Γενέθλια για τον ALICE COOPER, ο οποίος κλείνει σήμερα τα 75 του χρόνια!

Ο πρώτος καλλιτέχνης που εισήγαγε το στοιχείο του τρόμου στο rock ‘n’ roll και ο οποίος με τη θεατρικότητα των εμφανίσεων του, έδωσε άλλη διάσταση στο είδος, μια εξέχουσα μορφή της ροκ, με καριέρα που εκτείνεται για περισσότερο από πέντε δεκαετίες, ο Alice Cooper, γίνεται σήμερα 75 ετών.

 

Ο Vincent Damon Furnier, όπως ονομάζεται πραγματικά, γεννήθηκε στο Allen Park του Michigan, γιος της Ella Mae και του Ether Moroni Furnier, ενός λαϊκού ιεροκήρυκα στην εκκλησία του Ιησού Χριστού στην οποία ήταν πρεσβύτερος και ο παππούς του, ο Vincent Furnier ήταν θρησκευτικά πολύ δραστήριος στην ηλικία των 11 ετών. Πήγε δημοτικό και γυμνάσιο στο Detroit, μετά όμως από μια σειρά ασθενειών παιδικής ηλικίας, η οικογένεια μετακόμισε στο Phoenix της Arizona. Όταν έγινε 16 ετών, ο Furnier ήθελε να λάβει μέρος σε τοπικό ετήσιο talent show και μάζεψε συμμαθητές του ώστε να φτιάξουν ένα γκρουπ για την παράσταση. Ονόμασαν τους εαυτούς τους “The Earwigs” και μια και δε γνώριζαν να παίζουν κανένα μουσικό όργανο, μεταμφιέστηκαν σε Beatles, μιμούμενοι τη σκηνική τους παρουσία τους. Κερδίζοντας την πρώτη θέση και ενθουσιασμένοι απ’ την εμπειρία που είχαν επί σκηνής, άρχισαν αμέσως να μαθαίνουν μουσικά όργανα που αγόρασαν από τοπικό κατάστημα. Γρήγορα μετονομάστηκαν σε “Spiders”, με τον Furnier στα φωνητικά. Μουσικά το συγκρότημα εμπνεύστηκε από γκρουπ της εποχής, όπως: The Beatles, The Rolling Stones, The Who, The Kinks και The Yardbirds. Την επόμενη χρονιά έκαναν συχνές εμφανίσεις στο Phoenix, με έναν τεράστιο μαύρο ιστό αράχνης στο πίσω μέρος της σκηνής. Το 1965, ηχογράφησαν και το πρώτο τους single και ένα χρόνο αργότερα, αποφοίτησαν και κατάφεραν να φέρουν στην κορυφή του τοπικού ραδιοφώνου την δική τους σύνθεση, “Don’t blow your mind”.

 

Σταδιακά, άρχισαν να κάνουν εμφανίσεις στο Los Angeles, της Καλιφόρνια ως “Nazz”  και μέχρι το τέλος του 1967 κατοικούσαν μόνιμα στο Los Angeles. Μαθαίνοντας ότι υπάρχει κι άλλη μπάντα με το ίδιο όνομα βρέθηκαν και πάλι σε αναζήτηση ονόματος. Πιστεύοντας ότι το γκρουπ χρειαζόταν ένα έξυπνο τέχνασμα για να πετύχει, ο Furnier διάλεξε το όνομα Alice Cooper για όνομα της μπάντας και δικό του.

 

Ο ίδιος, ομολόγησε το 2007 ότι η αλλαγή του ονόματος ήταν μια απ’ τις πιο σημαντικές και επιτυχημένες κινήσεις στην καριέρα του. Δελτία τύπου της εποχής ανέφεραν ότι το όνομα προέκυψε, όταν σ’ ένα βιβλίο μαγείας βρήκαν ότι ο Furnier ήταν η μετενσάρκωση μιας μάγισσας του 17ου αιώνα, που ονομαζόταν Alice Cooper. Το concept που υιοθετήθηκε, ήθελε έναν άντρα να παίζει το ρόλο μιας μάγισσας, φορώντας κουρέλια γυναικείων ρούχων και make-up, εμπνευσμένο κατά τον τραγουδιστή εν μέρει απ’ την ταινία “Barbarella”.

