WITCHCRAFT – “Black Metal”

Συντάκτης: Φώτης Σταυρόπουλος

 

Τέσσερα χρόνια μετά την κυκλοφορία του εξαιρετικού “Nucleus”, οι Witchcraft επιστρέφουν με την έκτη δουλειά τους, Black Metal. Το άλμπουμ κυκλοφορεί την 1η Μαίου και αποτελείται από επτά τραγούδια, ενώ έχει συνολική διάρκεια τριανταέξι λεπτά.

 

ToBlack Metal εισάγει ένα ολοκαίνουργιο κεφάλαιο στην ιστορία των Witchcraft. Ο Magnus Pelander ήταν οι Witchcraft, όλοι το γνωρίζαμε αυτό. Βέβαια, αυτή η παρατήρηση πλέον είναι πιο ακριβής από ποτέ, μιας και στο Black Metal οι Witchcraft εμφανίζονται ως solo project αποκλειστικά και μόνο με τον Magnus. Και την κίθαρα του.

 

Το Black Metal, όπως ξεκάθαρα δε μαρτυρά ο τίτλος, είναι αποκλειστικά ακουστικό άλμπουμ. Ο Magnus, η κιθαρά του και μερικά μικρόφωνα. Η έλξη του προς τον ακουστικό ήχο είχε γίνει αρκετά προφανής μέσα από τον προσωπικό του δίσκο “Time” , ωστόσο ο ήχος των Witchcraft είχε πάντα έναν κοινό παρονομαστή, ήταν ηλεκτρισμένος. Όμως ο χαρακτήρας της μουσικής, στον πυρήνα της, είχε επίσης ένα βασικό συστατικό σε όλα τα άλμπουμ. Όσο γρήγορο ή ξεσηκωτικό και να ήταν κάποιο κομμάτι, πάντα υπήρχε ένα υπόστρωμα μελαγχολίας. Αυτήν ακριβώς την μελαγχόλια, τον πυρήνα των Witchcraft, εκμεταλεύεται και προβάλει στη δουλειά αυτή ο Magnus.

 

Από τα πρώτα κιόλας δευτερόλεπτα του δίσκου, γίνεται ξεκάθαρο πως δεν θα είναι ένα συμβατικό μουσικό ταξίδι. Όλα τα τραγούδια κινούνται σε αργό tempo, με την κιθάρα να παίζει απλές μελωδίες, σχεδόν παιδικές, συνοδεύοντας τη φωνή του Magnus, που διηγείται μέσα από τους μοναδικούς του στίχους, τις ιστορίες του και τα συναισθηματά του. Όπως είπα και πιο πάνω, το βασικό στοιχείο το οποίο χρωματίζει τον δίσκο είναι το έντονο αίσθημα μελαγχολίας και θλίψης, που τόσα χρόνια κρυβόταν κάτω από κάθε στίχο, κάτω από κάθε γρήγορο ή groovy riff και πλέον έρχεται στην επιφάνεια.

 

Τέλος, θα ήθελα να παρατηρήσω και να αναφερθώ λίγο στην ύπεροχη -κατά τη γνώμη μου- παραγωγή του δίσκου. Όπως και η μουσική που ντύνει, φαίνεται εξαιρετικά απλή και σου δίνει το αίσθημα πως δεν έχει επέλθει καμία επεξεργασία. Μπορείς να ακούσεις τις ανάσες, τα λάθη στο χρόνο όταν αλλάζουν οι συγχορδίες και τον ήχο από τα δαχτύλα πάνω στα τάστα ή το τρίξιμο των χορδών. Τίποτα όμως από αυτά δεν ενοχλεί, ίσα ίσα χάριζουν ζεστασιά και κάνουν το άλμπουμ πολύ άμεσο και οικείο.

 

Φτάνοντας λοιπόν στο τέλος, είναι ξεκάθαρο πλέον πως δε μιλάμε για ένα από τα γνώστα άλμπουμ των Witchcraft, αλλά για κάτι τελείως διαφορετικό. Μια απόπειρα από αυτές που καταλήγουν είτε σε κάτι εξαιρετικό, είτε σε αποτυχίες και δεν υπάρχει μέση λύση. Το Black Metal, μόνο με μια κιθάρα και φωνή, καταφέρνει να είναι γεμάτο και προσωπικά θεώρω πως στέκεται αντάξια διπλά στα υπόλοιπα, με τη δίκη του ιδιαίτερη τεχνοτροπία, χωρίς να υστερεί σε τίποτα.

 

 

Βαθμολογία: 85/100

 

 

Για το Rock Overdose,

Φώτης Σταυρόπουλος



 

Comments