DAGOBA – “Black Nova”

Ημερομηνία δημοσίευσης: 14 Σεπτεμβρίου 2017

 

 

Βρίσκομαι σε πολύ ευχάριστη θέση, καθώς για 3η φορά μέσα στα χρόνια που αρθρογραφώ από ΄δω κι από 'κει, έρχομαι αντιμέτωπος με δίσκο των πολυαγαπημένων μου Dagoba, αυτών των άξιων τέκνων από τη Μασσαλία της Γαλλίας που από την 1η μου συνάντηση μαζί τους με το καταπληκτικό εκείνο ''Release The Fury'' ΕΡ, με είχαν στείλει αδιάβαστο με την ατελείωτη ενέργεια τους και τον παντοδύναμο και σωστά μοντέρνο ήχο τους. Με την πρώτη ανάγνωση τότε μου θύμιζαν πολύ τους Fear Factory, ένα συγκρότημα το οποίο με έχει σημαδέψει διά παντός, και που άνοιξε νέους δρόμους στη μουσική γενικότερα με το παίξιμο του. Τα χρόνια πέρασαν, οι Dagoba από τότε βγάλανε απίστευτες δισκάρες, όπως και μία-δύο κυκλοφορίες οι οποίες δεν μου είπαν και πάρα πολλά, αλλά το σημείο μηδέν έρχεται την ημέρα που τους παρακολούθησα ζωντανά στην πατρίδα τους και συγκεκριμένα το Hellfest του 2009. Με πολύ μεγάλη χαρά και ανυπομονησία και με το φτυάρι έτοιμο σε περίπτωση που τα σκατώσουν, έμεινα άναυδος με την υπεράνω κριτικής εμφάνιση τους και ειδικότερα αυτή του ντράμερ-χταπόδι Franky Costanza, ενός από τους καλύτερους παίχτες που έχω ακούσει και δει στη ζωή μου από κοντά, αν λοιπόν ως τότε ήμουν οπαδός τους, από τη μέρα εκείνη και μετά έχω γίνει άκρως φανατικός και δε σηκώνω και πολλά όταν έρχεται η συζήτηση γύρω από το όνομα τους.

 

 

Με το νερό να έχει μπει στο αυλάκι πολλάκις από το 2001 και το προαναφερθέν ΕΡ, τα έφερε ο χρόνος έτσι που έχουμε μπροστά μας το 7ο άλμπουμ τους με τίτλο ''Black Nova'', και με το πανέμορφο εξώφυλλο του να έχει φιλοτεχνηθεί από Ελληνικό χέρι και συγκεκριμένα από τον Seth Siro Anton των Septicflesh, σίγουρα κερδίζει πολλές εντυπώσεις με τη δουλειά που έκανε (για άλλη μία -πολλοστή- φορά ως συνήθως). Ο δίσκος αρχικά έχει μία πολύ άνιση μάχη να κερδίσει, καθώς είναι ο 1ος της καριέρας τους δίχως το πολυβόλο Franky Costanza πίσω από τα τύμπανα. Δε σας κρύβω ότι ξενέρωσα τη ζωή μου όταν το έμαθα ότι δεν ήταν πλέον στο συγκρότημα, άλλο να σας το λέω τι παίχτης είναι, κι άλλο να το ακούτε από μόνοι σας (πόσο μάλλον να τον βλέπατε κιόλας να καταστρέφει τα πάντα μπροστά σας). Ήταν τέτοια η συνεισφορά του στον ήχο τους που φοβόμουν ότι η απουσία του περισσότερο θα βλάψει παρά θα ωφελήσει το συγκρότημα. Αρχικά λοιπόν να πω ότι ο αντικαταστάτης του, Nicolas Bastos είναι φοβερός και κάνει τέτοια δουλειά που η απουσία του προκατόχου του σχεδόν δεν φαίνεται καθόλου. Ο Bastos που συμμετάσχει και στους φοβερούς Deep In Hate (τσεκάρετε τους σε κάθε ευκαιρία για πιο κάφρικη απόδοση του) παίζει φοβερά θέματα και όποτε αφήνει χέρια και -ειδικά- πόδια ελεύθερα, κατεδαφίζει τα πάντα γύρω του και προσθέτει ένα μεγάλο χαρτί στο τελικό αποτέλεσμα του ''Black Nova'', από τη στιγμή που αποφεύγεται λοιπόν η όποια σύγκριση με τον Costanza, είμαστε σε καλό δρόμο.

 

 

Ο δίσκος παρότι έχει τα πολύ κλασσικά βασικά τους στοιχεία, που δεν είναι άλλα από την καθαρότατη παραγωγή (η οποία έγινε στα Eagle Black Studios, δηλαδή στο σπίτι του τραγουδιστή Shawter), τον γεμάτο ήχο σε κάθε του μορφή, τα πειθήνια και εκφραστικά φωνητικά του Shawter, ο οποίος έχει βελτιωθεί πάρα πολύ και στα πιο καθαρά και φυσικά τα γιγάντια ριφφ τους. Και τώρα που είπα ριφφ, έχουμε άλλη μία νέα βασική προσθήκη στο συγκρότημα, τον κιθαρίστα Jean-Lau Ducroiset, ο οποίος πήρε τη θέση του Z πέρυσι και κάνει καταπληκτική δουλειά (δεν τους θέλει πάντως με τίποτα να στεριώσει κιθαρίστας, 4η αλλαγή κιθαρίστα στην καριέρα τους). Με τα 2/4 του συγκροτήματος αλλαγμένα και με μοναδικό εναπομείναντα στο πλάι του Shawter τον μπασίστα Werther, το κουαρτέτο αποδεικνύεται εφτάψυχο και προσαρμόσιμο στις όποιες αλλαγές, χωρίς να χαθεί η ταυτότητα τους και ο χαρακτηριστικός ήχος, όπως και η έμπνευση φυσικά. Ο δίσκος έχει ένα βασικό συμπαγές ατού κι αυτό είναι η διάρκεια των κομματιών. Πλην του προτελευταίου σχεδόν επικού ''Phoenix & Corvus'' που είναι το μεγαλύτερο κομμάτι στα σχεδόν 7', υπάρχει συνοχή στά υπόλοιπα, με το μικρότερο (και φοβερό) ''Fire Dies'' να διαρκεί 4:24 και το αμέσως μεγαλύτερο να είναι το ''Vantablack'' στα 5:22 (κοινώς, τα 2 μεγαλύτερα κλείνουν το άλμπουμ).