 

 

Η κλασσική σύνθεση του σχήματος, αποτελούνταν από συμμαθητές, πλην του ντράμερ Neal Smith και τα περισσότερα απ’ τα σκηνικά του εφέ, τα εμπνεύστηκαν από έναν καθηγητής τους, που για μια εργασία, ζήτησε να κατασκευάσουν μια λαιμητόμο για τον τεμαχισμό των καρπουζιών, αλλά και από τα έργα σουρεαλιστικών καλλιτεχνών, όπως ο Salvador Dali. Μια βραδιά, μετά από μια αποτυχημένη συναυλία σ’ ένα κλαμπ της Καλιφόρνια, όταν το μαγαζί άδειασε απ’ τους θαμώνες, δέκα λεπτά αφότου ξεκίνησε το γκρουπ να παίζει, προσεγγίστηκαν απ’ τον μάνατζερ Shep Gordon ο οποίος παραδόξως, είδε την αρνητική επιρροή της μπάντας εκείνο το βράδυ σαν μια δύναμη που μπορούσε να αποκτήσει μια πιο παραγωγική κατεύθυνση. Ο Shep κανόνισε μια ακρόαση για το γκρουπ με το συνθέτη και διάσημο παραγωγό Frank Zappa, ο οποίος αναζητούσε εκκεντρικούς καλλιτέχνες να υπογράψουν στη καινούρια του δισκογραφική, Straight Records. Για την οντισιόν  ο Zappa τους είπε να πάνε σπίτι του, «στις 7». Το γκρουπ, γκρουπ λανθασμένα συμπέρανε ότι εννοούσε στις 7 το πρωί. Ξυπνώντας τα άγρια χαράματα από μια μπάντα πρόθυμη να παίξει αυτό το ιδιαίτερο είδος ψυχεδελικής ροκ, ο Zappa εντυπωσιάστηκε τόσο, που τους έκλεισε συμβόλαιο για τρεις δίσκους. Το πρώτο άλμπουμ τους, κυκλοφόρησε το 1969 με μια ελαφριά αίσθηση ψυχεδελισμού, δεν είχε όμως εμπορική απήχηση.

 

 

 

 

Εντελώς τυχαία, η φήμη τους εξαπλώθηκε ξαφνικά, όταν ο Cooper τράβηξε την προσοχή των Μ.Μ.Ε, με ένα ζωντανό κοτόπουλο, που σύμφωνα με τον τραγουδιστή, ανέβηκε ανεξήγητα στη σκηνή. Μη έχοντας εμπειρία γύρω απ’ τα ζώα της φάρμας, ο Cooper υπέθεσε ότι το κοτόπουλο μπορούσε να πετάξει και το έπιασε και το πέταξε προς το πλήθος. Αυτό όμως, έπεσε κατακόρυφα στις πρώτες σειρές του πλήθους, όπου βρίσκονταν ανάπηροι με καροτσάκια, οι οποίοι σύμφωνα με πληροφορίες το έκοψαν κομματάκια. Την επόμενη μέρα, το επεισόδιο έγινε πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες και ο Zappa τηλεφώνησε στον Cooper, για να τον ρωτήσει αν αληθεύει η ιστορία σύμφωνα με την οποία είχε δαγκώσει στο κεφάλι το κοτόπουλο, ρουφώντας το αίμα του στη σκηνή.

 

Ο Cooper αρνήθηκε τις φήμες και τότε ο Zappa του είπε: «Λοιπόν, ό,τι κι αν έγινε, μην αρνηθείς σε κανέναν άλλο ότι το έκανες», προφανώς αναγνωρίζοντας ότι τέτοιου είδους δημοσιότητα θα ήταν ανεκτίμητη για τη μπάντα. Με αφορμή αυτό το κακόφημο ατύχημα, το 1969, το γκρουπ αποφάσισε να αξιοποιήσει αυτήν την ευκαιρία δημιουργώντας ένα νέο είδος, το shock rock.

 

Το 1970, μετά τα δύο αποτυχημένα άλμπουμ, η μπάντα συνεργάστηκε με τον ανερχόμενο τότε παραγωγό Bob Erzin, για τον τελικό, τρίτο δίσκο της κατά το συμβόλαιο, άρα και την τελευταία τους ευκαιρία για να κάνουν επιτυχία.

