Νιοστή εμφάνιση για τους πατέρες του doom metal Candlemass στη χώρα μας και ακόμα προστίθεται κόσμος που τους βλέπει για πρώτη φορά, όπως έγινε αντιληπτό για πολλούς αυτή τη φορά στο Fuzz Club. Το γεγονός σχολίασαν και οι ίδιοι, με τον ίδιο τον Leif Edling να αναφέρει ότι δε θυμάται αν ήρθαν 20 ή 25 φορές όπως είπε αστειευόμενος (Δεν απέχουν και πολύ ωστόσο), αλλά ότι πάντα νιώθουν σαν στο σπίτι τους μακριά από το σπίτι. Ο Johan Längquist με τη σειρά του και υποκλινόμενος στο κοινό που δεν σταμάτησε από την αρχή να φωνάζει το όνομα τους, τόνισε ότι τα τελευταία χρόνια περνάνε υπέροχα μεταξύ τους, και μεγάλο ρόλο σε αυτό έχει παίξει το Ελληνικό κοινό, 3 ή 4 φορές ειπώθηκε πόσο μας αγαπάνε, πήρε μέχρι κι ο Mats Björkman το λόγο, ενώ έστελνε φιλιά με το χέρι του ειδικά προς τον εξώστη, γενικά το κλίμα ήταν υπέροχο κι ενώ οι αρχικές εικόνες από το Fuzz ήταν ότι… θα παίζαμε μπάλα. Λιγότερο από μισή ώρα πριν την έναρξη της συναυλίας στις 20:30, ζήτημα να ήταν 100-150 άτομα στο χώρο, κάπου αναρωτηθήκαμε μήπως τελικά γειωθεί η συναυλία, αλλά οκ, Ελληνάρες, πάντα της τελευταίας στιγμής και ευτυχώς είχαμε μεγάλη θορυβώδη μάζωξη.
Ξεκίνημα με τους Temor από τον Βόλο, τους οποίους δεν έχει και πάρα πολύ καιρό που τους είδα στο Arch Club ως support στους The Black Dahlia Murder. Είχα αναφέρει ότι περιμένω μία πληρέστερη εμφάνιση τους γιατί τότε είχαν αδικηθεί από το χρόνο που έπαιξαν, αλλά και τώρα δεν έπαιξαν ιδιαίτερα πολύ, καθώς έμειναν στη σκηνή μόλις για 35’. Βέβαια σε αυτά τα 35’ οι ίδιοι βίωσαν την ως τώρα κορυφαία τους στιγμή και τα έδωσαν όλα, δε μπορεί να το αρνηθεί κανείς αυτό. Το μόνο “πρόβλημα” που διέκρινα ήταν ότι δεν ταίριαζαν καθόλου ηχητικά με το vibe αυτής της συναυλίας, σε αντίθεση με το πόσο ταιριαστοί ήταν με τους The Black Dahlia Murder. Η όμορφα μοντέρνα προσέγγιση των παιδιών δεν σχετίζεται με την άλλης εποχής λογική των Candlemass αλλά και του κοινού που τους αγαπάει. Ευτυχώς ήταν τέτοια η όρεξη και απόδοση τους που κέρδισαν το χειροκρότημα του κοινού που αυξανόταν προς το τέλος. Σίγουρα εμφάνιση που μπορεί να τους δώσει φτερά για το μέλλον, απλά προσωπικά δε θα ήθελα να τους ξαναδώ με μπάντα που θεωρώ ότι είναι αντίθετοι. Δε θα ήθελα να τους δω με τους Dream Theater, αλλά θα ήθελα να τους δω με τους Gojira.
Έρχεται η ώρα της εμφάνισης των Σουηδών θρύλων λοιπόν και το μπάσιμο είναι έκπληξη και ενδεικτικό του τι θα ακολουθήσει. “Bewitched” και το Fuzz σε εγρήγορση να αποθεώσει άλλη μία φορά μία μπάντα που αγαπήθηκε για τον ιδιαίτερο ήχο της και που η σχέση αυτή είναι προφανές ότι θα κρατήσει για πάντα. Το νιώθουν και οι ίδιοι από την αρχή, αλλά φροντίζουν να κάνουν τα πάντα για να υποστηρίξουν αυτή την αγάπη που αξίζουν να λαμβάνουν. Θα το γράψω με κεφαλαία γιατί αξίζει να τονιστεί: ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ Σ’ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΓΙ’ Α-Υ-Τ-Ο-Ν ΤΟΝ ΗΧΟ! Πρωτοφανής καθαρότητα, δύναμη και όγκος συνδυασμένα στον υπερθετικό βαθμό με μία επαγγελματική προσέγγιση που όχι απλά τίμησε την μεγάλη ιστορία και βαριά φανέλα των Candlemass, αλλά και έκανε την εμφάνιση μία από τις καλύτερες τους στη χώρα μας, ειδικά χωρίς τον Messiah Marcolin, το τονίζω κι αυτό επίσης καθώς η καρδιά των περισσότερων έχει μείνει σε παλιότερες εμφανίσεις με τον Καλόγερο του μεταλλικού ήχου να έχει μείνει ανεξίτηλος στη μνήμη όλων. Το “Dark Are The Veils Of Death” και καπάκι τα “Mirror Mirror” και “Dark Reflections”, δείχνουν ότι μπορεί να έχουν περάσει στην καλύτερη 35 -ως και 38- χρόνια από τα μεγαλειώδη τραγούδια αλλά ακούγονται ολόφρεσκα.
