Γενέθλια για τον Eddie Van Halen, ο οποίος κλείνει σήμερα τα 62 του χρόνια!

«Ο σπουδαιότερος κιθαρίστας όλων των εποχών, η μεγαλύτερη επιρροή, ο πιο πρωτότυπος και ταλαντούχος κιθαρίστας του 20ου αιώνα», είναι μόνο μερικά από όσα έχουν ειπωθεί για τον παμμέγιστο Eddie Van Halen, έναν ζωντανό μουσικό θρύλο, που σήμερα κλείνει τα 62 του χρόνια. Ήρθε στον κόσμο σε μια πόλη της ανατολικής Ολλανδίας και όπως φαίνεται είχε γεννηθεί «καταδικασμένος» να διαπρέψει στη μουσική, αφού το μεσαίο όνομα που έδωσαν στον Edward Van Halen οι γονείς του, ήταν Lodewijk, μια ολλανδική εκδοχή του ονόματος του συνθέτη, Ludwig van Beethoven. Τόσο ο Eddie, όσο και ο μεγάλος αδερφός του Alex, προέρχονταν από έναν πατέρα που έπαιζε κλαρινέτο, σαξόφωνο και πιάνο και από το 1962, που μετακόμισαν στην California, άρχισαν να κάνουν μαθήματα  με έναν ηλικιωμένο κύριο, που τους μάθαινε κλασσικό πιάνο. Αν και δεν τους άρεσε, η μητέρα τους θα τους τιμωρούσε αν αρνούνταν. Εκείνος όπως έχει πει, ποτέ δεν μπόρεσε να διαβάσει τη μουσική και μάθαινε απλά βλέποντας και ακούγοντας. Το πιάνο όμως ήταν κάτι που ποτέ δεν τον ενδιέφερε και αργότερα τα δύο αδέρφια καταπιάστηκαν, ο Alex με την κιθάρα και ο Eddie με τα ντραμς, κάνοντας εξάσκηση πολλές ώρες κάθε μέρα. Όταν μια μέρα όμως άκουσε τον Alex, να παίζει το drum σόλο του “Wipe out” των The Surfaris, ενοχλήθηκε που είχε ξεπεράσει τις ικανότητες του και αποφάσισε να αρχίσει να μαθαίνει ηλεκτρική κιθάρα. Ως έφηβος, έπαιζε με τις ώρες κλειδωμένος στο δωμάτιο του και συχνά έκανε εξάσκηση ακόμα και περπατώντας μέσα στο σπίτι. Θαύμαζε ιδιαίτερα τους Cream και κάποτε ισχυρίστηκε πως είχε μάθει νότα προς νότα όλα τα σόλο του Eric Clapton στην μπάντα. Ο Clapton ήταν σημαντική του επιρροή, αν και το στυλ του Jimmy Page λέει πως ήταν πιο κοντά στα μέτρα του. Τα δύο αδέρφια σχημάτισαν την πρώτη τους μπάντα, τους The Broken Combs, με άλλα τρία αγόρια και έπαιζαν τα μεσημέρια στο σχολείο τους. Ήταν τότε που απέκτησαν την επιθυμία να γίνουν επαγγελματίες μουσικοί. Πριν ακόμη αποφοιτήσουν, έπαιζαν σε club του Los Angeles, με ένα συγκρότημα που είχαν ονομάσει αρχικά Genesis, αλλά μετονόμασαν στις αρχές της δεκαετίας του ’70, σε Mammoth, έχοντας στη σύνθεσή τους τον David Lee Roth στο μικρόφωνο και τον Michael Anthony στο μπάσο. Την ίδια εποχή, ο Eddie, άρχισε να χρησιμοποιεί μια νέα τεχνική στην κιθάρα του, αυτή του tapping με τα δύο χέρια, που σύντομα θα γινόταν το σήμα κατατεθέν του και μελλοντικά θα αντιγραφόταν από αμέτρητους άλλους κιθαρίστες. Όπως έχει δηλώσει: «Πήρα την ιδέα του tapping, παρακολουθώντας τον Jimmy Page, να παίζει το σόλο του “Heartbreaker”, το 1971».Με την τρομερή ταχύτητα που ανέπτυξε στο παίξιμο του και τις φοβερές του δεξιότητες, απέκτησε γρήγορα τη φήμη του κορυφαίου κιθαρίστα στην τοπική μουσική, ενώ η μπάντα είχε αλλάξει το όνομά της από τα μέσα του ’70, σε Van Halen. Σταδιακά ξεκίνησε να φτιάχνει τις δικές του κιθάρες, χρησιμοποιώντας τη μορφή μιας Fender Stratocaster, το σώμα της οποίας κάλυπτε με λωρίδες από ταινία, ώστε να δημιουργήσει ένα άγριο σχέδιο, που αποτέλεσε ακόμη ένα εμπορικό του σήμα.