 

Και η επιτυχία ήρθε, με το single «I’m eighteen», που κυκλοφόρησε το Νοέμβριο του 1970 και έφτασε το νούμερο 21 στο Billboard Hot 100. Το «Love it to death», κυκλοφόρησε τρεις μήνες αργότερα και ήταν ο δίσκος που τους καθιέρωσε, αγγίζοντας την 35η θέση στο Billboard 200. Το glam στυλ τους σε συνδυασμό με το ολοένα και αυξανόμενα βίαια θεατρικά σκηνικά εφέ, του έκαναν να ξεχωρίσουν απ’ τους γενειοφόρους, ντυμένους με τζιν, hippie καλλιτέχνες της εποχής.

 

Τα μέλη της μπάντας τώρα εμφανίζονται με στενά, κομψά, καλοραμμένα κοστούμια και οι παραστάσεις στη σκηνή περιλάμβαναν μάχες, εκτελέσεις με ηλεκτρική καρέκλα και γοτθικά βασανιστήρια στα οποία υποβαλλόταν ο Cooper. Η επιτυχία συνεχίστηκε τόσο με το “Killer”,όσο και με το “ School’s out”, του 1972, όταν ο καλλιτέχνης, αντικατέστησε την ανδρόγυνη σκηνική του προσωπικότητα, με έναν εξ’ ολοκλήρου από έναν περήφανο και αρρενωπό χαρακτήρα. Το συγκρότημα παγίωσε την επιτυχία του κερδίζοντας όλο και περισσότερους φαν και προσβάλλοντας το κοινωνικό κατεστημένο, παρά τις αντιδράσεις όμως, η δημοτικότητα τους δεν επηρεάστηκε και έγιναν το πρώτο συγκρότημα που επιλέχθηκε να εμφανιστεί στην τηλεοπτική σειρά ABC In Concert, το Σεπτέμβρη του 1972. Μερικούς μήνες αργότερα, το “Billion dollar babies”, γινόταν ο πιο επιτυχημένος δίσκος τους, πιάνοντας την κορυφή της Αγγλίας και της Αμερικής.

 

Οι συνεχείς προσπάθειες πολιτικών και άλλων ομάδων να απαγορεύσουν τις σοκαριστικές παραστάσεις τους είχαν ως αποτέλεσμα μόνο να τροφοδοτήσουν περισσότερο το μύθο του Alice Cooper και να προσελκύσουν περισσότερο το ενδιαφέρον του κόσμου. Η περιοδεία του 1973 στην Αμερική δε, έσπασε τα ταμεία κάνοντας νούμερα που μόνο οι Rolling Stones είχαν καταφέρει. Το συγκρότημα  συγκαταλεγόταν στα πιο αναγνωρισμένα ονόματα της μουσικής βιομηχανίας, ενώ τα θεατρικά  του Cooper στη σκηνή θα επηρέαζαν αργότερα και πλήθος μεταγενέστερων συγκροτημάτων όπως, οι Kiss, Blue Oyster Cult, GWAR, W.A.S.P. και ακόμη αργότερα τον Marilyn Manson και τον Rob Zombie. Κάτω απ’ όσα επιφανειακά φαίνονταν όμως, το βαρύ πρόγραμμα, είχε αρχίσει να έχει επιπτώσεις στη μπάντα και ο Cooper κάτω απ’ τη διαρκή πίεση να υποδυθεί το ρόλο του για την κάθε παράσταση που ακολουθούσε, κυκλοφορούσε σταθερά με μια μπύρα στο χέρι.

 

Κι ενώ το 1974, φάνηκε μια εμπορική κάμψη, ο Cooper επιθυμούσε να διατηρήσει τα θεατρικά στοιχεία στα σόου που τους είχαν ωφελήσει τόσο, ενώ το υπόλοιπο γκρουπ πίστευε ότι έπρεπε να μετριαστούν ώστε να επικεντρωθούν περισσότερο στη μουσική και έτσι μπήκαν σε παύση. Καθώς ορισμένα μέλη απ’ το γκρουπ άρχισαν να ηχογραφούν σόλο άλμπουμ, ο Cooper αποφάσισε να πράξει το ίδιο και το 1975 βγήκε στην αγορά ο πρώτος προσωπικός του δίσκος, με τίτλο “Welcome to my nightmare”, κάτι που τον έφερε σε τελική ρήξη με τους υπόλοιπους.

