Ημερομηνία δημοσίευσης: 2 Φεβρουαρίου 2018
Στις παράξενες μέρες που διανύουμε, για να προκαλέσεις προσοχή γύρω από το όνομά σου και να ακουστείς πέρα από τον πυρήνα των οπαδών σου, θα πρέπει με κάποιο τρόπο να προκαλέσεις, ούτως ώστε να δημιουργηθεί θόρυβος γύρω από το όνομά σου. Και αυτό το κατάφεραν οι Therion κατά την ανακοίνωση της νέας κυκλοφορίας τους, λόγω της ιδιαιτερότητας που αυτή διαθέτει. Και δε μιλάμε απαραίτητα για το γεγονός ότι πρόκειται για μια rock opera, καθώς αυτό είναι κάτι που έχει ξαναγίνει πολλές φορές στο παρελθόν, αλλά για το γεγονός πως το έργο αυτό έχει συνολική διάρκεια τρεις ώρες! Και όπως είναι απόλυτα λογικό, αυτή η λεπτομέρεια είναι που τράβηξε πάνω της όλη την προσοχή και δημιούργησε κουβέντα γύρω από το θέμα.
Και προφανώς ένα τρίωρο έργο είναι μεγάλη πρόκληση. Είτε για τον συνθέτη, είτε για τους συμμετέχοντες, είτε για τον παραγωγό, είτε για τον ακροατή που θα κάτσει να αφιερώσει ένα τρίωρο από τη ζωή του για να αφοσιωθεί σε ένα τέτοιο άκουσμα, σε μία εποχή που τα πάντα είναι επιφανειακά, από τον τρόπο ακρόασης της μουσικής μέχρι την ίδια τη μουσική (βασικά σε όλους τους τομείς της ζωής, αλλά είπα να μη βγω εκτός θέματος). Βέβαια, οι φανατικοί οπαδοί απλά ενδιαφέρονται περισσότερο για την ποιότητα του δίσκου, αφού έτσι κι αλλιώς θα κάτσουν να ασχοληθούν, καθώς πρόκειται για τον πρώτο studio δίσκο μετά από οκτώ χρόνια (το "Les Fleurs Du Mal" δεν πιάνεται, είναι άλμπουμ διασκευών) και το χλιαρό "Sitra Ahra".
Ας ξεκινήσουμε όμως πρώτα από τα βασικά: η ιστορία και το concept του έργου αποτελούν διασκευή στο έργο του Vladimir Soloviov "A Short Tale Of The Antichrist", χωρίζεται σε τρείς πράξεις, διαθέτει 29 διαφορετικούς χαρακτήρες, κάτι που σημαίνει 29 διαφορετικούς τραγουδιστές, και αποτελείται από 46 κομμάτια. Για να αντιληφθείτε καλύτερα το μέγεθος, να πω απλά ότι η Cd έκδοση περιλαμβάνει 3 Cd, ενώ η βινυλιακή έκδοση περιλαμβάνει 6(!!!) βινύλια για να χωρέσει αυτό το μεγαλεπήβολο και φιλόδοξο έργο.
Μουσικά τώρα, μπορεί θεωρητικά η μεγάλη διάρκειά του να απωθήσει πολύ κόσμο, στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για ένα έργο αρκετά βατό και προσιτό. Μπορεί να είναι φιλόδοξο και μεγαλεπήβολο, δεν είναι όμως μπερδεμένο και φορτωμένο, κρατάει μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Με μία πιο προσεκτική παρατήρηση, θα καταλάβει κάποιος εύκολα ότι οι φόρμες των συνθέσεων είναι βασισμένες στις πρακτικές της όπερας, οι οποίες στη συνέχεια 'ντύθηκαν' από πάνω με τα ηλεκτρικά όργανα και τα drums. Για τα φωνητικά δε το συζητάω, ακόμα και κάποιος που δεν έχει ακούσει ποτέ όπερα στη ζωή του θα καταλάβει αμέσως ότι οι τεχνικές και οι απαγγελίες έχουν να κάνουν ξεκάθαρα και ολοφάνερα με πρακτικές της όπερας.
