HEXVESSEL- “Kindred”

Συντάκτης: Τρύφων Σεραφειμίδης

 

Εδώ έχουμε ένα αναγεννησιακό μυστήριο. Μια μορφή τέχνης του δάσους, της φωτιάς στο ξέφωτο, των μεσαιωνικών τροβαδούρων. Μια ευθεία γραμμή ήχων ενώνει τα ανεμοδαρμένα βράχια της Καβοντορίας, τα στοιχειωμένα σανατόρια της ορεινής Αρκαδίας, τα χορταριασμένα πετρογέφυρα του Ασπροποτάμου. Ένα μικρό soundtrack της νυχτωμένης αιωνιότητας των δέντρων δίπλα σε ξεχασμένες πηγές, σε απάτητα εδώ και χρόνια, μονοπάτια.

 

Ο μύστης τροβαδούρος αντλεί από τα μουσικά μυστήρια της τέχνης του τα πιο σκιώδη στοιχεία. Μια παρέα ταξιδευτών που ξαποσταίνουν στο χάνι δίπλα στο ποτάμι, βαθιά μέσα στην κοιλάδα του κρύου και των βρύων. Μια φωτιά να ζεσταίνει ψυχές και όνειρα, κρασί φερμένο από μακρινά μέρη, και μια νύχτα βαθιά με τον φόβο και τις χαμένες ελπίδες να χορεύουν στους καπνούς.

 

Στιγμές από folk gothic, από τεχνοτροπίες της αγροτικής γης, από ξύλα μεταμορφωμένα σε όργανα. Φαινομενικά άσχετες επιρροές, συμπλέουν τόσο ομαλά, που σε κάνει να απορείς. Να μένεις για λίγες, μουσικές στιγμές ακίνητος. Ο ιθύνων νους πίσω από τους Hexvessel, ένας εραστής της άγριας φύσης, των νυχτερινών μελωδιών, ο Mat McNerney. Έχοντας γυρίσει τόπους βόρειους, ορεινούς σε Σκωτία, Ιρλανδία και Σκανδιναβία, μαζεύει τους συνοδοιπόρους και σμίγουν σε στιγμές folk-goth μεγαλείου. Κάθε τραγούδι και ένα μονοπάτι, κάθε αλλαγή ρυθμού και ένας αρχαίος θρύλος. Η άγρια ομορφιά του απάτητου τοπίου και το μυστήριο που κρύβεται στις ορεινές σπηλιές παίρνουν μελωδία, στίχο και πορεύονται στο άπειρο. Μυρωδιά ελάτου και οξιάς, έχει ο δίσκος, φωτιά που σιγοκαίει, πηγή που σταλάζει κρύο νερό.

 

Στο “Billion Year Old Being”, η άτονη μελωδία και το μελαγχολικό ιντερλούδιο σε βάζει σε ένα κόσμο, ολάκερα χωμάτινο. Και ξαφνικά, οι… Primus !! Και όμως, η έκπληξη είναι διάχυτη, καθώς χτίζεται το κομμάτι. Επικό χορωδιακό εναλλάσσεται με μινόρε μελωδίες, και οι ραψωδίες χτίζουν τις στιγμές τους. Το καλύτερο κομμάτι για να δείξουν από την αρχή, ότι δεν είναι… μία από τα ίδια. Η χρήση των Mellotron και Hammond σαν να συναγωνίζονται πιο θα κάνει πιο ρετρό την αίσθηση, είναι κάτι το τρομερό. Παίζουν τα riff, το ένα μετά το άλλο έως τη στιγμή που αποτίεται φόρος τιμής στους Πατέρες: Jethro Tull μελωδία, συγχορδίες και τραγούδισμα.

 

Προχωρώντας ο δίσκος στο δεύτερο κομμάτι, κάτι από καυτό ήλιο, ξεραμένα χαμόκλαδα και ηλιοκαμένες παράγκες χρυσοθήρων των περασμένων αιώνων, μπαίνουν στην σκηνή. Η αίσθηση των 16 Horsepower, το μαύρο τους σκιαγραφεί κάθετα τις νότες. Πόσο πολύ ταιριάζουν τα μαύρα δάση, με τη σκουριά στην έρημο; ToDemian” κατακτά με σχετική ευκολία την κορυφή στην καρδιά μου, ενώνοντας εικόνες, μυρωδιές. “Fire Of The Mind” ονομάζεται το επόμενο και ο τροβαδούρος της αναγέννησης στη μέση της πλατείας, τυφλός μιλάει για ξεχασμένους θρύλους και επικές μάχες. Μελαγχολικά έγχορδα, στίχοι με λυγμό υπογραμμίζουν τη γκρίζα μέρα, τη λάσπη και το μάταιο.