Ο κιθαριστικός ήχος πραγματικά κάνει και τον εξώστη στον οποίο έτυχε να βρεθώ κι εγώ μία φορά να τραντάζεται στην ένταση, αλλά με τα αυτιά να μην έχουν καν αυτό το βουητό, τα πάντα κυλάνε γλυκά κι ολέθρια ταυτόχρονα και το “Under The Oak” καλωσορίζεται θερμά, το μελαγχολικό του σόλο πάντα μας κόβει στα 2, ενώ η έκπληξη της βραδιάς έρχεται με το “The Bells Of Acheron”, το οποίο να σας πω την αλήθεια δεν το περίμενα και έμεινα λίγο όταν το άκουσα, παραπάνω από ευπρόσδεκτο σαφέστατα. Πρέπει να πω ότι παρότι ο Johan στα φωνητικά δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ανεβάσει πολύ τον τόνο, είναι στιβαρός και παραπάνω από τίμιος, ακόμα και στο υλικό εποχής Messiah που δεδομένα βάσει τόνου απέχει παρασάγγας, κάνει τρομερή δουλειά και αντικαθιστά τις ψηλές νότες με καθαρή άρθρωση και κερδίζει τον κόσμο με την τιμιότητα του. Ο Jan Lindh στα τύμπανα παρότι παίζει αργά και βαριά, είναι ένας από τους πιο αδικημένους ντράμερ στο μεταλλικό ήχο, έχει άψογη γνώση του να κρατάει το ρυθμό και να παίζει ΔΥΝΑΤΑ χωρίς κανένα από τα κομμάτια να χάνει την αίγλη του, το δε μπάσο του Leif όταν ακούγεται μόνο του σε σημεία, προκαλεί θαυμασμό. Σεμινάριο πραγματικά!
Έχει περάσει το μισό της συναυλίας και ίσως η εκτέλεση της βραδιάς να ήταν αυτή του “Crystal Ball”, ένιωθες να τέμνονται λιθοσφαιρικές πλάκες και να προκαλείται σεισμός πολλών Ρίχτερ, 38 ετών κομμάτι και να ακούγεται τόσο μέσα στο σήμερα και τόσο σαν να το ακούς πρώτη φορά και να συγκινείσαι δεν υπάρχει. Αναγκαίο κακό το να ακούσουμε κι ένα νεότερο κομμάτι, το “Sweet Evil Sun” το οποίο το παλεύω οριακά, ενώ δεν παλεύω τίποτα απ’ότι έχουν κάνει από το 2012 και μετά γενικά, το ότι πήρε τη θέση του “At The Gallows End” ή κάποιου πρόσθετου κομματιού από το “Tales Of Creation” με ξεπερνάει, αλλά ας είναι αυτή η μοναδική γκρίνια γι’αυτή τη βραδιά, της οποίας το κύριο μέρος κλείνει εμβατηριακά. Ο Johan ρωτάει τον Mats “πού είσαι;” για να αγκαλιαστούν μεταξύ τους σε παρατεταμένο χειροκρότημα και τον Mats να παίρνει το μικρόφωνο, να ευχαριστεί τον κόσμο και να μας τον δείχνει λέγοντας “τον χρειάζομαι, ειδικά τώρα, τον χρειάζομαι πολύ”. Έτσι ξεκινάει το ακουστικό μέρος του “A Sorcerer’s Pledge” το οποίο θα ωθήσει τον κόσμο προς το τέλος του σε ένα ατελείωτο ΩΩΩ-ΩΩΩ-ΩΩ-Ω-ΩΩ-Ω-ΩΩΩΩΩΩ-ΩΩΩΩΩ-ΩΩΩΩΩ με τη μπάντα να μην πολυπιστεύει τι γίνεται και τις φωνές στο Fuzz να δυναμώνουν κλιμακωτά συνεχώς.
