1979 και στο στρατόπεδο των Black Sabbath υπάρχει κατήφεια, πολλές αναταραχές και απογοήτευση. Η δισκογραφική πιέζει, η ιδέες στερεύουν και ο Ozzy βουτηγμένος στις καταχρήσεις του, δεν είναι σε θέση να συνεισφέρει. «Κάναμε όλοι μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών, πολύ κοκαΐνη, πολύ απ’ όλα, και ο Ozzy γινόταν χάλια τότε. Έπρεπε να κάνουμε πρόβες και δεν κάναμε τίποτα. Είχε καταντήσει πολύ άσχημη η όλη κατάσταση», έχει πει ο Iommy, που πήρε την απόφαση τελικά να τον απολύσει. Την ίδια εποχή, ο Ronnie James Dio, αποτελεί παρελθόν απ’ τους Rainbow. Η Sharon Arden (αργότερα Sharon Osbourne), κόρη του μάνατζερ των Sabbath, Don Arden, είναι αυτή που προτείνει τον Dio ως αντικαταστάτη του Ozzy Osbourne. Τον Ιούνιο της ίδιας χρόνιας, ανακοινώνεται μετά από συζητήσεις, η ενσωμάτωση του τεράστιου τραγουδιστή στη σύνθεση της μπάντας και ξεκινούν οι διεργασίες για το επόμενο δισκογραφικό βήμα. Μερικούς μήνες μετά, τον Απρίλιο του 1980, οι Black Sabbath ξαναγεννιούνται μέσα από ένα ιστορικής σημασίας άλμπουμ, το Heaven and Hell! Η έλευση του Dio, φέρνει στην μπάντα αέρα ανανέωσης, τη βγάζει απ’ το δημιουργικό της αδιέξοδο κι ακόμα παραπάνω, της επιτρέπει ν’ ανακαλύψει νέους δημιουργικούς ορίζοντες.
Πάνω σε μια στιγμή που η ποιότητα της μουσικής τους είχε αρχίσει να φθίνει, ο Μεγάλος Κοντός, αναλαμβάνοντας τα συνθετικά καθήκοντα μαζί με τον Iommy, δίνει άλλη κατεύθυνση στον ήχο των Sabbath φέρνοντας στους κόλπους τους τη δική του αντίληψη όσον αφορά τη σύνθεση των κομματιών. «Όταν ήρθε ο Dio ήταν μια διαφορετική στάση, διαφορετική φωνή, διαφορετική μουσική προσέγγιση, απ’ τον προκάτοχό του. Ο Ronnie ήρθε και μας έδωσε μια άλλη οπτική γωνία σύνθεσης». Σίγουρα και οι ιδιαίτερες φωνητικές του δυνατότητες, επέτρεψαν στον Iommy, που εδώ κάνει μια απ’ τις κορυφαίες του προσπάθειες κιθαριστικά, να προσεγγίσει κι εκείνος διαφορετικά το όλο θέμα. Έτσι όταν μιλάμε για το “Heaven and hell”, μιλάμε απλά για μια αριστουργηματική δουλειά, που κουβαλάει μέσα της κλασσικά, χιλιοτραγουδισμένα και πολυαγαπημένα τραγούδια, πιο heavy και ατμοσφαιρικά από πριν, αρκετά απ’ αυτά βασισμένα σε ψηλότερες ταχύτητες σε σχέση με το παρελθόν, με φοβερά, εθιστικά riff και γενικότερα εκπληκτικές κιθάρες, τις οποίες ακολουθεί από κοντά το θεϊκό μπάσο του Geezer Buttler, ενώ τα τύμπανα Bill Ward είναι εξαιρετικά, δίνοντας τον όγκο που χρειάζεται στη μουσική. Οι ερμηνείες του σπουδαίου καλλιτέχνη, είναι ασύλληπτες, τρομερά παθιασμένες και ντύνουν τις συνθέσεις με το χρώμα και τη δύναμη τους.
Το συγκρότημα για πρώτη φορά συνεργάζεται με τον θρυλικό παραγωγό Martin Birch, που καταφέρνει να προσδώσει μεγάλη ευκρίνεια στον ήχο και όλα τα όργανα ακούγονται πεντακάθαρα. Ο Dio, αναλαμβάνει και τον στιχουργικό τομέα μια και ο Butler που είχε επωμιστεί το ρόλο αυτό, πηγαινοερχόταν εκείνη την εποχή για προσωπικούς του λόγους. Ο τραγουδιστής, συνεχίζοντας να εμπνέεται από φανταστικά θέμα, προσφέρει ενδιαφέροντες, σκοτεινούς και αινιγματικούς στίχους. Το “Heaven and Hell”, ένα απ’ τα αρτιότερα άλμπουμ στην ιστορία των Black Sabbath, με τον αναγεννημένο του ήχο και την καινούρια ενέργεια που κουβαλάει, έφτασε στην ένατη θέση των βρετανικών chart και την 28η της Αμερικής, όπου πούλησε ένα εκατομμύριο αντίτυπα.
Βγαλμένο από μια θάλασσα έμπνευσης, όχι απλά κατάφερε να αποτρέψει το ενδεχόμενο διάλυσης της ιστορικής βρετανικής μπάντας, αλλά της έδωσε το πλεονέκτημα να διατηρήσει τα κεκτημένα και τη θέση της ανάμεσα στα μεγαθήρια του heavy metal.