“With Woden On Our Side”
Υπάρχει για πολλούς ανθρώπους ένα κομβικό σημείο στη ζωή τους, όπου είτε θα γίνουν ένα με την ρουτίνα της ζωής τους και την καριέρας τους, ή θα πραγματοποιήσουν ένα άλμα για να αρχίσουν έναν νέο κύκλο. Στη δεύτερη κατηγορία υπάγονται οι Σουηδοί Amon Amarth, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια φαίνεται να πετάνε το ένα άλμπουμ μετά το άλλο στη μάπα μας χωρίς οίκτο.
“My First Kill”, όταν στιγματίστηκα στην κοινωνία ως πολεμιστής αλλά και δολοφόνος. Ήταν τότε που ο κόσμος με ανάγκασε να φύγω και να γίνω “Wanderer”. Τότε ήταν που βρήκα τον εαυτό μου και η ζωή μου έγινε μια περιπέτεια. Μια περιπέτεια που δεν σταμάτησε για όσο ζούσα. Από τα πρώτα κιόλας λεπτά του δίσκου μπαίνουμε στο σώμα ενός μισθοφόρου του τάγματος “Jomsviking”. Αυτή η σκέψη και μόνο αρκεί για να παρασύρει κάποιον σε όνειρα και οπτασίες αλλόκοτες κι εξωπραγματικές. Παρόλα αυτά η μπάντα δίνει ρέστα με τις δικές της εξωπραγματικές συνθέσεις. Οι συνθέσεις, αν και πιο μελωδικές, αποτελούν μια βουτιά στο παρελθόν της περιόδου “With Οden On Our Side”, με αποτέλεσμα εκεί που πρέπει να είναι λυσσασμένες κι επικές, ενώ σε άλλα σημεία, που ομαλοποιούνται τα πράγματα, συναντάμε αυτές τις υπερβολικά μελωδικές γραμμές για τέτοια μπάντα. Παρόλα αυτά είναι ο συνδυασμός που κυριολεκτικά σκοτώνει με μια τσεκουριά στο κρανίο. Προσθέστε σε αυτό και την προσθήκη απαγγελιών με τη γνωστή επικά γεμάτη γρέζια φωνή του Johan Hegg και ο δίσκος μετατρέπεται σε μια αφήγηση δίπλα από την φωτιά μετά από μια αιματηρή μάχη.
Κάπου στο “Deceiver Of The Gods” η μπάντα φαινόταν ότι έχει βάλει τον αυτόματο πιλότο και παράγει κομμάτια με το κιλό, παρόλα αυτά οι βασικοί συνθέτες Olavi Mikkonen και Ted Lundström αποδεικνύουν περίτρανα ότι δεν χαμπαριάζουν, και θα το διαπιστώσετε από την πρώτη κιόλας ακρόαση. Αν πειραματίστηκαν κάπου θα λέγαμε ότι έγινε στο “Raise Your Horns”, όπου πραγματικά κατάφεραν να βγάλουν μια άκρως πανηγυρική ατμόσφαιρα, και ήταν το κομμάτι με το οποίο σηκώθηκα από την καρέκλα μου τελείως αβίαστα κι άρχισα να κοπανιέμαι μέσα στο σαλόνι. Δεύτερο και φαρμακερό κατ’ εμέ, το “A Dream That Cannot Be”, όπου με τη συμμετοχή της Doro προσπάθησαν να επαναλάβουν την ιδέα του Hel από τον προηγούμενο δίσκο με τον Messiah Marcolin. Κατά τη γνώμη μου δεν τους βγήκε γι’άλλη μια φορά, αφού προτιμώ τα μπρουταλ φωνητικά να τσεκουρώνουν μόνα τους. Ψεγάδι αποτελεί κατ’ εμέ και η απουσία του Fredrik Andersson, αφού ο Τobias Gustafsson είναι απλά διεκπεραιωτικός, χωρίς να μπορεί να βροντήξει τα τύμπανα του πολέμου με την ίδια λύσσα που απαιτείται σε έναν τέτοιο αφήγημα.
Εν τέλει, οι Amon Amarth κατάφεραν στον δέκατο κατά σειρά δίσκο τους να δείξουν σε όλους ότι δεν νιώθουν τι θα πει κορεσμός και μας προσφέρουν έναν concept δίσκο, ο οποίος παρόλο που δεν έχει ευτυχισμένο τέλος, είναι άκρως διδακτικός στο στιχουργικό του κομμάτι και επικός στο μουσικό. Χτυπιέται στα ίσα με τον αγαπημένο μου “With Οden On Our Side” και αποτελεί ένα σύγχρονο παιάνα τον οποίο, όποιος τον ακούει χωρίς να βράζει το αίμα του, μάλλον δεν του ταιριάζει. Είναι από τις στιγμές που θεωρούνται επιτομή του μέταλ, αφού παντρεύονται με αριστοτεχνικό τρόπο δυο ακραία σημεία της μέταλ.
Βαθμολογία 91/100
Για το Rock Overdose,
Ηλίας Ιακωβόπουλος