Ημερομηνία δημοσίευσης: 18 Απριλίου 2018
Το prog ξεκίνησε να πρεσβεύει μια ανοιχτόμυαλη προσέγγιση στη μουσική (εκτός όλων των άλλων αρετών και κατάρων), αλλά το να έφτανε στα αυτιά μου ένα AOR-prog υβρίδιο ομολογώ πως δεν το περίμενα. Η ποικιλότητα της μουσικής αυτής έχει τον ατέλειωτο, οπότε ορίστε και το παραπάνω ταίριασμα, Dukes of the Orient- “Dukes of the Orient”, εκεί όπου η παρτιτούρα συναντάει τις βλέψεις της αρένας και την ερωτιάρικη κληρονομιά του Coverdale.
Οι συνθέσεις του “Dukes of the Orient” έχουν το εξευγενισμένο ύφος του «σπουδαγμένου» μουσικού, έχουν το άρωμα της λαϊκής καψούρας και μια ιερή συμμαχία αλά “Special Relationship”, με ένα Βρετανό και έναν Αμερικάνο, που από Δούκες θα γίνουν σύντομα Βαρόνοι. Οι επιρροές ξεκινούν από την παλιά Βρετανική σχολή των 70’s (Genesis, Jethro Tull), και επεκτείνονται στις AOR μοκέτες με synths και τρομερά έντονες ερμηνείες.
Ο δίσκος έχει καρπούς. Ζουμερούς και φρέσκους. Το ακαδημαϊκό ενδιαφέρον αποκτά συγκινητική υφή, όταν του παραδοσιακό prog/rock δέντρο καρποφορεί τέτοια melody lines, συνδυάζοντας τον κλασικισμό των Yes με το ανάλαφρο refrain μιας απέραντης disco των 80’s (“Time Waits For No One”). Σε κάθε κλαδί καραδοκούν τόσο εύγευστοι συνδυασμοί, που μένει κανείς να απορεί πως δεν έκατσε τέτοιο συνοικέσιο στο παρελθόν. Το, αλά Genesis, πιάνο στο “Amor Vincit Omnia” δέχεται αδιαμαρτύρητα πολύ νερό στο κρασί του, αλλά όταν σκάει η prog/folk διφωνία ενώ το main vocal line γλυκοκοιτάει τις κοπελιές της πρώτης σειράς, έχεις κάτι για να χαμογελάς πληρέστατος και χορτάτος.
Τα φωνητικά του Payne είναι ισοβίως γραμμένα στη σχολή του κλασικού hard rock σκούρου τενορίζοντος τρόπου και αν οι συνθέσεις είχαν λίγο μεγαλύτερη διάθεση επιδείξεως ο τύπος θα μας άφηνε χωρίς σαγόνι. Η παραγωγή έχει γύρει υπέρ του δέοντος στην AOR πλευρά, ρίχνοντας τις εντάσεις σε αχρείαστο βαθμό, ενώ η γενική φιλοσοφία της ισορροπίας δεν πετυχαίνει πάντα, με διάφορες στιγμές σε τραγούδια όπως “Strange Days”, “Time Waits For No One”, “Fourth of July” να chees-άρουν εκτός φαινομενικού προγραμματισμού.
Οι κορυφές του δίσκου είναι βουτηγμένες στο prog rock και το περιβάλλον, υπό το οποίο ξεδιπλώθηκαν τόσο καλά, έχει στοιχεία από κάθε χαρούμενα μελωδικό κόσμο της προ 80’s εποχής. Η ζυγαριά γέρνει ξεκάθαρα σε συνθέσεις, αλλά το σύνολο ακούγεται ευχάριστα και υποψιάζομαι ότι το υποκειμενικό γούστο θα δώσει καλύτερες απαντήσεις για το τι ξεχωρίζει στο “Dukes From the Orient”. Ο επίλογος του “Give Another Reason” συνεχίζει θριαμβευτικά την περσινή χρονιά με τις θριαμβευτικές prog επελάσεις, αλλά το σύνολο του δίσκου δεν αγγίζει τα προαναφερθέντα πρότυπα. Ναι, είναι ένα δημιούργημα φαντασίας, επιρροών, καλοπέρασης και τρομερού ενδιαφέροντος. Ναι, μπορεί κανείς να φτιάξει το αερόβιο πρόγραμμα της μέρας του και μετά να διαβάσει Βρετανική λογοτεχνία στο πρωτότυπο. Ναι, είναι ένα καλό album με κάποια φοβερά τραγούδια και χωρίς κακές στιγμές, αλλά σαν σύνολο, όσο οι ακροάσεις επαναλαμβάνονται, η ζυγαριά γέρνει απτά και ρεαλιστικά σε συγκεκριμένες στιγμές που είναι εμφανώς ανώτερες. Το πείραμα πέτυχε, αλλά το αριστείο προϋποθέτει περεταίρω έρευνα και κυρίως συνθετική έφεση. Από το εν λόγω πόνημα, πάντως, τη βλέπω να έρχεται στο άμεσο μέλλον.
Μάλιστα, ο συνδυασμός πέτυχε. Μπορούμε να το δούμε κι αυτό το φαινόμενο, είτε από επηρεασμένους μίμους, είτε από τους ίδιους τους δούκες. Κρατάμε τις καλές στιγμές, τη φαντασία, τις ερμηνείες, τα πλήκτρα και το τεράστιο “Amor Vincit Omnia”, κοιτάζοντας περήφανοι τη συλλογή με την εξελικτική διεργασία του «προοδευτικού» ήχου και αναμένοντας περισσότερες εκπλήξεις και αλλόκοτα συνοικέσια.
Βαθμολογία: 75/100
Για το Rock Overdose,
Θοδωρής Καλουδιώτης