PINK CREAM 69 – “Headstrong”

Ημερομηνία δημοσίευσης: 18 Δεκεμβρίου 2017

 

Συχνά η πραγματικότητα καθιερώνει ορθά έντονες σχέσεις για τους λάθους λόγους. Για εμάς τους νεώτερους, που μάθαμε πρώτα ότι υπάρχει ο Andi Deris και μετά οι Pink Cream 69 - ή μάλλον, που μάθαμε ότι επειδή αυτά τα δύο κάποτε ήταν ένα, ας ακούσουμε και τη μπάντα του former frontman των Helloween, θυμάμαι ένα λαβύρινθο ονομάτων για τούτη τη μπαντάρα. Μαντέψτε… Σωστά μαντέψατε! «Η πρώην μπάντα του Deris».

 

 

Λίγη ωριμότητα παραπάνω, λίγες παραπάνω ακροάσεις, λίγο εμπλουτισμός του λεξιλογίου με τα metal cliché και στεγανά, ε, ήρθε ο καιρός που οι Pink Cream 69 ενέπνεαν σεβασμό και κυρίως πυροδοτούσαν rock φλόγες, σε μια εποχή που η μανιέρα μεσουρανούσε, το classic hard rock άκμαζε κυρίως ως ιστορική αυτοκρατορία (αθάνατη, δε λέω!) και τα metal ρεύματα πήγαιναν τη μουσική μας σε κάθε γωνιά του μουσικού χάρτη με τρομερά θετικά αποτελέσματα. Στους Pink Cream 69 άκουγες παθιασμένο rock και υπόσχομαι σε κάθε αναγνώστη της στήλης ότι και τη σήμερον ημέρα, αυτό το παθιασμένο, ηλεκτρισμένο, ουσιώδες και ζωντανό rock παραδίδουν οι Γερμανοί.

 

 

Ο δίσκος διαδέχεται μέτριες κυκλοφορίες. Κατ’ εμέ, το “Headstrong” είναι αδιαμφισβήτητα πολλά σκαλιά πάνω από τα τελευταία albums. Ο ήχος του και η ορεξάτη και φρέσκια προσέγγιση στην περπατημένη (ποτέ δε μίλησα για καινοτομία, άλλωστε) οδό ήταν αρκετά στοιχεία για να βγάλω καπέλο, τραγιάσκα και σκούφο(χειμώνας, παίδες). Δεν ήταν η σύγκριση (σάμπως μου έμειναν πολλά από τα τελευταία δύο albums;) ήταν το καθαρό άκουσμα, η επαφή με το υλικό του 2017, με τα τραγούδια του “Headstrong” που με λυσσαλέο ντου, φέρνουν το ποτισμένο πάθος της προσωπικής ταυτότητάς τους με ανέμελες φορτωμένες συνθέσεις και κατακτούν το αυτί μέσα σε τρία τραγούδια. Μέχρι το “No More Fear”, τα “We Bow to No One”, “Walls Come Down”, “Unite and Divide” έχουν κάνει την προοπτική της heavy rock παλινόρθωσης απτή και προσιτή. Γιατί; Γιατί είναι φρέσκα και πατούν στις νόρμες μιας μπάντας που ξέρει τι γράφει. Κανένα κομφούζιο δεν καλύπτει την άποψη περί διασκέδασης και ζωτικότητας μέσα από το «εγχειρίδιο», κάνουμε αυτό που κάνουμε καλά για να δώσουμε αυτό που μπορούμε. Εύκολο; Καθόλου. Ευπρόσδεκτο; Σίγουρα.

 

 

Η μπάντα θα μπορούσε να οραματίζεται μια μηχανή του χρόνου. Αυτά τα τραγούδια θα έκαναν πάταγο λίγες δεκαετίες πριν. Ωστόσο και σήμερα, τέτοια σιγουριά στις ερμηνείες, στη στιβαρή παραγωγή, στο μουσικό μινιμαλισμό για χάρη της ορμής, είναι φως φανάρι ότι η απόλαυση της σύνθεσης ξεπερνάει την αναζήτηση χρονομηχανής. “Man of Sorrows” , για την αποθέωση της mid tempo επιστροφής στις ρίζες, “Vagrant of the Night” για την αντίστοιχη αποθέωση της μπαλάντας, λίγες ακόμα συνθέσεις στο mood του ηλεκτροκίνητου μπαρουτιού, που διέπει το δίσκο και το ταξίδι (μέχρι το κοντινό καλόγουστο rockbar- αλλά και πάλι η ποιότητα του ταξιδιού δεν καθορίζεται από τα χιλιόμετρα) τελειώνει.

 

 

Η ακρόαση ενός τέτοιου δίσκου είναι απολαυστικότατη. Κιθαριές με άποψη groove hard rock πνεύματος, φωνητικά με σπίθα, στίχος για τσούγκρισμα πάνω στο τσούγκρισμα, χτίσιμο τραγουδιών “by the book” αλλά με τη φρεσκάδα και την προσφορά ανανεωμένων ανθρώπων και όχι σερνόμενων κυνηγών φαντασμάτων παλιών εαυτών, συνοπτικά κάνουμε λόγο για όμορφες στιγμές από ένα πολύ σημαντικό σχήμα του σκληρού ήχου. Η έναρξη είναι εντυπωσιακή, το feelgood vibe δεν αποχωρίζεται το ηχόχρωμα του δίσκου, τα ρεφρέν είναι όσο μελωδικά πρέπει και οι μελωδίες τους όσο hook δεν περίμενα. Τα leads είναι κάτι σαν κιθαριστικό ρεφρέν, το groove είναι sexy, η μπάντα γουστάρει και το δείχνει και το γεγονός ότι στο τελευταίο μέρος του “Headstrong” ένιωσα ότι η έμπνευση για το «μανιερίστικο» rock φτάνει σε τέλμα, λίγο με πείραξε. Άλλωστε ο δίσκος, ούτως ή άλλως δεν καινοτομεί. Δυστυχώς ή Ευτυχώς έχουν γραφτεί αμέτρητα rock αριστουργήματα, δε γνωρίζω καν τις δυνατότητες επιβίωσης των εν λόγω συνθέσεων στο βάθος του χρόνου. Αλλά στην τελική, τα συγχαρητήριά μου θα τα βροντοφωνάξω και το δίσκο θα τον βάλω να ενοχλήσει τους γείτονες τόσες φορές, που έχω ένα σοβαρό δείγμα αποδείξεως της διθυραμβικής φρασεολογίας μου. Ο βαθμός δε χρειάζεται να φτάσει το άριστα, όταν οι Pink Cream 69 παίζουν τα καινούρια τραγούδια τους με την όρεξη εφήβων που παίζουν διασκευές Guns n’ Roses, εγώ υποκλίνομαι και μόνο στην εύρεση αυτής της δυσεύρετης ουσίας στον κόσμου της τέχνης, για τον 21ο αιώνα.


Βαθμολογία: 80/100

 

Για το Rock Overdose,

Θοδωρής Καλουδιώτης

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Comments