Hardcore το ανάγνωσμα και κατηφορίζω προς το γνώριμο πλέον Arch Club που επισήμως αποτελεί το άντρο του είδους και που εντός των ημερών ξεκινάει κάτι σαν χοροεσπερίδα συνεχών ανάλογων συναυλιών που εγγυώνται την αδρεναλίνη σε πολύ υψηλά επίπεδα αν μη τι άλλο. Αυτή τη φορά είχαμε τους μεγάλους Integrity, τα καμάρια του Cleveland που εδώ και πάνω από 20 χρόνια έχουν θέσει ως βάση τους το Βέλγιο και που είχαν να μας έρθουν από το 2012. Πέρασαν πάνω από 20 χρόνια που τους είδα την πρώτη φορά και όσο να’ναι, είναι από τις μπάντες που όταν ασχολήθηκα με το είδος, με είχαν κερδίσει με τη συνοχή και την ποιότητα τους. Ειδικότερα το ντεμπούτο τους “Those Who Fear Tomorrow” είναι αυτό που λέμε δίσκος ζωής, το ακούς μία και σου μένει για πάντα. Έτσι μπαίνω στο Arch Club, όπου και θα ήθελα άμεσα να τονίσω την μέγιστη βελτίωση της διανομής του κλιματισμού στον χώρο σε σχέση με όταν τον επισκέφτηκα στους Terror. Πολύ ευχάριστη η ατμόσφαιρα και δροσερή συν τοις άλλοι, δεν είχε βέβαια τόσο πήχτρα κόσμο όπως τότε, αλλά θεωρώ ότι έγινε δουλειά πάνω σ’αυτό και δεν γίνεται να μην αναφερθεί, ενόψει και των συναυλιών που θα ακολουθήσουν εκεί προσεχώς.
Το πρώτο live των Ripping Wounds είναι γεγονός, και με το καλημέρα καταλαβαίνουμε γιατί περιγράφουν την μουσική τους ως edgy thrash και πόσο χαρούμενοι ήταν που βρέθηκαν επί σκηνής, τονίζοντας μάλιστα ότι οι Integrity είναι από τους βασικούς λόγους που οδήγησαν στο να φτιαχτεί το συγκρότημα. Ο ήχος τους από τη μία γέρνει ξεκάθαρα στο Slayer-o-Sepultur-ικό μοτίβο που αγαπήθηκε σφοδρά από όλους τους οπαδούς του ακραίου ήχου και δη του thrash, ωστόσο έχουν πολύ μεγάλες δόσεις από την πάλαι ποτέ δοξασμένη Αγγλική βαρύτητα στον ήχο τους, τα πιο εκπαιδευμένα αυτιά μπορούν να πιάσουν αναφορές σε ιερά τέρατα όπως Bolt Thrower, Anathema, Cerebral Fix, Benediction και όλων των βαρέων βαρών καταστάσεων που ευδοκίμησαν στην Γηραιά Αλβιόνα. Έτσι τα όλο ριφφάτο μοτίβο τους τέμνει ταχύτητα και γκρουβάρισμα πολλάκις σε ίσες δόσεις, ενώ ο Δημήτρης σε κιθάρα και φωνή, σε πιο καθαρή άρθρωση και λιγότερο σκίσιμο απ’ότι τον είχαμε συνηθίσει στους Progress Of Inhumanity, προσθέτει έξτρα όγκο, ο οποίος βοηθείται πάρα πολύ από τον πολύ καλό –εξ’αρχής, να το τονίσουμε- ήχο και τους βγάζει ασπροπρόσωπους και άριστα προετοιμασμένους. Θα παίξουν οριακά πάνω από 20’, ωστόσο μαζεύοντας υλικό, είναι ήδη προς αναμονή οι επόμενες κινήσεις τους και περιμένουμε περισσότερες εμφανίσεις. Η πρώτη, δεδομένα επιτυχημένη!
Συνέχεια με τους Final Daze, τους οποίους θα πετύχω επίσης για πρώτη φορά και μόνο τα καλύτερα έχω να πω. Καθαρό hardcore Αμερικάνικου τύπου (το ορθόδοξο, το τίμιο, το πρόστυχο), όπου δεν φείδονται riffs και τρομερών περασμάτων στα τύμπανα. Ο τραγουδιστής με πολύ εκφραστική φωνή και τη διάθεση από κάτω ανεβασμένη ως πρόγευμα για το τι θα ακολουθούσε με τους Integrity. Βγήκαν με πάρα πολύ καλή διάθεση και παρότι hardcore μπάντα, δεν το παίξανε αυτή τη χαζο-ψευτομαγκιά που συμβαίνει με άλλες μπάντες του είδους, αυτό το «γαμάμε και δέρνουμε» που ξενερώνει τον ακροατή και θεατή πολλάκις. Το αντίθετο, βγήκαν χαμογελαστοί και πλήρως ευδιάθετοι, χωρίς διάθεση για φρου φρου και πολλά πολλά γενικά, και έδειξαν ότι άξια πήραν θέση support σε αυτή τη συναυλία. Η όλη τους παρουσία ενισχύεται από το ότι δεν είναι ακίνητοι στη σκηνή, πως θα μπορούσαν βέβαια ως hardcore μπάντα θα πει κάποιος, μην το λέτε γιατί έχει και καρούτες που δεν κουνάνε ρούπι. Ο κόσμος από κάτω γουστάρει υπέρμετρα, τους ενισχύει με πολλά χειροκροτήματα και παρότι δεν παίζουν κι αυτοί πολύ, γύρω στο μισάωρο, κάνουν το κομμάτι τους με το παραπάνω και τολμώ να πω ότι όπου τους πετύχετε, είναι εγγύηση ότι θα περάσετε σίγουρα καλά.
