GRAVE DIGGER – ‘’Healed by Metal’’

Ημερομηνία δημοσίευσης: 27 Δεκεμβρίου 2016

 

Τι και αν έχουμε μπει για τα καλά στον χειμώνα, η θεραπεία για όλα κατά τους Γερμανούς είναι μια… το Heavy Metal. Αυτός είναι και ο τίτλος της νέας τους δουλειάς που θα κυκλοφορήσει στα μέσα Ιανουαρίου του 2017.

 

Για πάνω από 3 δεκαετίες στα μεταλλικά δρώμενα, δε νομίζω να μην υπάρχει κάποιος που να μη τους έχει έστω ακουστά ή να μην έχει κλείσει ο λαιμός του τραγουδώντας σε κάποιο μαγαζί τη μεγάλη επιτυχία τους ‘’Rebellion’’. Σταθερή αξία, τίμιοι και εργατικοί και αν κα ποτέ δεν ‘’έπαιξαν’’ στην Α’ κατηγορία, έχουν δημιουργήσει ένα σεβαστό όνομα. Πάντα ξέραμε τι να περιμένουμε και τι είχαμε να ακούσουμε από τους ‘’Νεκροθάφτες’’: απλό Heavy Metal, πολεμικές-επικές ιστορίες, ωδές στην πολυαγαπημένη μας μουσική.

 

Η νέα τους δουλειά λοιπόν περιλαμβάνει 10 νέα τραγούδια που με το ζόρι αγγίζουν τα 35’! Αυτό σώζεται κάπως αφού σε κάποιες εκδόσεις θα υπάρχουν και 2 bonus tracks. Όσο αφορά τη μουσική τώρα που αυτό είναι που μας ενδιαφέρει, θα έλεγα ότι φαίνεται να στέρεψαν κάπως από ιδέες και ακολουθούν τον σίγουρο δρόμο, θυμίζοντας πάρα πολύ Accept, Judas Priest,Blind Guardian, Rage, Primal Fear, Saxon, Gamma Ray κ.α. Μάλιστα υπάρχει και ένα κομμάτι με το όνομα ‘’Free Forever’’ που κατά 70% είναι σα να ακούς το ‘’Solid Ball of Rock’’ των Saxon! Αυτό δε σημαίνει ότι είναι κακός δίσκος, δεν είναι όμως και κάτι το ιδιαίτερο που θα έπαιρνε τον τίτλο ‘’classic’’. Σε πολλές στιγμές, αν και παρόλη τη μικρή διάρκεια, καταντάει κουραστικό και μονότονο, σα να κάνουν αγγαρεία! Δε μπορώ βέβαια να γνωρίζω αν ‘’χρώσταγαν’’ κάποιον δίσκο στην εταιρία τους και έπρεπε να βγεί τώρα…

 

Περνάει η ώρα ευχάριστα, κλασσικό παραδοσιακό Metal, τίποτα όμως παραπάνω. Όλα τα κομμάτια στο ίδιο μήκος κύματος χωρίς να ξεχωρίζει κάποιο ιδιαίτερα, με τον ακροατή διαρκώς να σκέφτεται ερωτήσεις τύπου: ‘’που το έχω ακούσει ξανά αυτό’’, ‘’τι μου θυμίζει αυτό’’ κ.τ.λ. Δε νομίζω ότι θα μου έλειπε ιδιαίτερα από τη δισκοθήκη μου, αφού έχουν βγάλει πολύ ανώτερους και πιο αυθεντικούς δίσκους. Καταφέρνουν όμως να βρίσκονται σε επίπεδο αρκετά πάνω του μετρίου και τους δίνουμε ένα ελαφρυντικό, τουλάχιστο μέχρι να ακούσουμε τι έχουν να μας δείξουν στη συνέχεια. Θα έλεγα ότι μας είχαν καλομάθει τα τελευταία χρόνια και ίσως θέλουμε μεγαλύτερες δόσεις Metal να θεραπευτούμε, αν και κουτσά-στραβά ως ένα σημείο καταφέρνουν να συνεχίζουν να μας κρατάνε το ενδιαφέρον και είμαι σίγουρος ότι θα το κάνουν για αρκετά χρόνια ακόμα…


Βαθμολογία: 70/100

 

Για το Rock Overdose,

Γιάννης ‘’ΘΩΡ’’ Φαλάγγης

 

 

 


 

17ο άλμπουμ για τους Γερμανούς Grave Digger και πραγματικά είναι κάτι στο οποίο αξίζει να σταθούμε στην αρχή αυτής της δισκοκριτικής. Πολύ λίγα συγκροτήματα εκεί έξω έχουν αυτή την δισκογραφική συνέπεια όπως οι Τυμβώρυχοι από την Βεστφαλία, δείγμα του πόσο πολύ δουλεύουν όσο κι αν περνάνε τα χρόνια. Και δεν είναι μόνο η δουλειά που κάνουν σε βάθος χρόνου αλλά και η ποιότητα αυτής, καθώς άλλες φορές περισσότερο κι άλλες λιγότερο, έχουν καταφέρει να ακούγονται σταθεροί σε έμπνευση και να βγαίνει ένα άλφα επίπεδο από τα άλμπουμ τους. Θεωρώ ότι αν δεν ήταν τα φωνητικά του συμπαθέστατου και άκρως φιλέλληνα Chris Boltendahl, θα είχαν ακόμα μεγαλύτερη αποδοχή, αλλά μιλάμε για μία καθαρή love/hate κατάσταση, η οποία δεν έχει αλλάξει τα τελευταία αρκετά χρόνια.

