HEIDEVOLK – “Vuur Van Verzet”

Ημερομηνία δημοσίευσης: 5 Μαρτίου 2018

 

Ήμουν ακόμα φοιτητής στο δεύτερο έτος όταν ένα από τα βάλσαμα των εξεταστικών ήταν η ακρόαση και ο μετέπειτα σχολιασμός (με τη metal γαλαρία της παρέας) του “Vulgaris Magistralis” των Ολλανδών Heidevolk.  Ο στίχος μας προκαλούσε τρομερό γέλωτα αλλά μόνο αστείο δε μου φαινόταν το ότι άκουγα το τραγούδι μέχρι και στον ύπνο μου. Ξεψαχνίζοντας τους Heidevolk έπεσα πάνω σε τραγούδια επικολυρικής διάθεσης, πολεμοχαρούς έντασης και κυρίως αίσθηση μελωδικότητας και (συχνά) ατμόσφαιρας. Κάθε δίσκος τους βρίθει κλισέ(ων) και ιστορίες μυθολογικής τρέλας, ενώ οι παγανιστικές καταβολές δηλώνουν πάντα παρούσες σα να μην υπήρξε ποτέ χριστιανισμός.  2018, “Vuur Van Verzet και η δισκογραφική επάνοδος των φίλτατων Ολλανδών μπαίνει στην κούρσα της μεταλλικής χρονιάς με τεντωμένα τα γκάζια και το βλέμμα στο πάνθεον της κληρονομιάς των βαθύτατων ριζών.

 

 

Η μπάντα πατάει γερά  στα πόδια της και κάθε σύνθεση έχει σκοπό ύπαρξης και μέσω για να αναδείξει τις δυνατότητες μιας έφεσης στο καλουπωμένο songwriting. Διάχυτα στο δίσκο θα βρεις καθαρόαιμα folk περάσματα, κυρίως έγχορδα, που αν και πιστά στη μανιέρα δε φαφλατίζουν στιγμή. Η ατμόσφαιρα παραμένει διχασμένη ανάμεσα στα βασίλεια του σουρεάλ γραφικού και του στιβαρά ατμοσφαιρικού, αλλά προσωπικά αυτό ήθελα από ένα νέο Heidevolk δίσκο. Τα τραγούδια έχουν πολύπλευρα σχήματα, μέρη, γέφυρες και χορωδιακές πτυχές. Όμορφα πράγματα, το δίχως άλλο, αλλά η συνθετική αύρα δεν έχει βρει ακόμα την κατάλληλη φόρα για πραγματική απογείωση. Ο λόγος που το σχολιάζω είναι τα ξεκάθαρα δείγματα του ότι η μπάντα «το έχει», τουλάχιστον σε αυτό που κάνει.

 

 

Τα πειστήρια της παραπάνω κατάθεσης ξεκινούν από το hit του album, ονόματι  “A Wolf In My Heart”.  Γεμάτος ύμνος, πορωτικό vibe και αύρα παγωμένη σε ανεμοστρόβιλο πεσμένων φύλλων και συννεφοκαπνισμένων φεγγαριών. Μοντέρνοι καιροί, μοντέρνοι βερσέρκεροι, αλλά όταν το τραγούδι καταπίνει τον ακροατή η αξία δεν αλλοιώνεται από τις νέες εποχές. Folk παρεμβάσεις και παραμυθιακή χροιά να οδηγούν στο δωρικό ρεφρέν και στο χτύπημα των κονταριών στο έδαφος. Τα “Onverzetbaar” και “Tiwaz” παντρεύουν άριστα αυτά που απλά προσέγγισαν αλλά δεν κατέκτησαν άπειρες μπάντες μίμοι του χώρου, το “Yngwaz’ Zonen” θα μπορούσε να είναι soundtrack σε ταινία παπικού θρίλερ και κατάληψης της Ρώμης από τους Βησιγότθους, σε κάποια επικολυπητερή σκηνή και να πάρει και βραβείο (αν όχι Όσκαρ, υπάρχουν και χαμηλότερα αλλά εξίσου ουσιώδη στα διεθνή rankings). Ανατριχιαστική ψαλμωδία. Αν κάποτε αμφέβαλλα για το αν παίρνουν οι ίδιοι τους εαυτούς τους στα σοβαρά, τουλάχιστον μουσικά, έχω την απάντηση. Η ετυμηγορία μου κλείνει με το “The Alliance”. Τα πιο έξαλα φωνητικά στο δίσκο, ερμηνεία ψυχής, μαχητικής στόφας και γρέζι ποταμίσιου βίκινγκ που γυρίζει τον κόσμο και τα πεδία των μαχών. Δύναμη, όχι αστεία.

 

 

Από ‘κει και πέρα, πολλές καλές ιδέες σε μέτριες συνθέσεις. Ο δίσκος ακούγεται ευχάριστα παρά τα σκαμπανεβάσματα, ωστόσο μπορώ να μαντέψω με το κύρος του Κάλχα ότι πάνω από 4-5 στα 12 τραγούδια δε θα μπορέσουν να ξεπεράσουν το φράγμα του χρόνου. Μαχητικά ναι, δουλεμένα ναι, κακά σε καμία περίπτωση, απλώς μέτρια. Αυτό. Ας είχε άλλα 4 σαν το “The Alliance” να πήγαινε με τα μπούνια για τοπ της χρονιάς, αλλά τα 4 τραγούδια είναι πολύς δρόμος, κυρίες και κύριοι.  Ακούστε το δίσκο και δε θα χάσετε αν είστε φαν του είδους. Θα απολαύσετε μάλιστα μια χούφτα εκπλήξεις, αλλά ένα easy going καλό δισκάκι δεν μπορεί να ξεχωρίσει ουσιαστικά.

 

 

Το Vuur Van Verzet είναι ένα δουλεμένο album αλλά χτίστηκε και σμιλεύτηκε κυρίως  πάνω στον αυθορμητισμό, την υποκειμενική καλοπέραση και τις αναντικατάστατες φόρμες επιρροών και τρόπων έκφρασης. Πεπατημένη οδός, έξυπνη προσέγγιση, μελωδικότητα, ήχος, σκαμπανεβάσματα, μετριότητες και να που σίγουρα κάποια τραγούδια θα θέλεις να τα ακούς ξανά και ξανά, με το χρυσό μετάλλιο να πηγαίνει στο “A Wolf In My Heart”. Ο βαθμός πάντως, στην τελική ζυγαριά, ήταν αποτέλεσμα μιας σιωπηλής μειοψηφίας που εν τέλει έκανε τη διαφορά από τη σωρεία δίσκων του χώρου που δεν έχουν να πουν απολύτως τίποτα και ούτε πρόκειται ποτέ να περνούσαν τη βάση. Πόσο μάλλον να περάσουν το κατώφλι της αξιοπρεπούς καλής κυκλοφορίας.

 

Βαθμολογία: 65/100

 

Για το Rock Overdose,

Θοδωρής Καλουδιώτης

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Comments