Σε ένα τόσο μακροσκελές σε διάρκεια έργο, το γεγονός ότι τα κομμάτια είναι σωστά δομημένα και ρέουν εύκολα και ευχάριστα, έρχεται σε αντιστάθμιση με την μεγάλη διάρκεια του δίσκου. Σε διαφορετική περίπτωση, μια προσεκτική ακρόαση θα ήταν βασανιστήριο ακόμα και για τους πιο φανατικούς οπαδούς του συγκροτήματος. Υπάρχουν βέβαια κάποια σημεία που δε θα αρέσουν στα άτομα που δεν τους αρέσει καθόλου η όπερα, διότι επαναλαμβάνω ότι ουσιαστικά πρόκειται για ένα έργο όπερας ντυμένο με metal όργανα, και αυτό όχι σε όλα τα κομμάτια, με αποτέλεσμα να υπάρχουν κάποια απογυμνωμένα σημεία, τα οποία όμως λειτουργούν σα μετάβαση για τις επόμενες σκηνές του έργου, στοιχείο το οποίο προσθέτει ροή και υφή θεατρικού έργου.
Σε τελική ανάλυση όμως, το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό, με σωστή προσέγγιση, αφομοίωση και ανάμειξη των ειδών και των υφών. Την παράσταση κλέβουν για ακόμα μια φορά τα συμφωνικά στοιχεία τα οποία 'ντύνουν' το έργο καθ' όλη τη διάρκειά του, και τα οποία πλέον αποτελούν trademark στοιχείο της μουσικής των Σουηδών, απλά σε αυτό το έργο που έχει τη συγκεκριμένη μορφή και ιδιαιτερότητα, πετυχαίνουν να το απογειώσουν. Και έτσι πετυχαίνεται το παράδοξο, μέσα στην τεράστια χρονική διάρκεια και την ιδιαιτερότητα της μουσικής, να καθιστάται ταυτόχρονα ένας από τους πιο easy-listening δίσκους που έχουν γράψει μέχρι τώρα. Και αν είσαστε παράλληλα, εκτός από οπαδός του metal, οπαδός της όπερας και του θεάτρου, μόλις βρήκατε τον δίσκο της δεκαετίας για εσάς.
Βαθμολογία: 83/100
Για το Rock Overdose,
Σταύρος Πισσάνος
Οι Therion αποτελούν ένα τρομερό σύνολο κάτω από ένα τρομερό εγκέφαλο. Αλλαγές στο line up, πειραματισμός, τριβή στο metal κλασικισμό και το γοτθικό θέατρο, ε, δεν τους λες και τυχαίους. Ο πυρήνας των οπαδών τους διογκωνόταν συνεχώς, μέχρι που επήλθε μία μικρή κάμψη. Έργα τους μνημονεύονται από μεταλλάδες και μη, αλλά ο αχόρταγος συνθέτης δεν κάθεται ποτέ. Κάνει κι ένα τρίωρο έργο γεμάτο θεατρικό σκοτεινό λυρισμό και μας βάζει στις VIP θέσεις, ακριβώς μπροστά από τη σκηνή.
Χειροκρότημα παρακαλώ. Εδώ δεν ακούμε (μόνο) μουσική. Το “Beloved Antichrist” είναι ένα έργο οπερετικής και θεατρικής υφής, με metal μανδύα και κλασικιστικό μακιγιάζ. Και τα κοστούμια και τα βαψίματα την τσάκωσαν την υποψηφιότητα για τα φετινά βραβεία. Ο ήχος και η ατμόσφαιρα τα πήγαν περίφημα. Και επειδή, παραπάνω, ο συνάδελφος Σταύρος ανέλυσε ακριβέστατα το concept και τις λεπτομέρειες τις εν λόγω κυκλοφορίας, θα προσπαθήσω να εστιάσω στα σημεία τομής του μεγαλεπήβολου τρίωρου πονήματος των Therion.
Ο δίσκος είναι μια συλλογή από ερμηνείες. Κλασική προσέγγιση, καθαρόαιμη όπερα, μοντέρνες πινελιές. Για κάθε φίλο του τραγουδιού, οι κύριοι παραδίδουν σεμινάριο. Η ποικιλότητα στις φωνές τρομερή. Τα χρώματα, οι χροιές, το συναίσθημα, δεν μένει τίποτα στον τομέα ερμηνεία που να μην παίρνει άριστα.
