DECAPITATED – “Cancer Culture”

Συντάκτης: Άγγελος Κατσούρας

 

Μια μεγάλη επιστροφή έχουμε να αντιμετωπίσουμε εδώ πέρα, καθώς μετά από πέντε χρόνια σιγής, οι Decapitated επιστρέφουν ανάμεσα μας, χωρίς αυτό να είναι δεδομένο μετά την κυκλοφορία του προηγούμενου άλμπουμ τους, “Anticult”. Όλοι πλέον γνωρίζετε τι συνέβη με την πολύκροτη κατηγορία τους ότι υπέπεσαν σε ομαδική απόπειρα βιασμού μιας κοπέλας groupie τους στο tour bus τους. Διότι τι πιο λογικό για ένα συγκρότημα που βρίσκεται στο απόγειο της δημοτικότητας τους από το να βιάσουν όλοι μαζί στην τουαλέτα ενός tour bus –όπως αφέθηκε να εννοηθεί- μια κοπέλα που ζήτησε η ίδια να την πάρουν μαζί τους και να ρισκάρουν μια ολόκληρη καριέρα για χάρη της (αυτό πια δεν ήταν τουαλέτα, λοφτ ήταν). Φυσικά όπως ήταν αναμενόμενο από ένα σημείο και μετά, η αλήθεια έλαμψε και το συγκρότημα –που ποτέ δεν αρνήθηκαν την πράξη κοινής συναίνεσης με την κοπέλα- αθωώθηκε, έχοντας ωστόσο πρότερα υποστεί ανεπανόρθωτη ηθική βλάβη και βλέποντας κόπους ζωής και καριέρας να πηγαίνουν με αυτόματο πιλότο προς την ολική καταστροφή. Τα χρόνια πέρασαν, τα μέλη μάζεψαν τα κομμάτια τους και με τη μισή μπάντα να έχει αλλάξει από την εποχή του “Anticult”, ο νέος δίσκος ονόματι Cancer Culture κυκλοφορεί και όπως ήταν πολύ αναμενόμενο, τους βρίσκει υπέρμετρα εκφραστικά θυμωμένους.

 

Το μπάσο εδώ έχει αναλάβει ξανά ο Pawel Pasek, ο οποίος ήταν στο συγκρότημα και το 2014 όταν βγήκε το “Blood Mantra”, ενώ η μεγάλη μεταγραφή έρχεται στα τύμπανα, όπου τη θέση του Mlody παίρνει το πολυβόλο James Stewart, ο οποίος μόλις είχε φύγει από τους Vader. To συγκεκριμένο νέο σκόρπισε μεγάλη χαρά στους φίλους των Decapitated (και λύπη αντίστοιχα σε αυτούς των Vader) και ο αγαπητός James δεν αργεί και πολύ να δείξει τις διαθέσεις του μαζί με το υπόλοιπο συγκρότημα από το μπάσιμο του ομότιτλου κομματιού, το οποίο έρχεται μετά την μικρή εισαγωγή “From The Nothingness With Love”. Ακούγονται ασυγκράτητοι και πιο ακραίοι από ποτέ μετά την επιστροφή τους το 2011 με το “Carnival Is Forever”, θυμίζοντας σε πολλά το συγκρότημα που γνωρίσαμε όσο ζούσε ο Vitek, αδερφός του Vogg, που μας άφησε πολύ νωρίς το 2007, σε ηλικία μόλις 23 ετών. Τα riffs του Vogg γδέρνουν πατώματα, ενώ ο Stewart έχει δέσει ήδη τόσο πολύ με τη μπάντα, που φέρνει νέο αέρα στον ήχο τους. Ένας ήχος που τέμνει το “Anticult” με τα παλιά τους άλμπουμ και ιδιαίτερα την ατμόσφαιρα του “Nihility”, με τη μπάντα έτοιμη να κερδίσει άμεσα τον χαμένο χρόνο και να θέλει γλυκιά εκδίκηση.

 

