Ημερομηνία δημοσίευσης: 8 Δεκεμβρίου 2017
Θα μπορούσε ανετότατα να είναι το νέο Rage Against The Machine. Δεν υπερβάλω. Οι Prophets Of Rage μπορεί να μην το έχουν καταλάβει, αλλά ντεμπούταραν με έναν δυναμίτη. Ο οποίος είναι έτοιμος να εκραγεί όπως το πρώτο άλμπουμ των Αμερικάνων πρωτοπόρων το 1992. Ουσιαστικά οι POR, είναι αυτούσιοι οι Rage Against The Machine, απλά χωρίς τον Zack de la Rocha. Αντί αυτού, στα φωνητικά, έχουμε τους κυρίους B-Real και Chuck D των Cypress Hill και Public Enemy αντίστοιχα. Το όνομα, φυσικά, προέρχεται από το ομώνυμο τραγούδι του “It Takes A Nation Of Millions To Hold Us Back” των δεύτερων, πίσω στο 1988, όταν και το Hip Hop γνώριζε άνθιση με μπροστάρηδες τους Public Enemy και όχι μόνο. Η επιρροή του μάλιστα είναι τόσο μεγάλη, καθώς μιλάμε για ένα από τα πιο εμπορικά του είδους. Να μην αναφερθώ στο “Bring The Noise” και τη σύμπραξη με τους Anthrax γιατί ξεφεύγουμε.
Πάμε στο τώρα, καθώς το πνεύμα των RATM σίγουρα ζει μέσα απ’ αυτό το δίσκο. Άλλο Zack, άλλο Chuck και το δέχομαι. Αλλά πείτε μου εσείς, ξέρετε άλλον να ραπάρει καλύτερα από τον Carlton Douglas Ridenhour; Φοβερός επίσης και ο B-Real, τέλειο ντουέτο με τον Chuck D, καθώς έχουν διαφορετικές φωνές και χρειές. Οι συνθέσεις υπηρετούν τις φωνές τους και τούμπαλην. Στο καθαρά μουσικό κομμάτι, ο Τοm Morello με τα “Radical Eyes”, “Unfuck The World”, “Legalize Me”, “Hail To The Chief” και “Strength In Numbers” μας δείχνει ότι η τέχνη δεν ξεχνιέται. Ειδικά όταν στο πλάι του βρίσκεται το δίδυμο των Tim Commerford/ Brad Wilk, τότε είσαι σίγουρος ότι κάτι εύφλεκτο έχεις στο στερεοφωνικό σου.
Αυτό που καταφέρνουν οι Prophets, είναι να ενώσουν δυο κόσμους, του Hip Hop και του Metal, γεννώντας ένα rap rock supergroup. Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν και είναι μεγάλη, από τις απαιτήσεις μέχρι την προσέλευση στις συναυλίες τους. Και όλο αυτό είναι 100% αυθεντικό και μεταλλικό. Οι Chuck D, DJ Lord και B-Real είχαν εξαρχής δύσκολο έργο. Να γίνουν μέρος του παραδοσιακού Rage Against The Machine ήχου, όπως αυτός μας συστήθηκε από τις αρχές του 1990 κι ένθεν. Τα 3 αυθεντικά μέλη τους, σεβόμενοι απόλυτα, το παρελθόν και την τεράστια κληρονομιά τους, δημιούργησαν ένα άλμπουμ που κάλλιστα θα μπορούσε να φέρει το λογότυπο των RATM. Χωρίς καμία έκπτωση, όλα τα riffs του Tom, οι μπασογραμμές του Timothy Robert και το μαεστρικό κοπάνημα του πολυπράγμονα Bradley J. Wilk καθιστούν το δισκάκι αυτό απαραίτητο για κάθε οπαδό των Rage Against The Machine και, γιατί όχι, των Public Enemy και Cypress Hill.
Θέλω να πιστεύω πως μια ακρόαση του “Living On The 110”, του “Take Me Higher” και του “Smashit” θα πείσει κάθε ανοιχτόμυαλο μουσικόφιλο να επένδύσει εδώ. Το εξώφυλλο, βέβαια, θυμίζει λίγο τη γροθιά του τύπου στο “The Battle Of Los Angeles”, για να κεντρίσει πιθανώς το ενδιαφέρον περισσότερων φίλων των Alternative Rock/ Funk Metal θρύλων, οπότε όλα καλά. Για το είδος του, αυτός ο δίσκος, θα γίνει κλασσικός και θα αποτελεί πυξίδα, θα το δείτε.
Βαθμολογία: 84/100
Για το Rock Overdose,
Μιχάλης Τσολάκος