμ μαζί με τη μπάντα του.
Κυκλοφόρησε δύο προσωπικά άλμπουμ με δυνατές συνεργασίες τα οποία άφησαν τις καλύτερες εντυπώσεις! Κάτι επιπλέον που δείχνει την αξία και την αναγνώριση στο πρόσωπο του Έλληνα κιθαρίστα, είναι το γεγονός πως η εταιρεία ESP Guitars, κατασκεύασε και κυκλοφόρησε στην αγορά δύο δικά του μοντέλα με τις δικές του προδιαγραφές και την υπογραφή του επάνω. Οι κιθάρες ονομάζονται Gus G. FR και Gus G.NT, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά στα χρονικά για Έλληνα μουσικό!