ALBUM ANNIVERSARY
Το ξεκίνημα του 1986, βρίσκει τους τιτάνες της heavy metal Iron Maiden, να βρίσκονται στο αποκορύφωμα της καριέρας τους, στην κορυφή της metal σκηνής και από εκεί απλά να απολαμβάνουν την πρωτιά τους. Έχει προηγηθεί μια επική περιοδεία, το “World Slavery Tour”, που έχει σαρώσει τα πάντα στο πέρασμα της και κατά την οποία τα μέλη της μπάντας εκτός από την αποθέωση, έχουν γνωρίσει και την εξόντωση. Ο Dickinson μάλιστα, είχε φτάσει στα όρια του και αναρωτιόταν για το αν θα έπρεπε να εγκαταλείψει τη μουσική, κυρίως για το καλό της ψυχικής του υγείας. Μετά από ένα αναγκαίο διάλειμμα, έρχεται η επιστροφή στο στούντιο για τη δημιουργία ενός ακόμα τεράστιου όπως αποδείχθηκε δίσκου, του Somewhere in Time. Περί επαναπαύσεως λόγος ουδείς, αφού οι λέξεις επιτυχία και ποιότητα συμβαδίζουν σταθερά μαζί τους. Αυτή τη φορά, οι Βρετανοί αποφασίζουν να εξερευνήσουν νέα μουσικά εδάφη και να αλλάξουν μουσικό προσανατολισμό. Χρησιμοποιούν τα πιο εξελιγμένα στούντιο της εποχής προσπαθώντας να αγγίξουν την τελειότητα στον ήχο τους. Βασική διαφορά σε σχέση με πριν είναι η χρήση συνθεσάιζερ μπάσου και κιθάρας με τα οποία γεμίζουν περισσότερο τον ήχο τους. Σύμφωνα με τον Harris, πρόκειται για ό,τι πιο σύνθετο και περίπλοκο είχε κάνει ποτέ το συγκρότημα ως τότε. Βασικό θέμα του δίσκου, είναι η έννοια του χώρου και πρωτίστως αυτή του χρόνου, κάτι που φαίνεται και στους στίχους αλλά και στο χαρακτηριστικό εξώφυλλο με τον άκρως φουτουριστικό Eddie. Στη σύνθεση των κομματιών ο Dickinson αυτή τη φορά δε συμμετείχε, κάτι που έχει χαρακτηρίσει ως συνειδητή αντίδραση αφού αφενός είχε άλλο όραμα για τη μπάντα, θεωρώντας πως έπρεπε να δημιουργήσουν κάτι ανάλογο του Physical Graffiti ή του Led Zeppelin IV, αφετέρου όμως δεν τα είχε καλά με τον εαυτό του, όπως έχει δηλώσει. Ο χαρακτηριστικός ήχος των Maiden, παρά τις όποιες αλλαγές, είναι παρόν, οι μελωδίες βομβαρδίζουν από παντού, τα riff αιχμαλωτίζουν, ο ρυθμός είναι ξεσηκωτικός και τα κομμάτια σφηνώνουν στο μυαλό. Παρ όλα αυτά δεν έλλειψαν και κάποιοι που τους ξένισε ο συγκεκριμένος μουσικός πειραματισμός κάνοντας λόγο για εμπορική στροφή. Οι πωλήσεις από την άλλη δικαίωσαν απόλυτα τις επιλογές της μπάντας, αφού συνέχισαν να κινούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα, φτάνοντας στην Αμερική μόνο, το ένα εκατομμύριο αντίτυπα. Το Somewhere in Time είναι ένα ακόμη διαμάντι της συλλογής των Iron Maiden και εμείς που χαιρόμαστε την αξία τους, αισθανόμαστε απλά πλούσιοι!
