Αφιέρωμα SANCTUARY: Το γλυκύτερο μεταλλικό καταφύγιο όλων των εποχών!

To Seattle είναι μία πόλη στο βορειοδυτικότερο άκρο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και ανήκει στην πολιτεία της Washington, όντας η μεγαλύτερη πόλη της, ενώ ακριβώς από πάνω της βρίσκεται ο Καναδάς και συγκεκριμένα η περιοχή British Columbia. Στην πόλη αυτή η οποία σύμφωνα με περυσινή απογραφή απαριθμεί πλέον πάνω από 700 χιλιάδες κατοίκους, ευδοκίμησαν μερικά από τα κορυφαία συγκροτήματα της μουσικής γενικότερα και κατ'επέκταση της μεταλλικής ιστορίας. Σίγουρα η πόλη είναι γνωστότερη για τους μεγάλους Queensrÿche, αλλά οι μάστορες του προοδευτικού ήχου ήταν μόλις μία από τις πολλές περιπτώσεις από μπάντες που δοξάστηκαν και έκαναν το όνομα της πόλης κατά πολύ γνωστότερο στον έξω κόσμο, εκτός πια αν έβλεπες φανατικά ΝΒΑ και γούσταρες κάργα τους Seattle Supesonics, ειδικά την εποχή που κόντραραν στα ίσα τους Chicago Bulls του Air Jordan, έχοντας το φοβερό δίδυμο των Gary Payton και Shawn Kemp να κεντάνε στο παρκέ, παίζοντας μπάσκετ που ελάχιστες φορές είδε ο μέσος λάτρης του αθλήματος. Στην εν λόγω πόλη ξεκινάει μία ιστορία που έμελλε να σημαδέψει για πάντα τον κόσμο της μεταλλικής μουσικής και να αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια της σε όποιον ήρθε σε επαφή με τη μαγεία, την ιδιαιτερότητα και την αναμφισβήτητη αξία των Sanctuary, του παντοτινού κοσμήματος της Αμερικάνικης μουσικής που άλλαξε για πάντα τον τρόπο σκέψης του μέσου μεταλλά.

 


Οι Sanctuary δημιουργήθηκαν το 1985 από τους κιθαρίστες Lenny Rutledge και Sean Blosl, οι οποίοι μεταξύ άλλων ήταν και ξαδέρφια, ενώ γρήγορα βρήκαν τον Jim Shepard για τη θέση του μπάσου και τον Dave Budbill στη θέση των τυμπάνων, η έρευνα για τη θέση του τραγουδιστή όμως δεν ήταν το ίδιο εύκολη, έψαξαν πάρα πολύ και τελικά βρήκαν μέσω των Serpent's Knight τον Warrel Dane, ο Rutledge μάλιστα δίχως ντροπή ακόμα και σήμερα τονίζει ότι στην ουσία τους τον κλέψανε, ενώ για να τον δελεάσουν τον προσκάλεσαν στην αποθήκη τους που προβάρανε, η οποία είχε μία τεράστια σκηνή. O Dane όταν την είδε έμεινε άναυδος και φυσικά ψήθηκε με τη μία, χαρακτηρίζοντας τους ''real deal''. Με την άφιξη του ξανθού μακρυμάλλη υψίφωνου παιχταρά, του δόθηκαν κάποιες ιδέες που υπήρχαν σαν demo για να βάλει τη δική του πινελιά. Ένα από τα πρώτα κομμάτια που προέκυψαν από τη σύζευξη αυτή ήταν το ''Soldiers Of Steel''. Στην πορεία και με το ηθικό αναπτερωμένο και μεγάλη πίστη στις δυνατότητες τους, ο δρόμος βγάζει τους Sanctuary στα Triad Studios, όπου και ηχογράφησαν το πρώτο τους demo το 1986. Γεφυρώνοντας το χάσμα μεταξύ Αμερικάνικου και Βρετανικού metal ήχου, την παράσταση έκλεβε ο ξανθός παιχταράς με την στοιχειωτικά υψηλής συχνότητας φωνή του που μέχρι και σήμερα παγώνει το αίμα και τις αισθήσεις οποιουδήποτε ανθρώπου στο άκουσμα της.

