Η συναυλιακή πραγματικότητα στη χώρα μας κι επισήμως έχει αρχίσει και ρολάρει λίγο περισσότερο. Έτσι μετά και από όσα προηγήθηκαν στους Manowar πριν τρεις εβδομάδες σε ότι αφορά το αυστηρά μεταλλικό κοινό, και σε συνδυασμό ότι την ώρα που θα διαβάζετε αυτά θα έχουν παίξει και οι Iron Maiden στο ΟΑΚΑ, ο ερχομός των πατέρων του μεταλλικού ήχου, Judas Priest, αποτέλεσε αφορμή για πενταψήφιο αριθμό ατόμων να συρρεύσουν προς την Πλατεία Νερού. Εδώ να τονίσω ότι θεωρώ πολύ άδικο το να μη μπορεί η χώρα μας να υποστηρίξει μια συναυλία της πρώτης και αρχετυπικής μεταλλικής μπάντας όλων των εποχών επίσης στο ΟΑΚΑ ή αντίστοιχα να μη μπορεί να γεμίσει την Πλατεία Νερού με τέτοιο τρόπο όπως έγινε σε προηγούμενες συναυλίες στο χώρο. Λίγη σημασία όμως έχουν τα παραπάνω, θέλετε γιατί ο κόσμος γνωρίζει τι θα δει από τους Βρετανούς υπερασπιστές της πίστης, θέλετε γιατί στον έβδομο ερχομό τους από το 2001 και μετά, όπου μας έχουν συνηθίσει ανά 3-4 χρόνια να έρχονται, θεωρείται λίγο πιο δεδομένη η παρουσία τους, ο κόσμος θεωρώ ότι δεν τίμησε όσο έπρεπε την σύναξη. Σε αντίθεση με τους ήρωες όλων που τίμησαν με το παραπάνω το τεράστιο όνομα τους με μια απόδοση υψηλών στάνταρ.
Το τελετουργικό ανοίγουν οι συμπατριώτες μας Black Soul Horde ακριβώς στις 18.00. Ο ήλιος έντονος αλλά ευτυχώς για όλους μας όχι με τέτοια ατμόσφαιρα καύσωνα όπως στους Manowar. Φυσάει και λίγο, έχουμε πιάσει και σκιά δίπλα από τον πύργο στη μέση του χώρου, και οι μαγκιόροι BSH οι οποίοι φέτος συμπληρώνουν 10 χρόνια ζωής, βγαίνουν με σιγουριά και μια παρουσία που δείχνει άψογη προετοιμασία και κερδίζουν το κοινό που έχει βρεθεί από νωρίς στην Πλατεία Νερού. Απενοχοποιημένη χεβιμεταλλάρα, χωρίς προσμίξεις, με έντονη την ορθόδοξη ροκ αλητεία στον ήχο τους και με συγκέντρωση στην εμφάνιση τους, στα μόλις 30’ που είχαν στη διάθεση τους –και που δεν ήταν αρκετά αλλά τα διασκεδάσαμε μέχρι τέλους-, έδειξαν ότι καλό είναι πως ότι έχεις να πεις, πες το όταν οι συνθήκες θα στο επιτρέπουν κι όταν θα έχει σημασία.
Μετά από κενό ετών, οι δυο διαδοχικοί δίσκοι τους των τελευταίων δυο Νοεμβρίων, “Land Of Demise” και “Horrors From The Void”, έδειξαν ότι υπήρχε ποιοτικότατη συνέχεια στο θόρυβο που είχε προκαλέσει το ντεμπούτο “Tales Of The Ancient Ones”. Φοβεροί όλοι τους, τα φώτα ωστόσο κλέβει ο τραγουδιστής Δημήτρης Κώτσης, άνθρωπος που έχει βοηθήσει τη σκηνή της χώρας και όχι μόνο συνολικά και που στην είσοδο του αφού ξεκίνησε η μπάντα, έτυχε θερμής υποδοχής. Έπαιξαν 6 κομμάτια αν δεν απατώμαι και δεν μέτρησα τόσο λάθος, αξίζουν ότι καλύτερο στη συνέχεια και σε πιο δίκαιο κόσμο, θα είχαν πολύ μεγαλύτερη αποδοχή από οπαδούς που ακούνε μπάντες με τρομερά λιγότερη ποιότητα από τους BSH, εγχώριες και μη. Εύγε παίδες και μακάρι να σας βλέπουμε συχνότερα.
