Συντάκτης: Πάνος Πετρόπουλος
Θέλω να αρχίσω αυτή την κριτική στο νέο άλμπουμ των λατρεμένων μου Firewind, με τα προφανή. Σίγουρα θα σας κάνει εντύπωση, πως εγώ, ένας δηλωμένος οπαδός των Firewind και μέλος της Firewind - family, μιας και τα παιδιά γνωρίζω και οι σχέσεις μας είναι με άλλους φιλικές, με άλλους οικογενειακές, θα αναλάβω την κριτική του “Firewind”. Δυο είναι οι λόγοι. Πρώτος και σημαντικότερος, ότι ακριβώς επειδή γνωρίζω πράγματα και καταστάσεις, μπορώ να ψυχανεμιστώ καλύτερα το υλικό τους και δεύτερος ότι παρά το “βάρος” της φιλίας μου με τα παιδιά, μπορώ να είμαι αντικειμενικός και αυστηρός κριτής. Αυτό το τελευταίο, ο άνθρωπος που “τρέχει” το Rock Overdose το έχει καταλάβει και πάντα το θυμάται σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις. Σατανάς!
Το “Firewind” μας βρίσκει τρία χρόνια μετά το “Immortals”, με μεγάλες αλλαγές στη σύνθεση της μπάντας. Ξεκινάω με τη μικρότερη έκπληξη. Ο Herbie Langhans, με θητεία σε μπάντα που έχει κερδίσει το Champions League του power metal (Avantasia), καθώς και στους (Radiant, Seventh Avenue) αναλαμβάνει τη θέση του τραγουδιστή αντί του Henning Basse. Εντάξει, μαζί σας είμαι εάν σκεφτείτε: “πάλι αλλαγή τραγουδιστή;”. “Στοιχειωμένη είναι η θέση;” θα πείτε. Όχι, θα πω, γιατί bottom line κανείς τραγουδιστής πίσω από το μικρόφωνο των Firewind δεν ήταν κακός. Κάθε άλλο!
Απλά νομίζω ότι ο Basse ήταν λίγος για τους Firewind, κακά τα ψέματα. Δεύτερη έκπληξη -βόμβα μεγατόνων- είναι η αποχώρηση του Bob Katsionis από την μπάντα. Καταλαβαίνω το σοκ όλων σας όταν “έσκασε” η είδηση, αλλά ήταν κάτι που όσοι ζούσαμε τους Firewind και δη τον Bob από κοντά, το βλέπαμε να έρχεται. Ο υπερβολικός φόρτος εργασίας του με τις παραγωγές, τα βίντεο και τη Symmetric Records, δε θα μπορούσε να τον έχει σε απόλυτα ενεργό ρόλο στις περιοδείες της μπάντας. Μοιραία λοιπόν αποχώρησε. Να ξέρετε ότι διαζύγιο δεν υπάρχει. Δε χωρίζουν αυτοί!
Απλά η χρονική περίοδος δε βοηθάει. Θα ξαναβρεθούν… και εάν δεν το κανονίσουν αυτοί, ξέρω εγώ πώς θα τους το κανονίσω!
Πάμε στη μουσική τώρα. Το “Firewind” συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε το “Immortals”, με λιγότερo επική ατμόσφαιρα. Λογικό, αφού το “Immortals”, λόγω θεματολογίας, είχε άλλες απαιτήσεις. Η πρώτη μου επαφή ήρθε με το πρώτο single “Rising Fire”, που με έκανε να δω με δισταγμό τα πράγματα. Το τραγούδι και σουπερ ήταν και κιθαριστική δουλειά σούπερ είχε και όλα ΟΚ ήταν. Τότε; Απλά θύμιζε πολύ τις, εξαιρετικές κατά τα αλλά, προσωπικές δουλειές του Gus G και λιγότερο τους Firewind. Τα πράγματα πήγαν στη θέση τους, μια και καλή με τον εναρκτήριο ύμνο “Welcome To The Empire”. Εκπληκτική εισαγωγή που τη διαδέχεται μια καταιγίδα με riff, όπου ξεκινάς το headbanging μέχρι να πάρεις τον αυχένα σου στο χέρι!! Ας το γράψω τώρα να μηναναγκαστώ να το επαναλάβω ξανά και ξανά. Η δουλειά του Gus G στην κιθάρα είναι παγκόσμιας κλάσης. Ακριβώς ό,τι είναι και αυτός! Ότι τυχαία δεν έχει αυτό το βιογραφικό, ότι τυχαία δεν έχει κάτσει στην “καρέκλα” της πιο απαιτητικής θέσης κιθαρίστα στον κόσμο δεν είναι τυχαίο. Τέλος! Ανεξάρτητα το υλικό, η κιθάρα των Firewind παίζει σε άλλο level.