 


Το συγκρότημα έδωσε αυτό το demo ονόματι Jeff Gilbert, ο οποίος είχε την εκπομπή Brain Pain κάθε Κυριακή στο ραδιόφωνο του τοπικού κολεγίου και κάθε Κυριακή το έπαιζε, πραγματικά σπρώχνοντας και βοηθώντας το συγκρότημα σημαντικά. Οι αδηφάγοι νεαροί όμως δεν σταματούσαν εκεί τις φιλοδοξίες και η στιγμή που άλλαξε την ιστορία τους ήρθε μέσα στην ίδια χρονιά, σε μία συναυλία που παίζανε οι King Diamond και οι Megadeth, o Rutledge ήταν αποφασισμένος να κάνει τον ήρωα του Dave Mustaine να ασχοληθεί με το συγκρότημα με κάθε τρόπο. Αφού δεν κατάφερε να τον συναντήσει στη συναυλία, ένας φίλος του έριξε την ιδέα: Ο Dave μένει σε ένα ξενοδοχείο εδώ πιο κάτω! Αυτό ήταν, πήγαν στο ξενοδοχείο ψάχνοντας για το δωμάτιο με την περισσότερη φασαρία και ήταν τυχεροί να βρουν την πόρτα μισάνοιχτη. Είχαν μαζί τους δύο κοπέλες τις οποίες άφησαν να μπουν πρώτες για αντιπερισπασμό και γίνανε δεκτοί με θέρμη, ο Mustaine προσέχοντας τον Rutledge, κάρφωσε το βλέμμα του πάνω στον Lenny...''Έι εσύ, έλα εδώ'' του είπε. Ο Rutledge φοβούμενος τη φήμη που συνόδευε τον Mustaine ως θερμόαιμος, φοβήθηκε ότι θα τον πετούσε έξω από το δωμάτιο. Έπινε Courvoisier και προσφέρθηκε να μοιραστεί το μπουκάλι του με τον Rutledge! Προς έκπληξη του Lenny ο Mustaine ήταν εγκάρδιος και πολύ ανοιχτός και όταν η κουβέντα ήρθε στη μουσική, ο Rutledge τον παρότρυνε να ακούσει το demo.

 

 

Χρειάστηκε πολύ προσπάθεια αλλά τελικά τον έπεισε, πήγανε στο αμάξι του φίλου του Rutledge, όπου και του έβαλε να ακούσει την κασέτα, με τον Mustaine να ενθουσιάζεται πραγματικά. Ο Mustaine του έδωσε τον αριθμό του και ο Rutledge δεν τον πίστεψε, νομίζοντας ότι είναι ψεύτικος. Όταν τελικά τον κάλεσε και άκουσε τη φωνή του Dave στον τηλεφωνητή, πείστηκε. Λίγες εβδομάδες αργότερα ο Mustaine τον πήρε λέγοντας του ότι λάτρεψε την κασέτα και ήθελε να κάνει την παραγωγή του δίσκου. Κι έτσι η ιστορία άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά. Με την υποστήριξη του Mustaine, οι Sanctuary βρήκαν εταιρεία και υπέγραψαν δισκογραφικό συμβόλαιο με την Epic Records, ενώ ο τότε μάνατζερ του Dave, Κeith Rawls, υποστήριξε χρηματικά το δίσκο και έγινε μάνατζερ και των Sanctuary. Το ''Refuge Denied'' βγαίνει μέσα στο 1987 και προκαλεί πάταγο με το μουσικό του περιεχόμενο, δίσκος που ξεκινάει όσο πιο φουριόζος γίνεται με τον καταπέλτη ''Battle Angels'', δυσκολεύομαι πολύ να πιστέψω ότι υπάρχει άνθρωπος που άκουσε πρώτη φορά αυτό το κομμάτι και δεν κόλλησε στον τοίχο με την ορμή του και την εκπληκτική του δομή, πραγματικά ακούγεται σαν μία μάχη μεταξύ αγγέλων και δαιμόνων, με τον Dane να ακούγεται σαν τη νικηφόρα κραυγή των αγγέλων που κατατροπώνουν τους δαίμονες μέσα σου και προσφέρουν λύτρωση από όλα τα βλαμμένα μεταλλικά κλισέ που υπήρχαν ως τότε, τα δε χτυπήματα του Dave Budbill πριν μπει το κύριο ριφφ, κομματιάζουν συνειδήσεις.

