Ο δεύτερος δίσκος των Metallica έκανε κάτι περισσότερο από να μετατρέψει τα μέλη της σε μεγάλα αστέρια – ανάγκασε τον κόσμο να πάρει στα σοβαρά το thrash metal
Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 1984. Ήταν μία άσχημη μέρα για τους Metallica. Το διαμάντι του thrash metal βρισκόταν στη Βοστόνη όπου ήταν προγραμματισμένο να παίξει σε ένα μικρό μαγαζί εν ονόματι ‘The Channel’ την επερχόμενη νύχτα. Είχαν μόλις επιστρέψει από ένα, απαραίτητο, διάλλειμα δύο εβδομάδων μετά από ατελείωτες πρόβες, γράψιμο και αλκοόλ που επακολούθησαν χωρίς σταματημό την κυκλοφορία του εμβληματικού ντεμπούτο τους Kill ‘EmAll πριν από έξι μήνες. Είχαν πάρει τα πάνω τους.
Σύντομα θα έπεφταν πίσω στη Γη. Τη νύχτα πριν την εμφάνισή τους, Παρασκευή και 13, διαρρήκτες άνοιξαν το βαν με τον εξοπλισμό της μπάντας που βρίσκονταν έξω από το μαγαζί. Όπως ήταν επακόλουθο έκλεψαν το drum kit του Lars και τους Marshall ενισχυτές του Hetfield και Hammett.Πέρα από το οικονομικό η ζημιά ήταν περισσότερο ψυχολογική, με αποτέλεσμα να τους πάρει από κάτω.
Όμως μέσα σε όλο αυτό βγήκε και κάτι θετικό. Χωρίς ενισχυτή πλέον ο James Hetfield σηκώνει την ακουστική του κιθάρα και γράφει μία μελαγχολική μελωδία μαζί με τους ανάλογους υφολογικά στίχους “Life it seems will fade away, drifting further every day/Get lost within myself, nothing matters, no one else”.
Τα συναισθήματα μπορεί να συμβάδιζαν με τη ληστεία αλλά όλο αυτό οδήγησε στη δημιουργία ενός καθοριστικού, για την μπάντα, κομματιού.
“Αν μας έλεγαν ποτέ ότι μετά το Kill ‘EmAllθα ηχογραφούσαμε μπαλάντα θα τους έλεγα να πάνε στο διάολο” αναφέρει αργότερα ο JamesHetfield.
Τόσο το κομμάτι όσο και ο ολόκληρος ο δίσκος ήταν εξαιρετικής σημασίας για την μπάντα και για το είδος της μουσικής σκηνής που είχαν δημιουργήσει. Το MasterOfPuppets ήταν αυτό που τους εκτόξευσε στην κορυφή, δύο χρόνια αργότερα, αλλά το RideTheLightingήταν ο δίσκος που τους έκανε αυτό που είναι.
Οι Metallica ήταν επικεφαλείς της αγέλης ήδη από το Kill ‘EmAll, το οποίο κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 1983. Έγιναν η πρώτη thrash μπάντα που υπέγραψαν δισκογραφικό συμβόλαιο, είχαν κάνει support στους ακόμα μεγαλύτερους τότε Venom και θεωρούνταν οι ήρωες της underground σκηνής.
Απέκτησαν κιόλας τη δικιά τους βάση. Ένα χαμόσπιτο το οποίο οι ίδιοι το βάφτισαν “Metallimanson” που βρισκόταν στο San Francisco στη Καλιφόρνια. Φίλος και φωτογράφος της μπάντας εκείνη την εποχή σχολιάζει:
“Πριν πάω εκεί για πρώτη φορά θεωρούσα ότι θα ήταν ένα ωραίο μέρος. Φυσικά ήταν το άκρως αντίθετο από αυτό που φαντάστηκα. Έκαναν πρόβες σε ένα γκαράζ που μετά βίας χωρούσε ένα όχημα. Στο πάτωμα είχαν βάλει κουτιά από γάλα γιατί όποτε έβρεχε το μέρος έμπαζε από παντού και πλημύριζε. Προκειμένου να μην πάθουν ηλεκτροπληξία ανέβαιναν σε αυτά τα κουτιά”.