Ο τίτλος του άλμπουμ, είναι ίδιος με το όνομα του συγκροτήματος. Ότι είναι πλέον τετράδα και αυτός ο τίτλος σημαίνει ότι επέστρεψαν στις ρίζες τους; Και ναι και όχι. Υπάρχουν αναφορές στο παρελθόν της μπάντας, όμως ο ήχος, παράλληλα, είναι πολύ φρέσκος. Αυτό ακριβώς είναι και το μεγάλο πλεονέκτημά του. Ενώ η φωνή του Herbie Langhans θα σας θυμίσει τα παλιά, παράλληλα κομμάτια σαν το “Devour” θα μπορούσες να το βρεις στο “Days Of Defiance”. Στο σύνολο του το aλμπουμ σε “ταξιδεύει” στην ιστορία των Firewind, χωρίς να αναμασά ή να επαναλαμβάνει κάτι από αυτή. Επίσης αυτό το τελευταίο λειτουργεί και ευεργετικά, γιατί σου κάνει αμέσως το άλμπουμ “φιλικό προς τον χρήστη”. Σε όλο αυτό βοηθάει και η εξαιρετική -τουλάχιστον- παραγωγή του δίσκου. Το “Firewind” έχει τον καλύτερο ήχο σε άλμπουμ Firewind της ιστορίας τους. Πραγματικό διαμάντι!! Όσο δυναμώνεις τα ηχεία, τόσο πιο καλό γίνεται χωρίς να παραμορφώνει και να ξενερώνει. Πραγματικά σεμιναριακού επιπέδου παραγωγή.
Τα τραγούδια έχουν πολύ έντονη συναυλιακή αύρα. Τα “Break Away και “Orbitual Sunrise” θα “γκρεμίσουν” συναυλιακούς χώρους. Ενώ στο “Overdrive” θα βρείτε ένα 80’s ύμνο, που εάν ήταν hit του μεγάλου Ronnie δε θα αποτελούσε έκπληξη. Το “Longing To Know You” δείχνει γιατί ο Gus G έφερε στη μπάντα τον Herbie Langhans, ενώ συνολικά ιδιαίτερη μνεία πρέπει να κάνω στη ραχοκοκαλιά της μπάντας. Ο Πέτρος στο μπάσο και ο “μικρός” Johan Nunez, που έχει γίνει μεγάλος, κρατούν το rhythm section των Firewind στο υψηλότερο επίπεδο, δίνοντας όλο τον χώρο στο Gus G να ξεσηκώσει τον ακροατή. Οι ρόλοι είναι τόσο άρτια μοιρασμένοι, που αυτό διακρίνεται μουσικά. Για τα δικά μου γούστα, αυτά σε ξεχωρίζουν από το σωρό και οι Firewind έχουν φύγει από το σωρό πολλά, μα πολλά χρόνια τώρα.
Συμπερασματικά, η νέα εποχή των Firewind δείχνει λαμπρή και η πιστοποίηση/υπενθύμιση πόσο μεγάλη μπάντα είναι έρχεται KAI με το “Firewind”. Βγάζει φρεσκάδα, το υλικό είναι πολύ καλό και εάν βοηθήσει η κατάσταση γύρω μας και λήξει η υγειονομική κρίση που μαστίζει τον πλανήτη, θα βγουν στο… δρόμο και σίγουρα θα θριαμβεύσουν!
Βαθμολογία: 85/100
Για το Rock Overdose,
Πάνος "Ytsejam" Πετρόπουλος