Αφού αποχωρούν για λίγο από τη σκηνή, το encore θα μας χαρίσει 3 ακόμα εμβληματικά κομμάτια, μέχρι να συμπληρωθεί πλήρες 90λεπτο (τίμιοι) με την αρχή να κάνει το “The Well Of Souls”, τη συνέχεια να δίνει το κατ’εμέ κορυφαίο κομμάτι όλης της δισκογραφίας τους, το “Demon’s Gate” δηλαδή, με το ξέσπασμα του Lindh στα τύμπανα στο μεσαίο μέρος να τσακίζει ραχοκοκαλιές, και προφανώς με τέλος και κερασάκι στην τούρτα το “Solitude”, η εμφάνιση να κλείνει ιδανικά, κιμπάρικα και με το χειροκρότημα και τις ιαχές του κοινού διάχυτο, ενώ όσο και να θέλουν να το παίξουν εγκρατείς ως βόρειοι, δεν γίνεται να κρυφτεί από τα πρόσωπα τους η χαρά, η πληρότητα και η ευγνωμοσύνη που ένιωσαν. Μπορεί να ακούγεται κλισέ και να θέλουμε να πιστεύουμε ότι το αυτό ισχύει για κάθε μπάντα, αλλά μα την πίστη μου, οι Candlemass μόνο που μπορεί να ακούσουν ΕΛΛΑΔΑ όπου κι αν βρίσκονται, τους σηκώνεται η τρίχα, από χαρά, από τσίτα, από ΚΑΥΛΑ για το μέρος που έχουν λατρευτεί σαν ΘΕΟΙ και δεν ψεύδονται καθόλου στις αντιδράσεις τους. Δεν ξέρω που το πάνε δισκογραφικά και πόσο ενεργοί θα είναι στο μέλλον, αλλά θα ήθελα στο τέλος να αναφέρω κάτι που πιστεύω το έχουν σκεφτεί αρκετοί:
Όταν έρθει η ώρα για το μεγάλο αντίο, που όπως τους βλέπω μόνο αυτό δε σκέφτονται, αυτό πρέπει να γίνει στη χώρα μας. Αφήστε τους να παίξουν όσο αντέχουν, να ηχογραφηθεί, να βιντεοσκοπηθεί, να είναι παρόντες όσοι τίμησαν την βαριά φανέλα τους και ειδικά ο Messiah. Αυτή η διαμάχη πρέπει να παύσει μία και καλή έστω για μία φορά σε Ελληνικό χώμα, να γίνει κάτι το μεγαλειώδες που δε θα έχει προηγούμενο και οι πατέρες ενός ολόκληρου είδους και βασικός λόγος ύπαρξης της ευρύτερης μουσικής σκηνής της χώρας τους, που τόσες χαρές μας έχει δώσει στα χρόνια, να μείνουν στην αθανασία με τρόπο που θα συζητείται από γενιά σε γενιά όταν φύγουμε εμείς από τη ζωή και που δε θα ξεχαστεί ποτέ. Με το σπαθί τους αλλά και το παλουκωμένο κρανίο τους εμβληματικά, κέρδισαν επάξια πολύ βαθιά θέση στις καρδιές των οπαδών, και δείχνουν ότι όταν δίνουν ένα, παίρνουν εκατό από τους Έλληνες. Όταν όμως δίνουν όχι εκατό αλλά 200% όπως πάλι έκαναν, οι Έλληνες τους στέλνουν στα ουράνια και μένουν με απορία να κοιτάνε κάτω από τη σκηνή, γιατί ακόμα κι αν τέλειωσε μία εμφάνιση, ξέρουμε ότι ήδη σκέφτονται την επόμενη, τη μεθεπόμενη και όσες πολλές ακόμα θα ήθελαν να υπάρξουν.
Σεβασμός, τιμή, δόξα και ότι θετικό μπορεί να εκφραστεί.
*Leif Edling, αρχηγέ της μπάντας, εκφραστή χιλιάδων εκεί έξω, το τι πέρασε η ψυχούλα σου τα προηγούμενα χρόνια μόνο εσύ το ξέρεις. Το να σε βλέπουμε χαρούμενο έχοντας νικήσει το τέρας της κατάθλιψης και να λάμπεις από την πλήρη αποδοχή του δημιουργήματος σου και των έργων δεκαετιών, δε μπορείς να φανταστείς πόση χαρά και κίνητρο δίνει σε πολλούς εκεί έξω. Όταν έρθει η ώρα, συνταξιοδοτήσου επίσημα στην Ελλάδα και δε θα το μετανιώσεις. Χαμογέλα κι ας είσαι η όλη έννοια του DOOM. Σου αξίζει κάθε χαρά που μπορείς να πάρεις.
Για το Rock Overdose,
Άγγελος Κατσούρας
Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Καταστρόφος @alexandros_kat