Ημερομηνία δημοσίευσης: 31 Μαΐου 2017
Απίστευτο το πως τα φέρνει έτσι ο χρόνος και πως βρίσκεσαι σε θέση να αναπολείς τα προηγούμενα που πέρασαν με βάση συγκεκριμένα γεγονότα. Ορκίζομαι ότι το θυμάμαι λες και ήταν καμιά ώρα πριν, τη μέρα που είχε βγει το 2003 ο 1ος καταπληκτικός δίσκος των Nightrage, ''Sweet Vengeance'', ο οποίος πλέον μου μοιάζει τόσο μακρινός, που παθαίνω πλάκα με την πάροδο 14 ετών σε ένα κλείσιμο των ματιών. Από τότε μπήκε πάρα πολύ νερό στο αυλάκι, με τον ηγέτη και κιθαρίστα συμπατριώτη μας Μάριο Ηλιόπουλο να βρίσκεται πάντα μεταξύ Ελλάδας και Σουηδίας και γενικά να παραμένει ανήσυχο και δημιουργικό πνεύμα. Παρά τις πολλές και αναμφίβολες δυσκολίες που αντιμετώπισε και τα πολλά πάρε-δώσε/φύγε εσύ-έλα εσύ με διάφορα μέλη, κατάφερε να ορθώσει το ανάστημα του και κάθε φορά να δημιουργεί κάτι το πραγματικά ξεχωριστό. Αισίως φτάσαμε στον 7ο δίσκο του συγκροτήματος ο οποίος ονομάζεται ''The Venomous'', και για άλλη μία φορά ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον κλασσικό ήχο τον οποίο έχει διαλέξει να υπηρετεί ως μοναχικός καβαλάρης ο Μάριος. Μελωδικότατη προσέγγιση με τραγουδιστή που σκίζεται με πάθος και φυσικά θυμίζει μέρες που το μελωδικό death metal κλασσικών συγκροτημάτων από τη Σουηδία τύπου At The Gates, In Flames και Dark Tranquillity μεσουρανούσε, μόνο που το κάνει με τον δικό του ξεχωριστά όμορφο τρόπο.
Όπως τόνισα, ο Μάριος έχει τραβήξει μοναχικό δρόμο σ' αυτό το στυλ εδώ και χρόνια, είχε βάλει βέβαια τις παρακαταθήκες του από τους υπέροχους και ευτυχώς όχι ξεχασμένους μέχρι σήμερα Exhumation, οπότε όταν έκρινε ότι δε μπορούσε να συνεχίσει μαζί τους, φόρμαρε τους Nightrage και συνέχισε αυτό που αγαπάει περισσότερο. Το στυλ στο οποίο κινείται έχει δυστυχώς καταντήσει πολύ παρωχημένο και ακόμα και ντεμοντέ αν σας ταιριάζει ο ρόλος, μπάντες που παίζανε έτσι έχουν εκμοντερνιστεί, ή και ακόμα δεν υπάρχουν πλέον πουθενά στο χάρτη, οι Nightrage όμως εξακολουθούν να λαμβάνουν σεβασμό και με κάθε τους κυκλοφορία να εδραιώνουν το όνομα τους στις συνειδήσεις όσων τους ακολουθούν και όσων παρακολουθούν τις εξελίξεις γενικά στον παγκόσμιο χάρτη της μεταλλικής σκηνής. Αυτή τη φορά ο Μάριος πλαισιώνεται με άλλα δύο νέα μέλη, τον ντράμερ Lawrence Dinamarca, από τους φοβερούς Loch Vostok (τσεκάρετε τους όπως και δήποτε), ο οποίος παίζει καταπληκτικά και ρυθμικά, ενώ όσες φορές αφήνει τα πόδια του ελεύθερα, δείχνει την κλάση του, συν τον δεύτερο κιθαρίστα Magnus Söderman, ο οποίος βοηθάει το Μάριο στο να χτίσουν ένα συμπαγή ήχο, ο οποίος φυσικά και έχει ως βάση και κινητήρια δύναμη τις κιθάρες, και δη τις μελωδίες με τις οποίες γεμίζουν τα κομμάτια τους και αναπτύσσουν κατά μήκος όσο κυλάνε αυτά.
Στο πλάι του και οι δύο συνοδοιπόροι από το προηγούμενο φοβερό άλμπουμ ''The Puritan'', Ronnie Nyman (φωνητικά) και Anders Hammer (μπάσο). Ειδικά ο πρώτος προσφέρει απίστευτο πάθος στις ερμηνείες του, πράγμα που είναι βασικό χαρακτηριστικό των Nightrage από τις μέρες που πίσω από το μικρόφωνο βρισκόταν η Αυτού Τεραστιότητα Tomas Lindberg. Κάθε νέος τραγουδιστής είχε το δύσκολο ρόλο να γεμίσει τα παπούτσια του Tompa, αλλά προς τιμήν όλων, κανείς δεν τόλμησε να ακουστεί ίδιος (ευτυχώς γιατί δεν υπήρχε περίπτωση ούτε μία στο εκατομμύριο). O Nyman, με το που μπαίνει ο δίσκος, ακούγεται φορμαρισμένος και πιο σίγουρος σε σχέση με τις προ διετίας ερμηνείες του, με το ομότιτλο κομμάτι να σε κάνει να έχεις ένα χαμόγελο στο πρόσωπο με το μπάσιμο του. Ξέρεις ότι για άλλη μία φορά θα απολαύσεις ένα δίσκο που θα σε συντροφεύει ευχάριστα κάθε φορά που θα παίζει και που θα αποτελεί εγγύηση ποιότητας όπως κάθε τι με το οποίο έχει εμπλακεί ο Μάριος. Δε μπορώ να πω ότι βρίσκω ιδιαίτερες διαφορές σε σχέση με τον προκάτοχο του, καθώς το ''The Venomous'' έχει σε πολλά σημεία την ίδια συνθετική λογική που έχει το ''The Puritan'' (και που εν μέρει είχαν και προηγούμενα άλμπουμ), πράγμα που εμένα προσωπικά ουδόλως με πειράζει, συν ότι είμαι υπέρμαχος ρήσεων ''συνταγή πετυχημένη/ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει'', άρα για άλλη μία φορά οι Nightrage παίζουν μπάλα επιπέδου και περνάνε στην επόμενη φάση πολύ χαλαρά.