 

Ολόκληρο το project “The nightmare”, που αποτελεί και το πρώτο μουσικό ροκ video album που έχει γίνει ποτέ, σημείωσε τόση επιτυχία, που ο καλλιτέχνης αποφάσισε να συνεχίσει μόνος του.  Την ίδια εποχή, άνοιξε το θρυλικό μπαρ, “The Hollywood Vampires” και το 1976, παντρεύτηκε τη 19χρονη χορεύτρια, Sheryl Goddard,  Αν και κυκλοφόρησε δύο δουλειές, ήταν τέτοια η εξάρτησή του απ’ το αλκοόλ (λέγεται ότι είχε φτάσει να καταναλώνει δύο κιβώτια μπύρες και ένα μπουκάλι ουίσκι καθημερινά), που πήγε μόνος του σε κέντρο αποτοξίνωσης. Εμπνευσμένος απ’ την εμπειρία του, ο δίσκος “From the inside”, περιέχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία.

 

 

 

Τα πρώτα του άλμπουμ στο ξεκίνημα των 80’s, δεν είχαν την επιτυχία των προηγούμενων κυκλοφοριών και ο Cooper ισχυρίστηκε ότι πάσχοντας από έντονη αλκοολική αμνησία δε θυμόταν τις ηχογραφήσεις των δύο τελευταίων δίσκων του. Μπήκε ξανά σε κλινική το 1983, με την υγεία του σε κρίσιμη κατάσταση και το γιατρό να του λέει, πως αν δε σταματούσε το ποτό, σε δυο εβδομάδες θα έπαιζε στον παράδεισο με τους φίλους του, Jim Morrison και Jimi Hendrix.

 

Μετά από ένα χρόνο αποχής στον οποίο ασχολήθηκε με τα πατρικά του καθήκοντα, το αγαπημένο του χόμπι, το γκολφ και αφού πρωταγωνίστησε και σε μια ταινία τρόμου ισπανικής παραγωγής, το  «Monster Dog», ο Cooper στράφηκε και πάλι στη μουσική του καριέρα και το 1985 άρχισε να γράφει κομμάτια με τον κιθαρίστα Kane Roberts.

 

Το 1986, οι Megadeth ζήτησαν απ’ τον Cooper ν’ ανοίξει τις συναυλίες τους στην Αμερική. Όταν εκείνος αντιλήφθηκε το μέγεθος της κατάχρησης ναρκωτικών και οινοπνεύματος απ’ τη μπάντα, ανέλαβε ο ίδιος προσωπικά να τους προσεγγίσει ώστε να τους βοηθήσει να θέσουν το πρόβλημα υπό έλεγχο. Από τότε ήταν πάντα κοντά στον frontman τους, Dave Mustaine, ο οποίος τον θεωρεί πνευματικό του πατέρα. Καταφέρνοντας να νικήσει το δικό του εθισμό στο αλκοόλ στα μέσα του ’80 συνέχισε να βοηθάει και να συμβουλεύει άλλους ροκ καλλιτέχνες στην αντιμετώπιση προβλημάτων εθισμού οι οποίοι στράφηκαν σε εκείνον.

 

«Έγινα όσο περισσότερο διαθέσιμος μπορούσα για τους φίλους μου – υπάρχουν άνθρωποι που θα μου τηλεφωνούσαν μέσα στη νύχτα για να πουν “Μεταξύ μας, έχω πρόβλημα”».

 

Σε αναγνώριση της δουλειάς που έχει κάνει βοηθώντας στην αποθεραπεία εξαρτημένων ατόμων, ο Cooper έλαβε το 2008 το βραβείο Stevie Ray Vaughan. Την ίδια χρονιά, ο Cooper επέστρεψε και επίσημα στη μουσική βιομηχανία με το άλμπουμ “Constrictor”, καταλυτικό για την θριαμβευτική επιστροφή του στις συναυλίες, με μια περιοδεία που τιτλοφορείτο “The nightmare returns”. Ο μουσικός τύπος άρχισε και πάλι να εγκωμιάζει τη δουλειά του, που πλέον παρουσιάζει στη σκηνή μια νέα γενιά βίαιων και εκκεντρικών φαντασιώσεων. Μετά από ακόμη δύο άλμπουμ, υπογράφει νέο δισκογραφικό συμβόλαιο και η καριέρα του, φτάνει στο απόγειο της, με το δίσκο “Thrash”, του 1989.