Είχε έρθει η στιγμή που οι περισσότεροι περιμέναμε τουλάχιστον δύο χρόνια και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που αρκετός κόσμος είχε μαζευτεί από νωρίς για να τους ακούσει. Ο λόγος για τους The Dead Daisies, οι οποίοι πραγματοποίησαν την παρθενική εμφάνισή τους στην χώρα μας ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ - μιας και η προγραμματισμένη για το 2020 αναβλήθηκε λόγω covid. Το supergroup του Αυστραλού επιχειρηματία, μουσικού και ιπτάμενου (παρακαλώ!) David Lowy ... μας απογείωσε κυριολεκτικά!
Με τον ίδιο λοιπόν στην κιθάρα και έχοντας στις τάξεις του - τα τελευταία χρόνια - τους διόλου τυχαίους, βετεράνους του hard rock 'The VOICE of ROCK' Glenn Hughes (φωνή/μπάσο) και τον Dough Aldrich (κιθάρα) με θητεία στους Deep Purple, Black Sabbath και Whitesnake, Dio κ.ά. αντίστοιχα... Αλλά και τον Brian Tichy (drums) - επίσης με "βαρέα ένσημα" στους Whitesnake, Ozzy, Billy Idol κ.ά... περιμέναμε να ακούσουμε ατόφιο rock από τους πρωτομάστορες του! Κι αυτό έγινε! Οι The Dead Daisies μόνο "dead" δεν αποδείχθηκαν αλλά αντιθέτως αναστηθήκαμε από την εξαιρετική τους απόδοση (πάρα τη ζέστη που επικρατούσε από τον καυτό ήλιο, που έλιωνε και τα τσιμέντα στην Πλατεία Νερού εκείνη της στιγμή...).
Το group μετρά ήδη 4 studio albums, ένα live album και μερικές άλλες κυκλοφορίες EP ενώ η setlist τους βασίστηκε, όπως ήταν φυσικό, στο πιο πρόσφατο album με τίτλο " Holy Ground", με τα "Like No Other (Basseline)" , "Unspoken" και "Bustle & Flow" να κερδίζουν τις εντυπώσεις αλλά ακούστηκαν και μερικά παλιότερα όπως τα "Long Way To Go", "Rise Up", "Dead & Gone" και το φρέσκο single "Radiance" που περιλαμβάνεται στο νέο album τους που βγαίνει σε κυκλοφορία σε λίγες εβδομάδες. ΦΥΣΙΚΑ το highlight της εμφάνισής τους ήταν το "Mistreated" (Mistreated λέμε και κλαίμε...) των Deep Purple - τιμής ένεκεν στην εποχή που ο Hughes ήταν στους θρύλους ... και το "Burn" για σβήσιμο - κλείσιμο που μας "έκαψε" τις καρδιές! Όπως είπε και ο Glenn "Love is the answer and music is the healer! Peace & Love!"
Μόνο RESPECT στον αειθαλή Glenn Hughes, ο οποίος όσο περνούν τα χρόνια ωριμάζει σαν το παλιό καλό κρασί και καταφέρνει να δείχνει νεότερος φυσιογνωμικά αλλά και με φωνή που αντέχει ακόμη ... Ο Aldrich απ' την άλλη axeman απ' τους λίγους, ως άλλος Blackmore (Θου Κύριε!) δίνει γερό πόνο! Αν και μικρό σε διάρκεια το show τους κατάφερε να μας μεταδώσει μια '70s αύρα που όμως ακούγεται φρέσκια, σύγχρονη και ακμαία, ανοίγοντας μας την όρεξη για την επόμενη εμφάνιση τους στα μέρη μας.
Καταευχαριστημένοι και οι ίδιοι αλλά και το ένθερμο ελληνικό κοινό δώσαμε ραντεβού για του χρόνου!
