“Το μέλλον της heavy metal…”
Κατενθουσιασμένο είχα βρει τον εαυτό μου όταν έμαθα για τον επόμενο δίσκο της μπάντας, που ακούει στο όνομα Elm Street. Η πρώτη μου επαφή μαζί τους ήταν τον Ιανουάριο του 2014, όταν άνοιξαν τη βραδιά για τους τεράστιους Iced Earth. Από τότε είχα μείνει άναυδος με τις μουσικές ικανότητες της μπάντας και κυρίως με τα φωνητικά του Αυστραλού Ben Batres. Ο τύπος είναι παράλληλα και ο ρυθμικός κιθαρίστας της μπάντας, ενώ τα φωνητικά του είναι λίγο πιο στιβαρά και βαθιά σε σύγκριση με εκείνα του Hetfield στο “Master Of Puppets”. Αν και κάτι πιο εύστοχο σε παρομοίωση θα ήταν Alexi Laiho, των Children Of Bodom. Πέρα από τα vocals, όμως, ο συνολικός ήχος της μπάντας ήταν αυτό ακριβώς θέλω πλέον να ακούω όταν ακούω heavy metal. Κλασσικό riffing με καταστροφικό μπάσο και φωνητικά που σπάνε κόκκαλα…
Ας δούμε λοιπόν το νέο αυτό δίσκο, ο οποίος είναι η δεύτερη πλήρης δουλειά των Elm Street και επομένως το follow-up του δίσκου “Barbed Wire Metal” του 2011. Ακούει στο όνομα “Knock Em Out (With A Metal Fist)” και περιέχει 10 τραγούδια που σπάνε κόκκαλα, με 55 λεπτά αγνού και κλασσικού heavy metal. Το πρώτο τραγούδι ονομάζεται “Face The Reaper” και αποτελεί την εισαγωγή του δίσκου, με κλασσική κιθάρα. Η πρώτη συγχορδία σε ταξιδεύει στην Ισπανία για 1 δευτερόλεπτο και μετά το τραγούδι αρχίζει να χτίζεται, με όλα τα μέλη της μπάντας να φτιάχνουν ένα επικό άνοιγμα για τον δίσκο. Πάντα σχολιάζω αρκετά το πρώτο τραγούδι, γιατί είναι εκείνο που θα σε κρατήσει, έτσι ώστε να ακούσεις το υπόλοιπο του δίσκου. Και αυτό τα κατάφερε περίφημα.
Εδώ θα ήθελα να πω λίγα λόγια για το riffing και τα σόλο του δίσκου. Σε όλα τα τραγούδια του δίσκου, κάθε νέο riff που παιζόταν ακουγόταν φρέσκο, με μερικές ίσως εξαιρέσεις, όπως η εισαγωγή στο “Sabbath”. Πέραν τούτου, όμως, τα τραγούδια του δίσκου δεν έχουν κοινά μεταξύ τους, ούτε όσον αφορά το riffing, ούτε όσον αφορά το κλίμα τους, αλλά ούτε όσον αφορά το συνολικό αποτέλεσμα της μπάντας. Κανένα τραγούδι και σε κανένα σημείο δεν βρήκα τον εαυτό μου να βαριέται. Υπήρξε μόνο μια κακή στιγμή στο δίσκο την οποία θα αναφέρω αργότερα. Τώρα για τα σόλο του δίσκου. Να πω πρώτων ότι δεν έλειψε σόλο από κανένα τραγούδι. Η δουλειά του Aaron Adie δεν θα έπρεπε να περάσει απαρατήρητη.
Η κακή στιγμή στο δίσκο για εμένα βρίσκεται στο τέλος. Κάτω κάτω, στο τελευταίο κομμάτι του δίσκου. Μέχρι πριν αυτό το τραγούδι ήμουν σίγουρος πως αυτός ο δίσκος θα είχε 100% τους καλυτέρους συνδυασμούς μουσικής σύνθεσης με φωνητικά. Σε καμία περίπτωση δεν είναι κάποιο “λάθος”, αλλά σιγουρά είναι ένας εκτός τόπου συνδυασμός. Το τραγούδι ακούει στο όνομα “Leave It All Behind”: ανοίγει με ένα instrumental ήπιων τόνων, με όλους τους μουσικούς της μπάντας να βάζουν την πινελιά τους. Το ήπιο κλίμα κρατάει λίγο παραπάνω από το μισό του τραγουδιού, ενώ μετά που μπαίνει η παραμόρφωση γίνεται πάλι χαμός. Το κακό είναι η χρήση των φωνητικών στην αρχή του τραγουδιού. Όσο τέλειο και να ακούγεται το γρέζι του Ben σε όλο το δίσκο εδώ ακούγεται αχρείαστο και όπως είπα και πριν, εκτός τόπου. Τα καθαρά vocals πιστεύω θα ταίριαζαν καλύτερα.
Όλα πάντως τα κομμάτια του δίσκου θα πρέπει να βρίσκονται στο κινητό σας, στη δισκοθήκη σας ή οπουδήποτε αλλού, γιατί ίσως και να ακούμε το μέλλον του heavy metal. Τα αγαπημένα μου σημεία του δίσκου είναι πάρα πολλά, κυρίως όμως το τραγούδι “Heavy Mental” που περιέχει τα αγαπημένα μου riffs και σόλο, το instrumental “S.T.W.A.” και η συνέχεια του “Blood Diamond”, μια εξαιρετική σύνθεση 11 λεπτών. Τέλος, να προσθέσω ότι το mixing του δίσκου ήταν άψογο και πραγματικά όλα ήταν στη θέση τους. Αν είχα να πω κάτι στη μπάντα θα ήταν να συνεχίσει με αυτόν ακριβώς τον τρόπο, καθώς έχουν να προσφέρουν πολλά σε έναν ήδη υπεργεμάτο heavy metal κόσμο, αλλά το νέο αίμα βρίσκει πάντα τον τρόπο του να φέρνει τα πάνω κάτω… Hail Elm Street.
Βαθμολογία: 86/100
Για το Rock Overdose
Αντώνης Σαρμάς