Έρχεται η ώρα των μεγάλων headliners, οι Integrity για τα επόμενα 45’ θα φροντίσουν να δείξουν τι θα πει εμπειρία και γνώση ενός ήχου, ο οποίος ήχος τους να τονίσω είναι ΚΟΡΥΦΗ, ειδικά οι αιχμηρές κιθάρες και τα πολύ ογκώδη/μπουκωμένα τύμπανα κάνουν άμεσα τη διαφορά. Το πώς θα πάει η συναυλία φαίνεται από την αρχή όταν Dwid Hellion πριν ακόμα αρχίσουν, λέει «Αθήνα μου λείψατε πάρα πολύ, ήσασταν πάντα υπέροχοι και χαιρόμαστε πάρα πολύ που είμαστε εδώ». Κάθε riff ακούστηκε όπως θα έπρεπε, μπροστά η κιθάρα να πρωταγωνιστεί με τρομερές beatdown στιγμές και ειδικά τον Alex Henderson στα τύμπανα να δείχνει γιατί έχει το προσωνύμιο “The Beast”, τρομερά χτυπήματα και άριστη γνώση με γεμίσματα. Έξω καρδιά κι ο Francis Kano στο μπάσο, ξεσηκώνει το κοινό όπου παίρνει ανάσες ο Hellion, ενώ στην αριστερή γωνία ο Asa Dunn κατεβάζει ριφφάρες που κατεβάζουν σαγόνια με τη σειρά τους. Σε τραγουδάρες όπως το “Hollow”, το “Sarin”, τα κολλητά “Judgement Day” και το ομότιτλο από το “Those Who Fear Tomorrow”, το κοινό θα ξεφύγει λίγο παραπάνω. O Hellion πραγματικά μεγάλος frontman, γεμίζει τη σκηνή και μόνο με το άνοιγμα των χεριών του και καλεί τον κόσμο πάνω στη σκηνή για να βουτήξει μακριά ποικιλοτρόπως.
Το κοινό ανταποκρίνεται μεν, όχι με τον χαμό που περίμενα δε, καθώς ήταν επικεντρωμένοι οι περισσότεροι να γουστάρουν το παίξιμο της μπάντας, παρά να δημιουργήσουν τζέρτζελο. Δεν έγινε αυτή η σφαγή που έγινε στους Terror για παράδειγμα που μετρούσαμε πτώματα, από την άλλη όμως το ηχητικό αποτέλεσμα –κι ένα μεγάλο μπράβο στον έμπειρο αγαπητό ηχολήπτη γι’αυτό- ήταν άριστο από την αρχή των Ripping Wounds. Μπορεί τα 45’ να φαντάζουν λίγα για να καλύψουν μία καριέρα 36 ετών των Integrity, ωστόσο χαρακτηρίζονται χορταστικά γιατί η μπάντα έπαιξε με πολύ μεγάλη όρεξη, ενώ και οι μικρές διάρκειες των κομματιών χαρίζουν όπως και να’χει αρκετό υλικό σε θαμώνες hardcore συναυλιών. Ο κόσμος στο τέλος με το “Jagged Visions Of True Destiny” θα φύγει ευχαριστημένος και πλήρης, έτσι το ραντεβού ανανεώνεται πρωτίστως σήμερα με τους ηγέτες Agnostic Front κι έχει πολύ ψωμί ακόμα. Hardtimes και TMR αντίστοιχα σαν διοργανωτές, τιμούν τον ήχο που αγαπούν σαν οπαδοί και κατά την προσφιλή τους συνήθεια, χτυπάνε πάντα καλοκαιρινά με σωρεία events που παρότι πολλά στον αριθμό, βρίσκουν ανταπόκριση, άρα δείχνουν ότι υπάρχει και το κοινό να τα στηρίξει και να δίνει κίνητρο για ακόμα περισσότερες. Προσμονή ζωής οι Prong, μοιάζουν ως οι μόνοι που μπορούν να τους φέρουν. Για να δούμε…
Για το Rock Overdose,
Άγγελος Κατσούρας
Φωτογραφίες: Χριστόφορος Φίλης