Μία βραδιά γιορτής παρακολουθήσαμε στο Temple, όπου ένα ταξίδι τριών σχεδόν ετών και οι κόποι που όρισαν εξ’αρχής μια ολόκληρη καριέρα, έκαναν τον κύκλο τους για τους Crimson Fire, οι οποίοι είδαν το τρίτο τους άλμπουμ “Another Dimension” να αγκαλιάζεται τόσο που ίσως και οι ίδιοι να μην περίμεναν και να ανοίγει νέες πόρτες και προοπτικές για τους ίδιους σαν συγκρότημα, όπως και κακά τα ψέματα να τους γνωρίζει σε πάρα πολύ κόσμο που για Χ λόγους δεν είχε τύχει να τους ακούσει στα δυο πρώτα τους άλμπουμ, το “Metal Is Back” (2010) και το “Fireborn” (2016). Με τις εγχώριες εμφανίσεις τους να πληθαίνουν τα τελευταία χρόνια αλλά και την ευκαιρία ζωής που τους δόθηκε να αποτελέσουν μέρος της περιοδείας των Suicidal Angels, οι οποίοι τους πήραν μαζί τους μη φοβούμενοι το διαφορετικό του ήχου τους, οι Crimson Fire μπολίάστηκαν με έξτρα αυτοπεποίθηση και μάρτυρες αυτού και του μεγαλύτερου από ποτέ επαγγελματισμού τους γίναμε αυτό το Σαββατόβραδο στο «σπίτι» τους όπως αποκαλούν οι ίδιοι το Temple. Μπορεί αυτή τη φορά να μην είχαμε εκπλήξεις και σόου ανάλογες της προηγούμενης εμφάνισης τους εκεί, αλλά μας επιφύλαξαν πολλά καλούδια ακόμα και με τραγούδια που είχαν χρόνια να ακ
Τη βραδιά άνοιξαν οι αλήτρες Junkwolvz που τους πέτυχα πρώτη φορά ζωντανά και η παρουσία τους με ταρακούνησε ευχάριστα. Απ’ότι μου είπαν καλοί φίλοι, τα μούτρα είναι σεσημασμένα κι όπου κι όποτε βρεθεί ευκαιρία, δε διστάζουν να κάνουν πλιάτσικο επί σκηνής και να παρουσιάσουν το όμορφα βρωμερό hard rock τους που είναι ένα βήμα πριν μεταλλίσει αλλά χωρίς τα μπουνταλάδικα μεταλλικά κλισέ που θα μπορούσαν να τους περιβάλλουν. Αρκετοί Guns’n’Roses και Motorhead στον ήχο τους φέρνουν το κοινό προ των πυλών ενός αν μη τι άλλο εκρηκτικού μείγματος, με τον ήχο να είναι όσο βρώμικος πρέπει, ενώ και τους ίδιους να δείχνουν ότι πάσχουν από υγιή μασχαλόμπιχλα χωρίς να γυαλίζουν ούτε το παίξιμο τους, ούτε την όλη παρουσία τους. Ατραξιόν στην εμφάνιση μεταξύ άλλων το ρόφημα του τραγουδιστή/κιθαρίστα στη βάση του μικροφώνου, τη μία έπινε τη μπύρα του, την άλλη ρούφαγε τζούρες από αυτό, ότι και να ήταν, κοινώς το ρίξανε έξω με το παραπάνω, ενώ σε κάποια φάση ανέβηκε επί σκηνής και ένας τύπος με μάσκα ξεμαλλιασμένου λιονταριού –ή ήταν λύκου όπως προδίδει το όνομα τους; Δεν πολυκατάλαβα να σας πω την αλήθεια- και έδωσε έξτρα τόνο στην όλη μανούρα. Γουστάρω να τους πετύχω ξανά σε πιο πλήρη εμφάνιση και αναμένω ολοκληρωμένο δίσκο για περισσότερα συμπεράσματα.
Στη συνέχεια παίρνουν τη σκυτάλη οι έμπειροι Typhus, για τους οποίους οι Junkwolvz προσέδωσαν τον χαρακτηρισμό «αδέρφια» καθώς γνωρίζονται χρόνια, παρότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που θα παίζανε μαζί. Τους Typhus τους βλέπω χρόνια από όταν λεγόντουσαν Nuclear Terror και είχαν αφήσει πολλές υποσχέσεις με το ΕΡ “Contaminated Salvation” ακριβώς πριν 10 χρόνια, το 2014. Το 2019 άλλαξαν το όνομα σε Typhus και το στυλ από καθαρό thrash σε πιο heavy/speed μονοπάτια, όπου και την επόμενη φορά μας πρόσφεραν το ντεμπούτο τους “Mass Produced Perfection” που έλαβε ενθαρρυντικότατες κριτικές, ενώ όπως μας είπαν, ετοιμάζουν σιγά-σιγά και το 2ο άλμπουμ τους. Η παρουσία τους παρότι το στυλ τους ήταν πιο «ξένο» σε σχέση με τα άλλα 2 συγκροτήματα κρίνεται επαγγελματικότατη, είναι πολύ καλοί παίκτες και ξέρουν πώς να κρατάνε το ρυθμό και τις δομές των κομματιών τους ενδιαφέρουσες. Αν κάτι θα ήθελα και πιστεύω –προσωπικά πάντα- ότι μπορεί να τους ανεβάσει ακόμα περισσότερο, είναι να αυξηθεί το τέμπο της μουσικής τους με πιο γρήγορο υλικό μελλοντικά, αλλά και πάλι αυτό είναι καθαρά στην ιδιοσυγκρασία των παιδιών που είναι ούτως ή άλλως αξιόλογοι και δεν χρειάζονται υποδείξεις. Το τέλειο ορεκτικό πριν το κυρίως πιάτο της βραδιάς!
