A STAR IS BORN
Τα 60 του χρόνια συμπληρώνει σήμερα ο βρετανός Graham Oliver, κιθαρίστας, περισσότερο γνωστός για την δεκαεπτάχρονη παραμονή του στους Saxon, στους οποίους ενσωματώθηκε το 1977. Το 1994 όμως, λίγο μετά την ηχογράφηση του “Dogs of war” απολύθηκε από το συγκρότημα αφού προσπάθησε κρυφά να πουλήσει ηχογραφήσεις από την εμφάνιση τους το 1980 στο Donington. Στη συνέχεια, ο Oliver αρχικά σχημάτισε ξανά, μαζί με δύο πρώην μέλη των Saxon, την παλιά του μπάντα, Son of a bitch, και κυκλοφόρησε μαζί τους ένα άλμπουμ. Αργότερα, η μπάντα μετά από διάφορες αποχωρήσεις, μετονομάστηκε σε Oliver/Dawson Saxon λόγω του ότι αυτός και ο Steve Dawson, πρώην μπασίστας των Saxon, ήταν οι δύο που απέμειναν τελικά. Οι δυο τους μάλιστα πρόκειται να κυκλοφορήσουν και βιβλίο με τίτλο “ 'Saxon Drugs and Rock and Roll - The Real Spinal Tap”. Ο κιθαρίστας, τέλος, έχει κυκλοφορήσει και μια σόλο δουλειά.
ALBUM ANNIVERSARY
Σαν σήμερα, στις 5 Ιουλίου του 1993, οι U2 κυκλοφορούν το “Zooropa”, το όγδοο άλμπουμ τους. Το συγκρότημα συνεχίζει και εδώ τους πειραματισμούς που ξεκίνησε δύο χρόνια νωρίτερα με το “ Achtung Baby” μόνο που αυτή τη φορά απομακρύνεται όσο ποτέ άλλοτε από τον ήχο που τους είχε αναδείξει. Δέκα κομμάτια υπό τους ήχους alternative rock, ηλεκτρονικής και industrial μουσικής συνθέτουν το παζλ του “Zooropa”, δίσκου τον οποίο χαρακτηρίζουν αρκετές αντιφάσεις. Από τη μια οι κριτικές από τον Τύπο έρχονται ιδιαίτερα θετικές, τα chart πολλών χωρών υποδέχονται τη δουλειά των Ιρλανδών στην πρώτη θέση τους και μάλιστα κερδίζουν και βραβείο Grammy το 1994 για το καλύτερο alternative άλμπουμ της χρονιάς. Από την άλλη, αυτή η αλλοτρίωση στον ήχο τους δημιουργεί συναισθήματα αμηχανίας σε πολλούς φαν τους ακόμα και σήμερα. Τα ίδια δε τα μέλη της μπάντας έχουν δηλώσει ότι έχουν ανάμεικτα συναισθήματα για το “Zooropa” και πως η συγκεκριμένη δουλειά αποτελεί πιο πολύ ένα διάλειμμα ή καλύτερα μια παρένθεση στην πορεία τους. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι είναι πολύ λίγες οι φορές που έχει συμπεριληφθεί κομμάτι του “Zooropa” στο setlist των μετέπειτα περιοδειών τους.
Πίσω στο 1986, όπου οι Quiet Riot κυκλοφορούν το “QRIII”, τίτλος μάλλον παραπλανητικός, αφού πρόκειται για το πέμπτο άλμπουμ τους και όχι για το τρίτο τους. Στο άλμπουμ αυτό, που είναι το πρώτο με τον μπασίστα Chick Wright επίσημα στη σύνθεση τους, το συγκρότημα ξεφεύγει από τον καθιερωμένο του ήχο, προσθέτοντας και δίνοντας έμφαση στη χρήση πλήκτρων και συνθεσάιζερ. Γενικά πειραματίζονται προσπαθώντας να πετύχουν έναν εμπορικότερο ήχο παραπλήσιο με το ρεύμα της εποχής. Παρά το γεγονός ότι για μια μερίδα του κόσμου θεωρεί ότι είναι μια καλή δουλειά, καλύτερη και από το “Condition critical”, υπάρχουν και αυτοί που διατείνονται πως από εδώ ξεκινάει μια σχετικά πτωτική πορεία για αυτούς στο μουσικό στερέωμα. Γεγονός πάντως είναι ότι από άποψη πωλήσεων το άλμπουμ κινήθηκε σε χαμηλά επίπεδα αλλά και στα chart δεν είχε καλύτερη τύχη.
Μεγαλύτερο δισκογραφικό γεγονός της ημέρας όμως, δεν μπορεί να είναι άλλο από την επέτειο 20 χρόνων ζωής του “Countdown to Extinction” , του πιο επιτυχημένου άλμπουμ στην ιστορία των Megadeth. Μερικούς μήνες πριν, τον Ιανουάριο του 1992, οι Megadeth μπαίνουν στο στούντιο με συμπαραγωγό τον Max Norman. Ο Norman που είχε μιξάρει το Rust in Peace, πιέζει το συγκρότημα να συνθέσει μικρότερα, απλούστερα και πιο φιλικά προς το ραδιόφωνο κομμάτια. Μετά από τέσσερις μήνες δουλειάς στο στούντιο το άλμπουμ είναι έτοιμο και σαν σήμερα κυκλοφορεί από την Capitol Records κάνοντας αμέσως επιτυχία. Όντως αυτό που διαπιστώνει κανείς ακούγοντας το “Countdown to Extinction” είναι πως ο ήχος των Megadeth έχει μαλακώσει, διατηρώντας σε αρκετά σημεία τα thrash χαρακτηριστικά του, η μουσική είναι απλή και μελωδική και εύκολη στο άκουσμα για το μέσο ακροατή. Οι Friedman και Menza ενσωματώνονται απόλυτα στη μπάντα αναλαμβάνοντας ενεργό ρόλο συνθετικά και στιχουργικά. Τα εξαιρετικά σόλο δε του πρώτου καθώς και η ικανότητα του δεύτερου στα τύμπανα σε συνδυασμό και με την περίεργη αλλά απόλυτα ταιριαστή φωνή του Mustaine, δίνουν στα κομμάτια ακόμα μεγαλύτερη ώθηση. Το πιο σημαντικό επίτευγμα της μπάντας όμως είναι πως παρά την στροφή της σε πιο mainstream μονοπάτια, δε χάνει την ταυτότητά της. Με το που κυκλοφόρησε το άλμπουμ μπήκε κατευθείαν στη 2η θέση στο Billboard Top 200 των album chart της Αμερικής και στην 5η θέση στη Βρετανία, προς απογοήτευση πάντως του ηγέτη τους που επιθυμούσε να κατακτήσει την πρωτιά μέσα από αυτή τη δουλειά. Το άλμπουμ έγινε δύο φορές πλατινένιο και έλαβε και υποψηφιότητα για βραβείο Grammy ένα χρόνο αργότερα.
Για το RockOverdose.gr : Χαρά Νέτη