 

2μιση χρονάκια μετά το φοβερό ''Return Of The Reaper'', κυκλοφορούν στις αρχές του 2017 το ''Healed By Metal'' και τη φορά αυτή ίσως περισσότερο από ποτέ στις πρόσφατες δουλειές τους, έχουμε αρκετές αναφορές και θύμησες από μεγάλα γκρούπ του παρελθόντος, με κυριότερες τις δύο βασικές τους επιρροές, τους Judas Priest και τους Accept. Φυσικά, ο τρόπος με τον οποίο το κάνουν είναι τίμιος και καθαρά σαν υπόβαθρο στις δικές τους συνθέσεις, δεν είναι τόσο προφανείς ή αντιγράφουν όπως κάνουν οι Primal Fear ας πούμε.

 

Είναι τελικά ο νέος δίσκος ένα δημιούργημα που θα μας κάνει να γιατρευτούμε λόγω του metal χαρακτήρα του; Η απάντηση βρίσκεται κάπου ενδιάμεσα από ένα σίγουρο ναι ή ένα ηχηρό όχι, καθώς αρχικά θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η δισκοκριτική γίνεται με βάση σύγκρισης καθαρά τη δική τους πορεία και το πλουσιότατο παρελθόν τους, δεν υπάρχουν ούτως ή άλλως και πολλές χαρακτηριστικές μπάντες σ' αυτό τον ήχο. Να ξεκαθαρίσω εδώ ότι πάντα τους προτιμούσα από τους Accept, αλλά από την άλλη, ειδικά οι 3 τελευταίες δουλειές των τελευταίων είναι απροσέγγιστες συνθετικά από την παρέα του Chris. Ο δίσκος ανοίγει με το εμβατηριακό ομότιτλο κομμάτι που σίγουρα θα γίνει συναυλιακό αγαπημένο, δε θέλει και πολύ μυαλό ή καλπάζουσα φαντασία επ' αυτού, μία ακρόαση θα σας πείσει, αν δεν έχετε ήδη δει το ευρηματικό βίντεο κλιπ που έχει γυριστεί για το κομμάτι. Παρότι έχει ένα αέρα κάπως ροκαμπίλικο για τα δεδομένα τους, δε χάνει σε βαρύτητα και κρατάει το χαρακτήρα του συγκροτήματος σταθερό στα αυτιά του ακροατή, ενώ δεν είναι απίθανο έστω και στα ''γεράματα'' τους να κερδίσουν και κάποιους νέους οπαδούς, δε θα μου προκαλούσε καμία έκπληξη. Σίγουρα πάντως έχουμε ένα πολύ δυναμικό ξεκίνημα που κρατάει το ενδιαφέρον.

 

Η παραγωγή είναι πραγματικά κρύσταλλο, όχι όμως τόσο καλογυαλισμένη που να τους κάνει να ακούγονται μοντέρνοι, αλλά προσεγμένη σε τέτοιο βαθμό που να ακούγονται όσο παραδοσιακοί πρέπει για να μην ξενίσουν τους εναπομείναντες παλιότερους οπαδούς. Από το εναρκτήριο μέχρι και το προτελευταίο κομμάτι ''Ηallelujah'' (ένα από τα πολύ καλά του δίσκου), έχουν καταφέρει μία απίστευτη συνοχή, καθώς είναι όλα τους πολύ κοντά σε διάρκεια, συγκεκριμένα οι χρόνοι κυμαίνονται μεταξύ 3:05 (τα ''Lawbreaker'' και ''The Hangman's Eye'') και 3:54 (το ''When The Night Falls'', ίσως το καλύτερο κομμάτι σ' αυτό το δίσκο με την φανερότατη Priest αύρα του και τα πυρακτωμένα ριφφς του που θα κάνουν το κεφάλι σας να κουνηθεί πάνω-κάτω σε πολύ γρήγορους ρυθμούς). Η συνεισφορά του κιθαρίστα Axel ''Ironfinger'' Ritt έχει ήδη αρχίσει να φαίνεται από την έλευση του στο συγκρότημα το 2010 στο ''The Clans Will Rise Again'', κι εδώ στο 4ο άλμπουμ του με το συγκρότημα ακούγεται πιό σίγουρος και προσαρμοσμένος στις ανάγκες τους από ποτέ (να μην ξεχνάμε ότι είχε δύσκολο έργο αντικαθιστώντας τον φοβερό Manni Schimdt, πρώην Rage). Ριφφάρει και σολάρει όπως ακριβώς πρέπει, χωρίς να το παρακάνει και να ποζεριάζει όπως αρκετοί κιθαρίστες, ειδικά στα σόλο έχει κάνει αξιοθαύμαστη δουλειά, έχοντας πετύχει ένα πολύ γλυκό ήχο.

