Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, οι Metallica αδιαμφισβήτητα αποτελούσαν την μεγαλύτερη και πιο δημοφιλή thrash metal μπάντα παγκοσμίως. Η αναγνώριση αυτή συνεχίστηκε και αργότερα, όταν στις αρχές των 90s ανακηρύχτηκαν στη μεγαλύτερη rock μπάντα όλων των εποχών. Παρόλα αυτά ήταν ξεκάθαρο ότι δεν θα μπορούσαν να συνεχίσουν την μελλοντική τους πορεία, προκειμένου να διατηρήσουν και να ενισχύσουν την επιτυχία τους, ηχογραφώντας ένα album αντίστοιχο του “And Justice For All”, με τα ίδια progressive στοιχεία.
Σε συνέντευξη του στο Uncut το 2020, ο Lars Urlich δήλωσε, πως μετά την κυκλοφορία του “And Justice For All” και αφού είχαν παίξει για χρόνια τα διάφορα κομμάτια των Metallica στις περιοδείες, τα μέλη της μπάντας συνειδητοποίησαν πως είχαν φτάσει πλέον σε ένα μουσικό αδιέξοδο, με την ανάγκη για ένα άμεσο reset να διαφαίνεται στον ορίζοντα.
Δεν ήταν όμως μόνο οι Metallica που κατέληξαν σε αυτήν την διαπίστωση. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ήταν φανερό ότι ολόκληρη η μουσική βιομηχανία χρειάζεται μια ολική αναδιαμόρφωση, με το Glam και το Thrash Metal, δύο είδη που κυριαρχούσαν για χρόνια τόσο στο MTV, όσο και στα μεγάλα φεστιβάλ, είχαν αρχίσει πλέον να χάνουν την αρχική τους δημοτικότητα.
Η αλλαγή έμελλε να πραγματοποιηθεί στο Seattle. Στο συγκεκριμένο μέρος εμφανίστηκαν διάφορες μπάντες, όπως οι Soundgarden, οι Mudhoney και οι Nirvana, οι οποίοι πέτυχαν να συνδυάσουν το punk με το metal, δημιουργώντας ένα πρωτότυπο είδος μουσικής, το επονομαζόμενο grunge, όπως αυτό χαρακτηρίστηκε από τους μουσικούς κριτικούς. Το είδος αυτό αποτέλεσε τεράστια έμπνευση για τους Metallica.Σε συνέντευξη του το 2017, ο Kirk Hammett εξομολογήθηκε ότι ακούγοντας στις 3 τα ξημερώματα το album “Louder Than Love” των Soundgarden, του ήρθε έμπνευση και πιάνοντας την κιθάρα, γεννήθηκε το διάσημο riff που θα αποτελούσε μετέπειτα τη βάση του “Enter Sandman”. Το κομμάτι αυτό θα ήταν και το πρώτο εξ’αυτών που η μπάντα ηχογράφησε για το 5ο της album, το διάσημο “Metallica (aka The Black Album)”.
Oι Metallica επιθυμούσαν με το νέο τους album να κάνουν μια στροφή 180 μοιρών, σε σχέση με το “And Justice For All”, απομακρυνόμενοι ταυτόχρονα από τα πολύπλοκα μέτρα και τα γρήγορα tempo, με το “Enter Sandman” να αντιπροσωπεύει αυτήν την αλλαγή και την επιστροφή σε απλούστερες μουσικές εποχές. Για να πετύχουν το στόχο τους, αποφάσισαν να αλλάξουν και παραγωγό, θεωρώντας ότι η κίνηση αυτή θα ήταν αναγκαία για να δώσουν μια φρέσκια πνοή στη μουσική τους. Έτσι στην θέση του προηγούμενου, Δανού παραγωγού τους, Flemming Rasmussen, με τον οποίο συνεργάζονταν από το “Ride The Lightning”, προσέλαβαν το παραγωγό Bob Rock (Bon Jovi, Aerosmith, The Cult, Mötley Crüe), θέλοντας έτσι να κάνουν πιο εμπορική τη μουσική τους. Σύμφωνα με τα όσα δήλωσε στο παρελθόν ο James, υπήρχε ανησυχία από πλευράς των fans ότι ο παραγωγός αυτός θα άλλαζε τόσο πολύ τον ήχο τους, κάνοντας τους να ακούγονται υπερβολικά εμπορικοί, αλλά η μπάντα δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία σε αυτό.
