SULPHUR AEON – “Seven Crowns And Seven Seals”

Συντάκτης: Άγγελος Κατσούρας 

 

 

“SEVEN CELESTIAL MAJESTIES

SEVEN MALEVOLENT ROYALTIES

SEVEN PLANETS, SEVEN SIGNS

SEVEN BLASPHEMIES ENTWINED”…

 

Όχι, δεν πρόκειται για κάποια παράφραση της εισαγωγής του “Moonchild” των Iron Maiden μέσα από το ιστορικό “Seventh Son Of A Seventh Son” αλλά για το ένα μέρος του ρεφρέν του ομότιτλου κομματιού του τέταρτου δίσκου των Sulphur Aeon. Οι Γερμανοί υμνητές του Cthulhu και του αέναου τρομακτικού σύμπαντος που έφτιαξε ο H.P. Lovecraft, προέβησαν σε μεγάλη σιγή ύστερα από το προηγούμενο και άκρως συγκλονιστικό άλμπουμ τους “The Scythe Of Cosmic Chaos” το 2018, ένα από τα υπερ-κορυφαία άλμπουμ της δεκαετίας που πέρασε και που τους κατέστησε επίσημα ως μία από τις μπάντες που έλαμψαν εντός αυτής. Με μοναδικό σημάδι ζωής ενδιάμεσα το ψηφιακό ζωντανό άλμπουμ “Unaussprechliche Kulte (Live at Culthe Fest 2019)” το 2020, το κοινό που άρχισε να τους λατρεύει όλο και περισσότερο, αγωνιούσε αν και πότε θα επέστρεφαν και κυρίως για το αν, πόσο και με τι τρόπο θα μπορούσαν να επαναλάβουν κάτι ανάλογο με το “The Scythe Of Cosmic Chaos” και τους προκατόχους του. Η σιωπή που καλά κρατούσε το κουιντέτο από τη Βεστφαλία, για πρώτη φορά σε τόσο μεγάλο διάστημα από τον σχηματισμό τους το 2010, θύμιζε τον αιώνιο ύπνο του μέγα Cthulhu στο υγρό βασίλειο του,  με τους πιστούς του(ς) να θέλουν όσο τίποτα μια εκ νέου αφύπνιση!

 

 

Οι αγγελιοφόροι επί Γης του μέγα Πλοκαμάρχη χτύπησαν όμως εκεί που δεν περίμενε κανείς, και έτσι άρχισαν εδώ και κάποιους μήνες να μας πετάνε κομματάρες που προετοίμασαν το έδαφος για την ολική καταστροφή και την ανέγερση στην επιφάνεια Αυτού του οποίου το όνομα δεν πρέπει να προφέρεται από ζωντανούς και νεκρούς. Το μόνο που απέμενε ήταν το πλήρες δείγμα του “Seven Crowns And Seven Seals”, το οποίο προϊδέαζε ήδη από το ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ εξώφυλλο του Paolo Girandi για τι επρόκειτο. Αυτή τη φορά στο εξώφυλλο δεν κυριαρχούσε κάποιο τέρας όπως στα προηγούμενα, αλλά μία εικόνα αποκάλυψης στην οποία δεσπόζει ο πλανήτης-καταστροφέας στο κέντρο των εφτά σφαιρών που προδίδουν τον τίτλο του δίσκου και από το στόμα του οποίου ξερνάει ένα ποταμό αίματος στον οποίο πνίγονται αυτοί που δεν έχουν ούτως ή άλλως σωτηρία, εικόνα που σου μένει το δίχως άλλο με την πρώτη και ένα πραγματικό έργο τέχνης αντάξιο της ποιότητας του συγκροτήματος και του δίσκου τους. Η ύπουλη εισαγωγή του “Sombre Tidings” δεν μπορεί να προετοιμάσει την ανελέητη επίθεση που ξεκινάει με το “Hammer From The Howling Void”, και έτσι οι Sulphur Aeon το πίάνουν εκεί που το άφησαν 5 χρόνια πριν, πιο ώριμοι, πιο πειθήνιοι και πιο ατμοσφαιρικοί από ποτέ.

 

 

Κάτι που είναι ευδιάκριτο και στο πρώτο δείγμα που μας είχαν χαρίσει με το “Usurper Of The Earth And Sea”, το οποίο πιστοποιεί ότι οι γνωστές κατάμαυρες νεκρομεταλλικές πατέντες που τέμνουν άψογα τους Morbid Angel, Immolation και Nile τελούν ακόμα υπό το άγρυπνο βλέμμα των προ “Evangelion” Behemoth και με τους Bølzer να παίρνουν μάτι σαν ηδονοβλεψίες και ειδικά στα σημεία που ο Μ. απαγγέλει παιάνες μάχης και σου παγώνει το αίμα, πέραν του ότι η φωνή του έχει γίνει πιο πηχτή και δολοφονική από ποτέ όταν αφήνονται ανεξέλεγκτοι να μακελέψουν τα πάντα. Οι διάρκειες μεγαλώνουν αισθητά στο “The Yearning Abyss Devours Us”, όπου το συγκρότημα αναπτύσσει περαιτέρω τις ικανότητες του με παίξιμο που δε μας έχουν συνηθίσει ως ανάπτυξη ιδεών και αν το πρώτο… μισό του δίσκου είναι αυτό που είναι τρόπον τινά αναγνωριστικό, το δεύτερο… μισό είναι η επιστέγαση μιας ΜΕΓΑΛΗΣ μπάντας που καλό είναι να παρακαλάμε όλοι να κυκλοφορεί άλμπουμ πιο συχνά. Το δεύτερο δείγμα του δίσκου που ακούσαμε ήταν το σοκαριστικό “Arcane Cambrian Sorcery”, το μικρότερο κομμάτι του δίσκου («μόλις» 5:49 σε διάρκεια), το οποίο λειτουργεί ως πολιορκητικός κριός και τονίζει την απειλή που νιώθεις στο άκουσμα τους, θυμίζοντας έντονα το προηγούμενο μνημειώδες άλμπουμ τους ξεκάθαρα.

