ALBUM ANNIVERSARY
Στις 24 Ιουλίου του 1990, έρχεται στο προσκήνιο ένα άλμπουμ ιστορικής σημασίας, δεδομένου του ότι κατάφερε να κάνει μια άγνωστη ως τότε μπάντα από το Texas, να τραβήξει πάνω της όλη την προσοχή της μεταλλικής κοινότητας. Ο λόγος πολύ απλά για το “Cowboys from Hell” και τους Pantera. Φτάνοντας στο πέμπτο άλμπουμ της καριέρας τους λοιπόν, οι Αμερικανοί αποφασίζουν να αλλάξουν μουσική πορεία, πετώντας από πάνω τους τη glam metal εικόνα των πρώτων τεσσάρων δίσκων τους και αλλάζοντας ταυτόχρονα και τη δική τους πορεία, βάζοντας πλώρη για την κορυφή. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, που για τους ίδιους πρώτα και κύριον, το “Cowboys from Hell” θεωρείται ντεμπούτο άλμπουμ τους. Η καινούρια συνταγή του συγκροτήματος, θέλει να αξιοποιούν τις thrash επιρροές τους, δημιουργώντας όμως κάτι αρκετά διαφορετικό από την παραδοσιακή thrash, όπως τη γνωρίζαμε από τα ονόματα του είδους, κάτι μοναδικό. Σε αυτή τη δημιουργική τους φάση λοιπόν, δίνεται μεγάλη έμφαση στις κιθάρες και ο Dimebag κάνει κορυφαία κιθαριστική δουλειά, παίζοντας μερικά επικά riff και απίστευτα σόλο. Το βροντερό μπάσο του Rex από δίπλα συνοδεύει ιδανικά την κιθάρα και ο Vinnie Paul ξεδιπλώνει όλη του την επιδεξιότητα αναπτύσσοντας τεράστιες ταχύτητες σε χέρια και πόδια, αποδεικνύοντας ότι είναι από τους καλύτερους ντράμερ όλων των εποχών. Επρόκειτο για μια δημιουργική επανάσταση, για έναν ήχο που μελλοντικά θα γινόταν γνωστός ως groove metal. Και ασφαλώς, η φωνή του Phil Anselmo που βρίσκεται στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, αξίζει ιδιαίτερης αναφοράς. Η χαρακτηριστική λεπτή τραχύτητα στη φωνή του, σε συνδυασμό με το οπερατικό στυλ ερμηνείας, εμπνευσμένο από το κίνημα της βρετανικής heavy metal της περασμένης δεκαετίας, τον κάνει να θυμίζει σε πολλούς κάτι από Halford. Είναι η ιδανική φωνή για να αποδώσει το επιθετικό στυλ των στίχων και της μουσικής. Τα κομμάτια είναι γεμάτα εναλλαγές στα riff, σε μέτριο τέμπο ως επί το πλείστον με ορισμένα από τη μία διαχρονικά κλασσικά όπως το ομώνυμο, το Cemetery Gates ή το Psycho Holiday και κάποια, λιγότερα, από την άλλη να υστερούν έναντι άλλων. Η παραγωγή του τέλος, επίσης εξαιρετική. Οι κριτικές που έλαβε το άλμπουμ ήταν πολύ καλές, η πορεία του στα chart εξίσου. Το Νοέμβριο του 2010 με αφορμή την επέτειο είκοσι χρόνων από την κυκλοφορία του, το “Cowboys from Hell” επανεκδόθηκε σε τρεις διαφορετικές εκδόσεις. Άλμπουμ σταθμός, για κάποιους το καλύτερο που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ οι Pantera, σίγουρα πάντως αυτό που άλλαξε την τύχη τους.