Απόλυτα τυπικοί και σωστοί Εγγλέζοι στο ραντεβού τους με το ελληνικό κοινό οι Cradle of Filth. Η μπάντα από το Suffolk στέκει κάτω από το καθηλωτικό βλέμμα της κόμισσας Bathory και όπως καταλάβατε το εξώφυλλο του εμβληματικού “Cruelty And The Beast” δεσπόζει στο πίσω μέρος της σκηνής. Μια σκοτεινή εισαγωγή προλογίζει το δυναμίτη “Existential Terror” από τον πρόσφατο και καθόλα αξιόλογο δίσκο τους, “Existence Is Futile”. Av δεν με απατά η μνήμη μου, η τελευταία (και μοναδική ως τώρα) φορά που οι Cradle of Filth βρέθηκαν σε ανοιχτό χώρο στα μέρη μας, ήταν την 1η Ιουλίου 2001 στα πλαίσια του Rockwave Festival. Η τωρινή τους εμφάνιση όμως ήταν, θαρρώ, από τις κορυφαίες τους στη χώρα μας.
Ένα ιδανικό πάντρεμα των πιο πρόσφατων συνθέσεών τους (“Crawling King Chaos”) με το ένδοξο παρελθόν (“Scorched Earth Erotica”, “Lustmord and Wargasm (The Lick of Carnivorous Winds)”, “A Gothic Romance (Red Roses for the Devil's Whore)”, “Nocturnal Supremacy”). Χωρίς παρατράγουδα, χωρίς εντάσεις, με ήχο εκπληκτικό και διάρκεια όσο σχεδόν ένα ολόδικό τους headline πρόγραμμα (βρέθηκαν αδιάκοπα 75 λεπτά στο σανίδι), ο Dani Filth και η τρομερή του ομάδα, έδειξαν πως στήνεται και εκτελείται ένα show στο ύφος της μουσικής της μπάντας. Πάντα πίστευα ότι δεν παίζουν black metal, με την αυθεντική έννοια του τι θεωρείται black, αλλά ένα ακραίο και σκοτεινό heavy metal, με γοτθικά στοιχεία τρόμου και extreme φωνητικά. Στρατηγικά τοποθετημένα με σειρά όλα τα κομμάτια και με δύο εκπλήξεις να κάνουν την εμφάνισή τους και να ταιριάζουν απόλυτα (“Lilith Immaculate”, “I Am the Thorn”), το set των Cradle of Filth είχε μόνο καλές στιγμές, δεν έκανε κοιλιά και έφτασε στο αποκορύφωμά του στο “Necromantic Fantasies”.
Εκεί νομίζω ότι είχαμε την τέλεια ηχητική ισορροπία, ένταση και διαύγεια, αν και κυριολεκτικά από την αρχή ο ήχος της μπάντας ήταν μοναδικός και χωρίς το παραμικρό πρόβλημα, πιστή αποτύπωση όπως στους δίσκους δηλαδή. Αυτό ανέδειξε την απόδοση όλων των μελών, μα κυρίως της Zoë Marie Federoff, της Αμερικανίδας που είχε το δύσκολο έργο να βγάλει εις πέρας απαιτητικά κομμάτια σαν το “Necromantic Fantasies”, το υπερκλασσικό “Nymphetamine (Fix)” και το αιώνιο “Her Ghost in the Fog”, με το οποίο μας αποχαιρέτησε η μπάντα. Άξιος ηγέτης και μορφή ο Dani, άξια και η Zoë, που με τα πλήκτρα της και τα φωνητικά της τόνωσε εμφανώς το συμφωνικό στοιχείο των συνθέσεων, αντικαθιστώντας με επιτυχία τις προκατόχους της. Η υπόλοιπη μπάντα δεν είχε απλά συνοδευτικό χαρακτήρα, αλλά παρουσίαζε μια δεμένη ομάδα, με ρόλους και ουσία, σημειώνοντας το 3/3 θετικών εμφανίσεων της ημέρας.
To περιμέναμε καιρό, τους περιμέναμε 4 χρόνια για να γιορτάσουμε όλοι μαζί 50 χρόνια στο heavy metal. Eίναι οι Judas Priest και δεν χρειάζονται συστάσεις. Θα αποτελούν την επιτομή του αγαπημένου μας heavy metal.
