Με τον Ozzy Osbourne και την παρέα του να έχουν κάνει ένα δυνατό ξεκίνημα προς το τέλος του 1980, με το “Blizzard of Ozz”, για τη σόλο καριέρα του καλλιτέχνη, η μπάντα μπαίνει γρήγορα – γρήγορα στο στούντιο για το επόμενο άλμπουμ του, εφαρμόζοντας το ρητό κατά το οποίο «στη βράση κολλάει το σίδερο». Κάτω από μεγάλη πίεση ώστε ο δίσκος να είναι έτοιμος πριν την έναρξη της προγραμματισμένης μεγάλης περιοδείας του Ozzy, οι ηχογραφήσεις ολοκληρώνονται σε έξι εβδομάδες. Το Diary of a madman, ανεβαίνει στα ράφια των δισκοπωλείων 35 χρόνια πριν, αποσπώντας θετικότατες κριτικές, με κάποιους να μιλούν για ένα κορυφαίο άλμπουμ, ανώτερο του προκατόχου του και άλλους για ένα πολύ καλό μεν, κατώτερο του ντεμπούτου του δε, άλμπουμ. Αν και στα credits, οι Rudy Sarzo και Tommy Aldridge φέρονται ως οι συντελεστές στο μπάσο και ντραμς αντίστοιχα, οι Bob Daisley και Kerslake είναι αυτοί που στην πραγματικότητα έπαιξαν τα αντίστοιχα μέρη, με τον πρώτο μάλιστα να συμβάλει και συνθετικά τόσο μουσικά, όσο και στιχουργικά. Το “Diary of a madman”, παρασύρει πρώτα απ όλα με την παράξενη, απόκοσμη και σκοτεινή του ατμόσφαιρα, η οποία εντείνεται από την προσθήκη πλήκτρων. Εν συνεχεία, εντυπωσιάζει με την κινητήρια δύναμη του, που ακούει στο όνομα Randy Rhoads. Ο τεράστιος αυτός κιθαρίστας, για τον οποίο έμελλε να είναι η τελευταία του δουλειά, αφού έφυγε πρόωρα ένα χρόνο μετά, έχει κάνει εντυπωσιακά άλματα στο συνθετικό κομμάτι. Ο τρόπος παιξίματος του είναι για σεμινάριο και ο ίδιος βάζει τη σφραγίδα του σε κάθε κομμάτι κάνοντας ακόμα και τα πιο αδύναμα να ξεχωρίζουν για τα εκπληκτικά, τεχνικά του σόλο. Από άποψη συνθέσεων, ο δίσκος ξεκινάει ιδανικά με τα “Over the mountain” και “Flying High Again”, συνεχίζει αρκετά ικανοποιητικά και κλείνει ειδυλλιακά με τον υπέρτατο ομώνυμο ύμνο. Και μόνο για κομμάτια σαν τα προαναφερθέντα, δε μπορούμε παρά να μιλήσουμε για ένα κλασσικό άλμπουμ του Ozzy. Ο ίδιος ο τραγουδιστής, έχει βελτιώσει ελαφρώς τη φωνητική του απόδοση και γενικά τον βοηθά το ότι τα κομμάτια είναι προσαρμοσμένα στις δυνατότητες του. Μια εμφανής διαφορά του συγκεκριμένου δίσκου σε σχέση με τον προηγούμενο, είναι η καλή του παραγωγή, σαφώς καθαρότερη αυτή τη φορά. Όσο για το δίλλημα” Blizzard of Ozz” ή “Diary of a madman”, σίγουρα πρόκειται για δύο πραγματικά καλές δουλειές. Κατά τα άλλα, γούστα είναι αυτά…