Ημερομηνία δημοσίευσης: 27 Αυγούστου 2017
Πρέπει να ομολογήσω ότι πριν ακούσω το “Wrath of the Reaper” είχα αυξημένες προσδοκίες σε σχέση -κυρίως- με τη μουσική κατεύθυνση του άλμπουμ. Λίγο η παρουσία του Θεού Bobbie Wright (Brocas Helm), λίγο η προαναγγελία επιστροφής στον ήχο των δύο πρώτων άλμπουμ, αφέθηκα να φαντασιώνομαι κομμάτια αντίστοιχα του “Look To The Sky”, από το αγαπημένο μου “No Escape”, ή έστω του “Midnight Sun” από το (καλύτερο αντικειμενικά, αλλά λιγότερο αρεστό σε μένα συγκριτικά) “Under The Spell”. Μετά, όμως, την πρώτη ακρόαση, υποχρεώθηκα σε πιο ρεαλιστική και προσγειωμένη προσέγγιση του άλμπουμ χωρίς, ευτυχώς, οι ελπίδες μου να διαψευστούν πλήρως.
Το δίλημμα το οποίο σχεδόν πάντα προβληματίζει τους 80s μουσικούς που επιχειρούν να επιστρέψουν μετά από καιρό στην ενεργό δράση, αφορά την αναζήτηση της νέας μουσικής τους ταυτότητας. Το ερώτημα που τους απασχολεί είναι: να παραμείνουν προσκολλημένοι στο ύφος που έπαιζαν τότε, με το φόβο να θεωρηθούν γραφικοί και αναχρονιστικοί ή να εκμοντερνιστούν με το ρίσκο να αποξενωθούν από τους παλιούς τους οπαδούς; Η στάση που κράτησαν οι Hexx –αν και εμένα προσωπικά δε με ικανοποίησε απόλυτα- θεωρώ ότι είναι η πιο ισορροπημένη. Επιχειρούν μεν μια παλιομοδίτικη επιστροφή, αλλά δεν απαρνιούνται πλήρως όσα άκουσαν (και έπαιξαν) μετά το 1986 που κυκλοφόρησε το “Under The Spell”. Το αποτέλεσμα είναι ένα power/thrash άλμπουμ που θα μπορούσε άνετα να έχει κυκλοφορήσει στα τέλη των 80s μέχρι την αρχή των 90s. Μάλιστα, μοιάζει να είναι η φυσική εξέλιξη του “Under the Spell”, αν δε είχαν γίνει τα ηχητικά άλματα των “Quest for Sanity” και αργότερα του “Morbid Reality”.
Το ξεκίνημα του άλμπουμ ήταν για μένα απογοητευτικό. Τα τσιριχτά/aggressive φωνητικά του τραγουδιστή, σε συνδυασμό με τα μονότονα, στατικά thrash riff, με κούρασαν πολύ στο πρώτο κομμάτι, “Macabre Procession of Specters”. Αν και το “Screaming Sacrifice”, που παίρνει τη σκυτάλη, βελτιώνεται ελαφρά ως σύνθεση, είναι κι αυτό αρκετά μέτριο και τα φωνητικά παραμένουν μονοδιάστατα. Ευτυχώς, o Eddy Vega είναι αρκετά πολύπλευρος τραγουδιστής και δεν εγκλωβίζεται μόνο σ’ αυτό το στυλ. Τα κομμάτια που ακολουθούν (τα “Slave in Hell” και “Swimming the Witch”), κάνουν την πρώτη ουσιαστική βουτιά στο παρελθόν και γι’ αυτό συμπαρασύρουν τα φωνητικά σε πιο πλούσιο ερμηνευτικό εύρος, κάνοντας τους νοσταλγούς των παλιών Hexx να χαμογελάσουν για πρώτη φορά πλατιά. Ειδικά το δεύτερο τραγούδι, το φοβερό “Swimming the Witch” θα μπορούσε χαλαρά να βρίσκεται στο “Under the Spell” (και μάλιστα να είναι από τα καλύτερα), χωρίς να υστερεί ιδιαίτερα και το πολύ καλό “Slave in Hell”, που είναι με τη σειρά του αρκετά συγγενές με τον ήχο του ντεμπούτου! Στη συνέχεια, η μπάντα πλέον φαίνεται να γεφυρώνει για τα καλά το παλιό και το «μοντέρνο» (μοιάζει οξύμωρο καθώς μιλάμε για ήχους 25ετίας και βάλε!!) και παρουσιάζει αρκετές ακόμα ενδιαφέρουσες συνθέσεις, χωρίς να ξεχωρίζω κάποια συγκεκριμένα. Αυτό που πρέπει να προσθέσω είναι ότι, ενώ τα ριφ παρουσιάζουν διακυμάνσεις στην ποιότητα, οι εισαγωγές, τα περάσματα και τα σόλο είναι γενικά υψηλού επιπέδου και η συμβολή του Bobbie Wright σ’ αυτό είναι μέγιστη.
Οι Hexx, στο “Wrath of the Reaper”, επέλεξαν να μην κατοικήσουν στο ένδοξο παρελθόν τους. Το τιμούν μεν εμπράκτως, αφήνοντας να καθορίσει τον ήχο τους, αλλά δεν επιχειρούν να το αναπαραγάγουν πιστά. Αυτή πιστεύω ότι είναι μια τίμια στάση που μακροπρόθεσμα θα τους δικαιώσει, καθώς δεν αποσκοπεί σε μια πρόσκαιρη ικανοποίηση των fans αλλά ταιριάζει σε μια μπάντα που φιλοδοξεί να κάνει ένα νέο ξεκίνημα. Τώρα, όσον αφορά το συγκεκριμένο άλμπουμ, αν οι οπαδοί του συγκροτήματος απαλλαγούν από τους όποιους ευσεβείς πόθους και αυταπάτες, πιστεύω ότι θα το εκτιμήσουν επαρκώς.
Βαθμολογία: 71/100
Για το Rock Overdose,
The Shadowcaster