Η ατμόσφαιρα αποπνέει θεατρισμό και λυρικές περιπέτειες. Επικίζει και ρομαντίζει, σε ένα σκοτεινά γαλήνιο κλίμα. Είναι μια περιπλάνηση, μια μουσική νουβέλα (μυθιστορηματικών σελίδων) γεμάτη σταθμούς. Εδώ, σ’ αυτή την εντυπωσιακή παντρειά του μουσικού κόσμου και της θεατρικής προσέγγισης βρίσκεται ένα νόμισμα με δύο πολύ διαφορετικές όψεις. Από τη μία η ομορφιά της πετυχημένης και δουλεμένης metal όπερας (είναι και Χειμώνας, είμεθα ευαίσθητες ψυχές) και από την άλλη το μακροσκελές έργο που δύσκολα θα απολαύσει κανείς σαν αυτόνομες μουσικές συνθέσεις (τραγούδια). Οι μελωδικές γραμμές συνοδεύουν το πνεύμα της ιστορίας. Δύσκολα αυτονομούνται από αυτό, κάτι που με βάζει σε προβληματισμό. Δε μας έδωσαν και οπτικό υλικό για συνδυασμό, ο καθείς πλάθει τις εικόνες στο μυαλό του. Ε, πόσες φορές θα γίνει αυτή η τρίωρη ακρόαση, όταν αποτελεί τμήμα ενός πάζλ; Τα σπασμένα κομμάτια, όσο κι αν λάμπουν, χρυσός δεν είναι. Γι’ αυτό προβληματίζομαι σχετικά με τη διάρκεια ζωής του album, όσον αφορά τις προτιμήσεις των φίλων των Therion.
Το δίχως άλλο, το “Beloved Antichrist” είναι ένα άνοιγμα της μπάντας στο κοινό της σύγχρονης (και μη) όπερας, καθώς και στους soundtrack-άκιδες. Υπό αυτή την έννοια, η δουλειά είναι τρομερά πετυχημένη. Δείχνει επαγγελματισμό και γνώση της προσέγγισης, δείχνει παιδεία και αισθητική. Εντυπωσιάζει η μαεστρία με την οποία κινήθηκε όλος αυτός ο όγκος των τραγουδιών, από τη γαλήνη και το άνοιγμα της αυλαίας, μέχρι το ηχητικό και συναισθηματικό κρεσέντο. Τρομερή δουλειά. Για τις φωνές και τις ερμηνείες μίλησα παραπάνω. Στον τομέα ήχου, τα πάντα ρέουν, το βάρος του σκοτεινού εσωτερικού προβληματισμού είναι έως και αισθητό, ωστόσο σε πολλά σημεία ένιωσα πολύ ξερά και θαμπά τα rock όργανα. Δε θα μονοπωλούσαν τους προβολείς, αυτό το ξέραμε, αλλά εκεί που υπάρχουν περίμενα περισσότερο γκάζι. Άλλωστε το ατμοσφαιρικό metal δεν έχασε ποτέ από τις βαριές κιθάρες. Και στην τελική το κάνουν και οι ίδιοι σε τραγούδια, όπως τα “Astral Sophia”, “Thy Will Be Done”, “Shoot Them Down!”.
Σε ένα δίσκο με τόσο μυστηριακή πορεία δεν υπάρχουν hits. Δε χρειάζεται να έχει ακούσει κανείς όλες τις όπερες του Wagner για να του αρέσει, αλλά χρειάζεται να είναι σε συγκεκριμένο mood. Στην επικών διαστάσεων διαδρομή του μουσικού αυτού έργου βρίσκονται και οάσεις αποκομμένου δημιουργικού οίστρου, που όσο κι αν δένουν με τη φιλοσοφία του concept, μπορούν να ακουστούν και μεμονωμένα. “Beneath the Starry Skies”, “Forgive Me”, “Never Again”, “Garden of Peace”, “Morning Has Broken”, αποτελούν το κουβάρι οικείας μελωδικής και εκτελεστικής προσέγγισης στο λαβύρινθο του οπερετικού θεάτρου. Αυτά για τους ταξιδιώτες που μπορεί να κουραστούν από τα ανεμοδαρμένα ύψη της σοπράνο, τα συμφωνικά μέρη και τα επαναλαμβανόμενα μελωδικά μοτίβα. Σε ένα άλμπουμ τριών ωρών, είναι σχεδόν απίθανο να μην υπάρξουν «κοιλίτσες». Εδώ είναι μικρές και ξεδιαλύνονται είτε από κάποια θεσπέσια ερμηνεία ή από κάποια ανατριχιαστική σύνθεση. Το πείραμα πέτυχε, η μπάντα μπορεί να κρεμάσει το βινύλιο του “Beloved Antichrist” πάνω από το τζάκι, πλάι στη δερματόδετη έκδοση του Φάουστ και να αφήσει το χρόνο να δείξει σε πόσα τζάκια θα κρεμαστεί, ως ατμοσφαιρικό στολίδι και ηχητικός σύντροφος.
Βαθμολογία: 80/100
Για το Rock Overdose
Θοδωρής Καλουδιώτης