 

Οι άλλες δύο παλιές καραβάνες του γκρουπ από την άλλη γνωρίζουν τα βασικά καλύτερα και αθόρυβα σε στιγμές ή εκκωφαντικά σε κάποιες άλλες, προσθέτουν την απαραίτητη εμπειρία για να βγει το τελικό αποτέλεσμα αυθεντικό και να μην παρεκκλίνει από τις βασικές αρχές. Ο Stefan Arnold κοπανάει τα τύμπανα με άνεση και μεράκι, αλλού προσθέτοντας όγκο και σε άλλα σημεία αφήνοντας τα πόδια του ελεύθερα να γεμίσουν ποιοτική δίκαση τα κομμάτια, ενώ ο άλλος βετεράνος Jens Becker (αδυναμία από τις Running Wild εποχές) ακούγεται με το μπάσο του όσο κι όπου πρέπει χωρίς να μπουκώνει τον ήχο, πλάκα πλάκα του χρόνου κλείνει κι αυτός 20 χρόνια στο συγκρότημα από το ''Knights Of The Cross'' (πως πέρασε έτσι ο καιρός). Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι όποιος ακούσει το δίσκο δε θα σταθεί σε χαρακτηριστικά κομμάτια του ύφους τους όπως τα προαναφερθέντα συν τα ''Free Forever'', ''Ten Commandments Of Metal'' και ''Kill Ritual'', από την άλλη αυτό που με χάλασε ήταν το τελευταίο κομμάτι (και μεγαλύτερο σε διάρκαια με 5:15) ''Laughing With The Dead'' που ακούγεται τελείως άκυρο, αφελές και σχεδόν χαβαλετζίδικο, χαλάει όλη την ατμόσφαιρα που σου έχει προσφέρει ο δίσκος μέχρι εκείνη τη στιγμή και σίγουρα μπορούσε (κι έπρεπε) να λείπει.

 

Εν ολίγοις ο δίσκος είναι πραγματικά πολύ καλός, αρκετά μικρός για τα δικά τους δεδομένα (κοντά στα 36' διάρκεια, χωρίς να υπολογίσετε τα επιπλέον ''Kingdom Of The Night'' και ''Bucket List'' που θα υπάρχουν στην περιορισμένη έκδοση, πολλές φορές τα bonus tracks τους είναι καλύτερα από κάποια των δίσκων), κρατάει το ενδιαφέρον του ακροατή και προσφέρει και κάποιες νέες πινελιές κιθαριστικά για να μην υπάρχει βαρεμάρα. Από την άλλη και για όσους το αγνοούν, οι Grave Digger έχουν κυκλοφορήσει ανυπέρβλητα άλμπουμ κατά το παρελθόν, τόσο τα 2 πρώτα ''Heavy Metal Breakdown'' (1984) και ''Witch Hunter'' (1985), όσο και τα μετέπειτα στην αρχή της επανασύνδεσης τους, ''Τhe Reaper'' (1993), ''Heart Of Darkness'' (1995, το καλύτερο όλων) και ''Tunes Of War'' (1996, ο δίσκος με τον οποίο τους μάθατε οι περισσότεροι), ενώ και τα ''Excalibur'' (1999) και ''Rheingold'' (2003) αποτελούν προσωπικά κολλήματα. Λίγο δύσκολο λοιπόν για τους φίλους μας να ξεπεράσουν τέτοια δημιουργήματα, ενώ από τα συνολικά 17 άλμπουμ μαζί με το συγκεκριμένο, υπάρχουν τουλάχιστον 10 τα οποία δεν φτάνει με τίποτα. Αν τους ακολουθείτε πιστά, σίγουρα θα ικανοποιηθείτε, ούτως ή άλλως αν όχι τώρα, στο επόμενο ή στο μεθεπόμενο θα πετάξουν πάλι δισκάρα, είναι κάτι σαν παράδοση. Το ''Ηealed By Metal'' δεν είναι η δισκάρα του 2017, αλλά ένα πολύ καλό άλμπουμ που ξέρω από τώρα ότι δε θα βρίσκεται στη λίστα μου με τα καλύτερα της χρονιάς, αλλά θα ακούσω αρκετές φορές ξανά μέσα στα επόμενα χρόνια.


Βαθμολογία: 75/100

 

Για το Rock Overdose,

Δημήτρης Αλόρας

 

 

 

 

 

 

 


Comments