Ημερομηνία δημοσίευσης: 15 Σεπτεμβρίου 2017
Τευτονικοί ήχοι πολέμου
Οι βέλγοι πολεμιστές φόρεσαν ξανά τις παραλλαγές τους, πήραν τα όπλα τους και μετά την νίκη δύο μαχών και την αρκετά καλή πορεία του “Deathbringer”, έβαλαν τα δυνατά τους για την τρίτη, η οποία όμως δεν έκανε την μεγάλη διαφορά. Το άλμπουμ ανοίγει όσο καλύτερα μπορούσε με γρήγορες επιθετικές κιθάρες και ταχύτητες, συνθέτοντας έναν κλασσικό heavy metal ήχο, όπως περίμενα να ακούσω. Η συνέχεια είναι μια εναλλαγή μεταξύ ζέστης και κρύου, με πολλά τραγούδια να ακούγονται ίδια μεταξύ τους, κάνοντας τον ακροατή να χάνει το ενδιαφέρον.
Ξεχωρίζω μερικά κομμάτια από το άλμπουμ, όπως το “Fake Hero”, με ωραία κοφτά riff, μεταδοτικούς ρυθμούς και πιασαρικό ρεφρέν. Στην συνέχεια, στο “Dog Soldiers”, οι αχαλίνωτες ταχύτητες ανεβαίνουν σχεδόν σε thrash επίπεδα, ενώ το “Οxι Day”, που αναφέρεται στην 28η Οκτωβρίου, είναι μία πομπώδης σύνθεση, πιάσαρικη και αυτή, με ύμνους που φέρνουν σε Manowar. Το “Thyra’s Wall” είναι δυνατό με κιθαριστικες μονομαχιές και καλπασμό μάχης, και το “White Lily” βαδίζει σε NWOBHM μονοπάτια. Στο τέλος έχουμε και μία διασκευή στο “Gimmie Shlter”των Rolling Stones, η οποία είναι αρκετά καλή.
Σε όλο το άλμπουμ είναι φανερή η επιρροή από Maiden, Grave Digger και Judas Priest. Είναι ένας δίσκος σταθερός, χωρίς εκπλήξεις, με εξέχουσα την αίσθηση του σκληρότερου ήχου και με πολύ πειστικές τις μελωδικές δεξιότητες, αλλά και φωνητικά που φάνηκαν πιο βελτιωμένα και πιο προσεγμένα με γρέζι. Ο Λιαπάκης για άλλη μια φορά στην παραγωγή του δίσκου έκανε πολύ καλή δουλεία, όπως άλλωστε περιμέναμε. Oσο για το artwork η φουρτουσνιασμένη θάλασσα με το πειρατικό πλοίο και η επίθεση από αρχέγονα θαλάσσια τέρατα είναι εμπνευσμένα από τον Uwe jarling, που είναι εξαιρετικός στα fantasy arts.
To “Annihilate the Evil” δεν στερείται σε ένταση και περιέχει ρυθμό, δύναμη, πολλά σόλο, ωραία ρεφρέν και όρεξη για πόλεμο. Ένα ατρόμητο άλμπουμ που αποδίδει στις σύγχρονες τάσεις. Ειδικά αν είστε φαν τους είδους θα σας αρέσει πολύ αυτή η δουλεία.
Βαθμολογία: 60/100
Για το Rock Ovredose,
Αλέξανδρος Μυλωνάς