H ώρα είναι 22:25 και 5’ πριν την προκαθορισμένη εμφάνιση των Judas Priest, ακούγεται το “War Pigs” των Black Sabbath με τον κόσμο να τραγουδάει εν χωρώ. Το κομμάτι κόβεται απότομα για να ακουστεί η εισαγωγή του “Battle Hymn” κι ενώ o κόσμος προσπαθεί να συνέλθει και να καταλάβει αν ακούει καλά, η τρίαινα-σύμβολο του συγκροτήματος ανεβαίνει στο προσκήνιο και σε έντονο κόκκινο χρώμα φωτίζει το χώρο για να ξεκινήσει η συναυλία με το κομμάτι που κλείνει το κορυφαίο κατά την πλειοψηφία των απόψεων άλμπουμ τους, δηλαδή το “One Shot At Glory” από το “Painkiller”. Δυστυχώς στην εποχή του ίντερνετ δεν ήταν δυνατό να μείνει για πολύ κρυφό ο τρόπος με τον οποίο ξεκινούσαν, αλλά και πάλι αν λέγαμε πόσα χρόνια πριν «το 2022 θα δούμε Judas Priest και θα ξεκινήσουν με αυτό το κομμάτι», σίγουρα θα διεκδικούσαμε εισιτήριο χωρίς επιστροφή για το Δαφνί. Μπόμπα ο ήχος, φοβερά τα σκηνικά, σκάει μύτη και ο ένας, μοναδικός, ασύγκριτος μεταλλικός ΘΕΟΣ και δένει το γλυκό. Λίγες μέρες πριν κλείσει τα 71, ο πανμέγιστος Rob Halford δείχνει ότι αψηφά ακόμα τους περισσότερους νόμους της φύσης και πως μπορεί ακόμα ως ένα σημείο να προκαλεί ανατριχίλα στον κόσμο. Ο πανδαμάτωρ χρόνος είναι αμείλικτος και στη δική του περίπτωση, καθώς κάποιες ανάσες κατά τη διάρκεια της συναυλίας δε θα βγουν, ενώ δε γνωρίζω αν υπήρχε όντως πρόβλημα με το μικρόφωνο στην αρχή και το τέλος ή αν απλά η φωνή του τον πρόδιδε. Στο μεγαλύτερο μέρος της συναυλίας όμως, μας άφησε με το στόμα ανοιχτό.
“Lightning Strike” πάνω στο τέλος του “One Shot At Glory” από το εκρηκτικό “Firepower”. Δυστυχώς το μόνο δείγμα από το καλύτερο άλμπουμ που προήλθε από τεράστιο συγκρότημα τα τελευταία… πάμπολλα χρόνια, αλλά ένα εκ των 5 αγαπημένων μου κομματιών στην ιστορία της μπάντας δε με αφήνει να σκεφτώ αν και πόσο θα μου λείψει οτιδήποτε από το “Firepower”. “You’ve Got Another Thing Comin’” λοιπόν με το κέφι να ανεβαίνει στο έπακρο, τον κόσμο να κουνιέται σαν τρελός, τον Halford να ελέγχει τις ανάσες του όσο μπορεί και το κομμάτι να παρουσιάζεται σε μια βαρύτατη εκτέλεση που κερδίζει τις εντυπώσεις. Η θωρά του Richie Faulkner με το χαμόγελο μόνο ευφορία προκαλεί, αν αναλογιστούμε τον κίνδυνο ζωής που πέρασε. Πλάϊ του ο Andy Sneap αποδεικνύει ότι Judas Priest χωρίς δυο κιθάρες είναι σαν άντρας και γυναίκα άνευ γεννητικών οργάνων και πιθανής συνουσίας. Άξια και δίκαια αντέδρασε ο κόσμος στην πιθανότητα να έβγαιναν και να έπαιζαν μόνο με ένα κιθαρίστα και καταλάβαμε όλοι το γιατί. Δε γίνεται άλλωστε αυτοί που έπλασαν όλα τα riffs της οικουμένης να έχουν απώλειες και ημίμετρα στην παρουσία τους. Ο Scott Travis στιβαρός στα τύμπανα, με τα κολπάκια του γυρνώντας τις μπαγκέτες του ή πετώντας τις στον αέρα να εντυπωσιάζουν και τελευταίος αλλά διόλου αμελητέος, ο πατέρας όλων των headbangers που θα είναι ο μόνος που θα επιζήσει μαζί με τις κατσαρίδες σε πιθανή καταστροφή του κόσμου και θα κοπανιέται στη γωνία του ακόμα και χωρίς μουσική. Ian Hill δοξασμένε και αγέρωχε, μακάρι να έχουμε 1% της ενέργειας σου στην ηλικία σου!