Μέσα σε αυτό το σπίτι, όμως, η μπάντα σχεδίαζε την παγκόσμια κυριαρχία της, οδηγούμενη πάντα από τον αποφασιστικό και αεικίνητο LarsUlrich. Έγινε ξεκάθαρο πως δεν ήταν μόνο ο καινοτόμος ήχος τους που τους έκανε να ξεχωρίζουν, από τους αντιπάλους τους, αλλά και η φιλοδοξία τους. Ακόμα βλέποντας την επιτυχία του ντεμπούτου τους Kill ‘Em All ήξερα ότι η συνέχεια έπρεπε να είναι ανοδική. Ήθελαν να εξελιχθούν πέρα από την καθαρή ταχύτητα.
“Όταν παίζεις γρήγορα συνεχώς βάζεις ένα όριο στο τι μπορείς να κάνεις μουσικά” αναφέρει ο Lars.
Οι Metallicaξεκίνησαν να δουλεύουν τα κομμάτια για τον δεύτερο δίσκο τους μόλις επέστρεψαν από το tourμε τους Raven, τον Σεπτέμβριο του 1983. Οι πρόβες τους ήταν άκρως ιδιωτικές. Ήξεραν ότι έμπαιναν (και δημιουργούσαν) σε καινούργια νερά και δεν ήθελαν κανένας να ακούσει τι έκαναν μέχρι να είναι έτοιμο.
Κλειδωμένοι στο γκαράζ τα μέλη της μπάντας ήταν συγκεντρωμένα και αποφασισμένα, αρκετές φόρες μάλιστα αφιέρωναν ώρες ολόκληρες να διαφωνούν και την σωστή τοποθέτηση μιας ρυθμικής αλλαγής ή τον τόνο στη μέση της πρόβας. Οι πρόβες ξεκινούσαν από το απόγευμα μέχρι τη βράδυ, κάθε μέρα, με ελάχιστα διαλλείματα.
“Είμασταν αποφασισμένοι” λέει ο Ulrich. “Δεν μπορώ να πω ότι ήμασταν άνετοι. Το γκαράζ δεν είχε θέρμανση και είμασταν αρκετά πνιγμένοι από τον εξοπλισμό. Δεν υπήρχε καμία πολυτέλεια. Μήπως δημιουργείς καλύτερα όταν είσαι τόσο άβολα; Μπορεί ναι μπορεί όχι. Αλλά μας βγήκε στα κομμάτια, νιώθαμε ότι το πράγμα κυλούσε”.
Ο Cliff Burton ήταν θεμελιώδες στοιχείο στην καλλιτεχνική εξέλιξη των Metallica. Ο μπασίστας ήταν τέτοιας σημασίας για τη μπάντα που τα υπόλοιπα μέλη μετακόμισαν στοBayAreaγια να εξασφαλίσουν τις υπηρεσίες του. Για τον Burton αυτή ήταν η ευκαιρία του επιδείξει τις ικανότητες του τόσο ως παίκτης όσο και ως συνθέτης. Ήταν φαν των Frank Zappa, Lynyrd Skynyrd και της κλασσικής μουσικής. Δεν ανέβασε μόνο το μουσικό επίπεδο της μπάντας αλλά γκρέμισε τα όρια των Metallica που, διαφορετικά, θα έχτιζαν μόνοι τους γύρο από τον εαυτό τους.
