Συντάκτης: Άγγελος Κατσούρας
Μια μεγάλη επιστροφή ύστερα από αρκετό καιρό και για ένα συγκρότημα που δικαίως έχει αγαπηθεί πάρα πολύ λόγω του πρότερου άκρως έντιμου βίου τους είναι αυτή των Αυστραλών Ne Obliviscaris.
Οι Extreme progsters από την Μελβούρνη, τη χρονιά που συμπληρώνουν 20 χρόνια ζωής (κι όμως, έχουν ιδρυθεί το 2003), χτύπησαν εκεί που είχαμε αρχίσει να συνηθίζουμε την μακρά και αβάσταχτη απουσία τους και μας προσφέρουν ένα τέταρτο αριστούργημα στον κατάλογο της φοβερής ως τώρα δισκογραφίας τους.
Κι αν στα τρία πρώτα τους άλμπουμ, το αξεπέραστο –ακόμα- ντεμπούτο τους “Portal Of I” (2012) και τα “Citadel” (2014) και “Urn” (2017) που ακολούθησαν, είχαμε σχετικά κοντινές αποστάσεις, αυτή του τέταρτου δίσκου τους “Exul” –που σημαίνει εξόριστος στα Λατινικά- εμπεριείχε το ρίσκο του να ξεχαστεί το όνομα τους και να χαθεί μια ευκαιρία να εδραιωθούν ακόμα ψηλότερα στις συνειδήσεις του κόσμου που τους παρακολουθούσε.
Οι Ne Obliviscaris όμως, όπως αρέσκονται να τους αποκαλούν εν συντομία οι οπαδοί τους, πάντα ήταν μια μπάντα που εστίαζε στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα, και το ίδιο αποφάσισε να κάνει και φέτος, ίσως περισσότερο από ποτέ. Τελικά αυτό αποδείχθηκε πολύ υπέρ τους, καθώς το “Exul” δικαιώνει την αναμονή του κόσμου αλλά και την δική τους προσοχή κυκλοφορίας του.
Λένε πως εκτιμάς κάτι περισσότερο όταν σου λείπει πολύ ή δεν το έχεις δεδομένο, έτσι στο μεσοδιάστημα των 5μιση ετών από την κυκλοφορία του “Urn”, αρκετοί νεότεροι σε ηλικία έμαθαν το συγκρότημα και περίμεναν την στιγμή να ζήσουν και οι ίδιοι σε πραγματικό χρόνο μια κυκλοφορία των Ne Obliviscaris.
Το “Exul” ήδη εδώ και λίγο καιρό που έχει κυκλοφορήσει έχει πιάσει άπαντες εξαπίνης, καθώς ακόμα και οι παλιότεροι οπαδοί τους δεν περίμεναν –ξανά- τέτοια πολυδιάστατη έκφραση και για να γίνει ακόμα καλύτερη η κατάσταση, μας πρόσφεραν πριν 4 περίπου μήνες το εναρκτήριο κομμάτι “Equus” ως πρώτο δείγμα του “Exul”, κατεβάζοντας τα σαγόνια όλων στο πάτωμα για άλλη μια φορά.
Όντας και το μεγαλύτερο κομμάτι του “Exul” με πάνω από 12’ διάρκεια, το “Equus” είναι μια ιδανική γνωριμία με το πρόσωπο των Ne Obliviscaris εν έτει 2023.
Εδώ ταιριάζει μια άλλη ρήση που λέει πως όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν, καθώς ναι μεν το συγκρότημα για άλλη μια φορά δεν βγάζει ίδιο δίσκο με το παρελθόν, από την άλλη όμως δεν γίνεται να μην αναφερθούμε στις σταθερές τους που τους έκαναν άκρως ξεχωριστούς και στις οποίες κακά τα ψέματα υπολογίζει ο ακροατής πριν ακούσει υλικό τους, παλιό ή και νέο.
Ξεκινάμε με το βασικό ότι καθαρά παικτικά, οι τύποι είναι ΑΛΛΟ επίπεδο. Άλλο να το λες, άλλο να το ακούς, κι άλλο να προσπαθείς να το περιγράψεις. Έχουν πάει την όλη έννοια του progressive σε μέρη που και το ίδιο το progressive δεν ήξερε πως και αν μπορεί να πάει.
Κιθαριστικά το δίδυμο των Matt Klavins/Benjamin Baret υφαίνει ρυθμούς υψηλής κλάσης, με ισόποσες δόσεις βαρύτητας και μελωδίας, χτίζοντας τα κομμάτια με υπομονή, μεθοδικότητα και χρωματίζοντας τα με προσωπικότητα που λείπει από πάρα πολλές μπάντες.