 


Εκπληκτικές κιθάρες, γεμάτες με απίστευτες ιδέες, ριφφ τόσο έξυπνα και στριφογυριστά που σου μένουν στο μυαλό με τη μία, σολάρες που σφυρίζουν στ'αυτιά σου για πάντα από τη στιγμή που θα ακούσεις το δίσκο, ρυθμική βάση που υποστηρίζει τις συνθέσεις και πολλές φορές τις σηκώνει στο Θεό τον ίδιο, ενώ ο Dane καλπάζει σε όλο το δίσκο, σαλπίζοντας το κάλεσμα σε μάχη μέχρι το τέλος, από το ''Termination Force'' που είναι ότι κοντινότερο στον Γ' Παγκόσμιο Πόλεμο όταν ξεσπάει, στο προαναφερθέν ''Soldiers Of Steel'' που φέρνει την Αποκάλυψη κι αφήνει πτώματα πίσω του, κι από το ''The Third War'' που απλά μένεις με το στόμα ανοιχτό με το εύρος της ερμηνείας του ξανθού γίγαντα από την αρχή ως το τέλος, στο τελειωτικό ''Veil Of Disguise'' που είναι το τέλειο κομμάτι να κλείσει μία τέτοια ΣΦΑΓΗ, ο δίσκος είναι ένα από τα τελειότερα άλμπουμ της δεκαετίας του '80 ανεξαρτήτως είδους μουσικής. Μεταξύ άλλων υπάρχει εδώ και μία εκ των κορυφαίων διασκευών στην ιστορία της μουσικής, το ''White Rabbit'' των Jefferson Airplane, κομμάτι που απλά δεν αγγίζεται και μπορεί να σε ξεφτιλίσει πανεύκολα, παρ'όλα αυτά οι Αμερικάνοι ήρωες το φέρανε στα μέτρα τους, με τον Mustaine να παίζει το σόλο του κομματιού. Και σε περίπτωση που νομίζετε ότι ξεχάστηκα, σκοπίμως άφησα τελευταίο το ''Die For My Sins'', για τον απλούστατο λόγο ότι δεν πρόκειται για κομμάτι, αλλά για βίωμα, για ιδέα και για αναφορά ως μία κατηγορία μόνο του, κοινώς εύκολα η μισή αν όχι όλη μας η εφηβεία σε λιγότερο από 4'.


Η τεράστια μαγκιά των Sanctuary είναι ότι το θρυλικό αυτό ντεμπούτο έμεινε κατευθείαν στην ιστορία, οι οπαδοί το λάτρεψαν, παρά την επιεικώς ανεπαρκή παραγωγή του Mustaine στα Steve Lawson Studios. Ο αγαπητός κατά τ'άλλα Dave τους χαντάκωσε στεγνά, ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι μιλάμε για Mustaine εν έτει 1987, προ ''So Far...So Good...So What!'' που ήρθε κυριολεκτικά αντιμέτωπος με το θάνατο πολλές φορές και πραγματικά ήταν στη χειρότερη κατάσταση της ζωής του, αφού δεν πέθανε τότε κι αφού κατάφερε τελικά να κάνει την παραγωγή-έστω κι έτσι-και να τους πάρει μαζί του στην ακόλουθη περιοδεία, στο τέλος τον λες και ήρωα. Ο δίσκος αρχικά πούλησε 7.000 κόπιες, ενώ υπολογίζεται ότι μέχρι τον Ιούνιο του 2011 είχε πουλήσει πάνω από 200.000 κομμάτια. Ο δίσκος φιλοτεχνήθηκε από τον τεράστιο Ed Repka, ο οποίος έγραψε ιστορία σε thrash/death metal εξώφυλλα κυρίως, ένα από τα πλέον κλασσικά και αξιομνημόνευτα εξώφυλλα που μένουν στο μυαλό με τη μία. Το ''Refuge Denied'' ήταν το σκαλοπάτι για να εκτοξευθούν μελλοντικά οι Sanctuary, ένα κλασσικό US metal άλμπουμ, το οποίο έκανε τη διαφορά στην έξαρση του thrash χωρίς να ανήκει στο είδος, έχοντας όμως αντίκτυπο και στους οπαδούς του είδους που ύμνησαν την οργή που υπάρχει στο δίσκο, ενώ γενικά οι περισσότεροι μιλούσαν για αποτέλεσμα που δεν είχε ακουστεί ξανά μέχρι τότε, ενισχύοντας από τότε τη θρυλική του υπόσταση με το καλημέρα.