“Ο Cliff ήταν αυτός που μου έμαθε πραγματικά για τη μελωδία” αναφέρει ο κιθαρίστας των Anthrax, ScottIan, ο όποιος ήταν φίλος της μπάντας από τις πρώτες τους μέρες. “ΟCliff ήταν ο μαέστρος. Ήταν πραγματικά ολοκληρωμένος και σκεφτόταν πέρα από το thrashκαι το metal. Πάντα φορούσε μία μπλούζα R.E.M. και μία καρφίτσα LynyrdSkynyrdστο τζιν γιλέκο του. Αυτό δίνει μία ιδέα που βρισκόταν το μυαλό του”.
“Ο Cliff μας επηρέασε όλους με πολλούς τρόπους με το ανοιχτό μυαλό του, και αυτός ήταν υπεύθυνος για πολλές αλλαγές από το Kill ‘EmAll στο Ride the Lighting” λέει ο Ulrich. “Ποτέ δε θα γινόμασταν αυτοί που είμασταν χωρίς αυτόν”.
Αν και ο Burton "κουβαλούσε" τους Metallica θα ήταν άδικο να του δώσουμε όλα τα παράσημα. Ο Hetfield και ο Ulrich κρατούσαν τις ισορροπίες ανάμεσα στις υψηλές ταχύτητες και στη μουσικότητα, ενώ ο Kirk επέκτεινε συνεχώς το κιθαριστικό οπλοστάσιασιό του κάνοντας μαθήματα με τον βιρτουόζο Joe Satriani. Από την αμεσότητα του Kill ‘Em All πήγαν σε αντιχρονισμούς και απροσδόκητες αλλαγές ρυθμού. Με μόλις ένα δίσκο ήδη ξέφευγαν από το thrash γκέτο.
Όσο η μπάντα δούλευε στο καινούργιο υλικό έκαναν, σποραδικά, κάποιες εμφανίσεις για να υπενθυμίζουν στον κόσμο ότι είναι ακόμα εδώ καθώς και για να δοκιμάσουν, δειλά δειλά, το νέο υλικό. Ήδη είχαν παρουσιάσει μία πρώιμη μορφή του instrumental ‘The Call Of Ktulu’ (το οποίο τότε ονομαζόταν ‘When Hell Freezes Over’) στο Country Club, στη Reseda, της Καλιφόρνια στις 30 Αυγούστου. Στις 4 Νοεμβρίου επέστρεψαν στο Country Club όπου έπαιξαν τη τελική μορφή του κομματιού μαζί με τα φρέσκα, τότε, Fight Fire With Fire και το επικό Creeping Death. Τρεις μέρες αργότερα στο San Francisco πρόσθεσαν και το Ride The Lightning στο set τους.
Το μέλλον βρισκόταν σε απόσταση αναπνοής.
Μέχρι τα τέλη του 1983 οι Metallica είχαν τεστάρει τα καινούργια κομμάτια στο Αμερικάνικο κοινό. Η θετική ανταπόκριση που εξέλαβαν τους ανέβασε την αυτοπεποίθηση. Ακόμα και αν η ληστεία του εξοπλισμού τους στην Βοστόνη τους έκοψε τη φόρα αυτό ήταν μόνο για λίγο. Τότε ο μάνατζερ της μπάντας είχε ζητήσει από τον Ian Scott, των Anthrax, αν μπορούσαν να δανειστούν τον εξοπλισμό τους για τις υπόλοιπες εμφανίσεις του tour.
Όταν τελείωσαν το tour για την προώθηση του Kill ‘EmAll η μπάντα παρέμεινε στα ‘Ανατολικά’ και συνέχισε να γράφει για το καινούργιο άλμπουμ. Εκεί πήραν μορφή τα Trapped Under Ice, Escape και το μεγαλύτερο μέρος του For Whom The Bells Tolls.
“Είμασταν σε ένα κρύο κελάρι στο πουθενά, μέσα στοNewJersey” αναφέρει ο Lars.“Κρυώναμε και είχαμε hungover όλη τη μέρα”.
Όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου η μπάντα συνεργάστηκε με τον παραγωγό Flemming Rasmussenγια τις ηχογραφήσεις του καινούργιου δίσκου στα SweetSilenceStudios στη Κοπεγχάγη.
