Ημερομηνία δημοσίευσης: 18 Δεκεμβρίου 2017
Είναι από τις περιπτώσεις που ακούς κάτι νέο και μετά την ακρόαση του πιάνεις τον εαυτό σου να είναι σε μία φάση τύπου ''ΟΚ, αυτό δεν το είχα δει να έρχεται''. Κι όχι γιατί δεν ξέρεις τι μπάντα έχεις να αντιμετωπίσεις, όσο γιατί το τελικό αποτέλεσμα είναι τέτοιο που σε πηγαίνει πίσω στο χρόνο, τότε που ήσουν νεαρός κι άρχισες να ανακαλύπτεις τη μουσική σε βάθος. Αυτό ακριβώς μου προκάλεσαν οι Jaw Bones, με πήγαν με τον ήχο τους πίσω στις εποχές του Δημοτικού όπου όσο νά' ναι, τα βιώματα είναι πολύ έντονα και σου αποτυπώνονται. Τότε λοιπόν που ειδικά ο Αμερικάνικος ήχος είχε την τιμητική του σε όλο του το μεγαλείο, με κυκλοφορίες που διαμόρφωναν συνειδήσεις, είτε στο μεταλλικό ήχο, είτε σε πιο εναλλακτικές φόρμες, είτε στο νεοσύστατο τότε grunge που έβρισκε τους κύριους εκφραστές του στους Nirvana και μετά σε όλες εκείνες τις μπάντες που δε διήρκησαν πολύ. Οι Jaw Bones έχουν ξεκάθαρο αέρα '90s στον ήχο τους, παίζουν ένα βαρύτατο πράγμα με αναφορές από κλασσικό heavy metal/hard rock μέχρι grunge/alternative περάσματα και ο όλος αχταρμάς βγάζει στο τέλος ένα αποτέλεσμα το οποίο είναι ξεχωριστό, και γιατί δεν το ακούς συχνά στις μέρες μας, και γιατί φυσικά σαν σύνολο αποδεικνύεται μία κυκλοφορία που έχει πολλά να σου πει και θα σε κρατήσει με τις ακροάσεις.
Οι Jaw Bones έχουν πολλά καλά να σου προσφέρουν. Έχουν βάρος και όγκο, άμα είσαι άνθρωπος που γουστάρεις τα ριφφ και τον ρυθμό γενικά, είναι οι άνθρωποι σου όπως και να το δεις. Παίζουν χωρίς συμβιβασμούς, χωρίς ταμπέλες -τις οποίες ορθά θεωρούν αχρείαστες- και χωρίς το παραμικρό άγχος να ακουστούν πρωτοποριακοί ή και καλά γαμηστεροί. Δε θα προσπαθήσουν να εντυπωσιάσουν κανέναν, αλλά σίγουρα θα κερδίσουν τον ακροατή διότι παίζουν με την καρδιά και την καύλα της στιγμής. Το τέμπο ειδικά στο πρώτο μισό του δίσκου (δηλαδή τα πέντε πρώτα κομμάτια) είναι αρκετά ανεβαστικό, θα γουστάρεις, θα γκρουβάρεις, θα κοπανηθείς και θα νοσταλγήσεις όμορφες στιγμές από το παρελθόν αλλά με ξεκάθαρη ματιά στο μέλλον. Άνοιγμα δίσκου που πολλοί θα ζήλευαν με το τρίο ''Communication'', ''Disciple'' και το βίντεο του δίσκου ''Εgo Tripper''. Ξεχαρβαλώνουν τις χορδές, χορεύουν πάνω στα τύμπανα και το κύριο όργανο έκφρασης είναι η φωνή του Γιώργου Κομπατσιάρη που αποδεικνύεται το κλου της όλης υπόθεσης. Φανταστείτε έναν τύπο που έχει καταπιεί τον John Garcia, τον Ben Ward και τον Glen Danzig και αφού τους έχει χωνέψει, βγάζει από το λαρύγγι του ένα φοβερό κράμα που θυμίζει τους τρείς μεγάλους ερμηνευτές, έχοντας φυσικά και την προσωπική του σφραγίδα.
Είναι τέτοια η ορμή των φωνητικών στο δίσκο που βγάζουν μαγκιά, βγάζουν αλητεία καλώς εννοούμενη και βγάζουν και μπέσα. Γιατί όλα αυτά; Γιατί όταν μαζί με τους οργανοπαίχτες -που καλώς ή κακώς θα τους πάρεις τα μέτρα στην ακρόαση και θα δεις πόσα απίδια πιάνει ο σάκος- βλέπεις (ή μάλλον ακούς) και τον τραγουδιστή της μπάντας να τους παίρνει από το χέρι και να τους πηγαίνει σε μέρη που και οι ίδιοι μπορεί να μην είχαν σκεφτεί να εξερευνήσουν, τότε λες ''εδώ είμαστε ρε πούστη μου, κάτι γίνεται σωστά μ' αυτούς''. Αντρίλα λοιπόν, όχι με μπίχλα και με τεμέκ υφάκι αλλά με στυλ και αέρα υπεροχής. Υπεροχής που προέρχεται από τεχνοτροπία του πως να βγει σωστά αυτός ο ήχος, από γνώση του τι θέλουν ακριβώς να κάνουν και το καταφέρνουν, όχι επειδή έτυχε αλλά επειδή πέτυχε και από πλήρη αγάπη σ' αυτό που λέγεται γενικά μουσική. Ζεστό άκουσμα στην ολότητα του το ''Wrongs On A Right Turn'', μέσα σε 46΄θα σε κάνει να θες να εμβαθύνεις κι άλλο με κάθε ακρόαση, είναι στα υπέρ του ότι μπορεί και να μην το ''πιάσεις'' με τη μία, είναι πολύ φυσική η ροή του και ακόμα και το γεγονός ότι τα μεγάλα κομμάτια κάτσανε στο 2ο μισό του δίσκου, έρχεται ως φυσική συνέχεια του όσα έχουν προηγηθεί πιο πριν, σαν ένα ενιαίο σύνολο που δε στηρίζεται σε μονάδες αλλά όλα λειτουργούν σαν αλυσίδα.
