Σαν σήμερα 26 Ιουλίου… (Γεννιέται ένας χαρισματικός frontman!)

A STAR IS BORN

Γενέθλια σήμερα για μια θρυλική μορφή της ροκ, έναν από τους πιο διάσημους και αναγνωρίσιμους frontman που έχουν υπάρξει, τον Mick Jagger, που κλείνει τα 69 του χρόνια. Γεννημένος στο Dartford της Αγγλίας, γόνος μεσοαστικής οικογένειας, με πατέρα καθηγητή και μητέρα κομμώτρια και ενεργό μέλος του Συντηρητικού Κόμματος, ανατράφηκε με όνειρο των γονιών του να ακολουθήσει τη σταδιοδρομία του πατέρα του. Σύμφωνα με τα όσα έχει πει ο ίδιος όμως: «Ήμουν πάντα τραγουδιστής. Πάντα τραγουδούσα ως παιδί. Ήμουν στην εκκλησιαστική χορωδία και αγαπούσα να ακούω τραγουδιστές στο ραδιόφωνο ή να τους βλέπω στην τηλεόραση». Για τέσσερα χρόνια υπήρξαν συμμαθητές με τον Keith Richards, μέχρι που ο Jagger άλλαξε σχολείο. Τον Ιούλιο του 1960, ξαναβρέθηκαν τυχαία και συνέχισαν τη φιλία τους ανακαλύπτοντας την αγάπη τους για την blues. Τελειώνοντας το σχολείο μετακόμισε σε ένα διαμέρισμα με τον Richards έχοντας συγκάτοικό τους τον κιθαρίστα, Brian Jones.Ενώ οι Richards και Jones έκαναν σχέδια για τη δημιουργία μιας rhythm – blues μπάντας, ο Jagger γράφτηκε στο “London School of Economics” και ξεκίνησε σπουδές για να γίνει είτε δημοσιογράφος είτε πολιτικός. Η παρέα παρ όλα αυτά έπαιζε μαζί, αρχικά χωρίς χρήματα και χωρίς εξοπλισμό σε ένα τοπικό club, μέχρι που ο Andrew Loog Oldham, έγινε μάνατζερ τους. To 1962, έκαναν την πρώτη τους εμφάνιση στο Marquee Club, υπό την ονομασία “The Rollin' Stones”, όνομα που εμπνεύστηκαν από τραγούδι του Muddy Waters. Για να το κάνουν πιο επίσημο, το μετέτρεψαν λίγο αργότερα σε “The Rolling Stones”. Μέχρι το 1963, ο Jagger είχε παρατήσει τις σπουδές του για να αφοσιωθεί στη μουσική του καριέρα με την μπάντα, που πλέον είχε αρχίσει να γράφει δικά της κομμάτια. Η φήμη τους άρχισε να εξαπλώνεται μέσα από μια σειρά πετυχημένων single, με αποκορύφωμα το τραγούδι ορόσημο της μπάντας “ "(I Can't Get No) Satisfaction”. Μεγάλο ατού του ίδιου και του συγκροτήματος, έπαιξε η γεματική ενέργεια, χαρισματική σκηνική του παρουσία που σε συνδυασμό με την συνθετική ποιότητα των μελών τους, έκαναν τους Rolling Stones ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα στην ιστορία της ροκ. To 1967 όμως, η εικόνα τους επισκιάζεται όταν οι Jagger και Richards συλλαμβάνονται για κατοχή ναρκωτικών. Την ίδια περίοδο ξεκινούν εσωτερικές διαφωνίες για την κατεύθυνση που είχε πάρει το συγκρότημα. Λόγω οικονομικών εκκρεμοτήτων, μετακομίζουν το 1971 στη Γαλλία και αλλάζουν την εικόνα και το στυλ τους. Ο Jagger ντύνεται με glam rock ρούχα, φορώντας φανταχτερό μακιγιάζ επί σκηνής και παράλληλα τολμούν να περάσουν ανάλογες αλλαγές και στη δουλειά τους, κυκλοφορώντας το “Some Girls” σε punk και disco ήχους. Ευτυχώς όμως επιστρέφουν σύντομα στην επιτυχία και τις blues ρίζες τους. Παράλληλα με τους Rolling Stones, ο Mick Jagger, ξεκινάει τη σόλο καριέρα του. Ως το 1993, κυκλοφορεί τρία προσωπικά άλμπουμ και συνεργάζεται με ονόματα του χώρου. Στο υπόλοιπο της δεκαετίας του ’90 έρχονται δύο ακόμα δίσκοι με τους Rolling Stones, με την τελευταία δουλειά της μπάντας να τοποθετείται στο 2005. Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, ο τραγουδιστής είχε κάνει το τέταρτο προσωπικό του δισκογραφικό βήμα. Το Μάιο του 2011 ανακοίνωσε το σχηματισμό ενός supergroup, των  SuperHeavy, που συμπεριλαμβάνει Dave Stewart, Joss Stone, Damian Marley, και A.R. Rahman. Στα πενήντα χρόνια πορείας του, έχει ανακατευτεί και με την τηλεόραση έχοντας συμμετάσχει σε κάποιες ταινίες. Έχει επτά παιδιά από τέσσερεις διαφορετικές γυναίκες και ουκ ολίγες σύντομες ερωτικές σχέσεις με πληθος διασήμων γυναικών.