 

 

Ο δίσκος επίσης έχει συνοχή ως προς την δομή του κάθε κομματιού, δεν προσπαθούν να πειραματιστούν ιδιαίτερα και μάλιστα ενδέχεται κάποιοι να θεωρήσουν ότι τα κομμάτια μοιάζουν πολύ σε φόρμουλα μεταξύ τους. Δε μπορώ να πω ότι έχουν απόλυτο άδικο, μια και τα κύρια συστατικά των κομματιών τους τα βρίσκουμε και εδώ, επιθετικά φωνητικά που θα αλλάξουν κάποια στιγμή σε καθαρά, ωραίες γέφυρες και ρεφρέν που γίνονται ακόμα πιο κολλητικά σε κάθε ακρόαση, ριφφ που άλλοτε παίζουν αδιάκοπες τριπλές και άλλοτε τονίζουν τον όγκο σε πιο αργές φόρμες και φυσικά τύμπανα που σπρώχνουν τις συνθέσεις στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο. Κάποια πολύ ωραία σολάκια κάνουν έξτρα δουλειά στο να ανασάνει λίγο ο δίσκος από την επανάληψη κάποιων σημείων, ενώ είναι εύστοχες και οι όποιες αλλαγές σε ρυθμούς και δε μοιάζουν σαν να πήραν μέρη άσχετα μεταξύ τους κι απλά να τα πέταξαν μέσα στα κομμάτια για να γεμίσουν το δίσκο. Με 48' διάρκεια, το ''Black Nova'' καταφέρνει να γίνει πιασάρικο με τις ακροάσεις, χωρίς σε καμία περίπτωση να είναι εμπορικό, ενώ και η μουσική τους γενικότερα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί εύκολη και εύπεπτη, όσο κι αν κάποια εντυπωσιακά σημεία και η αναμφισβήτητη κλάση του καθενός στο όργανο του είναι άμεσα αντιληπτές, ακόμα κι από κάποιον που θα τους ακούσει για 1η φορά.

 

 

Πιστεύω ότι αυτό ήταν πολύ κρίσιμο άλμπουμ για τους Dagoba, οι οποίοι μεταβαίνουν στη νέα τους εποχή και με τα νέα τους μέλη αλώβητοι από τα φύγε εσύ/έλα εσύ και βγάζουν έναν πολύ ώριμο δίσκο -ίσως τον ωριμότερο της καριέρας τους- ο οποίος δεν προσπαθεί να συναγωνιστεί το παρελθόν τους αλλά ξεκάθαρα κοιτάει προς το μέλλον. Κομματάρες υπάρχουν πολλές, άλλοι θα σταθούν στα ''Inner Sun'', ''Stone Ocean'' και ''The Grand Emptiness'' που είναι κάπως πιο πιασάρικα, εγώ θα σταθώ στα ''The Infinite Chase'' και ''Lost Gravity'', κυρίως διότι ενώ είναι από τα μεγάλα σε διάρκεια κομμάτια, ξεδιπλώνουν τον ήχο των Γάλλων σε όλο του το μεγαλείο και προσφέρουν χαρά σε όσους γουστάρουν να ακούν μουσική χωρίς ταμπέλες, ενώ ίσως ξεστραβώσουν και κάποιους που ακούνε τα ίδια και τα ίδια συνέχεια. Το συγκρότημα αυτό το οποίο εγώ προσωπικά (και ξέρω ότι είμαι ισχυρή μειοψηφία) θεωρώ ανώτερο ακόμα κι από τους Gojira, με δικαιώνει κάθε φορά που λέω ότι δε θα βγάλουν ποτέ κακό δίσκο. Δε φτάνουν βέβαια το επίπεδο των πρώτων τους δίσκων ή των ''Poseidon'' και ''Post Mortem Nihil Est'', ή και των 2 τελευταίων δίσκων των Gojira, αλλά είναι εκεί έξω για να τους ανακαλύψετε. Ειδικά το Ελληνικό κοινό που θα τους απολαύσει πλάι σε κοτζάμ Kreator και Decapitated είναι πολύ τυχερό, και όλοι όσοι ασχολείστε σοβαρά με το σπορ, ξέρετε ότι ο Mille δεν κάνει χάρες σε κανέναν και δεν παίρνει ποτέ στο πλάι του συγκρότημα που δε θεωρεί ότι αξίζει η μουσική του.


Βαθμολογία: 78/100

 

Για το Rock Overdose,

Δημήτρης Αλόρας

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Comments