Με ένα χαμόγελο αγαλλίασης και άκρατης ικανοποίησης αλλά και το μεγαλύτερο απωθημένο της ζωής μου να έχει εκπληρωθεί επιτέλους, είμαι σε θέση να γράφω –ένας Θεός ξέρει πως- για το τι μαγική νύχτα ζήσαμε και για το αν και κατά πόσο θα μπορέσει να ξεπεραστεί μελλοντικά από οποιονδήποτε κι οτιδήποτε εκεί έξω. Η πρώτη εμφάνιση των θρυλικών Dark Angel στη χώρα μας έγινε γνωστή κάτι μήνες πριν και αρκετοί που το επιζητούσαν σαν τρελοί είχαν ήδη φροντίσει να προμηθευτούν τα εισιτήρια τους. Κερασάκι στην τούρτα αυτής της thrash ονείρωξης, ήταν η συνοδεία των λατρεμένων Βρετανών Xentrix, οι οποίοι να σημειωθεί ότι πρώτη φορά στην καριέρα τους έπαιξαν με τους Dark Angel κι ένιωθαν τεράστια τιμή και δέος επ’αυτού. Ένα δίδυμο-φωτιά που εγγυόταν μια υπέροχη βραδιά εκ των προτέρων, αλλά το αν και πόσο το περιμέναμε και το αν και πόσο τελικά έγινε μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, έχει τεράστια διαφορά που μάταια θα προσπαθήσω να περιγράψω παρακάτω. Η ουσία είναι ότι έχοντας πλήρως σώας τας φρένας, αυτό που έχω να πω είναι πως ήταν ΜΑΚΡΑΝ η κορυφαία συναυλία τα τελευταία 4 χρόνια απ’όταν είδαμε τους Slayer στο αντίο τους και μαζί με τους Bolt Thrower το 2010, είναι Αγία Τριάδα τελευταίας 15ετίας.
Οι Xentrix εφορμούν στη σκηνή ακριβώς στις 20:45, ακούγεται το θέμα του Terminator και οι τέσσερεις Άγγλοι ξεκινάνε με το “Behind The Walls Of Treachery” από το εξαίσιο πρόσφατο περσινό άλμπουμ τους “Seven Words”. Ο ήχος στην αρχή έχει μικροθεματάκια αλλά ο κιθαρίστας/τραγουδιστής Jay Walsh κλέβει την παράσταση με την τραχειά, δυνατή και πωρωτική φωνή του, μέχρι να βάλει την κιθάρα του μπροστά κι ο Kristian Havard και να ξεκινήσει μάθημα ριφφολογίας που θα έπρεπε να διδάσκεται σε πανεπιστήμια ποιότητας. Ο αεικίνητος μπασίστας Chris Shires είναι μια φοβερή παρουσία και ο έτερος «παλιός» Dennis Gasser στα τύμπανα, για τα επόμενα 75’ (πληρέστατο σετ και μπράβο στη διοργάνωση που τους έδωσε τόσο χρόνο) θα βαρέσει ότι υπάρχει με τέτοιο τρόπο που δε θα αφήσει καμία αμφιβολιά. Γρήγορη βουτιά στο τρισένδοξο παρελθόν τους με τα λατρεμένα “Balance Of Power” και “Questions”, άσματα που αποδεικνύουν ότι τα δυο πρώτα τους άλμπουμ δεν έχουν αντίπαλο παρά μόνο από ελάχιστους και με τον ήχο ειδικά στα σόλο του Kristian να είναι άψογος, πεντακάθαρος, ενώ η μπάντα παίζει ΚΑΡΦΙ το απαιτητικό υλικό, με τα moshpits να ξεκινάνε και το θερμό καλωσόρισμα του κόσμου “XENTRIX, XENTRIX, XENTRIX” να τους κάνει να χαμογελάνε με την πολύ ζεστή ατμόσφαιρα.