 

Απ’ τις αρχές της δεκαετίας του ’90, έχει γίνει ένα πραγματικό πολιτιστικό είδωλο, συμμετέχοντας σε δίσκους των περισσότερων επιτυχημένων συγκροτημάτων της εποχής, όπως στο “Use your Illusion I” των Guns ‘N’ Roses, όπου κάνει φωνητικά με τον Axl Rose στο τραγούδι “The garden”. Ακόμη, κάνει μια σειρά από τηλεοπτικές εμφανίσεις, ενώ παράλληλα, κυκλοφορεί δυο ακόμα δουλειές, ως το 1994.

 

 

Η δεκαετία του 2000 χαρακτηρίστηκε από μια έντονη παρατεταμένη δραστηριότητα απ’ τον καλλιτέχνη με περιοδείες και κυκλοφορίες στούντιο άλμπουμ που εισέπραξαν θετικές κριτικές. Την ίδια εποχή ο Cooper τιμήθηκε και βραβεύτηκε ποικιλοτρόπως. Το μεγάλο διάλειμμα του απ’ τα στούντιο άλμπουμ έληξε το 2000, με την κυκλοφορία του “Brutal Planet” το οποίο αποτέλεσε μια επιστροφή στην φρικιαστική μορφή του heavy metal με μια μεγάλη δόση industrial rock και με θεματικό αντικείμενο του την βιαιότητα του σύγχρονου κόσμου, εμπνευσμένο από πολλές ιστορίες που είχαν προβληθεί απ’ το κανάλι CNN.

 

Ακολούθησαν δύο επιπλέον κυκλοφορίες και το Γενάρη του 2004, εξέπεμψε για πρώτη φορά στα ραδιοκύματα πολλών πόλεων της Αμερικής και του Καναδά η ραδιοφωνική εκπομπή “Nights with Alice Cooper”. Η εκπομπή είναι αφιερωμένη στην κλασσική ροκ με προσωπικές ιστορίες απ’ τη ζωή του ως ροκ σταρ και συνεντεύξεις με διακεκριμένους ροκ καλλιτέχνες.

 

Η τελευταία του δουλειά ως σήμερα βγήκε το 2011. Για τον Cooper, έχουν εκφράσει το θαυμασμό τους πολλά ονόματα της μουσικής, με τον Bob Dylan να τον χαρακτηρίζει «δεσποτικό» και τον John Lyndon των Sex Pistols ν’ αποκαλεί το “Killer” κορυφαίο ροκ άλμπουμ όλων των εποχών. Το 1999 κυκλοφόρησε το “Humanity Stew: A tribute to Alice Cooper” στον οποίο συμμετέχουν αστέρες της ροκ και metal σκηνής όπως οι: David Mustaine, Roger Daltrey, Ronnie James Dio, Slash, Bruce Dickinson και Steve Jones, κάτι που αποτελεί ένδειξη του μεγάλου σεβασμού που τρέφουν σπουδαία ονόματα της μουσικής βιομηχανίας στο πρόσωπό του.

 

 

 

Στην προσωπική του ζωή, ο Cooper, είναι ακόμη με τη γυναίκα του και έχουν τρία παιδία. Θεωρεί τον εαυτό του έναν «αναγεννημένο Χριστιανό» και σε πολλούς Χριστιανικούς κύκλους, είναι γνωστός και τιμημένος σαν άριστος διδάσκαλος της Βίβλου.

 

Σε όλη του την καριέρα, η φιλοσοφία του σχετικά με την πολιτική είναι ότι αυτή δεν πρέπει να αναμιγνύεται με τη ροκ μουσική, έχοντας κατά καιρούς κατακρίνει μουσικούς που το κάνουν. Τέλος, μεγάλη του αγάπη αποτελεί το γκολφ στο οποίο έχει διακριθεί και έπαιξε μεγάλο ρόλο στην θεραπεία του απ’ το αλκοόλ.

 

 

 

 

Απο τη στήλη του Rock Overdose "Σαν σήμερα" 

Comments