 


Οι Sanctuary σχεδίασαν προσεκτικά το επόμενο τους βήμα, ο Mustaine δε θα συμμετείχε (ευτυχώς) στο νέο δίσκο ως παραγωγός, η προσέγγιση του συγκροτήματος έγινε τελείως διαφορετική, το ''Refuge Denied'' έδειξε το επιθετικό πρόσωπο τους, ήταν καιρός για κάτι άλλο, που μάλλον δεν το περίμενε κανείς. Στις 27 Φεβρουαρίου του 1990 κυκλοφορεί ο 2ος δίσκος τους, ''Into The Mirror Black'', το άλμπουμ που κάνει περήφανο κάθε χεβιμεταλλά εκεί έξω με την ύπαρξη του. Αν σας ρωτήσουν ποιος είναι ο καλύτερος δίσκος εκεί έξω, ο καθένας θα απαντήσει λογικά και κάτι διαφορετικό, εμένα όταν με ρωτάνε ποιός είναι ο σοβαρότερος δίσκος της μουσικής μας, απαντάω το ''Into The Mirror Black''. Δίσκος που σε κάνει να κοιτάζεσαι στον καθρέφτη και να νιώθεις πλήρης, περήφανος, ανίκητος που τον έχεις ως σύντροφο. Ο ήχος των Sanctuary πέφτει ελαφρώς σε ταχύτητες αλλά βαραίνει και γιγαντώνεται σε κάτι δυσθεώρατο προς κατανόηση ακόμα και 27 χρόνια μετά την κυκλοφορία του. Πειθήνιο από το πρώτο του δευτερόλεπτο στο μεγαλύτερο από τη ζωή ''Future Tense'', το κύριο ριφφ του οποίου είναι αντικείμενο προς μελέτη του πως μπορεί ένα ανθρώπινο μυαλό να συλλάβει τέτοια έμπνευση, με τον Dane να ηχεί ακόμα καλύτερος, πιο ώριμος, αλλά να μην ξεχνάει να ανεβοκατεβαίνει με χαρακτηριστική ευκολία και να προσφέρει ανατριχίλες σε κάθε φτύσιμο στίχου.

 


Το δε καταπληκτικό βίντεο που έχει γυριστεί είναι αποθέωση του τι όμορφο που είναι το να είσαι μεταλλάς. Μαλλούρες μέχρι τη μέση να κοπανιούνται αντρίκεια πέρα-δώθε, τον Dane να στρίβει το χέρι του στο στίχο ''Did society twist him?'', να κλωτσάει την άσφαλτο στο στίχο ''We leave our legacy like dust in the sands of time'' και να βλέπεις τον Χίτλερ εκεί που λέει ''Brainwash the youth''...ΜΕΓΑΛΕΙΟ! Σημειολογικό και σημασιολογικό. Το κυριότερο; Έβλεπες το μάτι τους να γυαλίζει, κανένας εφησυχασμός, όλα για όλα παιζόντουσαν σ'αυτόν το δίσκο. Και ο θρίαμβος ήρθε με το καλημέρα! Oι οπαδοί σε παραλήρημα, να μην ξέρουν τι και από που τους ήρθε, η χαιρεκακία και επιβλητικότητα του ''Taste Revenge'' δεν άφηνε περιθώριο να σκεφτείς ότι το ''Future Tense'' ήταν ο πολιορκητικός κριός, αυτή η παρολίγο thrash καταιγίδα από ριφφ και σολάρες δίνει τη θέση της στο "Long Since Dark'' (LSD για τους φανατικούς) όπου ο Dane ακούγεται σαν όλο το μέλλον του μεταλλικού ήχου, ενώ αν έχεις το Θεό σου, υπάρχει στη συνέχεια το κομμάτι-σύμβολο του συγκροτήματος, ότι καλύτερο κατά την προσωπική μου άποψη έγραψαν ποτέ οι Αμερικάνοι, το συγκλονιστικό ''Epitaph'' που σε παίρνει από το χεράκι και σε οδηγεί μέσα από το σκοτεινότερο τούνελ στο λευκότατο φως της ελπίδας. ''Μάθε το μάθημα σου και μη θρηνείς ποτέ, γιατί δεν υπάρχει ούτε αρχή ούτε τέλος'' τραγουδάει ο Warrel και σε πλάθει σαν άντρα κι ας μην έχεις μπει καν στην εφηβεία.


