Ημερομηνία δημοσίευσης: 11 Οκτωβρίου 2017
Η προκατάληψη που έχουμε εμείς οι Έλληνες οπαδοί είναι πραγματικά μοναδική. Προφανώς και έχουν υπάρξει στιγμές στις οποίες έχουμε υπερεκτιμήσει και αποθεώσει παραπάνω απ' όσο χρειάζεται κάποιες δουλειές, πολλές φορές όμως φτάνουμε στο άλλο άκρο, περιμένοντας ένα συγκρότημα να κάνει επιτυχία στο εξωτερικό για να το αποδεχτούμε. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις όπου η ποιότητα ενός συγκροτήματος είναι δεδομένη και αναμφισβήτητη, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι γίνεται αποδεκτό από αυτούς που πρέπει. Ιστορίες καθημερινής τρέλας των οπαδών της σκηνής μας, άλλες φορές δικαιολογημένη, και άλλες φορές (τις περισσότερες) αδικαιολόγητη, με επιχειρήματα βασισμένα σε λάθος συγκρίσεις και ατεκμηρίωτη λογική.
Οι Mother Of Millions είναι χαρακτηριστική περίπτωση συγκροτήματος με αδιαμφισβήτητη αξία, με τη μουσική τους όμως να τους καθιστά ιδιαίτερους, εκλεκτικούς και όχι προσιτούς για όλους. Το progressive rock με το οποίο και ενασχολούνται, δεν υπηρετεί τις αξίες της τεχνικότητας και του πειραματισμού, αλλά της εσωτερικότητας και της αναζήτησης αυτής. Ακόμα και οι μελωδίες που διακρίνουν το dna τους, είναι πολύ ιδιαίτερες και προσπαθούν να ενισχύσουν αυτήν την εσωτερικότητα και την εκλεκτικότητα. Και αυτό το είδος που επέλεξαν, είναι πιο δύσκολο από το τυπικό τεχνικό prog, καθώς στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν δεν διαθέτεις το απαραίτητο βάθος, τις σωστές μελωδίες, τη σινεματική ατμόσφαιρα, τη folk αισθητική και τις απαραίτητες ενορχηστρώσεις για να τα υποστηρίξουν όλα αυτά, το αποτέλεσμα θα χάνει πολύ γρήγορα το ενδιαφέρον του.
Όσον αφορά τον καινούριο δίσκο, δεν έχει αλλάξει τίποτα από τα βασικά συστατικά του και την νοοτροπία του. Θεωρώ περιττό να αναλωνόμαστε στις φωνητικές ικανότητες και τις υπέροχες μελωδικές γραμμές του Γιώργου Προκοπίου, σε συνδυασμό με την εξαιρετική συνθετική, εκτελεστική και ενορχηστρωτική ικανότητα των υπόλοιπων μελών, με το αποτέλεσμα να είναι ακόμα πιο ξεχωριστό, ιδιαίτερο και εσωτερικό, συνεπικουρούμενο και από τις ανάλογες στιχουργικές αναζητήσεις. Η folk αισθητική είναι ακόμα πιο ενισχυμένη και προφανής, σε εναλλαγή με τις μελωδίες που αγκαλιάζουν τις συνθέσεις, δημιουργώντας ένα ακόμα πιο σκοτεινό αποτέλεσμα σε σχέση με αυτό που γνωρίσαμε. Ειδικά ο τρόπος που χρησιμοποιείται το πιάνο, είναι ικανός να στοιχειώσει τις αισθήσεις. Όλα τα παραπάνω, συνεπικουρούμενα με τη σινεματική ατμόσφαιρα και την ενσωματωμένη alternative νοοτροπία που διακατέχει και αυτόν το δίσκο, σε συνδυασμό με τις ακουστικές εναλλαγές μεταξύ των πιο ήρεμων και έντονων στιγμών, δημιουργεί ένα λυρικό αποτέλεσμα με συναισθηματική ποικιλία και έντονο βάθος, το οποίο μπορεί να ξεπεράσει με χαρακτηριστική άνεση πολλούς τεχνικούς 'αυνάνες' του είδους, οι οποίοι παίζουν χωρίς στόχο και ψυχή.
Θα τολμήσω μάλιστα να δηλώσω πως μου αρέσει περισσότερο κι από το ντεμπούτο, το οποίο ήταν από μόνο του πλήρες και δουλεμένο. Το "Sigma" όμως, είναι πιο ώριμο, πιο μεστό, πιο στοιχειωμένο, πιο βαθύ, πιο στοχαστικό, πιο ταξιδιάρικο και ακόμα πιο εσωτερικό. Για ακόμα μια φορά, μας αποδεικνύουν πως η τεχνικότητα δεν είναι το παν στο να μπορείς να χαρακτηρίζεσαι progressive, αλλά έχει περισσότερη σημασία το να μπορείς να κρύβεις βάθος σε φαινομενικά απλά θέματα, και να ιντριγκάρεις τον ακροατή με τα κρυμμένα και μη εύκολα προσβάσιμα συναισθήματα που κρύβουν οι συνθέσεις, στις οποίες παρεμπιπτόντως δεν υπάρχει ούτε μία που να υστερεί, το αντίθετο μάλιστα. Όσοι ειδικεύεστε στα φαινομενικά απλά, αλλά εκ βαθέων πλούσια σε συναισθήματα άλμπουμ, όχι μόνο οφείλετε να επενδύσετε άφοβα και άμεσα, αλλά έχετε αποκτήσει ένα νέο κόλλημα για τους επόμενους μήνες που θα κρατήσει η συνεχής ακρόαση και ανάλυση των συναισθημάτων του άλμπουμ.
Βαθμολογία: 86/100
Για το Rock Overdose,
Σταύρος Πισσάνος