Ημερομηνία δημοσίευσης: 7 Μαΐου 2018
Ξεκίνησα τις ακροάσεις του “White Horse Hill” για τις ανάγκες της κριτικής, με πολύ αρνητική προδιάθεση. Είχα ακούσει το άλμπουμ μια - δυο φορές πριν την ανάληψή της και ήμουν ήδη αρκετά ενοχλημένος. Να διευκρινίσω ότι είμαι από τους πρώτους που ακολούθησαν και στήριξαν τη μπάντα στην Ελλάδα, αλλά ήμουν προετοιμασμένος να γράψω αρκετά σκληρά λόγια. Κι οι λόγοι δεν ήταν τόσο καθαρά μουσικοί, αλλά είχαν να κάνουν με τη γενικότερη στρατηγική της μπάντας τα τελευταία χρόνια, όσο και με τον τρόπο που διαχειρίστηκε το υλικό της για τη συγκεκριμένη κυκλοφορία. Επειδή κατά τη διάρκεια των συνεχών ακροάσεων η στάση μου μαλάκωνε σταδιακά, θα αναφέρω μεν μέρος των ενστάσεών μου πριν προχωρήσω, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι πλέον δε μου φαίνονται τόσο σημαντικές μπροστά στο μεγαλείο της ίδιας της μουσικής (έστω κι αν η μπάντα μάς την προσφέρει με το σταγονόμετρο).
Οι κινήσεις των Solstice τα τελευταία είκοσι χρόνια, από το αποκορύφωμα της δημιουργικότητάς τους (“New Dark Age”) μέχρι σήμερα, μοιάζουν βαθμιαία να δοκιμάζουν την πίστη και την αφοσίωση των οπαδών τους. Ελάχιστα νέα τραγούδια αλλά άπειρες, (σχεδόν) ανούσιες κυκλοφορίες που ανακυκλώνουν με διάφορους τρόπους το υπάρχον υλικό και συντηρούν τεχνητά τον «μύθο». Η κυκλοφορία του αρκετά καλού “Death’ s Crown is Victory” ΕΡ το 2013, αν κι αυτό απείχε ελαφρώς από τα στάνταρ που τους είχαμε συνηθίσει, ήταν ευπρόσδεκτη γιατί η μπάντα έδειχνε τα πρώτα σημάδια (αληθινής) ζωής μετά από χρόνια και την πρόθεση να κινηθεί προς τη «σωστή» κατεύθυνση. Παρόλα αυτά, η συνέχεια άργησε πάλι πολύ να έρθει...
Με σχεδόν εξαντλημένη την υπομονή υποδεχτήκαμε επιτέλους το “White Horse Hill” το 2018, ένα άλμπουμ το οποίο μοιάζει φιλόδοξο και έχει τη στήριξη των κριτικών ... αλλά που αποτελείται ουσιαστικά από τρεις συνθέσεις. Τα υπόλοιπα τέσσερα κομμάτια είναι μεν συμπαθητικά, αλλά στην πράξη είναι filler. Ακόμα και η όμορφη folk μπαλάντα, “For All Days, and For None” - που αν και είναι μεγάλη σε διάρκεια - δύσκολα θα στεκόταν σαν αυτούσιο κομμάτι, παρά λειτουργεί ως ιντερλούδιο. Το πρόβλημα είναι ότι από τα τρία βασικά κομμάτια του άλμπουμ, “To Sol a Thane”, “White Horse Hill” και “Under Waves Lie Our Dead”, μόνο το τελευταίο μας ήταν άγνωστο καθώς η μπάντα φρόντισε τα υπόλοιπα να είναι ήδη διαθέσιμα από προηγούμενες ανεξάρτητες κυκλοφορίες της (όπως επίσης και το “For All Days, and For None” !). Οπότε, ένας φανατικός και πιστός οπαδός των Solstice θα αναγκαστεί να προμηθευτεί το “White Horse Hill” ουσιαστικά για μια και μόνο νέα σύνθεση!
Και εδώ σταματάει η όποια δικαιολογημένη γκρίνια, διότι είναι δύσκολο να «κρατήσεις μούτρα» στον φίλο Rich (Walker) και την παρέα του, όταν ακόμα σου προσφέρουν, με χαρακτηριστική άνεση, τέτοιες αρχετυπικές epic doom metal κομματάρες όπως τα τρία προαναφερθέντα κομμάτια. Όταν σου υπενθυμίζουν ότι η - δυσανάλογη με την ποσότητα της μουσικής που έχει προσφέρει - εκτίμηση που απολαμβάνει στους underground κύκλους, είναι δικαιολογημένη λόγω υπερπροσφοράς σε ποιότητα. Αν και θα είναι αντικειμενικά δύσκολο να επαναλάβει στο μέλλον τον αντίκτυπο που προκάλεσαν τα “Halcyon” και “New Dark Age”, μια τέτοια προοπτική δεν φαντάζει πλέον αδύνατη, καθώς δημιουργικά δείχνει ότι βρίσκεται σε γόνιμη περίοδο (τουλάχιστον ποιοτικά, διότι όπως είπαμε το συγκρότημα απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί παραγωγικό). Ελπίζουμε στο επόμενο άλμπουμ (που έχει ήδη προαναγγελθεί και αναμένεται σχετικά σύντομα) να αποφύγουν ανάλογα φάουλ, ώστε να βρούμε την αφορμή που ψάχνουμε για να αποθεώσουμε ξανά αυτή τη μπάντα σύμβολο του underground επικού metal.
Βαθμολογία: 81/100
Για το Rock Overdose,
The Shadowcaster