Η συνέχεια στη 2η πλευρά εξ'ίσου συγκλονιστική, το τιτάνιο ''Eden Lies Obscured'' άνοιγε τις συναυλίες τους, το ''Τhe Mirror Black'' σε πάει στην άλλη πλευρά και σε επιστρέφει ξανά στα συγκαλά σου, ενώ το τρίδυμο ''Seasons Of Destruction'' (πραγματική καταστροφή), ''One More Murder (Μegadeth-ιάρικη σφαίρα που σε βρίσκει στο δόξα πατρί) και το τελειωτικό ''Communion'' (πρόσχωμεν!) σε καθηλώνει μέχρι τέλους, ένα τέλος που έρχεται μετά από 47' τελειότητας, ποιος τη θέλει τη ζωή μετά από κάτι τόσο υπέροχο τέλος πάντων; Η περιοδεία τους με τους Fates Warning τους έφερε από την Ελλάδα, γνωρίζω αρκετούς ανθρώπους μεγαλύτερους μου σε ηλικία που το μυαλό, το πνεύμα και το σώμα έχει μείνει ακόμα σε εκείνη την εμφάνιση στον Ελλήσποντο στη Θεσσαλονίκη. Οι περισσότεροι μου λέγανε ότι δε θα δω ποτέ κάτι ανάλογο, ότι ήταν ότι ομορφότερο και πιο έντονο σε σκηνική παρουσία είχαν δει, το λέγανε με τέτοιο τρόπο που τους πίστευα χωρίς καν να χρειαστεί να κοιτάω τις σπίθες που βγάζανε τα μάτια τους, ενώ άλλοι κοτζάμ μαντράχαλοι τα διηγούνταν κι έτρεχαν δάκρυα κάτω από το κατά τ'άλλα σκληρό προσωπείο τους. Τέτοιες ήταν οι αντιδράσεις που προκαλούσε αυτό το τεράστιο συγκρότημα από τότε. Και τότε δυστυχώς ήρθαν τα πάνω-κάτω κι αντί οι Sanctuary να γίνουν η ελπίδα όλου του μεταλλικού ήχου για το μέλλον, τους πήρε αμπάριζα η λαίλαπα του grunge, είχαν την ατυχία να ξεκινήσει στο Seattle όλο αυτό.

 


Πιέσεις από την εταιρεία να αλλάξουν τον ήχο τους, ο τρίτος δίσκος που θα τιτλοφορούνταν ''Psychedelic Prayers'' δεν ήρθε ποτέ, ο Sean Blosl πήδηξε πρώτος από το πλοίο και στη θέση του ήρθε ένας νεαρός ονόματι...Jeff Loomis! Δυστυχώς η όλη κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο, με τις σχέσεις των μελών να είναι σε οριακό σημείο και μοιραία να έρχεται η διάλυση το 1992, άδοξα και με μεγάλη πίκρα από τον κόσμο. Aν ρωτούσατε κάποια στιγμή οποιονδήποτε ποιο συγκρότημα δε θα ήθελε να είχε διαλύσει ποτέ ή ποιο συγκρότημα θα ήθελε να επανενωθεί, οι περισσότεροι έλεγαν ''SANCTUARY'' φωναχτά και με στόμφο, με πόνο στην καρδιά για την απώλεια τους. Η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους, με τους Warrel και Jim να σχηματίζουν τους Nevermore, παρέα με τον Jeff Loomis τον οποίο είχαν και στους Sanctuary στις τελευταίες μέρες του συγκροτήματος. Θα ήθελα να μην αναφερθώ καθόλου στα έργα και τις ημέρες των Nevermore, εύχομαι να με αξιώσει ο Θεός να έχω ανάλογη ευκαιρία να το κάνω στο μέλλον, το μόνο που θα πω είναι ότι στις πρώτες τους μέρες, όταν και παίζανε αρκετά κομμάτια των Sanctuary, τα κομμάτια αυτά είχαν μεγαλύτερη απήχηση στο κοινό από αυτά των Nevermore, με το φάντασμα των Sanctuary να πλανιέται πάνω από το νέο συγκρότημα, προτού κατακτήσουν δίκαια το μεταλλικό κοινό στη συνέχεια.

