Πίσω στο 1997, η είδηση της διάλυσης των Ved Buens Ende πέρασε και δεν ακούμπησε. Αντιμετωπίστηκε ως κάποιο obscure νορβηγικό black metal σχήμα που έληξε την πορεία του, όπως και δεκάδες άλλα. Είναι περίεργο πως ο χρόνος διαθέτει αυτή τη μαγική ιδιότητα να σε δικαιώνει ή να σε καταβαραθρώνει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι κύριοι Carl-Michael Eide, Yusaf Parvez και Hugh Mingay δικαιώθηκαν, μιας και 23 χρόνια μετά το τέλος της αρχικής τους πορείας η είδηση της επιστροφής τους εορτάστηκε παγκοσμίως από ένα κοινό που τότε δεν υπήρχε, ενώ ο ερχομός τους στην Αθήνα έφερε το Temple στα πρόθυρα του sold out και εν τέλει το Fuzz Live Music Club στην ιδιαίτερα ευχάριστη θέση να τους φιλοξενήσει.
Πριν περάσουμε στο κυρίως, δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να παραγνωριστεί η συνεισφορά των Insect Ark στην εν λόγω βραδιά. Το βασισμένο στο Brooklyn δίδυμο έστρεψε πολλά βλέμματα επάνω του με την κυκλοφορία του “Marrow Hymns” το 2018 και φέτος κυκλοφορεί το “The Vanishing”, αυτή τη φορά με τον Andy Patterson (πρώην SubRosa) να συνοδεύει στα τύμπανα, τη συνθέτρια και πολυοργανίστρια Dana Schechter.
Αν και εκ πρώτης όψης το black metal και ο heavy doom ήχος απέχουν κόσμους ολόκληρους, έχω την εντύπωση ότι οι διοργανωτές εντόπισαν την αφανή λεπτή γραμμή που ενώνει τα δύο σχήματα και τούτη εντοπίζεται καταρχήν στη σκοτεινή ατμόσφαιρα, αλλά και σε κάποιες κοινές επιρροές (prog rock & no wave).
Επάνω στη σκηνή, τον πρώτο ρόλο κρατούσε αναμενόμενα η Dana Schechter “χτίζοντας” τις συνθέσεις, είτε χρησιμοποιώντας τη lap steel κιθάρα της, πλημμυρίζοντας το χώρο με στοιχειωτικές μελωδίες, είτε το μπάσο, χοντραίνοντας εκθετικά το παιχνίδι της έντασης. Καθ'όλη τη διάρκεια της εμφάνισης τους, κατεργαζόταν τα δεκάδες πετάλια και εφέ που είχαν στηθεί μπροστά της, χρωματίζοντας την κάθε σύνθεση με διαφορετικό τόνο, επιλέγοντας από τη σκοτεινή ηχητική παλέτα τους. Θεωρώ πως με το τέλος της σαρανταπεντάλεπτης εμφάνισης τους, μας είχαν δώσει έναν εξαιρετικά καλό λόγο να ψάξουμε και να ακούσουμε το “The Vanishing”, τουλάχιστον όσους από εμάς αρεσκόμαστε σε drone/doom και post metal ακούσματα. Για τους υπόλοιπους, η δικαίωση δε θα αργούσε να έρθει.
Περίπου μισή ώρα αργότερα, αυτό που κάποτε φάνταζε απροσδόκητο, εκτυλισσόταν μπροστά στα μάτια μας. Czral, Skoll και Vicotnik για πρώτη φορά και οι τρεις μαζί σε αθηναική σκηνή. Οι πρώτες ακουστικές νότες του “Coiled In Wings” βρίσκουν το κοινό μάλλον σε αμηχανία, με τη σκέψη “τώρα το βλέπουμε όντως αυτό;” να περνά από το μυαλό πολλών. Ο ήχος παραμορφώνει και σύντομα η χαρακτηριστική φωνή του Carl-Michael μπαίνει στο κόλπο, με όλη τη θεατρική της δόξα. Η ψυχεδελική στριφνότητα του “I Sang For The Swans”, μας απορροφεί βαθύτερα μέσα στην απόκοσμη avant-garde διάσταση των Ved Buens Ende, με την ερμηνεία του Carl-Michael να αιχμαλωτίζει ψυχές.
Η ευκαιρία του Vicotnik να κλέψει λίγη από τη δόξα του Carl-Michael δεν αργεί, μιας και η πρώτη οπισθοχώρηση προς το “Those Who Caress The Pale” είναι προγραμματισμένη νωρίς στο set. Το “Mask In The Mirror” λοιπόν, ανάβει τα αίματα λίγο παραπάνω από άποψη ακρότητας, με τον Vicotnik να κραυγάζει τα σωθικά του μπροστά στο μικρόφωνο.