Οι Crimson Fire βγήκαν με ένα απίστευτο αέρα υπεροχής και για τα επόμενα 75-80’ περίπου (δεν κράτησα ακριβή χρόνο αλλά κάπου τόσο πρέπει να ήταν), δείχνουν ότι είχαν έρθει να κάνουν τη διαφορά και να δώσουν εορτινό κλίμα σε αυτή την τελευταία εμφάνιση για τον κύκλο του “Another Dimension”. Ο ήχος είναι κρύσταλλο, οι κιθάρες μπροστά όσο πρέπει, ρυθμική βάση για Όσκαρ και με τέρμα ‘80s συναίσθημα (κάπου ξεχασμένοι στο 1987 όπως λέω πάντα), το κουιντέτο με μπροστάρη το Γιάννη Μπρίτσα ο οποίος τα καταφέρνει περίφημα στα φωνητικά, ανοίγει την αγκαλιά του στους παρευρισκόμενους, οι οποίοι αρχίζουν να φωνάζουν, να χορεύουν και γενικά να περνάνε καλά με οποιοδήποτε τρόπο σε μία καθ’όλα θετικότατη και ευδιάθετη ατμόσφαιρα. Ο τραγουδιστής της μπάντας θα τονίσει τη διαφορά του Αθηναϊκού κοινού άμεσα σε σχέση με τους «ψόφιους» που συνάντησαν σε Γερμανία και Τσεχία ειδικά στην Ευρωπαϊκή περιοδεία και μας χαρακτήρισε «καυλερούς» για το πόσο ζωηροί ήμασταν. Το ασημί φωσφορίζον σορτσάκι του Ντίνου Γανίτη στο μπάσο μαγνητίζει τα βλέμματα όπως κάθε φορά που υπάρχει το δίλημμα (ή και παραπάνω) του τι θα φορέσει, κάνοντας τον Μπρίτσα να σκεφτεί εύστοχα «αυτά θα έπρεπε να τα είχαμε στο merch να ξεπουλάμε κάθε βράδυ, όχι βλακείες».
Με τους Νίκο Εφετζή και Στέλιο Κουτέλη στις κιθάρες σε φοβερή φόρμα και τον Νικήτα Μαντόλα στα τύμπανα να τα σπάει δεόντως, η μπάντα είναι σε φοβερή κατάσταση και από το άνοιγμα με το “Judas” ως το κλείσιμο με το “Metal Is Back”, δε σταμάτησαν λεπτό να είναι σε εγρήγορση και να παίζουν έπη παλιότερα και νεότερα, όπως το κομμάτι που φέρει το όνομα της μπάντας, το “Bad Girl” ή το “Set The Night On Fire”, με το κέφι αμείωτο μέχρι το τέλος. Παρά το δυσάρεστο ότι είχαμε λιποθυμία όπως έμαθα –κι ευτυχώς όχι κάτι χειρότερο, μια και στην αρχή ζητήθηκε ασθενοφόρο-, τα αντανακλαστικά των υπευθύνων του Temple αλλά και όσων βοήθησαν τη μπάντα γενικά ήταν τέτοια που ευτυχώς αποφεύχθηκαν τα χειρότερα και η αμηχανία της στιγμής ξεπεράστηκε με τη μπάντα να ζητάει ένα τελευταίο ζεστό χειροκρότημα και να κλείνει την εμφάνιση της θριαμβευτικά όπως της άξιζε. Αυτό που θα ήθελα εγώ να πω είναι ότι οι Crimson Fire απέδειξαν με το δίσκο αυτό και την όλη περίοδο του ότι όταν κυνηγάς τα όνειρα σου θα ανταμειφθείς και έχει έρθει η ώρα να κερδίσουν το χρόνο και να κυκλοφορήσουν το 4ο άλμπουμ που θα τους καθιερώσει ακόμα περισσότερο σαν μπάντα.
Sky is the limit που λένε και κάτι ψυχές στην άλλη όχθη του Ατλαντικού!
Για το Rock Overdose,
Άγγελος Κατσούρας
* Ευχαριστούμε θερμά την Έλενα Βασιλάκη για τις φωτογραφίες.
https://www.facebook.com/ElenavasilakiPhotography