 


Κάπου το 2008 και αφού ο Warrel και ο Lenny είχαν τυπικές και όχι έχθρικές σχέσεις (βέβαια το τι μου έλεγε επί προσωπικού ο ξανθός έδειχνε το αντίθετο), έρχεται η στιγμή που τους ζητάνε το ''Battle Angels'' να συμπεριληφθεί στο παιχνίδι Brütal Legend, όπου και οι δυο τους αρχίζουν και ξαναμιλάνε, με τον Lenny μάλιστα να λέει στον Warrel ότι είχε ένα τραγούδι που το είχε γράψει για τη φωνή του, ο Dane το βρήκε γαμάτο κι έτσι πήραν την απόφαση να ξαναρχίσουν τους Sanctuary, επικεντρωμένοι σε κάποια reunion shows στην αρχή, στα οποία συμμετείχε και ο Loomis. Όταν διέλυσαν οριστικά οι Nevermore το 2010, ο Loomis μοιραία έμεινε εκτός εξίσωσης. Η χημεία πάντως γενικά υπήρχε και η μαγεία φαινόταν να μην έχει χαθεί παρά την απουσία ετών. Aυτό το διαπίστωσε το Ελληνικό κοινό το 2011, όταν μετά από 21 χρόνια οι Sanctuary ήρθανε και βάλανε φωτιά επί σκηνής. Είδα 7 φορές τους Nevermore να διαλύουν το σύμπαν, τέτοια απόδοση και συγκίνηση όπως με τους Sanctuary δεν ένιωσα, με το χέρι στην καρδιά. Από τις ομορφότερες αναμνήσεις της ζωής μου. Στις κιθάρες ο φοβερός παιχταράς Brad Hull από τους Forced Entry, παλικάρι από τα λίγα και πολύ ενεργητικός επί σκηνής, φαινόταν η τέλεια προσθήκη στη σύνθεση. Το Γενάρη του 2013 η μπάντα υπέγραψε συμβόλαιο με την Century Media και μετά από αρκετά χρόνια υπομονής, στις 6 Οκτωβρίου του 2014 κυκλοφόρησε ο τρίτος δίσκος τους, ''The Year The Sun Died''.

 


Η μεγάλη επιστροφή ήταν πλέον γεγονός, ήρθε με ένα δίσκο αρκετά βαρύτερο και πιο μοντέρνο σε ήχο από τα 2 πρώτα τους αριστουργήματα. Πολλοί μίλησαν για δίσκο που έπρεπε να είχαν κυκλοφορήσει οι Nevermore, άλλοι είπαν ότι δεν έπρεπε ποτέ να βγει τρίτος δίσκος για να μη χαλάσει η αίσθηση τελειότητας των 2 πρώτων δίσκων, ενώ δεν ήταν λίγοι κι αυτοί που τους καταλόγισαν φιλότιμο κι εξύμνησαν την προσπάθεια τους. Γενικώς έχω ακούσει όλων των ειδών τις απόψεις για το δίσκο αυτό, προσωπική μου άποψη είναι ότι πρόκειται για πολύ καλό δίσκο που 3 χρόνια μετά μου ακούγεται πολύ καλύτερος και πιο ευχάριστος από τότε, με φοβερή κιθαριστική δουλειά, τον Warrel εμφανώς σε πιο χαμηλές συχνότητες, ενώ σε σχέση με την τελευταία παπαριά που κυκλοφόρησαν οι Nevermore, το επιδεικτικά απαράδεκτο ''The Obsidian Conspiracy'', είναι όχι απλά ανώτερο, αλλά με κλάσεις περισσότερη τσίπα. Σαν οπαδός πάντα ονειρευόμουν να τους δω, αλλά όχι να βγάλουν δίσκο, θα ήταν αφέλεια να θεωρήσει κανείς ότι μετά από τόσα χρόνια θα επέστρεφαν με κάτι φοβερό (οι At The Gates και οι Carcass βέβαια το κάνανε, αλλά άλλο καπέλο αυτό). Το ''Arise And Purify'' που άνοιγε το δίσκο είχε γίνει διαθέσιμο πριν την κυκλοφορία του και είχε ενθουσιάσει τους οπαδούς με τον ήχο του.

