YE BANISHED PRIVATEERS- “First Night Back in Port”

Ημερομηνία δημοσίευσης: 25 Ιουλίου 2017

 

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία τάση προσέγγισης ήχων με καταβολές από την Ιρλανδία, τη Σκωτία και γενικότερα το folk τόξο της περήφανα χαρούμενης «drinking» music, με πολυποίκιλη θεματολογία, είτε με Ευρωπαϊκή, είτε με Αμερικάνικη καταγωγή. Στην ατμόσφαιρα κόλλησε και το πειρατικό στοιχείο, η νομαδική θαλάσσια ταξιαρχία με σημαία το ρούμι (ποιο κρανίο λες τώρα!!!), το ταξίδι από άκρο σε άκρο και η απόλαυση της παράνομης ζωής με γαρνιτούρα το σαματά και την αλμύρα. Το λιμάνι της Tortuga, μπορεί στις μέρες του 21ου αιώνα να έχει γίνει ένα φρικαλέο τουριστικό θέρετρο, αλλά οι ψυχές της πραγματικής του κληρονομιάς κυκλοφορούν ελεύθερες. Απλώς πάτησα το play και τα είδα/άκουσα όλα.

 

 

Ο δίσκος των Ye Banished Privateers, «First Night Back at Port», είναι μια ωδή στην ανέμελη πειρατική πυξίδα. Η βία, η λεηλασία, οι φουρτούνες, το μπαρούτι και οι ανταρσίες δεν μας απασχολούν εδώ. Το λιμάνι, η αγκαλιά του κολπίσκου, το τέλος της διαδρομής, η επιστροφή στη βάση, οι ιστορίες, το ποτό και ο χορός, οριοθετούν το θέμα και ανοίγουν ένα ακόμη μπουκάλι αστείρευτων μουσικών απολαύσεων για τους φίλους του συγκεκριμένου ήχου. Τραγούδι με τραγούδι, χαμόγελο με χαμόγελο, hey ho με hey ho, μιλάμε για ψυχαγωγική ευδαιμονία, ικανή να σε κάνει να θες να μάθεις φλάουτο και να ξεπεράσεις το hangover της προηγούμενης νύχτας για χάρη της επόμενης περιπέτειας. Δελεαστικές μελωδίες, θρύλοι από τις επτά θάλασσες, folk ενορχήστρωση, μετρημένα και ταυτόχρονα παθιασμένα κρουστά, όλα ως ισάξια συστατικά του φίλτρου μιας καλοκαιρινής πεμπτουσίας μελωδιών(δεν άκουσα τίποτα να επαναλαμβάνεται).

 

 

Η δύναμη της μουσικής περνάει με τη μορφή ενέργειας στον ακροατή, ο οποίος σχηματίζει εικόνες και βυθίζεται σε μια αίσθηση χαρούμενης δύναμης. Ζει μέσα από τον ήχο, το στίχο και την άποψη με την οποία εκδηλώνονται αυτά τα δύο, ένα σωρό περιπέτειες. Κάθε τραγούδι, από το μουδιασμένο ενθουσιασμό της γνωριμίας με τον καπετάνιο ( «A declaration of Independence»), στην ένταξη σε ρυθμούς πληρώματος («All the way to Galway») μέχρι τον παροδικό έρωτα με την Annabel(«Annabel»), μετά από τεράστιες ποσότητες από το ρούμι του Cooper («Cooper’s Rum») είναι ένα κεφάτο ταξίδι στις ιστορίες των πειρατών. Tα διαβόλια της εξαντλητικής ζωής («Devil’s Bellows»), το εύθραυστο φεγγάρι-γητευτής της παλίρροιας («For a Fragile Moon») και οι καντάδες («I Dream of you»), όλα είναι εδώ, δοσμένα με τον καλύτερο τρόπο. Ίσως είναι μια ακόμα ψευδαίσθηση, αλλά με κάθε ακρόαση το «First Night back in Port» με κάνει να νιώθω ότι γράφτηκε αβίαστα. Κάθε μελωδία, ρέει στο ποτάμι της εναλλαγής οργάνων, φωνών, ρυθμών και διάθεσης, λες και γεννήθηκε αβίαστα από την προηγούμενη, ή λες και γράφτηκε παράλληλα με το στίχο τον οποίο αναδεικνύει!