A STAR IS BORN
Τα 38 του χρόνια κλείνει σήμερα ο Νορβηγός Carl-Michael Eide, που είναι κυρίως γνωστός ως ντράμερ και τραγουδιστής διαφόρων black metal και avant-garde metal συγκροτημάτων. Από μικρός είχε τα ερεθίσματα να ασχοληθεί με τη μουσική, αφού ο πατέρας του είναι μουσικός και η μητέρα του πάντα ενδιαφερόταν πολύ έντονα για τη μουσική. Εκείνος γεννήθηκε νιώθοντας τη μουσική το φυσικό του περιβάλλον. Γνωρίζει να παίζει ντραμς, έχοντας έναν ασυνήθιστο τρόπο παιξίματος, έχει παίξει κιθάρα είτε ως συνθέτης, είτε ως μέλος κάποιας μπάντας όπως και μπάσο. Ξεκίνησε την καριέρα του το 1990 σχηματίζοντας με δύο συμμαθητές του, μια death metal μπάντα, ονόματι Eczema που αργότερα μετονόμασαν σε Satyricon. Έμεινε μόνο για το πρώτο ντέμο εκεί, αφού στη συνέχεια τον έδιωξαν, όπως έχει δηλώσει σε συνέντευξη του, και συνέχισε το 1992 με τον τραγουδιστή Krips Rygg, γνωστό ως Garm, ιδρύοντας τους Ulver. Όντας και οι δύο ιδιαίτερα ισχυρογνώμονες, αποφάσισαν να τερματίσουν τη συνεργασία τους ένα χρόνο αργότερα λόγω μουσικών διαφορών. Την εποχή εκείνη, γνωρίστηκε με τον κιθαρίστα Yusaf “Vicotnik” Parvez, αντάλλαξαν ιδέες και με την προσθήκη και του μπασίστα, Hugh Mingay, έφτιαξαν τους Ved Buens Ende και ηχογράφησαν ένα ντέμο με τίτλο “Those who caress the pale”. Για την εποχή του όμως, το κομμάτι ήταν μουσικά έξω από τα φυσιολογικά, αφού το έντονα progressive στυλ του δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό από τον underground κόσμο. Απογοητευμένοι άρχισαν να ψάχνονται προς άλλους ήχους. Έτσι ο Eide άρχισε να ηχογραφεί μερικά κομμάτια χρησιμοποιώντας το όνομα Aura Noir. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον μουσικό Apollyon (Ole Jørgen Moe) για τους Aura Noir και μαζί δημιούργησαν ένα mini άλμπουμ, το “Dreams like deserts”. Ταυτόχρονα, έπαιζε με κάποιους φίλους σε μια thrash μπάντα, τους Infernö με τους οποίους ηχογράφησαν το ντεμπούτο άλμπουμ της μπάντας, "Utter Hell". Το 1995, μπήκε στο στούντιο με τους Ved Buens Ende, για να ηχογραφήσουν το υλικό που είχαν ετοιμάσει για το πρώτο τους άλμπουμ, "Written In Waters". Αν και ο δίσκος εισέπραξε εγκωμιαστικές κριτικές, το ακροατήριο δεν είχε την ίδια θερμή ανταπόκριση. Οι συντελεστές του λοιπόν, αναγκάστηκαν να συνεχίσουν με τα δικά τους project. Στα τέλη του ’97, του ζητήθηκε από τους Dimmu Borgir να ενσωματωθεί στη μπάντα τους ως προσωρινός ντράμερ για την περιοδεία τους με τους Kreator και τους Krisiun. Μετά από έξι εβδομάδες συμμετοχής στην περιοδεία τους, του προτάθηκε να γίνει σταθερό μέλος της σύνθεσής τους. Αν και αρχικά δέχτηκε, μετά από λίγο συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν αυτό που ήθελε και παραιτήθηκε. Το χειμώνα του 1998, οι Dødheimsgard, η μπάντα του Vicotnik, χρειαζόταν ένα κιθαρίστα για το άλμπουμ "666 International", οπότε προστέθηκε στη σύνθεσή τους, ενώ παράλληλα ενσωματώθηκε και στο death metal συγκρότημα Cadaver. Το 2000 σχημάτισε τους Virus, που θεωρούνται μια συνέχεια των Ved Buens Ende, λόγω των παρόμοιων μουσικών στοιχείων και της avant gande φύσης τους, με ασυνήθιστους πειραματισμούς, αν και γενικά έχουν το δικό τους χαρακτηριστικό ήχο. Στις 26 Μαρτίου του 2005 ένα τραγικό περιστατικό ήρθε να σημαδέψει τον Eide, όταν έπεσε από τετραώροφο κτίριο. Δεν έχει γίνει ξεκάθαρο αν επρόκειτο για ατύχημα ή αν ο μουσικός απλά πήδηξε, μήνες όμως μετά την παραμονή του στο νοσοκομείο, έγινε ξεκάθαρο ότι δε θα μπορούσε να ξαναπαίξει ντραμς, αφού υπέστη πολύ σοβαρές ζημιές στα πόδια του. Είναι θαύμα που είναι ζωντανός. Συνεχίζει όμως την καριέρα του ως τραγουδιστής, κιθαρίστας και μπασίστας.
Για το RockOverdose.gr: Χαρά Νέτη