Φοβερό και το ντουέτο του Γιώργου με την Ανδρονίκη Σκουλά των Chaostar στο κομμάτι ''Fear'' που κλείνει το πρώτο μισό του άλμπουμ, από τη μία έχεις τη δεδομένη μάτσο προσέγγιση του, από την άλλη η Ανδρονίκη πατάει με τη φωνή της σε συχνότητες που δύσκολα συναντάμε, κάνοντας ότι θέλει το λαιμό της και το αποτέλεσμα είναι ρίσκο που τους βγαίνει και τους βγάζει άπλες στο τέλος. Το δεύτερο μισό έχει απλά το χαρακτηριστικό των μεγαλύτερων διαρκειών, χωρίς να χάνεται η συνοχή και η έμπνευση του τελικού αποτελέσματος, δε μπορείς να βάλεις σε δεύτερη μοίρα κομμάτια όπως το ''Suggar Daddy'', το ''Should Know Better'' και το τελειωτικό 8λεπτο ''Song Of The Nightingale'' το οποίο σε αφήνει με ένα πολύ όμορφο τελικό συναίσθημα πληρότητας στο τέλος. Το χέρι πάει μόνο του στο να πατήσει το κουμπί της επανάληψης, θες να το βιώσεις ξανά, θες να πάρεις άλλη μία τζούρα από ότι άκουσες, είτε είσαι μεταλλάς φανατικός είτε είσαι πιο ευέλικτος στα ακούσματα σου, σε κάνουν οπαδό τους, σε κερδίζουν με την απλή φυσικότητα τους, συν ότι σε κάνουν να αναρωτιέσαι πως θα ακουγόντουσαν ζωντανά, όπου και παίζει το πολύ σοβαρό ενδεχόμενο να είναι ακόμα πιο μεταδοτικοί και γαμηστεροί σαν τελική αίσθηση κι αυτό πάντα λειτουργεί ως αμφίδρομη νίκη για συγκρότημα και ακροατή.
Η παρθενική ολοκληρωμένη δουλειά των Jaw Bones είναι κάτι για το οποίο τα παιδιά μπορούν να υπερηφανεύονται, βγάλανε φοβερή παραγωγή, βγάλανε Αμερικανίλα χωρίς να προσπαθήσουν να ακουστούν κάτι ξένο από αυτό που είχαν αρχικά κατά νου και στο τέλος αυτό που μετράει είναι ότι πέρα από όσα αναφέρονται, έχεις ένα δίσκο γεμάτο καλά τραγούδια. Τραγούδια, όχι κομμάτια, το διαχωρίζω επίτηδες. Πείτε μου πόσους δίσκους γεμάτους καλά τραγούδια (και όχι απλά κομμάτια) ακούτε εν έτει 2017 προς 18 και πόσο συχνά συμβαίνει αυτό. Φυσικά το γεγονός ότι πρόκειται για συγκρότημα από τη χώρα μας μεγαλώνει τη χαρά τέτοιου επιτεύγματος, καθώς αν τους κάτσει με τίποτα εμφανίσεις στο εξωτερικό, μπορεί να αποδειχθεί τεφαρίκι η φάση και να παίξουν το δυνατό τους χαρτί και εκτός Ελλάδας, γιατί όχι άλλωστε; Πραγματικά το χάρηκα αυτό το δισκάκι, κυρίως γιατί με έκανε να το ακούσω αρκετές φορές και γιατί κάθε φορά ανακάλυπτα πράγματα διαφορετικά σε σχέση με κάθε προηγούμενη ακρόαση. Σε μία εποχή που ο καθένας μας που ασχολείται σε βάθος με τη μουσική δεν προλαβαίνει να δει τι θα πρωτοακούσει, το να προσφέρεις επαναλήψεις σε κάποιο άλμπουμ ενώ έχεις άλλα να κάθονται στην αναμονή, αναδεικνύει και το κύρος του Χ συγκροτήματος και του Χ δίσκου. Όπου Χ βάλτε Jaw Bones και ''Wrongs On A Right Turn'' και έχετε ένα άλμπουμ-έκπληξη στα τέλη του 2017.
Βαθμολογία: 78/100
Για το Rock Overdose,
Δημήτρης Αλόρας