 

Ξαφνικά, σε ένα μισοφωτισμένο δωμάτιο, οι Tindersticks τζαμάρουν. Είναι ήδη περασμένες 12, και αναρωτιέσαι πόσες επιρροές θα βάλουν οι τύποι στον δίσκο τους; Μελωδικές γραμμές, μινόρε φωνητικά και στίχοι που μιλάνε και το εννοούν, για πόνο. Στο “Bog Bodies” τα πνευστά και τα πλήκτρα δίνουν τζαζ-άρικες αισθήσεις. Βαριά ποτά βαραίνουν το κεφάλι, σαν όλη η κάβα να είναι εκεί γύρω. Soul καταστάσεις σε φόντο με κεριά, χαμηλά φώτα και αισθησιακές μποτίλιες. Σε ένα όργιο α-τονικότητας και αυτοσχεδιασμού, το “Sic Luceat Lux” σου χαράζει το κεφάλι, έστω και για τόσο λίγο που διαρκεί. Λειτουργεί καλαίσθητα ως εισαγωγή στο “Phaedra”. Και εδώ μιλάμε πλέον για το… κομμάτι. Η κορυφή του δίσκου, το φως. Cave-ικές γραμμές στο πάτωμα, κάδρα από gospel ήρωες στα παράθυρα, να κρύβουν το φως. Μόνο το χλιμίντρισμα του αλόγου, έξω τη νύχτα, δίνει κάποιο ίχνος ζωής. Το μαύρο της κοιλάδας, χάνεται στον ορίζοντα και τα κλαδιά στη φωτιά, χαμηλώνουν το βλέμμα .

 

Μια γλυκιά μελωδία τονίζει την αυγή. Είναι το ροζ και το πορτοκαλί της ζωής, που βγαίνει από το νυχτερινό φόβο. Στο “Family” οι κιθάρες ενεργοποιούν τα πιο όμορφα συναισθήματά μας, για όσο λίγο αυτά κρατάνε. Στο “Kindred Moon”, αφήνουμε ένα λουλούδι και μια σκέψη στους Amon-Duul. Μελωδίες παράξενες, χορωδιακά άρρωστα και τραγουδοποιία δύσμορφη. Τόσες οι αλλαγές, τόσα τα γύρω-γύρω, ώστε να χάνεις τον προσανατολισμό σου. Στο “Magical & Damned” οι πιο μεστές μελωδίες ξαναγυρνάνε στον καμβά. Όμορφα, ερωτικά στιχάκια για απελπισμένα όνειρα και αγάπες που μένουν σκιές στην μνήμη, που δεν ομολογούν, παρά μόνο οι θρύλοι. Μια τζούρα από καπνό των Anathema θα κάνει το τραγούδι να αποκτήσει νέα διάσταση. Θα κάνει τους πλανήτες να σταματήσουν για λίγο και ξανά να γυρίσουν στο ράθυμο ύπνο τους. Έγχορδα, έγχορδα παντού. Κυκλώνουν τις αισθήσεις, αρπάζουν τις στιγμές. Στο “Joy Οf Sacrifice” παραδέχεται κάποιος ότι δεν υπάρχει πιο ταιριαστός τίτλος τραγουδιού. Με μια σκηνή βγαλμένη από Lady & Bird, νιώθεις ότι σε ένα δίσκο σου περιέγραψαν τις ρυτίδες σου. Και ο δίσκος τελειώνει… Και κοιτάς ακίνητος τον απέναντι τοίχο, ξεχνάς το τσιγάρο στο τασάκι και νιώθεις αεράκι από το δάσος.

 

Μιλάμε για ένα δίσκο, που γραφόταν πολλούς αιώνες τώρα. Βρέθηκαν οι Hexvessel να τον ηχογραφήσουν και να σου πασάρουν μια αισθητική τόσο παράξενη και αλλόκοτη, να σε πάρουν από το παρόν που μυρίζει σαπίλα και να σε πάνε κάπου αλλού, το πού δεν έχει πια σημασία. Ευχαριστώ.

 

 

Βαθμολογία: 85/100

 

 

 

Για το Rock Οverdose,

Τρύφων Σεραφειμίδης



 

Comments