Ο Ulrichπρότεινε τονRasmussen γιατί του άρεσε η δουλειά που έκανε μετους Rainbowστον δίσκο Difficult To Cureτο 1981. Η επιστροφή πίσω στο παλιά του πατρίδα μπορεί να ήταν πισωγύρισμα, για τον ντράμερ, όμως είχε και πολλά οφέλη. Τα Sweet Silence Studios ήταν πιο φθηνά, σε σύγκριση με τα Αμερικάνικα studio και επίσης διέθεταν ξενώνες όπου μπορούσε να φιλοξενηθεί η μπάντα όσο δούλευαν για τον δίσκο.
Η πρώτη πρόκληση για τον παραγωγό ήταν να βρει τους κατάλληλους ενισχυτές για να εξασφαλίσει τον βρόμικο ήχο όπου είχαν οι Hetfield και Hammett με τους παλιούς τους Marshall.
“Βρήκαμε όλους τους ανθρώπους που παίζανε metalκαι είχαν καλούς Marshall ενισχυτές και καμπίνες” θυμάται ο παραγωγός “και τους φέραμε όλους στο στούντιο μαζί με τους τον εξοπλισμό τους ‘οπου δοκιμάσαμε τα πάντα μέχρι να βρούμε κάτι που ακούγονταν καλά”.
Όταν λύθηκε το πρόβλημα του ενισχυτή τότε ο Rasmussen ήρθε αντιμέτωπος με ένα πιο θεμελιώδης και δύσκολο θέμα. Ο Ulrichμπορεί να έπαιζε εντυπωσιακά γεμίσματα αλλά είχε σοβαρό θέμα με το να κρατάει τον ρυθμό. Έπαιζε με ένα δικό του τέμπο το οποίο άλλες φορές επιτάχυνε και άλλες τραβούσε πίσω. “Πίστεψα ότι ήταν παντελώς άχρηστος” θυμάται ο παραγωγός. “Το πρώτο πράγμα που τον ρώτησαν όταν άρχισε να παίζει ήταν ‘Τα πάντα ξεκινάνε σε αδύναμο χρόνο; ‘ Αυτός απάντησε ‘Τι είναι αδύναμος χρόνος;’ “.
Με τη βοήθεια του roadie Flemming Larsen, που έπαιζε με την Δανέζικη thrash μπάντα Artillery, ο Rusmussen έκανε μαθήματα βασικού drumming. “Ξεκινήσαμε να του μαθαίνουμε για τους χτύπους (beats). Ότι έπρεπε να είναι ισάξια σε κάθε χτύπημα και ότι έπρεπε να μάθει να μετράει μέχρι το τέσσερα πριν ξαναπατήσει στο στούντιο. Μετά θα μπορούσε να παίξει ένα πολύ καλό γέμισμα που κανένας άλλος δεν είχε σκεφτεί μέχρι τότε”.
Η πλειοψηφία των 8 κομματιών που θα αποτελούσαν τον δίσκο είχαν γραφτεί και ήταν έτοιμα για το στάδιο την ηχογράφησης. Το μόνο κομμάτι που δεν ήταν ολοκληρωτικά έτοιμο ήταν το επικό ‘For Whom The Bells Tolls’. Μετά από λίγο τζαμάρισμα ο Burtonέβαλε την χαρακτηριστική μπασογραμμή ανάμεσα στις σκληρές συγχορδίες και εν τέλη δημιούργησαν τον ήχο της καμπάνας με ένα αμόνι και ένα κομμάτι σίδερο. “Το τοποθετήσαμε (το αμόνι) στην κορυφή των σκαλοπατιών και μετά το ηχογραφήσαμε” αναφέρει ο Rasmussen.“Ήταν γελοίο, ζύγιζε ένα τόνο. Αλλά όταν ο Larsτο χτύπησε ακούστηκε πραγματικά καλά. Όλα αυτά γινόντουσαν πριν την εποχή των samples, οπότε έπρεπε να δημιουργήσουμε τον δικό μας ήχο”.