 

 

Θα μπορούσα να παρομοιάσω το “Arcane Cambrian Sorcery” ως αντίστοιχο “Lungs Into Gills” στον προηγούμενο δίσκο για τους γνώστες, από την άποψη ότι προετοιμάζει για ένα μεγάλο φινάλε, πιο αιχμηρό και λιγότερο ατμοσφαιρικό, αλλά σε καίρια θέση στο δίσκο για να προετοιμάσει το έδαφος για τα δυο… τέρατα που ακολουθούν, αρχομένης από το ομότιτλο κομμάτι που ήταν το τρίτο και τελευταίο δείγμα που ακούσαμε και μας έστειλε μια ώρα αρχύτερα στην… αγκαλιά του Cthulhu, να αποφασίσει Αυτός τη μοίρα μας. Πέραν του σημείου που παρέθεσα στην αρχή σαν ρεφρέν, η αρχή, η μέση και το τέλος του κομματιού μοιάζουν ως ότι πιο πλήρες έχουν γράψει σαν δομή, σχεδόν στρατιωτικό τέμπο με ένα αιθέριο υποχθόνιο lead, οδηγεί ένα έρπον τέμπο στα 9’ που διαρκεί σε μία άνευ προηγουμένου επίκληση όλων των Αρχαίων ώστε να στηθεί πανηγύρι αφανισμού ότι δεν πρέπει να αναπνεύσει ποτέ ξανά και τα σημάδια της καταστροφής έντονα ειδικά στο ξέσπασμα με τα blast beats και το ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ κιθαριστικό θέμα που ακολουθεί πριν το ρεφρέν. Το ζείς τόσο έντονα που σχεδόν τάσσεσαι στο πλευρό όλων αυτών των τερατόμορφων υπάρξεων και δε θες να μείνει ανθρώπινο ίχνος ζωής ενώ θα είσαι μέσα σ’αυτούς που θα κάνουν το ταξίδι δίχως γυρισμό.

 

 

Κι αν το ομότιτλο κομμάτι μοιάζει σαν να μην έχει αντίπαλο, δεν έχω λόγια ειλικρινά για το ακόμα μεγαλύτερο κι ακόμα εντυπωσιακότερο και κορυφαίο “Beneath The Ziqqurats” που κλείνει το δίσκο. Χάνει για 11 δευτερόλεπτα τον τίτλο του μεγαλύτερου κομματιού της δισκογραφίας τους από το “Sinister Sea Sabbath” του προηγούμενου δίσκου, αλλά απλώνει σε πλήρες υπόβαθρο χάους, Δευτέρας Παρουσίας και νύχτας που γίνεται μέρα από τη σφαγή όλο το μεγαλείο των Sulphur Aeon. Δεν είναι ότι δεν περίμενα τέτοιο τέλος στο δίσκο ειδικά μετά το ομότιτλο κομμάτι που μπορεί να ντροπιάσει ακόμα και τους ίδιους πέρα από κάθε πιθανό (μάλλον όχι) αντίπαλο, αλλά ΤΕΤΟΙΟ πράγμα όχι, δεν το περίμενα. Θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για τοπ 5 κομματιών της χρονιάς, αν όχι για ΤΟ κομμάτι των κομματιών φέτος. Οι ψίθυροι στην αρχή φέρνουν προ των πυλών ένα απίστευτο πάντρεμα blackened death αισθητικής, ενώ το στοιχειωτικό ρεφρέν που απαγγέλεται με δέος (“Glory to the ones who lurk under endless seas of sand! Glory to the entities beneath the ziqqurrats!”) δεν αφήνει περιθώριο αμφισβήτησης ότι μιλάμε για ένα από τα άλμπουμ της χρονιάς με χαρακτηριστική ευκολία. Το υπνωτικό τέμπο και η πανδαισία ρυθμών μέχρι το τέλος είναι προσωποποιημένος οργασμός που στερείται περιγραφών και προσδιορισμών.

 

 

Ακούστε το, βιώστε το και βουτήξτε στα έγκατα αγνώστων ωκεανών, γνωρίζοντας την προδιαγεγραμμένη μοίρα σας δίχως φόβο, γιατί αν πιστεύετε στη μετά θάνατον ζωή, αυτή είναι η ευκαιρία σας για αναγέννηση του ψυχισμού και όλου του είναι σας.

 

“SEVEN CROWNS,SEVEN LORDS

SEVEN ABOMINATIONS ROAR

SEVEN CROWNS, SEVEN SEALS

SEVEN SPELLS WILL END OUR REIGN”...

Iä R'lyea! Cthulhu ftagn! Iä! Iä!

 

 

 

Bαθμολογία: 95/100

 

 

 

Για το Rock Overdose,

Άγγελος Κατσούρας



 

Comments