“Reckless With A Smile”, “Bury The Pain”, “The Alter Of Nothing” και “The Red Mist Descends” αποδεικνύουν το ένα μετά το άλλο την ποιότητα της επιστροφής των Xentrix και εκπροσωπούν την πρόσφατη εποχή τους, μέχρι να επιστρέψουμε στο παρελθόν με τα “For Whose Advantage?” και “Crimes”, ενώ η μπάντα δε λυπάται και πολύ το κοινό και συνεχίζουν ακάθεκτοι με τα επίσης παλιά “Black Embrace” και “Dark Enemy”! Που να το πεις ότι παίχτηκαν τα τελευταία 4 κομμάτια στο καπάκι και να σε πιστέψουν… Ο Jay Walsh τονίζει ότι είναι τιμή τους να παίζουν με τους Dark Angel και καλεί το κοινό να τα δώσει όλα στο λίγο που έμεινε, έτσι με δυο νέα κομμάτια, τα “Everybody Loves You When You’re Dead” και το ομότιτλο “Seven Words”, ανάβουν τη σπίθα που θα γίνει φωτιά στο τέλος με το “No Compromise” και που εκεί ακόμα και οι ψυχραιμότεροι μπαίνουν στο moshpit και αποχαιρετούν το συγκρότημα με τον τρόπο που του αξίζει. 14 κομμάτια με 7 παλιά και 7 νεότερα, άψογη απόδοση, τρομερό παίξιμο, και με μέγιστη χαρά βλέπω ότι οι Xentrix είναι εδώ και έχουν πολλά ακόμα να μας δώσουν, άξιζαν τέτοια χαρά να παίξουν δίπλα σε ινδάλματα τους κι αξίζουν ότι καλύτερο στο μέλλον γενικά. ΠΑΙΧΤΑΡΑΔΕΣ ΜΟΥ!
Τα πολλά πολλά είναι φτώχεια, η ώρα είναι 22:30 και οι Dark Angel ανεβαίνουν στη σκηνή, πρώτος ο εμβληματικός –και καλύτερος ντράμερ στο γνωστό σύμπαν- Gene Hoglan, ο οποίος αποθεώνεται και στη συνέχεια οι υπόλοιποι. Ο Hoglan δίνει το σύνθημα και το συγκρότημα μας… προαναγγέλει τον ερχομό του με τον ιδανικότερο τρόπο. “We Have Arrived” λοιπόν, ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΣΑΣ ΨΑΧΝΟΥΜΕ η διάθεση της μπάντας αλλά και του κόσμου ο οποίος από την αρχή ακόμα ουρλιάζει ΚΑΘΕ στίχο και κάνει τη μπάντα να τα χάσει με την υποδοχή. O Eric Meyer και η Laura Christine –και γυναίκα του Gene Hoglan- βάζουν φωτιά στις χορδές, από κοντά κι ο μέγας Mike Gonzalez, ενώ στη θωρά και μόνο του επιβλητικού και πωρωτικού Ron Rinehart, το κοινό ξεφεύγει ακόμα παραπάνω. Με το που τελειώνει το κομμάτι ο Rinehart αρχίζει να προσκυνάει το κοινό, “Holy fucking shit Athens, we made it happen”! Στη συνέχεια μας αναφέρει ότι δεν περίμενε τέτοια υποδοχή με το καλημέρα κι ότι άκουσε πολλά για τη χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια και επιβεβαιώνεται με το καλησπέρα. Επίσης τονίζει ότι του είπαν ότι είμαστε το πιο φωνακλάδικο κοινό και το καταλαβαίνει κι ο ίδιος όπως κι ότι του είπαν ότι θα διαλύσουμε το μέρος!
Εδώ μπορείτε να με κατηγορήσετε ευθέως, τους μπιζάριζα πριν τη συναυλία και τους έλεγα «βγάλτε φωτογραφίες το χώρο γιατί δε θα τον ξαναδείτε», έτσι άμεσα περνάμε στο “Time Does Not Heal” όπου στη δική μας περίπτωση, ο χρόνος όχι απλά γιάτρεψε το κενό της μακράς απουσίας τους, αλλά είναι ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ το πώς παίζονται ΑΥΤΑ τα κομμάτια με τις αλλεπάλληλες αλλαγές και τους ΤΟΝΟΥΣ από riffs σαν να έχουν μετρονόμο, μάλιστα τα παίζουν ΑΚΟΜΑ ΠΙΟ ΓΡΗΓΟΡΑ ΚΑΙ ΒΑΡΙΑ χωρίς να χάνεται η συνοχή, το groove και η πώρωση, ενώ επειδή έχουμε δει πολλές φορές τον Gene Hoglan, όπως θα καταλάβατε όλοι και όλες, άλλο να τον βλέπεις με οποιαδήποτε μπάντα κι άλλο με το «παιδί» του, το έζησε τόσο στο φούλ, έπαιξε τόσο πολύ πιο παθιασμένα ενώ ξέρουμε γενικά ότι έχει πιο άνετο στυλ όταν παίζει και κυριολεκτικά κατεδάφισε το Gagarin ολομόναχος. Ο χορός στους κύκλους κάτω από τη σκηνή συνεχίζεται αμείωτος και το λόγο παίρνει ο Eric Meyer που συμπληρώνει στα όσα λέει ο Rinehart ότι «Δεν το πιστεύουμε ότι επιτέλους ήρθαμε και αυτό που γίνεται, σας ευχαριστούμε τόσο πολύ όλους σας». Αυτό που θα διαβάσετε αμέσως δεν είναι προϊόν φαντασίας αλλά ακολουθούν ΤΡΙΑ κομμάτια σερί από το “Leave Scars”!!!!