Εκεί κάπου πετάω τις ωτοασπίδες μου και κάνω μια πρόχειρη, αλλά συνειδητή ηχητική αποτίμηση: Ο ήχος είναι εξαιρετικά χαμηλά! Επιπρόσθετα, υπάρχει αρκετή δόση reverb, που αφενός λειτουργεί επικουρικά προς τα φωνητικά, αφετέρου όμως προσθέτει μια καθόλου ευπρόσδεκτη “θολούρα” στο τελικό αποτέλεσμα. Εκεί που εν τέλει κερδίζεται η παρτίδα είναι στο μιξάρισμα, όπου ο ηχολήπτης έχει επιτύχει ιδεατή ισορροπία στα όργανα. Η κιθάρα του Carl-Michael στην πρώτη γραμμή να πλέκει τα δυσαρμονικά της riff, μισό βήμα πίσω -ή και ένα μπροστά όταν χρειάζεται- εκείνη του Vicotnik να ενισχύει την παράνοια και με άπλετο χώρο στο μπάσο του Hugh Mingay, o οποίος “ζωντάνεψε” μπροστά μας κάποιες από τις ευφυέστερες μπασογραμμές που έχω ακούσει ποτέ. Απόδοση σεμιναριακών διαστάσεων, χωρίς υπερβολή. Όσο για τον Øyvind Myrvoll των Nidingr, ο οποίος έχει αναλάβει την ιδιαίτερα απαιτητική αποστολή να ενδυθεί τα υποδήματα του Carl-Michael στα τύμπανα, την έφερε εις πέρας υποδειγματικά, χειριζόμενος άνετα τόσο τις ταχύτητες, όσο και τα ασυνήθιστα μέτρα που μετέρχεται στο συγκρότημα, μη χάνοντας νότα.
Η συνέχεια από εκεί και πέρα δόθηκε -όπως αναμενόταν- με το υπόλοιπο “Written In Waters”, όπου highlight ενός set γεματό highlights στάθηκε το "Remembrance Of Things Past/To Swarm Deserted Away", με τα στοιχειωτικά αρπίσματα στο τέλος του και τους στεναγμούς του Carl-Michael να συγκλονίζουν για ακόμα μία φορά. Το κλείσιμο του κυρίως set ονειρικό, με το instrumental μεγαλείο του “Those Who Caress The Pale” να ξεδιπλώνεται μπροστά μας και να μας παρασέρνει στην εκστατική του παραζάλη.
Αν και προφανώς προγραμματισμένο, το encore ήρθε ως επιβεβαίωση της αποθέωσης που γνώρισε δικαιωματικά η νορβηγική τετράδα και το “Autumn Leaves” ως το απαραίτητο τελευταίο κομμάτι του avant-garde black metal παζλ του “Written In Waters”. Άμα τα είχες βάλει κάτω, το τελευταίο κομμάτι το μάντευες, καθ'ομολογίαν της μπάντας άλλωστε “δεν έχουμε άλλα κομμάτια”. “The Plunderer” λοιπόν, για λεηλασία σώματος και ψυχών και τελική κάθαρση μιας βραδιάς δίχως προηγούμενο. Ένα συγκρότημα που υπερέβαλε εαυτόν, νίκησε τα όποια προβλήματα στον ήχο και μας πρόσφερε απλόχερα συναίσθημα, παρά τον τεχνικό μανδύα που προτιμά να φέρει. Συναίσθημα πηγαία ακραίο, σκοτεινό, ψυχεδελικό κι απόκοσμο, όπως ακριβώς παραμένουν οι Ved Buens Ende ένα τέταρτο του αιώνα και βάλε αργότερα. Μετά το τέλος του live κάποιοι μιλούσαν για εκπλήρωση αποθημένου, άλλοι για παιδικό όνειρο που έγινε πραγματικότητα. Εγώ σας λέω κάντε υπομονή, τα καλύτερα έρχονται.
Setlist:
Coiled In Wings
I Sang For The Swans
A Mask In The Mirror
Carrier Of Wounds
You That May Wither
It's Magic
Remembrance Of Things PAst
Den Saakaldte
Those Who Caress The Pale
Encore:
Autumn Leaves
The Plunderer
Για το Rock Overdose,
Δημήτρης Σούρσος
Φωτογραφίες: Alekos Kat. (https://www.instagram.com/alexandros_kat/)