 

 

 

 

Τα 63 του χρόνια κλείνει ο Roger “Meddows” Taylor, Βρετανός μουσικός, τραγουδιστής και συνθέτης, γνωστότερος από την συμμετοχή του στους Queen, ως ντράμερ ενώ έκανε και περιστασιακά δεύτερη φωνή. Μεγάλωσε στο Truro της Νοτιοδυτικής Αγγλίας και σε ηλικία μόλις επτά ετών έκανε μαζί με κάποιους φίλους του την πρώτη του μπάντα, τους “The Bubblingover Boys” παίζοντας με μια μικρή κιθάρα (ukulele).  Γράφτηκε στο Καθολικό Σχολείο του Truro και στα 15 του έγινε μέλος της τύπου ροκ σχολικής μπάντας, των The Reaction,  Αποφοιτώντας από το σχολείο, πήγε στο Λονδίνο για να σπουδάσει οδοντιατρική στο “London Hospital Medical College”. Το 1968, ο Taylor συνάντησε τους Brian May και Tim Staffell όταν είδε σε πίνακα ανακοινώσεων την αγγελία μιας μπάντας, των Smile, που έψαχναν για ντράμερ. Ενσωματώθηκε στη σύνθεσή τους αλλά τελικά η διάρκεια ζωής τους ήταν μόνο δύο χρόνια, αφού ο Staffell αποχώρησε για να προσχωρήσει στους Humpy Bong. Ήδη από το 1969, ο μουσικός γνωριζόταν με τον Freddie Mercury, αφού και οι δύο  δούλευαν στο Kensington Market και μάλιστα περίπου την ίδια εποχή ζούσαν στο ίδιο διαμέρισμα. Ο Mercury ήταν θερμός φαν των Smile, οπότε μετά τη διάλυση τους, αποφάσισαν να συνεχίσουν μαζί και με τα υπόλοιπα μέλη των Queen και το 1973 κυκλοφόρησαν τον πρώτο τους δίσκο. Ο Taylor υπήρξε εξαιρετικός συνθέτης για το συγκρότημα και συνήθως πιστωνόταν τη σύνθεση ενός ή δύο κομματιών ανά άλμπουμ. Το 1981 κυκλοφόρησε τον πρώτο του σόλο δίσκο στον οποίο έπαιζε μόνος του όλα τα όργανα και έβγαλε και όλα τα φωνητικά. Τρία χρόνια μετά ήρθε το δεύτερο του άλμπουμ και το 1986 ξεκίνησε μια νέα μπάντα, τους The Cross, οι οποίοι ως το 1993 που διαλύθηκαν κυκλοφόρησαν τρία άλμπουμ. Με το τέταρτο προσωπικό δισκογραφικό του βήμα να έχει σημειωθεί, το 1998 ήρθε και το πέμπτο  το 2010. Ως ντράμερ, ο Taylor, είναι γνωστός για τον «μεγάλο» ιδιαίτερο ήχο του και συγκαταλέγεται στους ντράμερ που έχουν ασκήσει μεγάλες επιρροές στους ροκ ντράμερ των δεκαετιών των 70’s και των 80’s. Γνωρίζει να παίζει πολλά μουσικά όργανα εκτός από τύμπανα, όπως κιθάρα, μπάσο και πλήκτρα. Η προσωπική του ζωή υπήρξε ιδιαίτερα έντονη, έχοντας τέσσερα παιδιά από δύο σχέσεις του, εκ των οποίων ήταν παντρεμένος με τη μία. Αυτή τη στιγμή έχει ξαναπαντρευτεί με μια τρίτη γυναίκα μετά από 6 χρόνια σχέσης.