Η καλύτερη απόδειξη της αξίας του δίσκου είναι η εναλλαγή ρυθμών και συναισθημάτων. Φυσικά και οι μελωδίες κυριαρχούν και είναι διάχυτες καθ' όλη τη διάρκεια του δίσκου, αλλά το συγκρότημα δεν ξεχνάει να έχει μία up-tempo λογική σε αρκετά κομμάτια. Μετά την ομότιτλη εισαγωγή ''The Venomous'', το ''Metamorphosis/Day Of Wrath'' (όπου ακούμε συνεχώς το ''Dies Irae'' να δεσπόζει στις κραυγές του Nyman), σπάει την ησυχία και χαρίζει στο άλμπουμ ένα φοβερό άνοιγμα. Από κοντά του σε αξία και έκφραση τα φοβερά ''In Abhorrence'', ''Affliction'' και ''Bemoan'', ενώ η αρχή του ''The Blood'' είναι ότι έχουμε αγαπήσει στους Nightrage τόσα χρόνια, με τις κιθάρες να σφυρίζουν και να χαρίζουν αιθέριο ήχο, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει και επιθετικότητα στο δίσκο. Πιστεύω ότι ειδικά οι In Flames και ίσως και οι Arch Enemy του σήμερα θα σκότωναν να έχουν κάποια από τα κομμάτια αυτού του άλμπουμ, ακόμα και διάσπαρτα μέρη κομματιών του, ενώ η παραγωγή του Τέρρυ Νίκα βοηθάει στο να ακούγονται όλα πεντακάθαρα, αλλά όχι ενοχλητικά καλογυαλισμένα, και υπάρχει γενικά μία γλύκα στον ήχο, που ενισχύει το μελωδικό παίξιμο στις κιθάρες, αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει και ο σωστός όγκος για να κοπανηθούν και λίγο μερικοί σβέρκοι, έτσι για να μην ξεχνιόμαστε και ποιά είναι τα βασικά μίας ακρόασης δίσκου.
O δίσκος κλείνει με το ορχηστρικό ''Denial Of The Soul'', το οποίο όπως αντίστοιχα η εισαγωγή προσπαθεί να σε μπάσει στο κλίμα, αυτό σε αφήνει με μία ήρεμη αίσθηση πληρότητας στο τέλος της ακρόασης. Γενικώς οι εισαγωγές και τα outro σε άλμπουμ δε με βρίσκουν και πολύ σύμφωνο, καθώς μου αρέσει περισσότερο η ''in your face'' αισθητική των πραγμάτων, αλλά στην προκειμένη περίπτωση λειτουργούν όμορφα σ' αυτό που θέλει να σου προσδώσει ο Μάριος και η παρέα του. Συνολικά έχουμε για άλλη μία φορά έναν καλοστημένο και άρτιο δίσκο από τους Nightrage, λίγο περισσότερο φρένο στα κομμάτια σε σχέση με τον προκάτοχο ''The Puritan'' όπου έδειχναν λίγο πιο λυσσαλέοι, ίσως επειδή μετά από 4 χρόνια είχαν πολλά να αποδείξουν. Κατ' εμέ δεν έχουν τίποτα να αποδείξουν σε κανέναν, έχουν κερδίσει το σεβασμό όλων με τη στάση τους και με το παίξιμο τους. Ούτως ή άλλως είναι τέτοια η φύση του ήχου τους που απευθύνονται σε συγκεκριμένο κοινό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε θα έχουν κι άλλους οπαδούς με την ακρόαση του νέου τους πονήματος. Με 7 πλέον δίσκους στην πλάτη και με σχεδόν σίγουρη την ανά 2 χρόνια παρουσία τους, οι Nightrage του 2017 δείχνουν ότι έχουν όρεξη, κίνητρο και τρόπο να μας απασχολούν όμορφα κάθε φορά που βγάζουν άλμπουμ. Εύχομαι προσωπικά στο Μάριο να έχει όσο καλύτερες συνθήκες γίνεται στη δουλειά του και στην αντιμετώπιση του συγκροτήματος του, το αξίζει όσο λίγοι. Ο βαθμός καθαρά σε σχέση με το παρελθόν και χωρίς να υπάρχουν ιδιαίτερες αποκλίσεις στους δίσκους τους.
Βαθμολογία: 78/100
Για το Rock Overdose,
Δημήτρης Αλόρας