Η σχέση που δημιουργήθηκε μεταξύ των Metallica και του Bob Rock, ήταν ιδιαίτερα τεταμένη στην αρχή, με τις δύο πλευρές να μην πολύ συμπαθιούνται, καθώς ο Bob, παλιός γνώστης του εγωισμού των rockstars, δεν δίσταζε να είναι ειλικρινής και να ασκεί σκληρή κριτική στα μέλη της μπάντας. Όπως ο ίδιος δήλωσε στο Uncut το 2014, δεν το ενδιέφερε ιδιαίτερα το τι θα σκεφτούν οι Metallica γι’αυτόν. Ήταν ειλικρινής απέναντί τους και όταν αυτοί έδειχναν να είναι πεισματάρηδες και να συνεχίζουν να δουλεύουν πάνω στα κομμάτια με τον ίδιο τρόπο που γνώριζαν, αυτός τους τα γυρνούσε πίσω, προκαλώντας την οργή τους. Επίσης δεν δίσταζε να βρίσει τον Lars όταν αυτός εμφανιζόταν με καθυστέρηση στις ηχογραφήσεις και να τους κακολογήσει όταν έκαναν βλακείες. Ήταν η πρώτη φορά που κάποιος τους αντιμετώπιζε με τον τρόπο αυτό. Παρόλα αυτά η επίδραση του Bob στην μπάντα ήταν άμεση, καθώς τους έπεισε να παίζουν μαζί στο studio, ενώ μέχρι τότε ηχογραφούσαν τα μέρη τους ο καθένας ξεχωριστά.
Ο Bob μαζί με τον Lars Urlich πίεσαν τον James Hetfield να ξαναγράψει τους στίχους για το κομμάτι. Το περιεχόμενο του κομματιού αρχικά αφορούσε το ζήτημα του συνδρόμου του ξαφνικού θανάτου των νεογνών. Ο στίχος “Off to never never land” αντικατέστησε τον αρχικό “Disrupt the perfect family”. Οι δύο πρώτοι όμως επέμεναν ότι το θέμα ήταν πολύ βαρύ για το τραγούδι, πείθοντας τον James να ξαναγράψει τους στίχους, με τον τελευταίο να θυμώνει αρχικά, θεωρώντας ότι αμφισβητούσαν τη δουλεία του, αλλά στη συνέχεια να πεισμώνει για να δουλέψει πιο σκληρά. Εν τέλει και αφού ο James αναγκάστηκε να καταπιεί την δυσαρέσκεια του, έγραψε τους τελικούς στίχους του κομματιού, δίνοντας σε αυτούς τη μορφή ενός παραμυθιού, που διαπραγματευόταν τους παιδικούς φόβους, τόσο τους πραγματικούς όσο και τους φανταστικούς. Ο Sandman, αποτελεί αναφορά σε μια μυθολογική φιγούρα που εισέβαλλε στα δωμάτια των μικρών παιδιών για να τους ρίξει άμμο στα μάτια.
Παραδόξως ο Bob Rock, παρότρυνε εν τέλει τον Lars και τον James να μην αντικαταστήσουν το “Enter Sandman” με το “Holier Than Thou”, καθώς ο ίδιος δεν πίστευε ότι αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει ένα επιτυχημένο hit. Αυτήν την φορά όμως ο Lars πάτησε πόδι, εμμένοντας στην πεποίθηση του ότι το κομμάτι αυτό αποτελούσε τον καλύτερο προάγγελο για το πιο σημαντικό album της ιστορίας των Metallica. Έτσι και αποδείχτηκε στη συνέχεια. Το single με τίτλο “Enter Sandman” κυκλοφόρησε στις 29 Ιουλίου του 1991, φθάνοντας στο No.16 των charts στην Αμερική και στο No.5 των αντίστοιχων στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Σύμφωνα με τον Lars, το single αυτό, εκτός του ότι αποτελεί το διασημότερο την μπάντας μέχρι και σήμερα, λειτούργησε ταυτόχρονα ως η καλύτερη μετάβαση στο επόμενο στάδιο της καριέρας των Metallica, το οποίο ήρθε δύο μήνες αργότερα με την κυκλοφορία του “The Black Album”. Ο συνδυασμός αυτών των δύο, μετέτρεψε τους Metallica από την μεγαλύτερη metal μπάντα σε ένα από τα πιο mainstream φαινόμενα όλων των εποχών.
Τριάντα χρόνια μετά, το “Enter Sandman” σηματοδοτεί την μεγαλύτερη εξέλιξη που πραγματοποιήθηκε στην καριέρα των Metallica, με το κομμάτι να επηρεάζει το DNA όχι μόνο της metal σκηνής, αλλά και ολόκληρου του παγκόσμιου πολιτισμού. Ο Lars δήλωσε πως σε αντίθεση με τα υπόλοιπα κομμάτια των Metallica, τα οποία πολλές φορές βαριέται, το “Enter Sandman” εξακολουθεί να τον συνεπαίρνει με την απλότητα και δυναμικότητά του.
Για το RockOverdose,
Τάσος Στοΐδης