Με εντυπωσιακή αποδοτικότητα ο δίσκος τελείωσε σε λιγότερο από έναν μήνα. Όταν στις 10 του Μάρτη οι Metallica κάθισαν και τον άκουσαν ολοκληρωμένο κατάλαβαν ότι είχαν κάτι ιδιαίτερο στα χέρια τους.
Ήδη διευρύναν τα σύνορα του thrash. Το άλμπουμ ξεκινούσε με μία εισαγωγή με ακουστική κιθάρα - ιεροσυλία για τον σκληρό ήχο και στις τότε εποχές- που οδηγούσε στο κομμάτι ‘Fight Fire With Fire’. Αν και με το ομώνυμο κομμάτι το έπαιξαν εκ του ασφαλούς με τα επόμενα ‘For Whom The Bell Tolls’ και ‘Fade To Black’ έδειξαν ότι η μπάντα κοιτούσε μπροστά ανεξάρτητα από το τι περίμενε-ήθελε το κοινό.
Δεν ήτα μόνο το μουσικά σύνορα που άνοιγαν αλλά και τα χωράφια των στίχων. Στιχουργικά άφησαν πίσω τα "παιδικά" concept του Kill ‘Em All και εμπνεύστηκαν από την πολιτική και τη λογοτεχνία.
Καταπιάστηκαν με τις καταστροφική προοπτική των όπλων μέσα από το ‘Fight Fire With Fire’, τη θανατική ποινή μέσα από το ‘Ride The Lightning’. Μέσα από τα έργα του H. P. Lovercraft δημιουργήθηκε το ‘CallOfKtulu’ ενώ το ‘ForWhomTheBellsTolls’ πραγματεύεται το ομώνυμο αριστούργημα της λογοτεχνίας του Ernest Hemingway. Εξαίρεση αυτών το Metal Militia.
Το πιο ανθεκτικό κομμάτι του δίσκου οφείλει το κύριο θέμα του στο πιο εμπορικό βιβλίο όλων των εποχών, την Βίβλο. Το Creeping Death πάρθηκε από το Βιβλίο της Εξόδου. Αν και φαίνεται ότι εδώ υπάρχει η σκιά της θρησκευτικής ανατροφής του Hetfield ωστόσο η πηγή ήταν λιγότερο Άγια.
“Ο James μου είπε ότι είχε σε βιντεοκασέτα τις ‘Δέκα Εντολές’ (1956) στο στούντιο και την έβλεπαν ξανά και ξανά” θυμάται ο IanScott. “Το κομμάτι αφορούσε τις πληγές των Εβραίων από όταν ήταν σκλάβοι των Αιγυπτίων και το πως ο Θεός εκδικήθηκε τους Αιγυπτίους στέλνοντας τον Άγγελο του Θανάτου να σκοτώσει τον πρωτότοκο γιο τους (To kill the first born son). Πιστεύω ότι μπορούσε να συνδεθεί μαζί μου γιατί ήμουν Εβραίος”.
Οι Metallica επέστρεψαν πάνω στη σκηνή δεκαπέντε μέρες μετά την ολοκλήρωση του δίσκου, με μία συναυλία στο Λονδίνο στις 27 Μαρτίου του 1984 η οποία υπήρξε και η πρώτη εμφάνισή τους στην Αγγλία. Η επόμενη εμφάνισή τους στην Αμερική δεν θα γινόταν πριν τις 20 Ιουλίου, πίσω στα πατρικά τους εδάφη στο San Francisco όπου και τους υποδέχτηκαν σαν τοπικούς ήρωες.
