PORCUPINE TREE – “Closure / Continuation”

Συντάκτης: Μιχάλης Τσολάκος

 

Αυτό το δίσκο καρτερούσαν πολλοί εκεί έξω για χρόνια ολόκληρα. Για να ακριβολογούμε, κόσμος και κοσμάκης περίμενε τους Porcupine Tree να επιστρέψουν ή αν προτιμάτε, να αποσυμπιεστεί ο Steven Wilson από την προσωπική του καριέρα και να ξαναβάλει μπρος τις μηχανές του θρυλικού συγκροτήματος. Έχοντας στο πλάι του τους Gavin Harrison (ντραμς, percussion) και Richard Barbieri (keyboards, synthesizer, programming), επαναδραστηριοποιεί το θρυλικό progressive rock συγκρότημα και προσφέρει νέο υλικό προς ακρόαση. Το “Closure / Continuation” αποτελεί τον 11ο πλήρη δίσκο των Βρετανών και όπως καταλαβαίνετε, κουβαλά βαριά κι ασήκωτη κληρονομιά.

 

Το να κοιτάς πίσω σου και να βλέπεις τα “In Absentia” και “Fear Of A Blank Planet” (όχι τυχαία αναφορά), ε είναι και λίγο τρομακτικό. Το “Closure / Continuation” είναι ένας αυθεντικός prog δίσκος, με στοιχεία και κλασσικού rock, επηρεασμένος όμως και από τις προσωπικές δουλειές του δημιουργού Wilson, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ίσως ο κόσμος να περίμενε μαζικά να ακούσει τους Porcupine Tree να συνεχίζουν από εκεί που σταμάτησαν. Αυτό δεν συμβαίνει, τουλάχιστον όχι σε πολύ μεγάλο βαθμό. Είναι και η απουσία του Colin Edwin που ως ένα σημείο αφαιρεί κάτι από το να χαρακτηριστεί ένα αυθεντικό reunion (για τον Maitland δεν ισχύει αυτό διότι έχει φύγει από το 2002), αλλά το “Closure / Continuation” έχει την περιβόητη Porcupine Tree ταυτότητα, αν και όχι αψεγάδιαστο.

 

Καταρχάς, μιλάμε για δίσκο που θέλει ακροάσεις για ώρες επί ωρών, προκειμένου να τον αντιληφθείς. Τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές και παρά τις πάρα πολλές ακροάσεις, ένα απόλυτα ασφαλές συμπέρασμα από μεριάς μου δεν έχει βγει. Όμως, παίρνουμε σαν αφετηρία ότι ο Steven εστίασε στους δύο δίσκους που αναφέραμε στην παραπάνω παράγραφο. Λογικό και καλά έκανε. Μιλάμε για την επιτομή της δισκογραφίας τους, ειδικά το “In Absentia” το θεωρώ το καλύτερο και σημαντικότερο. Ό,τι ακούμε στο “Closure / Continuation” λοιπόν, είναι πρακτικά και ό,τι κοντινότερο σε αυτά τα άλμπουμ. Αυτό είναι η μία όψη, η άλλη είναι ότι το προς παρουσίαση έργο λοξοκοιτάζει και τις προσωπικές κυκλοφορίες του Steven Wilson. Το σκέφτομαι και το ξανασκέφτομαι κι αυτό λογικό το βρίσκω, καθώς ο κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ίδιος.

 

Το ”Harridan”, εναρκτήριο κομμάτι, μοιάζει κάπως απογυμνωμένο, μπασογραμμές και ντραμς μέχρι να μπουν όλα τα όργανα στην εξίσωση. Μονότονο, με ελάχιστα ξεσπάσματα, προσωπικά όχι αυτό που περίμενα, μάλλον αδιάφορο θα το χαρακτήριζα. “Of The New Day”, κι εδώ τα πράγματα είναι χλιαρά, καταλαβαίνεις μεν από χιλιόμετρα ότι είναι Porcupine Tree, αλλά κάτι λείπει. Στο “Rats Return”, ένα riff καλυτερεύει το πράγμα, υπάρχει κάτι που μένει στο μυαλό, ενώ το “Dignity” μένει στάσιμο. “Walk The Plank” και “Herd Culling” δίνουν ροή και ωραίες στιγμές, αλλά ακολουθεί ένα δεκάλεπτο prog όργιο που έστω και αργά σε κάνει να λες πως άξιζε η νιοστή ακρόαση που έκανες. Το “Chimera's Wreck” είναι όλα όσα αγαπήσαμε στους Βρετανούς. Μελωδικό, με απανωτές αλλαγές, έναν Harrison να οργιάζει και κιθάρες να κεντάνε.

 

Χωρίς ούτε μισή σκέψη, πρόκειται χαλαρά για το καλύτερο κομμάτι του δίσκου. Ενός δίσκου, που χρειάζεται χρόνο. Προσωπικό, ποιοτικό και ουσιαστικό χρόνο, με απόλυτη συγκέντρωση και ηρεμία, έχοντας καθαρίσει το μυαλό από σκέψεις για το αν πρέπει να αγαπήσεις το “Closure / Continuation” γι’ αυτό που θα ήθελες να είναι. Όχι, δέξου το όπως είναι. Είναι ένα καλό άλμπουμ, ένα ενδιαφέρον έργο. Μπορεί να γίνει κάτι παραπάνω; Ναι, με ακόμα περισσότερες ακροάσεις, ίσως ανέβει επίπεδο στη συνείδηση του καθενός. Ομολογώ ότι στην προσωπική δισκογραφία του Wilson (εκτός του τελευταίου) βρήκα περισσότερο ενδιαφέρον. Όσοι πάντως αγοράσετε το δίσκο, προτιμήστε την περιορισμένη έκδοση με τα 3 επιπλέον κομμάτια, που είναι πολύ καλά, συν όλο το άλμπουμ σε instrumental.

 

 

Βαθμολογία: 70/100

 

 

 

Για το Rock Overdose,

Μιχάλης Τσολάκος



 

Comments