Η μηχανή έχει λαδωθεί και μαρσάρει άνευ ελέους για κάθε πιθανό και μη αλλόθρησκο. Μισός αιώνας μεγαλείου περνάει μπροστά από τα μάτια μας με το “Freewheel Burning” (τσιρίζουν και τα θεμέλια του κλειστού του Τροκαντερό παραδίπλα), το “Turbo Lover” (να μη μπορεί ΚΑΝΕΙΣ να φανταστεί συναυλία τους χωρίς αυτό το κολλητικό γαμίδι), το “Hell Patrol (πολλαπλά εγκεφαλικά μη αναστρέψιμα), το “The Sentinel” (το μεταλλικότερο του μετάλλου κομμάτι όλων των εποχών), το “A Touch Of Evil” (“YOU’RE POSSESSING ME” ΔΕ ΛΕΣ ΤΙΠΟΤΑ), τη γέννηση της μουσικής μας μέσα από το “Victim Of Changes” και το παρολίγον κλάμα στο “Blood Red Skies” όπου εμφανίζεται και ο Glenn Tipton στις γιγαντοοθόνες με τον κόσμο να ξεσπάει σε χειροκροτήματα. Ναι αγαπητέ αναγνώστη/τρια, ΟΛΑ αυτά που διαβάζεις πέτυχαν ΚΑΠΑΚΙ ΤΟ ΕΝΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΑΛΛΟ. Ο κόσμος αδυνατεί να πιστέψει αυτήν την «επίθεση» μέσα από κάθε κομμάτι. Μόνο έτσι εξηγείται όμως το αποτύπωμα των Judas Priest στην αιωνιότητα, μόνο έτσι καταλαβαίνει κανείς γιατί είναι το ίδιο το metal δίπλα στο heavy που ήταν οι Black Sabbath, μόνο έτσι μπορείς να νιώσεις μέσα σου απόλυτη ευγνωμοσύνη για την παρουσία τους στο ίδιο χρονικό διάστημα που έζησες κι εσύ τη ζωή σου. Ο μεταλλικός ΘΕΟΣ σε σημεία συγκλονίζει, πιάνει την καρδιά του αρκετές φορές, είναι ολοφάνερο ότι έρχεται στα όρια του κι ότι θα πρέπει να προστατευτεί μελλοντικά καθώς αυτό που κάνει είναι εξαντλητικό. Η όψη του με τον ιδρώτα που τον λούζει αλλά και τη φωτιά στα μάτια του τρυπάει τον καθένα μας, τι ηγετική φιγούρα, τι πατέρας όλων μας είσαι ενδελεχώς, τι να πούμε για σένα που δεν είναι ελάχιστο, μειωτικό και να μπορεί να αποτυπώσει κάθε μας σκέψη, μας έχεις αφήσει πάλι κάγκελο (μεταφορικά και κυριολεκτικά).
Δυο διασκευές που αποτελούσαν πάντα σημαντικό μέρος των συναυλιών τους κάνουν την εμφάνιση τους, το “The Green Manalishi (With The Two Prong Crown)” των Fleetwood Mac και το “Diamonds & Rust” της Joan Baez, για άλλους θα μπορούσαν να λείπουν, για άλλους έδωσαν έξτρα τόνο στη βραδιά. Για ποια βραδιά όμως μιλάμε όταν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα η νύχτα έγινε μέρα; O Scott Travis παίρνει το μικρόφωνο, ευχαριστεί τον κόσμο και ρωτάει ποιο κομμάτι θέλουμε να ακούσουμε. ΟΛΟΙ μαζί με ένα στόμα και μια φωνή έχουν την ίδια απάντηση. ΟΛΟΙ περιμένουν τη στιγμή για να ξεφύγουν. Μια καταστροφική αρχή τυμπάνων που όρισε το μέταλλο στα ‘90s, πυρσοί που ανάβουν από άκρη σε άκρη στην Πλατεία Νερού. Γρηγορότερος από σφαίρα, τρομακτική κραυγή, οργισμένος και γεμάτος θυμό, είναι μισός άνθρωπος και μισός μηχανή. Είναι ο Παυσίπονος και ζει μέσα σε κάθε οπαδό όσο δε λέγεται. Όσο κι αν κάποιοι βαριούνται το “Painkiller”, όσο κι αν κάποιοι έχουν κριτικάρει το δίσκο και προσπαθούν να μειώσουν τα αμείωτα επειδή προτιμούν άλλη/ες εποχή/ες της μπάντας, το κομμάτι αυτό όπως και ο δίσκος συνολικά μίλησαν διαφορετικά σε μια πανστρατιά οπαδών όταν κυκλοφόρησαν, κι όπως πάντα λέω, για μένα είναι ότι καλύτερο κυκλοφόρησαν πολύ απλά γιατί οι Judas Priest στα ‘70s δεν είχαν ανταγωνισμό, στα ‘80s θεμελίωσαν το όνομα τους, ενώ εν έτει 1990 είχαν πολλά να αποδείξουν και έδειξαν αν και από τι μέταλλο ήταν φτιαγμένοι. Το κύριο μέρος της συναυλίας τελειώνει, ο κόσμος έχει εξαντληθεί ως ένα σημείο, πολύ γρήγορα όμως έρχεται ψυχική ανάταση με το κομμάτι που όταν με ρωτάνε «τι είναι το heavy metal;» τους το βάζω και απαντώ «ΑΥΤΟ είναι το heavy metal».
