Συντάκτης: Κατερίνα Μήτικα
Ο «Τυφλός Φρουρός» ξύπνησε από το λήθαργό του και επανήλθε για τα καλά, εκπλήσσοντας τους πάντες από εκεί που δεν το περίμεναν. Η νέα κυκλοφορία των Blind Guardian αναμφισβήτητα ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Ομολογουμένως, τα τελευταία χρόνια η εικόνα των θρυλικών Βάρδων δε θύμιζε επακριβώς την ιστορική εποχή των 90s που απολάμβαναν τις απόλυτες δόξες τους. Πολλές πιο πρόσφατες δουλειές τους θεωρήθηκαν όχι αρκετά άρτιες και άφησαν τη στρατιά των fans που τους ακολουθούσαν φανατικά από τη χρυσή τους εποχή με μια ελαφρώς πικρή γεύση. Ο δίσκος που έσπασε αυτό το σερί safe κυκλοφοριών τελικά έμελλε να είναι το πολυαναμενόμενο “The God Machine”. Επιτέλους έφτασε η στιγμή που οι Βάρδοι της καρδιάς μας βρήκαν τον παλιό τους εαυτό.
Μόλις είδα το artwork που κοσμεί το εξώφυλλο του δίσκου, υποψιάστηκα πως αυτή τη φορά το project που ετοιμάζουν οι Blind Guardian θα είναι διαφορετικό. Γνώριζα το έργο και τον καλλιτέχνη πολύ πριν ανακοινωθεί ο δίσκος και η επιλογή των ανωτέρω με εξέπληξε. Ο Gadreel, ο Άγγελος του Πολέμου του Peter Mohrbacher από την ενότητα Watchers της καλλιτεχνικής συλλογής Angelarium, επιλέχθηκε για να δώσει υπόσταση στο πιο πρόσφατο έργο των Blind Guardian. Όπως πάντα, οι Βάρδοι μέσα από τη δουλειά τους μας διηγούνται επικές ιστορίες φαντασίας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κάθε ένα από τα εννιά κομμάτια του δίσκου αναλαμβάνει να μας εξιστορήσει κάτι εμπνευσμένο από μια διαφορετική σειρά φαντασίας, με εξαίρεση το πέμπτο κομμάτι.
Το “The God Machine” είναι ένας δίσκος που κοιτάει πίσω για να προχωρήσει μπροστά. Από τις πρώτες κιόλας νότες του “Deliver Us From Evil”, κατάλαβα ότι οι θρύλοι επέστρεψαν στις ρίζες τους. Η εισαγωγή του κομματιού χαρακτηρίζεται από βρώμικες κιθάρες και επικά, επιθετικά και θεατρικά φωνητικά του υπερταλαντούχου frontman των Γερμανών, Hansi Kürsch, ο συνδυασμός των οποίων δημιουργεί μια άκρως evil ατμόσφαιρα. Το “Deliver Us From Evil” στο σύνολό του είναι γρήγορο και περιπετειώδες, με έντονη δράση, που ενισχύεται από όλα τα μέλη της μπάντας και φυσικά από την υπέροχη χορωδία που την πλαισιώνει. Μιλάει για το θεατρικό έργο του Arthur Miller, The Crucible.
Το επόμενο κομμάτι του “The God Machine”, “Damnation”, όντας αφιερωμένο στη σειρά βιβλίων The Kingkiller Chronicle του Patrick Rothfuss, δεν γινόταν να μην μεταφέρει το σκοτάδι της πηγής έμπνευσής του. Η evil επική ατμόσφαιρα κυριαρχεί και ο πρωταγωνιστής δεν είναι άλλος από την επιτυχημένη συνεργασία του Hansi και της χορωδίας.
Ακολουθεί το μεγαλύτερο σε διάρκεια κομμάτι στον νέο δίσκο, “Secrets Of The American Gods”. Η σύνθεσή του με μια λέξη, μεγαλεπήβολη. Τα επικά μέρη συμφωνικής ορχήστρας δηλώνουν για πρώτη φορά βροντερό παρόν και πραγματικά κλέβουν την παράσταση. Φυσικά, η χορωδία ενισχύει το επικό αίσθημα και ολοκληρώνει την εμπειρία. Η μπάντα από πλευράς της τα δίνει όλα: όμορφα solo, φωνητικά που φτάνουν στα ουράνια, drums που σκάνε σαν δυναμίτες και στιβαρές μπασογραμμές που συμβάλλουν στο βάθος του ηχητικού αποτελέσματος. Στιχουργικά το “Secrets Of The American Gods” εμπνέεται από το μυθιστόρημα American Gods του Neil Gaiman.
To “Violent Shadows” ανταποκρίνεται πλήρως στο όνομά του. Με ένα απότομο ξεκίνημα παίρνει από τα μούτρα τον ακροατή και δεν τον αφήνει μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο. Ένα από τα πιο γρήγορα και heavy κομμάτια του “The God Machine”, περιλαμβάνει μέχρι και ένα είδος brutal φωνητικών από τον Hansi Kürsch που δεν ακούμε συνεχώς. Βασίζεται στον χαρακτήρα Kaladin Stormblessed από τη σειρά βιβλίων The Stormlight Archives του Brandon Sanderson.
