Ημερομηνία δημοσίευσης: 11 Οκτωβρίου 2017
Ήταν πριν 3 χρόνια, όταν σχηματίστηκαν οι Tower of Babel, ένα ακόμα συγκρότημα με μέλη τεράστιου βεληνεκούς. Και πώς να μην είναι τεράστιου βεληνεκούς όταν μιλάμε για τον Ελβετό Csaba Zvekan (Exorcism, Metal Machine, Raven Lord), τον Αμερικανό Joe Stump (HolyHell, Joe Stump, Raven Lord, ex-Exorcism, ex-The Reign of Terror), τον Αμερικανό θρύλο Craig Gruber (ex-Gary Moore, ex-Elf, ex-Rainbow, Raven Lord), τον Άγγλο Mark Cross (ex-Firewind, ex-Helloween, ex-Nightfall, ex-Spitfire, ex-Tank) και τον Ιταλό Maestro Mistheria (Mistheria, Vivaldi Metal Project); Και με μια τέτοια σύνθεση, πώς να μην περιμένει κάποιος έναν δίσκο που συζητιέται για καιρό; Ένας δίσκος που θα έβγαινε πολύ πιο νωρίς, αλλά ο πρόωρος θάνατος του Craig Gruber ματαίωσε προσωρινά τα σχέδια. Όμως τα υπόλοιπα μέλη αποφάσισαν να ολοκληρώσουν τη δημιουργία του άλμπουμ και με την προσθήκη του Ιταλού Nicola Angileri (ex-Jorn, Exorcism, ex-Ian Paice) προχώρησαν και κυκλοφόρησαν στα μέσα Ιουλίου το “Lake of Fire”.
Αν έπρεπε να βρω κάποιες λέξεις που θα περιέγραφαν το δίσκο αυτό, για να σας δώσω από νωρίς μια ιδέα περί τίνος πρόκειται, θα έλεγα πως πρόκειται για ένα άλμπουμ δυνατό, καλογραμμένο, γκρουβάτο, νοσταλγικό και γενικά ένα άλμπουμ με το οποίο περνάς καλά όσες φορές και να το ακούσεις. Σίγουρα, ένας από τους λόγους που κάνουν το “Lake of Fire” να είναι δυναμικός και να γουστάρει ο ακροατής μαζί του, είναι η φωνή του Csaba Zvekan που με τη δύναμη που βγάζει και την τραχύτητα που έχει, δίνει έναν παραπάνω τόνο έντασης στα τραγούδια.
Μουσικά, οι Tower of Bable κινούνται ως επί το πλείστον ανάμεσα στο Hard Rock και στο Metal, με περάσματα και από το Power Metal, το Rock ‘n’ Roll, το Glam Rock και το 70s Rock. Το τελευταίο είναι εκείνο το στοιχείο που δημιουργεί το αίσθημα νοσταλγίας, που ανέφερα πριν, καθώς υπάρχουν πολλές αναφορές σε συγκροτήματα όπως Deep Purple, Rainbow και Dio, αναφορές που άλλες φορές είναι πιο διακριτικές και άλλες φορές είναι εντελώς ξεκάθαρες. Για παράδειγμα το “Eternal Flames” θυμίζει εντονότατα το “We Rock” του Dio, ενώ τα “Lake of Fire” και “Thoth” (που είναι και το πιο αργό τραγούδι του δίσκου), φέρνουν ξεκάθαρα στο νου τους Rainbow και τους Deep Purple. Πολλές φορές, αυτή η 70s αισθητική προκαλείται και από τα πλήκτρα του Angileri και το hammond του Mistheria.
Στο μεγαλύτερο, πάντως, μέρος του δίσκου τα τραγούδια είναι up tempo και ξεσηκώνουν τον ακροατή, και πότε πατάνε στο χώρο του Hard Rock και πότε σε εκείνο του Metal, με κάποια κομμάτια να έχουν στοιχεία και από τα δύο είδη. Για παράδειγμα, τα “Eternal Flames”, “Midnight Sun” και “Stardust” θυμίζουν την εποχή που πρωτοξεκινούσε το Metal, και που τα τραγούδια είχαν τη βαρύτητα και τη γρηγοράδα του Metal, αλλά μαζί με πολλά στοιχεία Hard Rock. Από την άλλη, τραγούδια όπως τα “Addicted”, “Lamb and the Wolves” και “Eyes of the World” ανήκουν ξεκάθαρα στο χώρο του Hard Rock, με γκρουβάτους και ξεσηκωτικούς ρυθμούς, ενώ το “It’s Only Rock ‘n’ Roll” είναι πιο mid-tempo με πολλά πιασάρικα Glam/Hair Metal στοιχεία.
Εξαιρετική δουλειά έχει κάνει στην κιθάρα ο Joe Stump (που έχει επηρεαστεί γενικά από κιθαρίστες όπως οι Richie Blackmore, Yngwie Malmsteen, Gary Moore και Michael Schenker), του οποίου το τεχνικό παίξιμο είναι εμφανές σε όλα τα τραγούδια, ανεξαρτήτως από το αν είναι Rock ή Metal. Μάλιστα, τα γρήγορα τεχνικά σόλο και γενικότερα η τεχνική του, φέρνουν στο νου παλιές δουλειές του Malmsteen και των Rising Force, ενώ το γρήγορο παίξιμό του σε κάποια up-tempo τραγούδια είναι εκείνο που φέρνει μια Power Metal αισθητική στις συνθέσεις.
Το “Lake of Fire” δεν είναι σίγουρα ένας δίσκος που θα σας αφήσει με το στόμα ανοιχτό ή ένας δίσκος όπου θα ακούσετε καινούργια πράγματα. Έτσι κι αλλιώς, οι επιρροές και οι αναφορές είναι πολλές και αρκετές φορές περισσότερο από ξεκάθαρες. Όμως αυτό δεν αναιρεί το γεγονός πως πρόκειται για μια δυνατή και συμπαγή κυκλοφορία, της οποίας οι συνθέσεις είναι και φοβερά καλογραμμένες και φοβερά εκτελεσμένες, κάνοντας τον ακροατή να περνάει φοβερά μαζί τους και να μην περιορίζεται σε μία ή σε λίγες ακροάσεις, αλλά να θέλει να επιστρέψει σε αυτές ξανά και ξανά. Οι οπαδοί του Hard Rock και του παλιού Metal, όταν αυτό έκανε τα πρώτα του βήματα, είναι σίγουρο πως θα γουστάρουν φουλ με αυτό το άλμπουμ.
Βαθμολογία: 78/100
Για το Rock Overdose,
Μίνως Ντοκόπουλος