“The Hellion” με πανζουρλισμό τριγύρω, έρχεται γρήγορα να δώσει τη θέση του στο ΕΝΑ riff που εξουσιάζει όλα όσα γράφτηκαν σε αυτό τον κόσμο, αυτό του “Electric Eye”. Από το διάστημα ψηλά μας κοιτάζεις όλους σαν κουνούπια, δεν πατάς στη γη, δεν είσαι από αυτό τον κόσμο. Ποτέ δεν ήσουν και γι’αυτό μεγαλώνει η χαρά μας που μοιράζεται τη θεία ουσία σου με μας τους θνητούς. Μέχρι να συνέλθει ο κόσμος, ακούγεται μαρσάρισμα μηχανής, καβαλάς τη μηχανή σαν έφηβος και στο “Hell Bent For Leather” ο καθένας θα ήθελε να έχει το καμουτσίκι σου και να χτυπάει κώλους να κοκκινήσουν μέχρι να αποδεχτούν την μεταλλική σας κυριαρχία. Κι αν έχεις το Θεό σου –που δεν τον έχεις γιατί είσαι ο ίδιος ΘΕΟΣ- στο τέλος του κομματιού πάρε και το “Breaking The Law” με το χώρο να μετατρέπεται σε γήπεδο και να απομένει το “Living After Midnight” να δώσει τέλος σε μια βραδιά που κανείς δε θέλει να τελειώσει και που διαρκεί πάνω από 90’. Ο ΘΕΟΣ των θεών παρότι καταβεβλημένος και σε σημεία νικημένος από τον χρόνο, στέκει όρθιος, βάζει στήθος μπροστά και δείχνει το δρόμο. Απλώνει τα χέρια του στο κοινό σαν να θέλει να αγκαλιάσει όλα τα παιδιά του. Γιατί τι άλλο παρά παιδιά του είμαστε όλοι, πνευματικά ή βιολογικά δεν έχει καμία σημασία. Ο κόσμος παραμιλάει με το σετ που άκουσε, με όσα είδε, συγκρίσεις ξεκινάνε με τους Manowar πριν τρεις εβδομάδες, 4-1 ημίχρονο η φάση (και το 1 λόγω του μέγιστου Eric Adams που όντως ήταν ακόμα πιο ατσαλάκωτος από τον Rob Halford). Τι εμφάνιση, τι δέος, τι ορισμός μιας ολόκληρης μουσικής, τι ΤΡΑΓΟΥΔΑΡΕΣ που γράψανε ιστορία, με ευχάριστες προσθήκες, με όχι αναμασήματα των ίδιων και των ίδιων στο σετ, ακόμα και με σχεδόν παντελή απουσία της τελευταίας ΥΠΕΡΔΙΣΚΑΡΑΣ τους!