Ακριβώς στη μέση του tracklist έχουμε το μοναδικό κομμάτι που δε βασίζεται σε κάποια σειρά φαντασίας, αλλά σε ένα γεγονός – στο Big Bang και τη δημιουργία του σύμπαντος. Το “Life Beyond The Spheres” είναι μυστήριο και σκοτεινό, όπως και το διάστημα. Εδώ η μπάντα κάνει εξαιρετική δουλειά με την κιθάρα, από σκληρά μοντέρνα (σε αυτή την περίπτωση) riffs μέχρι ευφάνταστα solo. Ανήκει στις προσωπικές μου αγαπημένες στιγμές του δίσκου μαζί με το “Secrets Of The American Gods”.
Χέρι-χέρι με το “Violent Shadows”, το “Architects Of Doom” (ειδικά στο πρώτο μισό) επιδεικνύει την πιο heavy μεριά των Blind Guardian. Και εδώ ο Hansi Kürsch προσφέρει μερικά brutal φωνητικά, ενώ η υπόλοιπη μπάντα τον υποστηρίζει εξαιρετικά. Στα pre-chorus σημεία και στα ρεφραίν υπάρχει η μαγική πινελιά της χορωδίας που ενισχύει τη θεατρικότητα και το επικό του αποτελέσματος. Το κομμάτι βασίζεται στη σειρά επιστημονικής φαντασίας Battlestar Galactica.
Το ”Let It Be No More” θα λέγαμε πως είναι το πιο προσωπικό και συναισθηματικό κομμάτι στο “The God Machine”. Κυρίως έχει να κάνει με την απώλεια της μητέρας του Hansi Kürsch, αλλά επηρεάζεται και από τη σειρά The Leftovers. Πρόκειται για μια power ballad που κρατάει χαμηλό προφίλ στα κουπλέ, όμως στα ρεφραίν ακούμε μια έκρηξη συναισθήματος. Τα συμφωνικά μέρη επιστρέφουν, χωρίς αυτή τη φορά να προσπαθούν να κλέψουν την παράσταση. Επιχειρούν να πλαισιώσουν και να θέσουν στο επίκεντρο τον frontman των Γερμανών, ο οποίος δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας και συναισθήματος.
Το επόμενο κομμάτι ανεβάζει τους παλμούς και μας επαναφέρει σε πιο heavy στιγμές. Το “Blood Of The Elves” ξεκινάει απότομα για να κάνει παρέα στα “Violent Shadows”, και “Architects Of Doom”, δηλαδή στις πιο σκληρές στιγμές του “The God Machine”. Γρήγορο και σκληρό, διατηρώντας έναν επικό και σκοτεινό χαρακτήρα μας διηγείται για το ομώνυμο πρώτο βιβλίο της σειράς The Witcher του Andrzej Sapkowski. Οι πιο brutal φωνητικές στιγμές του Hansi επιστρέφουν, με τη μπάντα να τον υποστηρίζει με ένα αρκετά βίαιο παίξιμο.
Ο επίλογος του “The God Machine” γράφεται με το “Destiny”, την πιο θεατρική στιγμή του. Εμπνευσμένο από το παραμύθι του Hans Christian Andersen, The Ice-Maiden, μας μεταφέρει στην evil ατμόσφαιρα μυστηρίου που διακατέχει την ιστορία του κορυφαίου παραμυθά. Η χρήση της χορωδίας και της ορχήστρας γίνεται με έναν έξυπνο τρόπο, που αναδεικνύει τη σύνθεση του κομματιού. Φυσικά δε λείπουν και τα ενδιαφέροντα guitar riffs, αλλά ούτε και η θυελλώδης δουλειά με τα drums.
Στο “The God Machine” βλέπουμε στιγμές “Nightfall In Middle-Earth” να επιστρέφουν στις συνθέσεις των Blind Guardian. Οι Βάρδοι δεν προσπαθούν να μιμηθούν το στυλ, που είχαν στη δεκαετία του ’90, αλλά να εμπνευστούν από αυτό και να το μετουσιώσουν στις μοντέρνες παραγωγές. Η νέα τους κυκλοφορία μπορούμε επιτέλους να πούμε πως θα ικανοποιήσει τους παλιούς τους fans, ωστόσο είναι ικανή να μαγνητίσει και καινούριους και να τους παρακινήσει να ανατρέξουν στην υπόλοιπη δισκογραφία τους.
Το “The God Machine” έμμεσα φιλοδοξεί για το δύσκολο τόλμημα του να επαναφέρει το power metal στο επίκεντρο της προσοχής του μεταλλικού κόσμου. Το νέο πόνημα των Blind Guardian αποτελεί μία κυκλοφορία, που μπορεί να μην τετραγωνίζει τον κύκλο από μουσικής άποψης, ωστόσο δε μπορεί να αμφισβητηθεί ότι πρόκειται για μια από τις πιο πολυαναμενόμενες και σημαντικές κυκλοφορίες της χρονιάς, με άκρως ποιοτικό και άρτιο περιεχόμενο. Οι Βάρδοι έθεσαν τον πήχη σε υψηλά επίπεδα και σίγουρα αναζωογονούν το -στατικό πλέον- power metal ιδίωμα, το οποίο έχουν καθορίσει και σημαδέψει στο παρελθόν με τη βαριά τους παρακαταθήκη. Θέση σε αυτή, έχει και το “The God Machine”, μια από τις πιο αξιόλογες στιγμές της καριέρας τους.
Βαθμολογία: 93/100
Για το Rock Overdose,
Κατερίνα Μήτικα