Μία εβδομάδα μετά κυκλοφόρησε το ‘Ride The Lightning’. Η πλειοψηφία των θαυμαστών τους εντυπωσιάστηκαν από την εξέλιξη της μπάντας από το ατόφιο thrash σε αυτό τον νέο και περίπλοκο ήχο. Ορισμένοι όμως φανατικοί του σκληρού ήχου ήταν εξοργισμένοι με αυτές τις αλλαγές. Την ακουστική εισαγωγή στο ‘Fight Fire With Fire’ και τη σχεδόν εμπορική μελωδία στο ‘Escape’ την υποδέχτηκαν με καχυποψία.Το ‘Fade To Black’ αποτελούσε προδοσία!
“Πολλοί άνθρωποι το μίσησαν στην αρχή” αναφέρει ο Ron Quintana.“Οι fans ήθελαν ένα καινούργιο Kill ‘EmAll σε μεγαλύτερες ταχύτητες. Ο κόσμος γούσταρε νέες και πιο γρήγορες μπάντες. Στο Bay Area πολλές μπάντες κυνηγούσαν μόνο την ταχύτητα πέρα ως πέρα για αυτό πολύς κόσμος ακολουθούσε τους Exodus”.
Όντως οι Exodus- η μπάντα από όπου "βγήκε" ο Kirk- εκμεταλλεύτηκαν απευθείας αυτό που έκαναν οι Metallica. Τύπωσαν μπλουζάκια που έγραφαν “NO BALLADS” (δηλ.Όχι Μπαλάντες).Υπήρξε όμως και ένα μεγαλύτερο θέμα. Ο Hammett είχε χρησιμοποιήσει ένα riff τους στο τραγούδι ‘Impaler’ και ‘Trapped Under Ice’. Ακόμα χειρότερα το ‘Die By my Hand’ που εντοπίζεται στο ρεφρέν του Creeping Death είχε εμφανιστεί αρχικά σε ένα κομμάτι των Exodus με τίτλο-τι άλλο;- ‘Die By His Hand’.
“Θυμάμαι να παίρνω τηλέφωνο τον Kirk με μεγάλη στεναχώρια” θυμάται ο κιθαρίστας των Exodus, Gary Holt.“Αυτός είπε ‘Νόμιζα ότι σας είχα ρωτήσει αν ήταν Οκ’ και του είπα ‘Όχι δεν το έκανες’. Όποτε είχα την ευχαρίστηση- όχι με την κυριολεκτική έννοια σαφώς- να βλέπω 60.000 άτομα να φωνάζουν ‘Diebymyhand!” στα σόου των Metallicaενώ εγώ πότε δεν πήρα ούτε ένα δολάριο από αυτό”.
Για όσους μίσησαν το Ride The Lighting υπήρξαν ακόμα περισσότεροι που το αγάπησαν, συμπεριλαμβανομένου και του Ian Scott.
“Είχε πολύ στιβαρό ήχο και δεν μπορούσα να το χορτάσω. Και οι ίδιοι οι τύποι ήταν πολύ χαρούμενοι με το αποτέλεσμα με μόνη εξαίρεση το εξώφυλλο το οποίο μισούσαν. Όταν παίζαμε στο Roseland τον Αύγουστο του 1984 είχαν το εξώφυλλο μαζί τους και μου το έδειξαν. Έχω μία φωτογραφία με τον James και τον Kirk στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που ο πρώτος κρατάει την μύτη του και έχει κάτω τον αντίχειρά του.”
Το πιο σημαντικό ήταν ότι ο καινούργιος δίσκος τράβηξε την προσοχή σημαντικών ανθρώπων. Ένας από αυτούς ήταν ο Michael Alago, ένας ανερχόμενος "δημιοσχετίστας" των Elektra Records, της δισκογραφικής που πέρασαν ονόματα όπως οι Doors, The Stooges και MC5. Ο Alago ήταν τόσο εντυπωσιασμένος από τον δίσκο που έπεισε τους ανώτερους του να του δώσουν την άδεια να ‘κυνηγήσει’ τους Metallica.