To “Never To Rise Again” από τα πολύ προσωπικά αγαπημένα κομμάτια όλων μας, δείχνει τι θα πει πριονοκορδέλα και όσο περνάει η ώρα, η μπάντα ΑΝΕΒΑΖΕΙ ΣΤΡΟΦΕΣ (ναι, γίνεται, μη με ρωτάτε πως, ότι είδατε είδα κι ότι είδα είδατε) και το κεφάλι που δεν κοπανιέται συνειδητοποιείς ότι έχει να δώσει κι άλλο. Σβέρκοι έχουν διαλυθεί όσο ποτέ, κραυγές άναρθρες από άλλους πολιτισμούς και σίγουρα όχι ανθρώπινες γεμίζουν το χώρο, μέχρι και οι κοπέλες έχουν απασφαλίσει και αυτό που βλέπουμε είναι ένα άνευ προηγουμένου ΠΑΝΗΓΥΡΙ αλλά και μια απόδειξη γιατί ΑΥΤΟ το συγκρότημα ονομάστηκε “The L.A. Caffeine Machine”! Ιλιγγιώδεις ταχύτητες, ακόμα περισσότερα riffs, ακόμα περισσότερες κραυγές, ακόμα μεγαλύτερη πώρωση στη συνέχεια στο “No One Answers”, ενώ τα άλατα διαλύονται μια και καλή στη συνέχεια με το “The Promise Of Agony”, ένα κομμάτι που το ακούς και νιώθεις ότι σε κάνει να έχεις καθυστερημένες αντιδράσεις στα πάντα με την ταχύτητα του, μέχρι να κατέβει το τελευταίο μέρος του όπου το ρεφρέν παίζεται πιο αργά και βαριά και με Ο-Λ-Ο το Gagarin να ουρλιάζει (συγνώμη…ΝΑ ΟΥΡΛΙΑΖΕΙ ΛΕΩ) “AAAAAGOOOONYYYY” και τα χαμόγελα των μελών του συγκροτήματος να τα λένε όλα, πλην του Gene Hoglan ο οποίος μας σκοτώνει γλυκά σε κάθε κατέβασμα μπαγκέτας!
Ξαφνικά μικρή παύση, γυρνάνε όλοι τις πλάτες προς τον Hoglan, ο οποίος με σηκωμένες τις μπαγκέτες κάνει το break που έμεινε στους αιώνες και η στιγμή που περίμεναν οι πολλές εκατοντάδες (κι άλλες τόσες που δεν ήρθατε και δεν ξέρετε τι χάσατε) έρχεται να μείνει στην ιστορία. To riff που τρυπάει τον αέρα, το κοινό που βγάζει αφρούς από το στόμα, η ελληνικότατο προέλευση της λέξης «διάμετρος» που τόνιζα στους Meyer/Rinehart ότι θα δουν αν και κατά πόσο θα αποκτήσει νέα ερμηνεία και κυρίες, δεσποινίδες και κύριοι, το κομμάτι που πάντα χρησιμοποιούσαμε ως προσδιορισμό καταστροφής παίζεται ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΖΩΝΤΑΝΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ! Φανταστείτε ότι με όσα έχουν γίνει πιο πριν, ο κόσμος έχει ξεχάσει ότι θα δούμε ΟΛΟ το “Darkness Descends” και μάλιστα με την Ελλάδα να γίνεται η πρώτη χώρα ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΣ μετά την Αμερική που παίχτηκε ζωντανά ΟΛΟΣ Ο ΔΙΣΚΟΣ! Το ομότιτλο ΙΕΡΟ κομμάτι λοιπόν αναλαμβάνει να αποτρελάνει τελείως το κοινό, παίζεται τόσο υπέροχα, τόσο γρήγορα, τόσο βαριά, τόσο εμβληματικά και τόσο ιστορικά αψεγάδιαστο που ότι και να σας πω χάνει τη σημασία του, να πω ότι με αξίωσε ο Θεός να το ζήσω και να δω ένα από τα καλύτερα pit στην ιστορία; Και πάλι ελάχιστο θα είναι!
