26 χρόνια συμπληρώνονται από το θάνατο ενός από τους πιο επιδραστικούς και παραγωγικούς ντράμερ στην ιστορία της ροκ, του σπουδαίου Cozy Powell. Γεννημένος στις 12 Δεκεμβρίου του 1947 στο Cirencester της Αγγλίας, ο Colin Flooks, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, πήρε το πρώτο του drum kit στα 12 χρόνια του και από τότε τα τύμπανα έγιναν η ζωή του.
Ξεκίνησε να παίζει στην ορχήστρα του σχολείου του, τελικά όμως, όπως και οι περισσότεροι μουσικοί της γενιάς του, κινήθηκε προς το ροκ. Στο πρώτο γκρουπ που συμμετείχε, τους The Corals, έπαιζαν διασκευές και αμέσως ξεχώρισε για το ταλέντο του στα drum σόλο, ενώ στα 15 του υιοθέτησε και το ψευδώνυμο Cozy, από τον ντράμερ της jazz, Cozy Cole.
Η μουσική του καριέρα ξεκίνησε το 1965, με τους The Sorcerers, με τους οποίους ηχογράφησαν ένα single και έκαναν και μία διασκευή που κυκλοφόρησε σε μερικά αντίτυπα στη Γερμανία. Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που ο μουσικός, έκανε κάτι στο στούντιο. Το 1968, το συγκρότημα επέστρεψε στην Αγγλία και εγκαταστάθηκε στην ευρύτερη περιοχή του Birmingham.
Ο Powel, έγινε φίλος με τους άγνωστους ακόμη, συναδέλφους του μουσικούς, Robert Plant και John Bonham, τον τραγουδιστή Noddy Holder, τον μπασίστα Dave Pegg και τον νεαρό Tony Iommi. Οι Sorcereres μετουσιώθηκαν σε Youngblood και κυκλοφόρησαν μια σειρά από single στις αρχές του 1969.
Μετά από ένα σύντομο πέρασμα απ’ τους Big Bertha και έχοντας αποκτήσει μια σχετική φήμη στο χώρο, ξεκίνησε να συνεργάζεται με τον Jeff Beck, κατόπιν σύστασης του μάνατζερ του κιθαρίστα, Peter Grant. Αφού κυκλοφόρησαν μαζί δύο δίσκους, οι δρόμοι τους χώρισαν και ο μουσικός το 1972, έπαιξε ντραμς σε δύο κομμάτια του δίσκου του Harvey Andrews, “Writer of songs”.
Στα τέλη της ίδιας χρονιάς, σχημάτισε τους Bedlam, το ομώνυμο ντεμπούτο των οποίων κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του 1973. Η επιτυχία παρ’ όλα αυτά ήρθε μέσα από δύο δικά του single και κυρίως απ’ το “Dance with the devil” που μπήκε στην 3η θέση των βρετανικών chart. Συνέχισε ιδρύοντας τους Cozy Powell's Hammer, τον Απρίλη του 1974, αλλά ένα χρόνο μετά διαλύθηκαν.
Το 1975, έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον μάνατζερ του, κατά το οποίο έπρεπε να πάρει ένα αεροπλάνο για το Los Angeles ώστε να περάσει από ακρόαση για τους Rainbow. Φτάνοντας, υπήρχαν 100 ακόμη υποψήφιοι για τη θέση. Μπαίνοντας, ο Ritchie Blackmore, τον ρώτησε αν μπορούσε να παίξει μια μιξη από διάφορα κομμάτια. Αυτό και έκανε για να πάρει την απάντηση απ’ τον κιθαρίστα 20 λεπτά αργότερα πως είχε προσληφθεί.
Έμεινε στο συγκρότημα για πέντε χρόνια, συμμετέχοντας στα στούντιο άλμπουμ “Rising”, το οποίο ο ίδιος θεωρεί ένα απ’ τα καλύτερα της καριέρας του, “Long Live Rock 'n' Roll” και “Down to Earth”.
Δυσαρεστημένος όμως από την εμπορικότητα που άρχισε να παίρνει ο ήχος της μπάντας, αποφάσισε να αφήσει τους Rainbow, το καλοκαίρι του 1980. Συνέχισε, δουλεύοντας στο project Graham Bonnet & The Hooligans, του Graham Bonnet, συνεργάστηκε με τον Michael Schenker από το 1981 ως το 1982. κι έπειτα για τρία χρόνια, υπήρξε μέλος των Whitesnake.
Έπειτα για τρία χρόνια, υπήρξε μέλος των Whitesnake.
Ηχογράφησε το ντεμπούτο των Phenomena και ακολούθως ένωσε τις δυνάμεις του με τους Keith Emerson και Greg Lake, στους ELP (Emerson, Lake & Powell), ενώ για λίγο δούλεψε και με τον Gary Moore.
Για τρία χρόνια από το 1988 ως το 1991, πέρασε απ’ τους Black Sabbath, συνεργασία που επαναλήφθηκε το ’94 μέχρι το ΄95. Για σύντομο διάστημα, χρησιμοποίησε μια μπάντα για ευρωπαϊκές περιοδείες, τους Cozy Powell's Hammer, ενώ μαζί με τον Neil Murray, υπήρξαν μέλη της μπάντας του Brian May, συμμετέχοντας σε δύο άλμπουμ, ενώ ο ντράμερ, έλαβε μέλος και σε εμφανίσεις με τον May, στην Αμερική. Η τελευταία του ηχογράφηση, ήταν για το άλμπουμ “The light inside”, του Colin Blustone, μαζί με τον Don Airey, που κυκλοφόρησε μετά το θάνατο του μουσικού.
BLACK SABBATH
Ο Powell, που ήταν λάτρης των γρήγορων αμαξιών και των μηχανών, έχασε τη ζωή του σε ηλικία 50 ετών, μετά από αυτοκινητιστικό δυστύχημα, ενώ οδηγούσε το αμάξι του, με ταχύτητα 167 χλμ. την ώρα και υπό άσχημες καιρικές συνθήκες, σε έναν αυτοκινητόδρομο κοντά στο Bristol.
Σύμφωνα με τη σχετική έκθεση, την ώρα του ατυχήματος, τα επίπεδα αλκοόλ στο αίμα του μουσικού, ήταν πάνω από το νόμιμο όριο, δε φορούσε ζώνη ασφαλείας και μιλούσε με την κοπέλα του στο κινητό του τηλέφωνο. Σύμφωνα με την επίσημη έρευνα, βρέθηκε επίσης, ότι υπήρχε ένα μικρό τρύπημα στο πίσω ελαστικό του, που έτσι κι αλλιώς θα μπορούσε να προκαλέσει αιφνίδια κατάρρευση του ελαστικού με επακόλουθη απώλεια του ελέγχου του αυτοκινήτου.
Μέχρι την τραγική στιγμή της απώλειας του, ο Powel είχε συμμετάσχει ως ντράμερ σε τουλάχιστον 66 άλμπουμ, έχοντας συμβάλλει και σε πολλές άλλες ηχογραφήσεις. Αποτελεί σημαντική επιρροή για πολλούς άλλους ντράμερ, μεταγενέστερους ή μη και άπαντες, είτε μουσικοί, είτε φίλοι της μουσικής, τον θυμόμαστε με νοσταλγία και θαυμασμό, για το μοναδικό του ταλέντο!
Επιμέλεια: Παύλος Γιαννακόπουλος