“Τους είδα ζωντανά στο Roseland” θυμάται ο Alago. “Ήξερα ότι υπήρχαν και άλλα άτομα από δισκογραφικές εκεί. Οπότε ουσιαστικά άνοιξα την πόρτα και μπήκα στα παρασκήνια και την έκλεισα πίσω μου. Ήμουν ο μόνος που μπήκε εκεί. Τους είδα και είπα ‘Κοιτάξτε. Είμαι έτοιμος να φρικάρω. Σας αγαπάω παιδιά και θα ήθελα πολύ να έρθετε από το γραφείο που την επόμενη’ όπως και έγινε. Ήρθαν πολύ νωρίς το πρωί. Ήταν στο δωμάτιο σύσκεψης. Παρήγγειλα κινέζικο φαγητό και μπύρες και καθίσαμε και τα είπαμε. Πιστεύω ότι αυτό που τους άρεσε ήταν ότι ήμουν στην ηλικία τους και το ότι ήμουν ενθουσιασμένος. Καταλάβαν ότι θα φρόντιζα για αυτούς κάτι που έκανα από την πρώτη μέρα”.
Η Electra Records επανακυκλοφόρησε το Ride The Lightning στις 15 Αυγούστου, την ίδια χρονιά, κάνοντας τον τον γρηγορότερο και πιο heavyδίσκο που κυκλοφόρησε από μεγάλη δισκογραφική, μέχρι τότε. Αυτό δημιούργησε κινητικότητα. Κάθε μεγάλη δισκογραφική ήθελε πλέον την δικιά της thrashμπάντα κάτι που στους επόμενους 18 μήνες πραγματοποιήθηκε. Οι περισσότερες δισκογραφικές απέκτησαν μία.
Το δυσκολότερα μπορεί να είχαν περάσει αλλά οι Metallica, έχοντας πλέον μία μεγάλη δισκογραφική από πίσω, δεν άφησαν ποτέ το πόδι από το γκάζι. Έχοντας φτάσει η ΄μετοχή’ τους πολύ ψηλά στην Αμερική ήθελαν να κατακτήσουν και την άλλη μεριά του Ατλαντικού επιστρέφοντας για το Bang That Head That Doesn’t Bang Tour, το οποίο κλιμακώθηκε με την εμφάνιση της μπάντας στο Λονδίνο στις 20 Δεκεμβρίου.
30 χρόνια μετά το Ride The Lightning παραμένει ο δίσκος που άλλαξε τους Metallica. Ήταν η πρόοδος του ήχου της μπάντας και του thrash metal γενικότερα. Μπορεί στους σκληροπυρηνικούς fans να μην έκανε θετική εντύπωση αυτή η αλλαγή σε πιο εμπορικό ύφος, αλλά σίγουρα έκανεστην ίδια την μπάντα όπως και στις υπόλοιπες. Από εκείνη τη στιγμή σχεδόν κάθε δίσκους που έβγαινε ξεκινούσε με μία ακουστική κιθάρα και στη μέση του δίσκου υπήρχε μία μπαλάντα.
Ακόμα και οι ίδιοι οι Metallica αντέγραψαν τους εαυτούς τους. Η μεγάλη επιτυχία τους εν ονόματι Master Of Puppets ακολούθησε ακριβώς την ίδια δομή με τον προκάτοχό του. Όποτε βγαίνει το συμπέρασμα ότι το Ride The Lightning δεν ήταν απλά ένας επιτυχημένος δίσκος αλλά το θεμέλιο στο οποίο πάτησε όλος ο σκληρός ήχος. Χωρίς αυτό δεν θα υπήρχε το Master Of Puppets να αφήσει ιστορία.
“Οι Metallica πάντα έσπαζαν τα όρια και τους περιορισμούς” λέει ο Lars Ulrich. “Όταν κάναμε κάτι πάντα σκεφτόμασταν ‘Ωραία, τι μπορούμε να κάνουμε στη συνέχεια για να διαφέρουμε;" .
Για το RockOverdose,
Πάρις Καραγιαννόπουλος