Τελειώνει το κομμάτι και ο Rinehart αναφέρει ότι έχει έρθει η ώρα να τιμήσουν τη μνήμη του πρόσφατα συγχωρεμένου θρυλικού Jim Durkin, με το κοινό να ξεσπάει σε χειροκροτήματα και να φωνάζει δυνατά “JIM, JIM, JIM”, τη μπάντα να συγκινείται όσο δεν πάει, με τον Meyer ειδικά φανερά συγκινημένο, ενώ ακόμα και ο «σκληρός» Rinehart παραδέχεται το αμίμητο “You’re getting me emotional Athens, I can’t handle it” και παίρνει μια βαθιά ανάσα για να συνεχιστεί ΤΟ ΜΑΚΕΛΕΙΟ και με πρωτοπαλίκαρο σ’αυτό το “The Burning Of Sodom”! Ω ΘΕΕ ΜΟΥ! Με όλη την υπερβολή (ή και όχι;) που μπορεί να περιέχει η πρόταση, όταν ο Χριστός εξέπνευσε πάνω στον σταυρό λέγοντας «ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ», ακόμα κι αυτός ως Θεάνθρωπος δε θα είχε κατά νου ότι αυτή η τελική φράση του θα είχε βρει τέτοιο ορισμό από ανθρώπινα (λέμε τώρα) όντα. Πραγματικά χάνεται το νόημα λέξεων τύπου «γρήγορο», «φρενήρες», «ασταμάτητο», τέτοια ηχητική ΤΙΜΩΡΙΑ σε ένα από τα πωρωτικότερα κομμάτια όλων των εποχών δεν έχει ξαναυπάρξει, να παίζεται και όπως το παίζουν; Άστα να πάνε Μπάνε που λέγανε κάτι φίλοι παλιά. Κι αφού ΟΙ ΗΡΩΕΣ στο χώρο κατορθώνουν να σηκωθούν, ο Rinehart μας τονίζει ότι το επόμενο κομμάτι θα παιχτεί για 3η μόλις φορά, και πρώτη εκτός Αμερικής όπως αναφέραμε ξανά.
Το “Hunger Of The Undead” λοιπόν παίρνει σειρά και δεν αλλάζει σχεδόν τίποτα στα παραπάνω που έχουν γραφτεί, ο κόσμος περίμενε δεκαετίες αυτή τη στιγμή, βάλτε και το γεγονός ότι προελαύνει μπροστά στα μάτια μας και πάνω στα κεφάλια μας ένα από τα πλέον ιστορικά και τέλεια άλμπουμ της μουσικής ιστορίας, άρα καταλαβαίνετε τι συνέβη. Και πλήρης ανάφλεξη κορυφώνεται στο “Merciless Death”. O Rinehart μας παρουσιάζει τον Mike Gonzalez σε πρώτο πλάνο και η θρυλική μπασογραμμή προετοιμάζει ΤΗ ΣΦΑΓΗ που ακολουθεί. Όποιος μπήκε στο pit τον Κύριο είδε, ω του κύκλου και της κλωτσοπατινάδας, ω της απασφάλισης των πιο βίαιων ενστίκτων, η Laura Christine χαμογελάει με όσα βλέπει, ενώ ο σύζυγος της βασανίζει αλύπητα το κιτ του, ΜΑΝΟΥΛΑΑΑΑ, τι βλέπουμε Θεέ μου, οι τύποι κοντεύουν τα 60 και παίζουν ΕΤΣΙ! Με κάτι τέτοια πρέπει να ντρεπόμαστε να λέμε «δε μπορώ» για το οτιδήποτε. Εδώ έρχεται το σημείο που ο υποφαινόμενος το χάνει κι αυτός (γιατί ένα μυαλό χειμώνα καλοκαίρι δε βγαίνει) και με το που λέει ο Rinehart στον Hoglan να δώσει το σύνθημα, ξεκινάει το κομμάτι το οποίο έχει τον πιο αληθινό τίτλο που εμπνεύστηκε ποτέ συγκρότημα… “Death Is Certain (Life Is Not)”, λίγες φορές έχω δει ανθρώπους να είναι πραγματικά διατεθειμένοι να πεθάνουν.