Εκδίκηση που εκφράζεται και στιχουργικά με τον RafalRastaPiotrowski να είναι πιο πωρωτικός και άμεσος από ποτέ στις ερμηνείες του, νιώθεις την απειλή λες και θα βγει από το ηχείο και θα σου δαγκώσει το λαιμό σε κάθε δυνατή ευκαιρία. Τα επόμενα singles που κυκλοφόρησαν, έδειχναν που το πάει η μπάντα, έτσι πρώτα ακούσαμε το “Hello Death” με τη συμμετοχή της Tatiana Shmayluk των Jinjer, στη συνέχεια το “Just A Cigarette” και πρόσφατα το φοβερό και τρομερό “Iconoclast” με τη συμμετοχή του Robb Flynn των Machine Head, όπου ας μην ξεχνάμε ότι ο Vogg διατελεί επίσης μέλος τους (κι αδημονούμε και για το επερχόμενο άλμπουμ τους). To υλικό δεν περιορίζεται μόνο σε πολύ όμορφες και διάσημες συμμετοχές φυσικά, καθώς έχουν καταφέρει να πιάσουν το συναίσθημα θυμού, που τους συνόδευσε όλη αυτή την περίοδο μαζί με μια δεδομένα κορυφαία και τσιτωμένη απόδοση και να παντρέψουν αυτό το “Sepultura όπως θα έπρεπε να ακούγονται μετά την “Chaos A.D.” περίοδο” στυλ του “Anticult” με την πρότερη ωμότητα και έχοντας την μεγαλύτερη δυνατή διάθεση να ακουστούν ότι είναι έτοιμοι να καταστρέψουν τα πάντα εκεί έξω στο διάβα τους, μόνο και μόνο για να πάρουν πίσω τον χαμένο χρόνο, που τους πήγε βήματα πίσω.

 

Θεωρώ ότι οι τσίτες του δίσκου κορυφώνονται στο μόλις 77 δευτερολέπτων διάρκειας “Locked”, όπου οι Πολωνοί έχουν ενεργοποιήσει μια καίριας ζημιάς έξυπνη βόμβα, που μπορούν να εξαπολύσουν ανά πάσα στιγμή στο σετ τους και να κάνουν το κοινό να ξεφύγει. Κι αν μετά στο καπάκι έχουμε την πιο «ατμοσφαιρική» και low tempo στιγμή του δίσκου (ωδή στους Meshuggah) με το “Hours As Battlegrounds”, το τελείωμα με το “Last Supper” δείχνει ότι δεν υπάρχει καμία διάθεση συμβιβασμού και καμία ένδειξη προσαρμογής στην αλλαγή καταστάσεων των τελευταίων πέντε ετών. Οι Decapitated δηλώνουν με τον τρόπο τους ότι «επιστρέψαμε και θα κάνουμε ότι θέλουμε, όπως το θέλουμε κι όταν το θέλουμε» κι αυτή η περίσσεια πειθώ φέρνει τον ακροατή με το μέρος τους άμεσα και χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Εδώ να τονίσουμε ότι παρά τα όσα έγιναν, το συγκρότημα άμεσα είχε την στήριξη ακόμα και ατόμων που δεν ήταν ας πούμε και πολύ οπαδοί τους, έτσι είναι πολύ σημαντικό ότι με τοCancer Culture μπορούν να τους κερδίσουν κι εκτός κατηγοριών και φημών και ότι παρότι τα κίνητρα που οδήγησαν τη δημιουργία του δίσκου ήταν συγκεκριμένα, το αποτέλεσμα παραμένει άξιο και συνεπές με την πρότερη δισκογραφική τους κληρονομιά, ειδικά μετά από μεγάλο διάστημα αποχής.

 

Το Cancer Culture είναι απόλυτα ο δίσκος που θέτει το εκτροχιασμένο τρένο των Decapitated πίσω στις ράγες. Η μηχανή παρά τις ζημιές λειτουργεί ιδανικά στη νέα της αναβαθμισμένη μορφή, ο μηχανοδηγός Vogg βάζει πρόσω ολοταχώς και δεν υπάρχει περίπτωση το ταξίδι να μη φτάσει στον τελικό του προορισμό με ιλιγγιώδη ταχύτητα, όποιος κι αν είναι αυτός στο τέλος. Οι Decapitated πριν την διακοπή αυτή των πέντε ετών, ήταν μια από τις πλέον απαραίτητες μπάντες διότι η αδρεναλίνη τους ήταν κάτι το οποίο δε συναντούσαμε πολύ συχνά και ο τσαμπουκάς με τον οποίο έντυναν τη μουσική τους, ήταν κάτι που έλειπε συνολικά από το μεταλλικό ήχο. Σαν ακροατής νιώθω πολύ πιο ασφαλής με την παρουσία τους ξανά ανάμεσα μας, ενώ παρότι το Cancer Culture σε καμία περίπτωση δε μπορεί να λάβει τα σκήπτρα από το “Anticult” στη δεύτερη εποχή τους (αφήνουμε πάντα εκτός συναγωνισμού τα 4 πρώτα άλμπουμ μεταξύ 2000 – 2006), είναι για μένα προσωπικά πολύ καλύτερο των “Carnival Is Forever” και “Blood Mantra” και για να πω την αλήθεια, περίμενα η όλη κατάσταση να τους έχει κάνει μεγάλο κακό και να μη μπορούν να το μετουσιώσουν σε έμπνευση. Να που όμως διαψεύστηκα και δεν ξέρετε πόσο πολύ χαίρομαι γι’αυτό τελικά…

 

 

Βαθμολογία: 80/100

 

 

 

Για το Rock Overdose,

Άγγελος Κατσούρας



 

Comments