 


Σίγουρα υπάρχει μέρος της παλιάς μαγείας, αλλά με τόσα χρόνια ενδιάμεσα και με εμφανώς διαφορετικό ήχο, ήταν δύσκολο να αφομοιωθεί εύκολα. Ο Zeuss (Chris Harris) στην κονσόλα του παραγωγού έχει κάνει ένα μικρό θαύμα και τους έχει δώσει ένα απίστευτα ταιριαστό ογκώδη ήχο, ενώ κάποια ριφφ και σόλο (ειδικά αυτά) στεκόντουσαν αντάξια των δύο πρώτων δίσκων. Οι Sanctuary ξαναπέρασαν άλλη μία φορά από την Ελλάδα, ενώ η επερχόμενη εμφάνιση τους θα είναι συνολικά η 4η, ο λόγος είναι ότι απλά λατρεύουν το Ελληνικό κοινό και περνάνε εκπληκτικά κάθε φορά στη χώρα μας. Ο Attila Vörös, γνωστός και μή εξαιρετέος από τους Nevermore, έχει αναλάβει τις κιθάρες πλέον στη θέση του Brad Hull, ενώ δυστυχώς δε θα δούμε τον Jim Shepard, του οποίου η υγεία δεν του επιτρέπει πλέον να περιοδεύει με το συγκρότημα, για μη γνωρίζοντες, ο Jim εκτός από επιτυχημένη εγχείρηση αφαίρεσης όγκου το 2011, έχει για πάνω από 15 χρόνια τη νόσο του Crohn. Η μεγάλη έκπληξη ήρθε φέτος και συγκεκριμένα στις 24 Φεβρουαρίου, όταν και κυκλοφόρησε η demo συλλογή ''Inception'', με ηχογραφήσεις από την περίοδο του ''Refuge Denied''. Ο Ζeuss πήρε τα σχεδόν κατεστραμμένα master tapes και τα έσωσε, εδώ ακούμε το συγκρότημα σε φρενήρη κατάσταση σε σχέση με το αποτέλεσμα που ακούσαμε στο φοβερό και τρομερό ντεμπούτο τους.

 


Αν μπορεί κάποιος να το πιστέψει χωρίς να τα ακούσει, ο Warrel Dane τραγουδάει ακόμα ψηλότερα, το αποτέλεσμα είναι τραχύτερο και η επιθετικότητα και οργή που στάζει από αυτές τις εκτελέσεις θεωρούνται από πολλούς ανώτερες από αυτές του δίσκου, έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να το αποκτήσετε καθώς θα δείτε τις αλλαγές που έχουν γίνει στα κομμάτια, ενώ τα ''Dream Of The Incubus'' και ''I Am Insane'' που δε μπήκαν στο δίσκο, είναι ακατέργαστα διαμάντια του μεγαλείου του Αμερικάνικου ήχου. Από αόριστο σε μέλλοντα, αυτή ήταν η ιστορία των Sanctuary ως ένα μέρος της, εκτυλίχθηκε μέσα στη δόξα, την αβεβαιότητα και την επανένωση, ενώ την παρούσα στιγμή υπάρχει σχέδιο ενός νέου τέταρτου δίσκου κάπου μέσα στο 2018 με προσωρινό τίτλο ''Dead Again''. Όσοι μεγαλώσαμε μαζί τους, ξέρουμε ότι πάντα (θα) έχουν ξεχωριστή θέση στην καρδιά μας και θα μας κάνουν πάντα να νιώθουμε παιδιά του δημοτικού από τη χαρά που μας δίνουν, όπως όταν τους πρωτοακούσαμε σε τρυφερή ηλικία. Το σοκ κάθε φορά είναι το ίδιο, η αγάπη όμως μεγαλώνει όσο περνάνε τα χρόνια και ειλικρινά δεν ξέρω πολλά συγκροτήματα που μπορούν να το καταφέρνουν αυτό. Το εκπληκτικά και τρομακτικά επίκαιρο μέχρι και σήμερα ''Future Tense'' έχει υπάρξει το soundtrack μίας ολόκληρης γενιάς, οι στίχοι του μας συντροφεύουν αιώνια και μας κάνουν κι αισθανόμαστε περηφάνια. Κι όταν γεράσουμε και γκριζάρουμε, αυτή η ιστορία θα συνεχίσει να διηγείται, γιατί το όνομα και η αξία των Sanctuary οφείλει να μείνει ανεξίτηλη και αναλλοίωτη στο πέρασμα των αιώνων! Η εκδίκηση είναι ακόμα γλυκιά!

 

 

 

Οι Sanctuary εμφανίζονται τη Παρασκευή 21 Ιουλίου στο Gagarin 205.

Fb Event: https://www.facebook.com/events/476316372748157/?fref=ts

 

 

Για το Rock Overdose,

Δημήτρης Αλόρας 

 

 

 

Comments