Το 1977, ήρθε το συμβόλαιο των Van Halen με την Warner Bros και ακολούθως το ομώνυμο ντεμπούτο τους, που αποτέλεσε την αφετηρία για μια σειρά από πλατινένιες κυκλοφορίες και πολλές sold out περιοδείες. Αμέσως, ο ίδιος άρχισε να αναγνωρίζεται ως κορυφαίος ροκ κιθαρίστας, κερδίζοντας άπειρες διακρίσεις και βραβεία από όλα τα περιοδικά κιθάρας του κόσμου, κάτι που εξελίχθηκε σε ετήσιο γεγονός. Το 1984, διεύρυνε τους μουσικούς του ορίζοντες, μέσα από την προσθήκη πλήκτρων στον ήχο της μπάντας, τα οποία ανέλαβε ο ίδιος και κάνοντας και φωνητικά για κάποια επιλεγμένα κομμάτια. Και παρά το ότι πέρασαν διάφοροι τραγουδιστές από τη σύνθεση της μπάντας, η δημοτικότητα των Van Halen παρέμενε πάντα σε πολύ υψηλά επίπεδα. Οι καινοτομίες του είναι κάτι που τον έχει χαρακτηρίσει στη μακρά του πορεία. Έχει εφεύρει μια πατέντα ενός μηχανισμού στήριξης που τοποθετείται στο πίσω μέρος της κιθάρας που του επιτρέπει να παίζει με έναν τρόπο παρόμοιο με το πιάνο προσανατολίζοντας το πρόσωπο της κιθάρας προς τα πάνω αντί για κάτω. Ο κιθαρίστας που περιγράφεται ως “tone chaser – κυνηγός τόνων”, έχει πετύχει τον διακριτικό του τόνο, γνωστό ως “Brown sound”, χρησιμοποιώντας μια EVH "Frankenstrat" κιθάρα. Ένα καθοριστικό στοιχείο στον τρόπο παιξίματός του, είναι η χρήση του Floyd Rose Locking Tremolo, που κυκλοφόρησε το 1977  και του επέτρεπε να κλειδώνει τις χορδές ώστε να μπορεί να χρησιμοποιεί ευκολότερα την τεχνική του tremolo και να παράγει διάφορα εφέ. Του ανήκουν και άλλες πατέντες που σχετίζονται με τη βελτίωση του σώματος της κιθάρας, της ταστιέρας, των τόνων κ.α. Ακόμη, χρησιμοποιεί φυσικές και τεχνητές αρμονικές, vibrato και tremolo picking τα οποία συνδυάζει με ρυθμική και μελωδική προσέγγιση.  Άλλη μία τεχνική του, είναι αυτή της έντασης με την οποία κάνει hammer με το ένα χέρι στην ταστιέρα και με το άλλο ανεβοκατεβάζει το κουμπί της έντασης. Αν και είχε εφαρμοστεί από μουσικούς progressive συγκροτημάτων της δεκαετίας του ’70, εκείνοι την έκαναν με πετάλι και βραδύτερο ρυθμό. Ο Eddie, παρά το ότι συνέδεσε το όνομα του με τις κιθάρες Kramer σε όλη τη δεκαετία του '80, δημιούργησε μια δική του σειρά από το συγκεκριμένο μουσικό όργανο, χρησιμοποιώντας χορδές της Ernie Ball Company στις αρχές του ’90 για να μεταβεί στην εταιρεία Peavey, λίγο αργότερα. Η σειρά φέρει την υπογραφή του με το όνομα Wolfgang, από το όνομα του γιου του. Εκτός των Van Halen, έχει στο ενεργητικό εμφανίσεις σε ηχογραφήσεις άλλων καλλιτεχνών, οι πιο αξιοσημείωτες εκ των οποίων, είναι το σολάρισμα του στην τερατώδη επιτυχία “Beat it” του Michael Jackson αλλά και οι συνεργασίες του με τον Brian May των Queen το 1983 και τον Roger Waters για το κομμάτι "Lost Boys Calling" στο soundtrack “The Legend”. Οι συνθέσεις του επίσης εμφανίζονται στα soundtrack των ταινιών “The Wild Life” (1985) και “Twister” (1996). Η προσωπική ζωή του Eddie έχει απασχολήσει συχνά τα Μ.Μ.Ε., πρώτα με το γάμο του με την ηθοποιό Valerie Bertinelli, καθώς και με την εξάρτησή του από το αλκοόλ.

Comments