Τονίζω την προσωπικότητα μια και πολλάκις οι Ne Obliviscaris έχουν αναφερθεί ως αντίδοτο στην ξηρασία έμπνευσης των Opeth από όταν οι Ne Obliviscaris άρχισαν να βγάζουν δίσκους, αλλά θεωρώ πολύ περιοριστική και την παραπομπή στους πάλαι ποτέ κορυφαίους Σουηδούς, αλλά και στο να προσπαθήσει να μπει μια ντε και καλά ταμπέλα πάνω τους. Το extreme progressive metal ωστόσο μου κάνει όσο λίγες φορές. Κι αυτό διότι ενώ έχουν διπλή φωνητική επίθεση με τα φοβερά καθαρά του Tim Charles – που μαστορεύει το βιολί λες και κλαίει από αγάπη, συγκίνηση και γενική πειθώ και τα έντονα κάφρικα του Xenoyr (κατά κόσμον Marc Campbell, μπορείτε να τον ακούσετε στο φετινό πολύ καλό “The Anticurrent” των Omega Infinity), δεν είναι μια προοδευτική death metal μπάντα.
Ο τρόπος με τον οποίο «ελίσσονται» οι Ne Obliviscaris στο “Exul” μπορεί να γίνει αντιληπτός και στο δυο μερών “Misericorde”, όπου το πρώτο μέρος “As The Flesh Falls” προκρίνει το παικτικό κρεσέντο τους, ενώ στο δεύτερο μέρος “Anatomy Of Quiescence” το οποίο είναι ορχηστρικό στο μεγαλύτερο κομμάτι του, δε μπορείς παρά να θαυμάσεις την ανάπτυξη του κομματιού, η οποία στα 3 τελευταία λεπτά του σε κάνει να συγκινηθείς όσο λίγες φορές.
Βάλε και την πανδαισία βιολιών πάνω στη ρυθμική βάση του Ιταλού μπασίστα Martino Garattoni στο πρώτο του άλμπουμ με το συγκρότημα (σίγουρα είχε αφίσα τον Steve DiGiorgio Roger Patterson μικρός) και του ντράμερ Dan Presland στο –δυστυχώς- τελευταίο του άλμπουμ με το συγκρότημα και καταλαβαίνεις ένα μέρος έστω από την μοναδικότητα τους.
Το 10λεπτο “Suspyre” είναι το πιο επιθετικό κομμάτι, αρχίζει σκληρά, διακατέχεται από πολυσχιδή επίδειξη δύναμης με τα blast beats, τα βιολιά και τον Xenoyr στα κάφρικα φωνητικά να έχουν την υπεροχή στην αρχή του, μέχρι να μπει ο Tim Charles και να το κάνει ακόμα εντυπωσιακότερο ενώ οι ρυθμοί από πίσω όχι απλά δεν αλλάζουν, αλλά γίνονται και πιο απαιτητικοί. Σίγουρα φαντάζεσαι «δεν γίνονται να τα βγάζουν αυτά ζωντανά», αλλά αν δεις βίντεο, θα δεις αν και πως γίνεται!
Το “Graal” ήταν το δεύτερο βίντεο του δίσκου, πράγμα που καθιστά το “Exul” το πρώτο τους άλμπουμ για το οποίο γυρίζονται δύο βίντεο, δείγμα ίσως του πόσο το πιστεύουν και οι ίδιοι και πόσο διατεθειμένοι είναι να κερδίσουν το χαμένο έδαφος της απουσίας τους.
Και πάλι χάνεται η ήδη χαμένη μπάλα, ρυθμοί για Όσκαρ πρωτοτυπίας και εκτέλεσης αυτών –ειδικά το αρχικό βιολιστικό θέμα είναι ασύλληπτη ιδέα-, αλλαγές πάνω στις αλλαγές, άλλα περιμένεις, άλλα ακούς, και το κυριότερο όλων, γουστάρεις τη ζωή σου πραγματικά με τον καλώς εννοούμενο χαμό μέσα στο δίσκο.
Ένα δίσκο που κλείνει με το ορχηστρικό “Anhedonia” σε κλίμα πλήρους συγκίνησης και σου προκαλεί απίστευτα συναισθήματα ως τελειωτική γεύση ενώ με όσα έχουν προηγηθεί, μόνο αυτό δεν περιμένεις.
Το “Exul” είναι ένα κορυφαίο άλμπουμ μιας θριαμβευτικής για τους Ne Obliviscaris επιστροφής μετά μπόλικων βαϊων και κλάδων όπως τους αξίζει. Θεωρώ πως είναι ανώτερο ακόμα κι από τα “Citadel”/”Urn” όσο δύσκολο κι αν είναι να το πιστέψετε και πως δεδομένου ότι δίσκος σαν το “Portal Of I” δε θα ξαναβγεί όχι μόνο από τους ίδιους αλλά και όσους νομίζουν ότι μπορούν να παίξουν έτσι, ότι οι Ne Obliviscaris εδώ πέρα έκαναν ένα μικρό θαύμα άξιο ακρόασης από κάθε ανοιχτόμυαλο μουσικόφιλο.
Χαιρετίζουμε με το παραπάνω τέτοιους δίσκους, τέτοια συγκροτήματα και τέτοια άμεσα ορατή αντιεμπορική λογική η οποία ενισχύεται από αγάπη για ότι κάνουν και απίστευτη ειλικρίνεια μέσα από κατάθεση ψυχής ο καθένας πάνω στο όργανο του και τις φωνητικές χορδές τους. Πλην συγκλονιστικού απροόπτου, ένα από τα 20 καλύτερα άλμπουμ για το 2023.
Βαθμολογία: 90/100
Για το Rock Overdose,
Άγγελος Κατσούρας