Ημερομηνία δημοσίευσης: 12 Αυγούστου 2017
Αν και φέτος, όπως και πέρσι, έχουμε υπερπληθώρα κυκλοφοριών, όσον αφορά το θέμα της ποσότητας και όχι απαραίτητα ως προς το θέμα της ποιότητας, και σίγουρα όχι όσων αφορά την αναλογία αυτών των δύο, οι ακροατές του παραδοσιακού black/death ήχου ίσως να αισθάνονται ριγμένοι, καθώς φέτος ο ήχος αυτός, μέχρι αυτή τη στιγμή τουλάχιστον, έχει τη μικρότερη δυνατή εκπροσώπηση, με τους βετεράνους Hate να είναι οι μόνοι που έχουν ξεχωρίσει αισθητά και έχουν προσφέρει κάτι κορυφαίο. Αλλά επειδή μιλάμε για ένα συγκρότημα καθιερωμένο στο χώρο του, η ποιοτική κυκλοφορία του δεν ήταν κάτι που προκάλεσε έκπληξη. Και από τη στιγμή που το underground μέχρι τώρα δεν έχει προσφέρει κάποια ξεχωριστή στιγμή, είναι λογικό επακόλουθο το φετινό χαμηλό επίπεδο μέχρι τώρα.
Ένα επίπεδο το οποίο είχαν ανεβάσει πριν τρία χρόνια οι Northern Plague με το ντεμπούτο τους, καθώς επρόκειτο για μια πολύ αξιόλογη προσπάθεια που άφησε πολλές υποσχέσεις για τη συνέχεια. Αν και πολλοί τους συνέκριναν με τους διάσημους συμπατριώτες τους Behemoth, κυρίως με τον τρόπο με τον οποίον συνδύαζαν τις έντονες ατμόσφαιρες με τις οποίες γινόταν η μετάβαση στο κυρίως βαρβάτο θέμα, σα σύνολο διέθετε στοιχεία από σχεδόν κάθε σκηνή, κυρίως από Ευρώπη μεριά. Στο νέο άλμπουμ όμως, αυτό που γίνεται άμεσα αντιληπτό, είναι το μεγαλύτερο ποσοστό της ποικιλίας που επικρατεί στις συνθέσεις. Στο ντεμπούτο τους, η κύρια ενασχόληση των συνθέσεων είχε να κάνει κυρίως με την ταχύτητα και τη βιαιότητα.
Εδώ όμως, η ταχύτητα και η βιαιότητα ελαττώνονται, όχι σε τεράστιο ποσοστό, καθώς συνεχίζουν να πρωταγωνιστούν, αλλά συνδυάζονται περισσότερο με τα ατμοσφαιρικά περάσματα, με μελωδικά riffs, ενώ υπάρχουν και δυο-τρία τραγούδια που κινούνται σε doom tempo, είτε ολοκληρωτικά, σε όλο το μήκος, είτε σε πολύ μεγάλο ποσοστό. Φυσικά, δε χρειάζεται να ανησυχείτε για το επίπεδο της καφρίλας, καθώς αυτό παραμένει ποιοτικότατο, και διαθέτει και αυτό κάποιες εναλλαγές, με κάποια από τα σημεία να κλίνουν σε στιγμές σε πιο παραδοσιακό death, για λόγους που ευνοούν τη δημιουργία και τη διατήρηση της νοσηρής ατμόσφαιρας του δίσκου.
Τα στοιχεία που διαθέτει ο δίσκος αλληλοσυμπληρώνουν εξαιρετικά το ένα με το άλλο, καθώς με τη δουλειά στις συνθέσεις έχουν ταιριάξει άψογα μεταξύ τους, με το αποτέλεσμα να καταλήγει αρκετά πιασάρικο και ευκολοάκουστο, αλλά ταυτόχρονα και άγριο και τραχύ. Η μικρή διάρκειά του είναι ένα ακόμα μεγάλο ατού, καθώς μέσα στα 40 λεπτά του δίσκου φαίνεται να έχουν απομακρυνθεί όλα τα περιττά στοιχεία, με αποτέλεσμα ο δίσκος να ρέει γρήγορα και να υπάρχει αίσθηση ικανοποίησης, ίσως και μια επιθυμία επανάληψης, λόγω της μικρής διάρκειας. Μια πολύ καλή και αξιόλογη δουλειά, αλλά με αρκετά κακό timing, καθώς σε ένα μήνα περίπου οι οπαδοί του ήχου, και όχι μόνο, θα έχουν στα χέρια τους τη νέα δουλειά των βασιλιάδων του είδους, Belphegor.
Βαθμολογία: 78/100
Για το Rock Overdose,
Σταύρος Πισσάνος