Ομολογώ ότι δεν έχω μέτρο σύγκρισης σε σχέση με τις προηγούμενες δυο φορές, καθώς τους είδα τελευταία φορά το 2011 στην Epitaph tour (και ακόμα δεν έχω συνέλθει), μετράω πλέον 4/7 στις παρουσίες τους στη χώρα μας (συν αυτή του Rob Halford μόνο του) και ενώ είμαι βέβαιος ότι αν ήταν η τελευταία φορά θα έφευγα γεμάτος, θα ήθελα ένα αντίο την επόμενη φορά με ακόμα πιο μεγαλειώδη παρουσία του κόσμου και με πραγματικό χαμό από κάτω, διότι επί σκηνής στη χειρότερη τους μέρα οι Judas Priest άντε να έχουν παίξει 8/10. Να τονίσω παρακαλώ ότι ναι μεν δεν υπάρχει το εμβληματικό κιθαριστικό δίδυμο των Tipton/Downing εδώ και χρόνια, αλλά όταν βλέπεις ΑΥΤΟ το υπερθέαμα και με 3/5 της μπάντας όπως την αγαπήσαμε εκεί, δε νομίζω ότι χωράει οτιδήποτε προς γκρίνια. Το λέω γιατί τελευταία με την υπόθεση των Pantera που βγήκε στην επιφάνεια ακούστηκαν πολλά και δικαίως. Όταν όμως βλέπεις κάτι που αγάπησες και μπορείς να το θυμάσαι με χαρά και να το διηγείσαι χρόνια μετά, αυτό μετράει, γι’αυτό αφήστε τις γκρίνιες και σταματήστε να πηγαίνετε σε συναυλίες μόνο όταν βλέπετε Maiden, Priest, Manowar και μια φορά ανά 10-15 χρόνια τους Metallica. Δε θέλω να πω κάτι παραπάνω για την παρουσία τους γιατί θα χάσει την αξία του, είμαι βέβαιος ότι και άτομο που μπορεί να μην έχει ξαναγράψει αντίστοιχο κείμενο να ήταν στη θέση μου, θα μπορούσε άνετα να δώσει εικόνα του τι συνέβη και γιατί υπήρξε πληρότητα στην αναχώρηση του κόσμου από τον χώρο.
Κλείνω με μία μόνο έκκληση στον Rob Halford να προσέξει όσο γίνεται την υγεία του από’δω κι εμπρός. Δεν έχεις να αποδείξεις ΤΙΠΟΤΑ ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ. Πέρασες καρκίνο και είσαι ακόμα εδώ. Στα 71 σου βάζεις κάτω 20αρηδες, σε βλέπαμε όλοι και λέγαμε ότι στην ηλικία σου θα περνάμε απέναντι τη διάβαση με το πι ή με βοήθεια παντώς είδους. Ήταν εμφανές ότι πονούσε η καρδιά σου με την ένταση την οποία τραγουδούσε σε σημεία και ειδικά στη μέση της συναυλίας τετραγώνισες τον κύκλο. Η καταπόνηση σου είναι μεγάλη και δεδομένη, δεν περιμένουμε να έχεις παρουσία όπως στην Fueled For Life Tour και δεν χρειάζεται. Σε ευχαριστούμε για όλα και σου οφείλουμε τα μέγιστα. Προτιμούμε να μην ξαναβγεί δίσκος και να μην τραγουδήσεις ποτέ ξανά παρά να πάθεις κάτι λόγω της αυταπάρνησης σου και της τελειομανίας σου στο να παρουσιαστεί αυτό το μεγαλείο της καριέρας σου και των υπολοίπων στο έπακρο. Επαναλαμβάνω, αποτελεί προσωπική γνώμη όλο αυτό και προς έναν ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ (όλα κεφαλαία) που όλοι θαυμάζουμε, όλοι εξαίρουμε το ήθος του και την προσφορά του και που κακά τα ψέματα, χωρίς αυτόν οι ζωές όλων μας ενδέχεται να είχαν πάρει κατά πολύ διαφορετικότερες πορείες.
ΜΕΓΑΣ ΕΙΣΑΙ METAL GOD ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ ΣΟΥ!
NO JUDAS PRIEST = NO HEAVY METAL!
Υ.Γ.: Ο Glenn Hughes έχει καταπιεί το ελιξίριο της νεότητας και οι Cradle Of Filth κέρδισαν χαμένους πόντους πολλών ετών (μηχανάκι Skaroupka, τα έσπασες όλα)!
Για το Rock Overdose,
Άγγελος Κατσούρας (Judas Priest, Black Soul Horde)
Μιχάλης Τσολάκος (Cradle Of Filth)
Βιβή Ζαπαντιώτου (Dead Daisies)
Φωτογραφίες: Γιάννης Λιβανός (John Metalman Photography)