50 ετών γίνεται σήμερα, ο Robb Flynn, τραγουδιστής και κιθαρίστας των Machine Head. Ο Flynn, που τα τελευταία χρόνια έχει δει το όνομα του να μεγαλώνει μαζί με τις τεράστιες διαστάσεις που τείνει να πάρει το όνομα της μπάντας του, μεγάλωσε στο Oakland της California από θετούς γονείς οι οποίοι λέγεται ότι τον υιοθέτησαν σε ηλικία πέντε ετών, σώζοντας τον από τους βιολογικούς γονείς του που τον κακοποιούσαν. Ο Lawrence Matthew Cardine, όπως είναι το αληθινό του όνομα, ήταν ένας αριστούχος μαθητής, μέχρι την εφηβεία του όταν και ανακάλυψε τη μπύρα, τη metal και το χόρτο. Στην ίδια ηλικία, ξεκίνησε να παρακολουθεί μαθήματα κλασσικής κιθάρας στο σχολείο, συνηθίζοντας να παίζει κομμάτια των Black Sabbath.Όταν έμαθε να παίζει καλύτερα, άρχισε να παίζει υλικό από πιο κλασσικά ονόματα του χώρου, όπως ο Ritchie Blackmore και ο Randy Rhoads που αποτελούν τεράστιες επιρροές του. Παρά τις προσπάθειες των γονιών του να τον κρατήσουν στο σωστό δρόμο, εκείνος ακολουθούσε τις παρέες του στα μπαράκια της Bay Area όπου παρακολουθούσε εκστασιασμένος τις αγαπημένες του μπάντες, όπως Metallica, Exodus, Possessed και Death Angel ώσπου ένιωσε ότι βρήκε αυτό που του ταίριαζε να κάνει. Έπαιρνε την κιθάρα του και καθόταν μέχρι το πρωί προσπαθώντας να βγάλει τα riff που είχε ακούσει. Αποφοίτησε κακήν κακώς από το σχολείο, έχοντας ιδρύσει προς το τέλος της φοίτησής του, ένα συγκρότημα τουςForbidden Evil, που αργότερα μετονομάστηκαν σε Forbidden, κυκλοφορώντας τρία ντέμο. Έκαναν πρόβες στα γκαράζ των γονιών τους και έπαιζαν διασκευές των αγαπημένων τους συγκροτημάτων σε διάφορα πάρτι και κέντρα της τοπικής κοινότητας. Ο τρόπος ζωής όμως που είχε υιοθετήσει είχε φτάσει στο απροχώρητο αφού ο Flynn γυρνούσε μεθυσμένος, χτυπημένος λόγω των τσακωμών στους οποίους έμπλεκε και άφραγκος.
Οι γονείς του, χάνοντας την υπομονή τους, τον έδιωξαν από το σπίτι κάνοντας την κατάστασή του χειρότερη αφού πλέον είτε κοιμόταν στο πάτωμα ή στον καναπέ σε σπίτια φίλων είτε πήγαινε με γυναίκες για να έχει απλά κάπου να τη βγάλει το βράδυ. Δεν είχε χρήματα να φάει, να αγοράσει παπούτσια. Ψάχνοντας να βρει λύση, κατέβηκε στους δρόμους του Oakland, στα γκέτο της περιοχής και συνειδητοποίησε ότι οι μόνοι που έβγαζαν χρήματα ήταν αυτοί που πουλούσαν ναρκωτικά. Δεν το πολυσκέφτηκε. Το έκανε βγάζοντας καλά λεφτά. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, ήταν μέλος μιας τοπικής thrash metal μπάντας, των Vio-lence, στους οποίους έπαιζε και ο κιθαρίστας των Machine Head, Phil Demmel. Στα πέντε χρόνια ζωής τους, κυκλοφόρησαν δύο δίσκους, που όμως δεν πήγαν καλά εμπορικά. Περνώντας τις πιο τρελές μέρες τη ζωής του, όπως τις χαρακτηρίζει ο ίδιος, με πολύ πιόμα και τσακωμούς, έφτασε μια στιγμή που συνειδητοποίησε ότι δε γινόταν να συνεχίσει να βαδίζει στο δρόμο αυτό. Την ίδια εποχή η metal σκηνή εν μέρει καταρρέει, με την grunge να ανθίζει όλο και περισσότερο. Τότε, συγκεκριμένα το 1992, ο Flynn παρατάει τους Vio-lence και φτιάχνει τη δική του metal μπάντα, τους Machine Head, που όπως τονίζει ο ίδιος, δεν είναι ένα thrash metal συγκρότημα, έχουν απλά επιρροές από το συγκεκριμένο είδος.Ξεκινώντας να κάνουν εμφανίσεις σε μαγαζιά, αποκτούν μεγάλη φήμη σε σημείο που τους προσεγγίζει η Roadrunner και τελικά υπογράφουν συμβόλαιο. Το 1994 έρχεται το ντεμπούτο τους άλμπουμ και από κει και πέρα, ακολουθούν άλλα έξι που ειδικά από την κυκλοφορία του “Through the Ashes of Empires”, το 2003 και μετά εκτόξευσαν τη δημοτικότητα της μπάντας στα ύψη. Τρία χρόνια αργότερα, ο Robb Flynn κέρδισε το βραβείο Golden God από το Metal Hammer. Όσον αφορά την προσωπική του ζωή, είναι παντρεμένος από το 2000 και έχει δυο γιους, οκτώ και έξι ετών αντίστοιχα.