1. Caught Somewhere In Time
2. Wasted Years
3. Sea Of Madness
4. Heaven Can Wait
5. The Loneliness Of The Long Distance Runner
6. Stranger In A Strange Land
7. Deja Vu
8. Alexander The Great
Είκοσι χρόνια πριν, οι Manowar επανέρχονται στα μουσικά δρώμενα μετά από τέσσερα χρόνια, με το έβδομο άλμπουμ τους, το The Triumph of Steel. Οι Αμερικανοί σκέφτηκαν πολύ προσεκτικά το επόμενο βήμα που θα έκαναν μετά το “Kings of Metal” που ικανοποίησε την πλειοψηφία των οπαδών τους. Είχαν έτσι κι αλλιώς να επιλέξουν τους κατάλληλους αντικαταστάτες των Ross the Boss στην κιθάρα και Scott Columbus στα τύμπανα. Οι Kenny Earl "Rhino" Edwards και David Shankle συμπληρώνουν άκρως επιτυχημένα τα κενά των προκατόχων τους. Στη νέα της δουλειά, η μπάντα επιλέγει να ενσωματώσει επικά στοιχεία στο φουλ, μέσα από τα οποία άλλωστε έχει αντικρίσει μεγάλη αναγνώριση και δημιουργεί ένα άλμπουμ με πολύπλοκες συνθέσεις και μεγάλη ποικιλομορφία. Το τέμπο των κομματιών παρουσιάζει πληθώρα εναλλαγών αφού υπάρχουν από ταχύτατες δημιουργίες μέχρι ατμοσφαιρικές μπαλάντες, με το Master Of The Wind να παίρνει τα πρωτεία ως μία από τις καλύτερες μπαλάντες στη δισκογραφία του συγκροτήματος. Στο άλμπουμ περιέχονται ακόμη μερικοί από τους ποιοτικότερους στίχους που έχει γράψει ο Joey DeMaio. Αναμφίβολα όλα τα μέλη τους έχουν ξεχωριστό και πολύτιμο ρόλο στην εν λόγω δουλειά, αναπόφευκτα όμως ιδιαίτερη αναφορά χρήζουν και πάλι οι ερμηνείες του Eric Adams που αυτή τη φορά ξεχωρίζει τόσο για την ικανότητα του σε χαμηλότερους τόνους όσο και για το ταλέντο του στις υψηλές νότες. Στο The Triumph of Steel συναντάμε και τη μεγαλύτερη σύνθεση που έχουν κάνει ποτέ οι Manowar, το “Achilles, Agony, and Ecstasy In Eight Parts”, διάρκειας περίπου 28 λεπτών. Το εναρκτήριο τραγούδι του άλμπουμ έχει σαφώς πολλές καλές στιγμές να επιδείξει, η τοποθέτηση του όμως στο ξεκίνημα του άλμπουμ είναι ολίγον τι παράτολμη, αφού εξ αιτίας της μεγάλης διάρκειας του, μπορεί να φανεί μονότονο στα αυτιά του ακροατή. Η έβδομη δουλειά των Manowar είναι η πιο σκοτεινή και επιθετική που έχει να επιδείξει η μπάντα, δεν κινείται σε θριμβευτικούς τόνους, αλλά προσεγγίζει ένα πνεύμα μίσους και εκδίκησης και δίχως άλλο, ξεχωρίζει για την συνολική ποιότητα και τη συνέπεια της. Είναι το καλύτερο Manowar άλμπουμ για τη δεκαετία των 90’s και ένα από τα καλύτερα του συγκροτήματος γενικότερα.
1.Achilles, Agony, and Ecstasy in Eight Parts
2.Metal Warriors
3.Ride the Dragon
4.Spirit Horse of the Cherokee
5.Burning
6.The Power of Thy Sword
7.The Demon's Whip
8.Master of the Wind
A STAR IS BORN
Τα 44 του χρόνια κλείνει ο κιθαρίστας Alex Skolnick, περισσότερο γνωστός από τη δεκαετή παραμονή του στους Testament. Γεννήθηκε στο Berkeley της Καλιφόρνια και στα εννιά του χρόνια, γοητευμένος από τους Kiss, απέκτησε την επιθυμία να μάθει κιθάρα. Μαθητής του Joe Satriani, στα δεκάξι του χρόνια πήγε δοκιμαστικά σε μια τοπική μπάντα, τους Legacy. Η βασική του έμπνευση ήταν οι guitar heroes Eddie Van Halen και Randy Rhoads. Αποφοιτώντας από το σχολείο, βρέθηκε να ηχογραφεί το πρώτο του άλμπουμ με το συγκρότημα, που εκείνη την εποχή είχε αλλάξει το όνομα του σε Testament. Η συνέχεια τον βρήκε να συμμετέχει σε πέντε δίσκους και αμέτρητες εμφανίσεις με ονόματα όπως, οι Megadeth, Slayer, Judas Priest, και White Zombie. Η φήμη του και η κριτική αποδοχή στο πρόσωπο του μεγάλωσαν και έφτασε να έχει διακρίσεις σε ψηφοφορίες μουσικών περιοδικών. Μαζί με τις επιτυχίες στη metal σκηνή, κατάφερε να διακριθεί και ως jazz κιθαρίστας, κάτι που κανείς δε θα μπορούσε να προβλέψει. Το 1988, που δούλευε πάνω στο δεύτερο άλμπουμ των Testament, o εικοσάχρονος τότε Skolnick, πέτυχε στην τηλεόραση των Αμερικάνο jazz μουσικό, Miles Davis. Αυτό ενέπνευσε τον κιθαρίστα να μελετήσει έντονα την jazz, φτάνοντας ως τη Νέα Υόρκη όπου πήρε Bachellor από το αντίστοιχο Πανεπιστήμιο. Κατά την παραμονή του εκεί, προέκυψε το Alex Skolnick Trio ένα jazz γκρουπ με το οποίο έπαιζαν διασκευές heavy metal και κλασσικών ροκ κομματιών, έχοντας κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα τέσσερα άλμπουμ. Ο μουσικός έχει συμμετάσχει και σε πολυάριθμα project. Μερικά από τα πιο αξιοσήμειωτα είναι η συμμετοχή του στους Trans-Siberian Orchestra, κάνοντας εμφανίσεις μαζί τους σε όλη την Αμερική. Το 2005, ο κιθαρίστας ξανάσμιξε με τους Testament για μια σειρά συναυλιών σε Ευρώπη και Ιαπωνία και τρία χρόνια, μετά με εκείνον στη σύνθεση τους, το συγκρότημα επανήλθε με νέα κυκλοφορία.
Για το RockOverdose.gr: Χαρά Νέτη & The Unknown Force