 

 

 

ALBUM ANNIVERSARY

 

 

 

Επτά χρόνια πέρασαν από τότε που οι Nevermore, κυκλοφόρησαν το έκτο άλμπουμ τους, ένα από τα καλύτερα που έχουν να επιδείξουν στην πορεία τους οι Αμερικάνοι. Το “This Godless endeavor”, είναι κάτι σαν άλμπουμ σύνοψη, περιέχοντας όλα εκείνα τα μοναδικά στοιχεία των προηγούμενων κυκλοφοριών τους που τους έφτασαν ως εδώ. Δεν απομακρύνονται από το καθιερωμένο στυλ τους, ούτε μουσικά ούτε στιχουργικά και παράγουν ένα μείγμα μελωδικής heavy μουσικής, με αρκετά progressive στοιχεία, εξαιρετικά υψηλού επιπέδου τεχνικότητας. Τα ταχύτατα, τεχνικά riff, τα ξέφρενα κιθαριστικά σολαρίσματα σε συνδυασμό με τα speedατα τύμπανα και το κοντραμπάσο να χτυπάει στο αυτί ανά δευτερόλεπτο, συνεπαίρνουν τον ακροατή. Το απίστευτο ταλέντο του Jeff Lommis με την προσθήκη του Steve Smyth, κάνει ακόμα πιο εντυπωσιακή τη δουλειά τους και επιτέλους υπάρχει ένα εξαιρετικό κιθαριστικό ζεύγος που η μπάντα πάντα ήλπιζε να έχει. . Τα φωνητικά του Warrel Dane είναι κρυστάλλινα γεμάτα συναισθηματισμό. Στο στιχουργικό κομμάτι, ο Jeff Loomis, έχει διευκρινίσει ότι είναι ένα θεματικό άλμπουμ τα τραγούδια του οποίου διαπραγματεύονται θέματα από την πραγματική ζωή και μπορούν με αλληγορικό τρόπο να αναφέρονται στην απώλεια ταυτότητας, το σύστημα που μας έχει παγιδεύσει, το νόημα της ζωής, τη θρησκεία και ό, τι γενικά μπορεί να αφορά τον άνθρωπο. Το υλικό του “This Godless endeavor”, είναι τόσο υψηλού επιπέδου και η επίτευξη του, πραγματικά απαιτεί μεγάλη επιδεξιότητα (τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά), δημιουργικό μυαλό, αποφασιστικότητα και συνέπεια, στοιχεία που αποδεικνύεται πως η μπάντα τα έχει. Το άλμπουμ βρέθηκε στη 2η θέση της λίστας με τις 20 καλύτερες κυκλοφορίες του 2005,  του περιοδικού Unrestrained!, ενώ το περιοδικό “Guitar World” το συμπεριέλαβε στη λίστα με τα 100 κορυφαία guitar albums όλων των εποχών. Οι Nevermore με τη συγκεκριμένη δουλειά που ικανοποιεί κάθε οπαδό τους, αποδεικνύουν ότι είναι μια ασταμάτητη δύναμη αφού έχουν χτίσει μια παράδοση ποιοτικών κυκλοφοριών ανά διετία.

 

 

 

Δεκαοχτώ χρόνια νωρίτερα κυκλοφορεί το “Inside out” των Fates Warning, έβδομο άλμπουμ της μπάντας. Έχοντας κατορθώσει να αυξήσουν σημαντικά τη φήμη τους και τη βάση των οπαδών τους με το αλησμόνητο “Parallels”, προσπαθούν βαδίζοντας στην ίδια κατεύθυνση να πετύχουν κάτι ανάλογο αλλά τελικά αυτό δε συμβαίνει. Το “Inside out” είναι μια καλογραμμένη δουλειά, όχι ό, τι πιο progressive έχει να επιδείξει η μπάντα. Φυσικά ακολουθείται η progressive γραμμή, συνώνυμη των Fates Warning αλλά μαζί εισάγονται και πιο mainstream στοιχεία. Όταν μάλιστα, ο Ray Adler ρωτήθηκε κάποτε, τι θυμάται από συγκεκριμένο άλμπουμ απάντησε ότι ήταν ένας grunge δίσκος και πως τα μέλη της μπάντα ήταν σε σύγχυση ως προς την διαδικασία σύνθεσης. Προφανώς δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι αμέσως μετά οι Frank Aresti και Joe DiBiase, επί χρόνια μέλη της σύνθεσης του συγκροτήματος, αποχώρησαν. Την ίδια σύγχυση προκάλεσε και στους οπαδούς τους η δουλειά αυτή των Αμερικανών αν και για πολλούς είχε ενδιαφέρον αυτή η ηχητική προσέγγιση. Τα κομμάτια είναι καλά δομημένα, γραμμένα και παιγμένα, κλείνοντας μεγάλες δόσεις μελωδίες μέσα τους. Υπάρχουν πιασάρικα ρεφρέν και καθαρά συναισθηματικά φωνητικά, με τον Adler να είναι σε άριστη φόρμα διατηρώντας το πνεύμα του “Parallels”.  Εν κατακλείδι, πρόκειται για άλμπουμ δύο όψεων. Υπάρχουν κάποιοι που το βρίσκουν εξαιρετικό και άλλοι, μάλλον περισσότεροι, που το αντιμετωπίζουν πιο δύσπιστα.

Για το RockOverdose.gr:   Χαρά Νέτη

 

Comments