 

 

Τα γέλια, τα σπασμένα ποτήρια, τα χτυπήματα στο τραπέζι, όλα είναι τοποθετημένα εκεί που πρέπει, δεν υπάρχει κάτι το οποίο να  μπορώ να εκλάβω ως κλισέ, διότι, σε ένα μεγάλο βαθμό, λειτουργούν ως σημεία αναφοράς της παραγωγής! Δένουν τόσο με της φωνητικές γραμμές, το groove κρουστό και τις πάσες φλάουτου και ακορντεόν, που οφείλω να υπογραμμίσω ότι κάθε ήχος στο δίσκο είναι κομμάτι της σύνθεσης! Οι ενορχηστρώσεις είναι στοχευμένες και δεν φλυαρούν, οι ερμηνείες είναι εναρμονισμένες στο concept, χωρίς να γίνονται γραφικές, οι συμμετέχοντες τραγουδιστές είναι αυθεντικοί και πειστικοί σε βαθμό οσκαρικής ηθοποιίας (η τραγουδίστρια του «Annabel» λαχανιάζει λες και ανεβοκατεβαίνει το κατάστρωμα και με πείθει για κάθε πιθαμή της ιστορίας της- αυτή η φωνάρα σημάδεψε ανεξίτηλα την ίδια την ταυτότητα του δίσκου)  και αν και σε σημεία έπιασα τον εαυτό μου να ζητά μια σκληρή κιθαριά για να περάσει η φάση σε ένα πιο Flogging Molly party, εν τέλει νομίζω ότι το άλμπουμ έπρεπε να μείνει σε συγκεκριμένο ύφος και αισθητική. Ακούγεται αυτούσιο σα soundtrack και ταυτόχρονα έχει τραγούδια για να σε συντροφεύουν μεμονωμένα, σα να μην υπήρξαν ποτέ μέλη του εν λόγω πληρώματος.

 

 

Οι Σουηδοί μπορούν να ακουστούν φρεσκότατοι σε μια ξαναμμένη pub στη Στοκχόλμη και σε ένα παραλιακό bar στην ακτή κάποιου ελληνικού νησιού. Είναι οι συνθέσεις και η δουλειά και όχι η πειρατική ανεμελιά, που κατάφερε να φέρει δίπλα-δίπλα τις folk αρμονίες, τις βραχνές ανδρικές και γυναικείες φωνές, τις ατμόσφαιρες στεριάς και θάλασσας, τη στοχευμένη ενορχήστρωση, τη στιχομυθία και την όρεξη για ρούμι. Είναι τα τραγούδια σαν τραγούδια, είναι η καλή μουσική ανεξαρτήτως της catchy ατμόσφαιρας. Είναι αχρείαστο να μιλάμε για πειρατές για να τους απολαύσουμε, αχρείαστο να πίνουμε ή να κραυγάζουμε γύρω από το τραπέζι. Γιατί, μιλάμε για καλά τραγούδια. Τώρα, βέβαια, ο συνδυασμός των τραγουδιών αυτών με μια υπάρχουσα ευθυμία και μια ενημερωμένη κάβα, που συγκεντρώθηκε για ένα καλοκαιρινό σουαρέ από εκλεκτούς αγαπημένους φίλους, μπορεί να στείλει το δίσκο στα ουράνια. Ναι, φίλες και φίλοι, η πραγματική Τορτούγκα δεν είναι τελικά απροσέγγιστη, όταν οι φίλτατοι Ye Banished Privateers στη σερβίρουν στο πιάτο. Μεράκι, όρεξη, ίσως και αλλοπαρμένη ψυχοσύνθεση, μα κυρίως ένας ρομαντισμός για ένα κόσμο, που έχοντας περάσει ανεπιστρεπτί στην ιστορία μαζί με το 18ο αιώνα, μπορεί να εξιδανικευτεί και να εμπνεύσει. Εσύ, φρόντισε για τον πάγο, βάλε λίγο φαντασία και ανέβασε το volume. Καλό καλοκαίρι!


Βαθμολογία: 85/100

 

Για το Rock Overdose,

Θοδωρής Καλουδιώτης

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Comments