Κι άντε η μπάντα, το κοινό τι άσβεστο πάθος ρε παιδί μου, τι τσίτα στο κόκκινο που δεν υποχωρεί είναι αυτή, πόσο πολύ το θέλει ο καθένας μέσα του αυτό που γίνεται και πόσα χρόνια το καταπίεζε για να το βγάλει σε ΑΥΤΗ τη συναυλία συγκεκριμένα. Και πάλι το συγκρότημα δεν έχει λόγια να εκφραστεί, μας χειροκροτάνε, προσπαθούν να πάρουν ανάσα και ο Rinehart ανακοινώνει το «έπος» όπως το ονομάζει που ακολουθεί. Το γιγάντιο “Black Prophecies”, ένα κομμάτι 8:34 σε διάρκεια εν έτει 1986 και σε ΤΕΤΟΙΕΣ ταχύτητες, μας αποδεικνύει γιατί όταν αναφερόμαστε στη χρονιά-breakthrough του thrash η Αγία Τριάδα είναι “Master Of Puppets”/”Reign In Blood”/”Darkness Descends”, πως θα γίνει… Ασταμάτητοι Dark Angel, ασταμάτητοι οπαδοί, όλη αυτή η συσσωρευμένη σε τέσσερις τοίχους ενέργεια είναι ένα ΚΑΒΟΟΜ έτοιμο να εκραγεί μια και καλή και η μπάντα δεν απογοητεύει το κοινό, τονίζοντας ότι έρχεται το τέλος και πρέπει και να τα δώσουμε όλα και να κάνουμε και το μεγαλύτερο pit της βραδιάς. “Perish In Flames” και μιλάμε για ένα ΔΟΞΑΣΜΕΝΟ τέλος συναυλίας, μια πρωτοφανή καθίζηση συναυλιακού χώρου και ένα τεράστιο μάθημα στη βία που θα λέγανε και κάτι ομόσταυλοι τους. Ένα τελευταίο ραντεβού με το πεπρωμένο του για τον καθένα!
Κι όμως το κοινό αναδεικνύεται νικητής της βραδιάς, οι Dark Angel μετά από 85’ αποχωρούν ΘΡΙΑΜΒΕΥΤΕΣ και μην πιστεύοντας τι έχουν ζήσει και το κοινό στέκεται στα πόδια του γεμίζοντας το χώρο στο τέλος όπως έκαναν από την αρχή, “DARK ANGEL, DARK ANGEL, DARK ANGEL”! Υπάρχει μια τρομερή κούραση στα μάτια όλων η οποία ωστόσο συνοδεύεται από χαρά όσο λίγες φορές και με το αρχι-απωθημένο όλων μας να έχει εκπληρωθεί με τέτοιο τρόπο που κανείς να μη θέλει να πάει να κοιμηθεί. Θέλω να τονίσω τον τρόπο με τον οποίο το βίωσε το συγκρότημα μετά τη συναυλία, καθώς η αδρεναλίνη ήταν έκδηλη, ο Eric Meyer ειδικά (ΨΥΧΑΡΑ) τρελάθηκε και δε σταμάτησε να ανεβάζει βίντεο, ο Mark Gonzalez τόνιζε ότι θέλει να ξέρουμε πόσο αγαπάνε τη χώρα μας και τους ανθρώπους της, ο Ron Rinehart είπε ότι δεν έχει λόγια και δεν περίμενε τέτοια αγάπη ενώ εκεί που προσωπικά κατάλαβα πόσο το έζησαν, είναι ότι ανέφεραν πως δε μπόρεσαν να κοιμηθούν μετά από αυτό που έζησαν και ότι όλο το βράδυ μιλούσαν γι’αυτό και προσπαθούσαν να το συνειδητοποιήσουν. Ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ανήκει στον Χάρη Κατινάκη που προσωπικά (και πολλοί άλλοι) ΞΕΡΩ πόσο πολύ ήθελε να τους φέρει εδώ και 25 χρόνια και που εκπλήρωσε το όνειρο μιας ολόκληρης γενιάς!
ΔΕ ΘΑ ΞΕΧΑΣΤΕΙ ΠΟΤΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ. ΟΥΤΕ ΟΤΑΝ ΕΡΘΕΙ Η ΩΡΑ ΜΑΣ!
THE CITY IS GUILTY
THE CRIME IS LIFE
THE SENTENCE IS DEATH
DARKNEEEEEEEEEEEEEEEESS DEEEEEEEEEEEEESCEEEEEEEEEEEEEEEENDS!
Για το Rock Overdose,
Άγγελος Κατσούρας
Φωτογραφίες: Γιάννης Λιβανός (John Metalman Photography - Light & Motion Photography)