Ημερομηνία δημοσίευσης: 11 Σεπτεμβρίου 2017
Από την άλλη μεριά του Ατλαντικού και συγκεκριμένα από τις ΗΠΑ, μας ήρθε ακόμη κάτι που ομολογώ ότι δεν είχα ξανακούσει. Progressive black metal το λένε. Όλο περιέργεια έβαλα να το ακούσω. H αλήθεια είναι ο νους μου πήγε σε πιο Avant-garde καταστάσεις, όπως τις έμαθα από τους Arcturus και τους Borknagar.
Περνώντας λοιπόν στην ακρόαση διαπιστώνω ότι ο δίσκος ναι μεν έχει κάποια στοιχεία από το προαναφερθέν στυλ μουσικής, αλλά τελικώς απέχει πολύ από το να μπορεί να μπει στην ίδια λίστα. Και για να το θέσω πιο αναλυτικά. Υπάρχουν φοβερές ιδέες, με ρίφφς που παρά το ντεμπούτο της μπάντας είναι καλοδουλεμένα και στέκονται πολύ καλά. Μαζί με αυτά, εξ αρχής ξεχωρίζουν και τα φωνητικά, τα οποία τηρούν το μέτρο και δεν ξεφεύγουν σε kvlt καταστάσεις, ούτε γίνεται υπερπροσπάθεια θεατροποίησης των. Αυτά τα δύο πλαισιώνονται φυσικά από τύμπανα και πλήκτρα. Ε κι ένα μπάσο το οποίο ως είθισται είναι χαμένο στη μίξη.
Βέβαια εδώ υπάρχει η πρωτοτυπία του να έχουμε παύσεις από τα υπόλοιπα όργανα για να βγει μπροστά το μπάσο, με αποκορύφωμα το φινάλε του “Until the Stars Be Numbered”, όπου ο ήχος που βγάζει θυμίζει…κλανιά. Συμπαθάτε με για την έκφραση, αλλά δεν υπήρχε άλλος τρόπος να το περιγράψω. Για τα άλλα δύο τώρα, πλήκτρα και ντραμς, δυστυχώς έχω να σούρω μπόλικα, διότι όσο τεχνικά μπορεί να ακούγονται τα πλήκτρα σε ορισμένα σημεία κι όσο κι αν προσπαθούν να δώσουν ατμόσφαιρα εντούτοις καταλήγουν να μπουκώνουν τον ήχο και να μην ταιριάζουν τόσο πολύ, καταστρέφοντας το τελικό αποτέλεσμα. Το ίδιο πράγμα συμβαίνει και με τα τύμπανα, τα οποία όντας προγραμματισμένα πολλές φορές ξεφεύγουν σε παίξιμο, δημιουργώντας απλά ήχους που θυμίζουν τύμπανα και αυτό φαίνεται κυρίως στην κάσα που ακούγεται σαν κλικς και στα πιατίνια που χάνουν τις ουρές των. Χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου όλα μαζί μπουκώνουν και καταστρέφεται το κομμάτι είναι το “Bull of Dharma”.
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, έχουμε να κάνουμε με έναν δίσκο που φέρει ορισμένες φοβερές ιδέες και κατά τόπους δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι γράφτηκε από μια φρέσκια μπάντα. Σίγουρα υπάρχουν ιδέες που επαναλαμβάνονται, σίγουρα η ενορχήστρωση ήθελε περισσότερη δουλειά, αλλά δεν παύει να αποτελεί μία «τίμια» προσπάθεια από δύο ταλαντούχα άτομα. Με βάση αυτά λοιπόν, καταλήγουμε ότι πρόκειται για ένα δύσκολο άκουσμα, το οποίο ίσως και να απευθύνεται σε πολύ λίγους, οι οποίοι θα κοιτάξουν πέρα από τα ψεγάδια του και θα μπορέσουν να βρουν την όση μαγεία εμπεριέχει. Ίσως και να φταίει το γεγονός ότι οι περισσότερες από τις μπάντες του εν λόγω χώρου, μας έχουν συνηθίσει σε πραγματικά αριστουργήματα. Το σίγουρο πάντως είναι ότι μπήκαν στο ραντάρ και θα περιμένουμε με ενθουσιασμό έναν δεύτερο δίσκο μακριά από τα πάθη του πρώτου.
Βαθμολογία: 60/100
Για το Rock Overdose,
Ηλίας Ιακωβόπουλος