Ημερομηνία δημοσίευσης: 21 Δεκεμβρίου 2017
Οι Ολλανδοί Emerald έχοντας μόνο ένα άλμπουμ στο ενεργητικό τους από το μακρινό 1985, το “Down Τown”, δε βρέθηκαν ποτέ στο προσκήνιο της μουσικής μας. Μάλιστα, αν δεν είχε ακολουθήσει η επανακυκλοφορία του από την Iron Glory Records (υπό τον τίτλο “Iron on Iron”) το 1999, ώστε να δημιουργήσει ένα σχετικό ντόρο στο underground κοινό, φαντάζομαι ότι θα βρίσκονταν στην απόλυτη αφάνεια. Τίθεται αυτομάτως το ερώτημα: ποιους μπορεί να αφορά η επιστροφή τους μετά από 32 χρόνια απουσίας από τη δισκογραφία; Έχουμε άλλη μια περίπτωση τεχνητής νεκρανάστασης τύπου Φρανκενστάιν, που μόνο τερατουργήματα μπορεί να γεννήσει, ή μια περίπτωση ουσιαστικής αναβίωσης; Αν και πιθανόν να στερούμαι αντικειμενικότητας, καθ’ ότι οπαδός της μπάντας, στη συνέχεια της κριτικής θα επιχειρηματολογήσω με ζέση υπέρ της δεύτερης τοποθέτησης.
Χωρίς να θέλω να υποτιμήσω τους υπόλοιπους, ο απόλυτος πρωταγωνιστής στους Emerald ήταν και είναι ο πελώριος τραγουδιστής τους, ο Bert Kivits. Στο “Down Τown” προσφέρει μια ανεπανάληπτη “love it or hate it” ερμηνεία υπενθυμίζοντας και υπερτονίζοντας ότι το heavy metal έχει να κάνει με την υπερβολή. Οι υπερηχητικές τσιρίδες του, που έφταναν σε σημεία να θυμίζουν έναν καστράτο Halford (!!!), πιθανώς να ξίνισαν πολλούς αλλά επαναπροσδιόρισαν και διεύρυναν τον όρο υψίφωνος στο metal. Όλα αυτά, όμως, θα ήταν ανεπαρκή και στείρος εντυπωσιασμός αν δεν συνοδεύονταν τόσο από τη γενικότερα ολοκληρωμένη απόδοση του ίδιου όσο και της υπόλοιπης μπάντας, σε ένα σύνολο φοβερών συνθέσεων αντιπροσωπευτικών του ευρωπαϊκού metal των 80ς. Στη συνέχεια, ακολουθώντας τα ίχνη του B.K. πέσαμε στους εξίσου εκπληκτικούς αν και πιο μελωδικούς Stash, παλιό υλικό των οποίων επανακυκλοφόρησε μαζί με σύγχρονες επανηχογραφήσεις, προσφάτως, η No Remorse. Επίσης, οι πιο «μερακλήδες» από μας τον χαρήκαμε στις συλλογές Heavy Metal Maniacs όπου είχε μικρή συμμετοχή με την ομώνυμη μπάντα για την ανάγκη των συγκεκριμένων κυκλοφοριών. Οι ίδιοι οι Emerald, με εξαίρεση μια περιστασιακή live παρουσία ανά τα χρόνια, είχαν ουσιαστικά σιγήσει.
Θα είμαι ειλικρινής και ευθύς. Έτυχε να ακούσω το υπερέπος “Sword Brothers” αρκετά νωρίτερα και έτσι ήμουν προετοιμασμένος. Αν είχα ενημερωθεί για τα νέα της κυκλοφορίας αυτού του άλμπουμ πριν ακούσω κάποιο δείγμα, θα ήμουν επιεικώς χλιαρός αν όχι αποδοκιμαστικός. Έχουμε δει όλοι άπειρες φορές το έργο της «ένδοξης επιστροφής» συνταξιούχων μουσικών που αρνούνται τη σκληρή πραγματικότητα ότι ξόφλησαν. Όταν όμως οι Emerald ισχυρίζονται ότι “The Passion Remained”, είναι ξεκάθαρο ότι αυτοί τουλάχιστον το εννοούν!
Εντάξει, δε θα εξιδανικεύσω τη επιστροφή τους. Η πλεονάζουσα τρέλα και ενέργεια του ντεμπούτου απουσιάζουν και τα φωνητικά του B.K., αν και ακόμα εκπληκτικά, δεν μπορούν να φτάσουν τις συχνότητες του παρελθόντος. Ωστόσο, δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάποιος ρεαλιστής και εχέφρων οπαδός που θα είχε τέτοιες απαιτήσεις και προσδοκίες από τη μπάντα σήμερα. Όλες οι υπόλοιπες, όμως, εκπληρώνονται και με το παραπάνω! Το “Voice for the Silent” προσφέρει γενναιόδωρα πρωτοκλασάτο 80s heavy metal. Μάλιστα, για να αποδείξω ότι δεν έχω «ιερές αγελάδες» και δεν έχω θέσει το παρελθόν στο απυρόβλητο, ότι λείπει σε ενέργεια από τους σημερινούς Emerald το έχουν αναπληρώσει με τις ελαφρά πιο προσεγμένες συνθέσεις σε σχέση με το ιστορικό “Down Town”! Αν και έχει μεγάλη συνοχή ως σύνολο, ενδεικτικά θα ξεχωρίσω το προαναφερθέν “Sword Brothers” (στη δεκάδα των καλύτερων τραγουδιών για φέτος!) , τη μπαλάντα “Train of Unbelief” (που μας θυμίζει το “Suicide” από το ντεμπούτο) καθώς και τα φοβερά ”New Gods”, “Paper Snakes” και “Rhymes of Robin Hood”. Πάντως, συνολικά, το “Voice for the Silent” ρέει απολαυστικά.
Θα επιστρέψω στο αρχικό ερώτημα, αν και πιστεύω ότι έχει ήδη απαντηθεί. Το “Voice for the Silent” είναι ξεκάθαρα από τις πιο δικαιολογημένες και ουσιαστικές επιστροφές των τελευταίων ετών. Οι Emerald έχουν ακόμα τη φλόγα και το πάθος. Το θέμα είναι ότι εμείς οι «παλιομεταλλάδες» έχουμε μια ροπή προς την παρελθοντολαγνία και - όπως παραδέχτηκα κι ο ίδιος νωρίτερα- μια καχυποψία απέναντι στα comeback και το καινούριο, γενικότερα. Αν όμως αυτό το άλμπουμ λάβει τις ευκαιρίες που χρειάζεται και αξίζει, πιστεύω ακράδαντα ότι το κοινό του Up The Hammers όσο και των υπόλοιπων συναυλιών που θα ακολουθήσουν, θα χτυπιέται μπροστά στη σκηνή τόσο για τα καινούρια κομμάτια όσο και για τα παλιά!
Βαθμολογία: 83/100
Για το Rock Overdose,
The Shadowcaster