Το φετινό Release Athens παρουσιάζει μέχρι στιγμής ένα πρόγραμμα που έχει κάτι για τον καθένα: είχε την punk πρεμιέρα του με τους Τhe Offspring, ακόμα πιο σκληρές καταστάσεις με τους Μegadeth, ακραιφνή pop διάθεση την ημέρα των Parov Stelar και επιτέλους κάτι και για τα indie παιδιά, καταρχάς με τους The Smile των κυρίων Υorke και Greenwood και ως κυρίως πιάτο τους απόλυτους britpop πρωταγωνιστές των ‘90s, τους Pulp.
Τα δρώμενα πάντως ξεκίνησαν αρκετά πιο τραχιά από τον μέσο όρο της βραδιάς, όταν έκαναν ποδαρικό στη σκηνή της Πλατείας Νερού οι Tramhaus. Το ντεμπούτο άλμπουμ τους μπορεί να μην έχει καν κυκλοφορήσει, όμως τούτοι εδώ οι νεαροί από το Rotterdam είναι ήδη κοσμογυρισμένοι: Με φόρα από τις πρόσφατες εμφανίσεις τους στο Primavera, δεν είχαν κανένα πρόβλημα να αποδώσουν την ιδιαίτερη κοψιά του post punk τους για το ελληνικό κοινό, που εκείνη την ώρα ήταν ακόμα λιγοστό. Με αιχμή του δόρατος την επιβλητικότατη παρουσία του frontman Lukas Jansen και το μπάσο της Julia Vroegh, οι Ολλανδοί πέρασαν σα σίφουνας από τα κομμάτια του “Rotterdam” EP, ενώ μας έδωσαν μια ισχυρή πρώτη γεύση από το full length “Once Again”, που αναμένεται τον προσεχή Σεπτέμβρη. Ποιος ξέρει, ίσως η σκηνή στην οποία είχαν εμφανιστεί στα late ‘10s οι σχετικά άσημοι τότε Shame και Fontaines D.C. να τους φέρει γούρι.
Η πρώτη καθιερωμένη δύναμη της βραδιάς, θα εκκινούσε το set της ελάχιστα αργότερα. Οι shoegaze θρύλοι Ride θα επέστρεφαν στην Πλατεία Νερού για να μας θυμίσουν ό,τι λατρέψαμε σε αυτούς. Όχι πως τα ξεχάσαμε και ποτέ δηλαδή: Αυτό το άρρηκτο δίπολο ονειρικών μελωδιών και εκτροχιασμένου θορυβώδους rock, την Πέμπτη το βράδυ θα περνούσε εν πολλοίς από το εξαιρετικό φετινό “Interplay”, αλλά και τα shoegaze μνημεία “Nowhere” και “Going Blank Again”, γεφυρώντας ιδανικά το λαμπρό παρόν, με το ένδοξο παρελθόν της τετράδας από την Οξφόρδη.
Ξεκάθαρο highlight το κλείσιμο με “Vapor Trail” και “Seagull”, όπου το ταξίδι αστραπή στα δύο άκρα του ήχου τους δίδαξε μεγάλη μπάλα, με το feedback από τις κιθάρες των Andy Bell και Mark Gardener ακόμα να αντηχεί στα αυτιά μου. Ασύγκριτοι μάστορες.
Όταν μουσικοί σαν τους Thom Yorke και Jonny Greenwood των Radiohead έρχονται στη χώρα σου δε γίνεται να χάσεις την ευκαιρία να τους δεις, έστω και αν είναι σε festival που θα πήγαινες έτσι και αλλιώς. Το πόσο σημαντικοί είναι και οι δύο αλλά και η μπάντα σε μουσικό επίπεδο δε χρειάζεται να το πούμε. Έτσι όταν διάβασα ότι οι The Smile, το νέο συγκρότημα των δύο Άγγλων, θα είναι στο Release Festival την ημέρα των Pulp ενθουσιάστηκα, καθώς δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να δω τους Radiohead. Βέβαια με τη μουσική των The Smile δεν είχα καμία επαφή και σίγουρα δε με λες και οπαδό των Radiohead, αλλά όπως είπα όταν έχεις την ευκαιρία να δεις τέτοιους μουσικούς δεν την χάνεις.
Έτσι λοιπόν στις 20:55, και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, το κουαρτέτο ανεβαίνει στην σκηνή του Release και τη “γεμίζει” με άνεση. Αν και με μόλις τέσσερα χρόνια ύπαρξης, οι The Smile έχουν ήδη δύο δίσκους στην πλάτη τους, οι οποίοι σίγουρα δε κινούνται στις κλασσικές νόρμες. Jazz, krautrock, progressive και πολλά άλλα στοιχεία. Όλα μαζί μπλεγμένα και όμως με κάποιο τρόπο βγάζουν νόημα. Και όπως φάνηκε δεν είχαν κανένα πρόβλημα να βγάλουν αυτόν τον ήχο και έξω από το studio. Το κακό είναι ότι είναι δύσκολος ήχος. Και σίγουρα δεν είναι για όλους. Προσωπικά νομίζω σε κανένα σημείο της περίπου 90λεπτης εμφάνισης τους δε μπόρεσα να συνδεθώ με την μπάντα. Σε σημείο που πολλές φορές έπιασα τον εαυτό μου να μιλάει με το διπλανό του και τη μουσική απλά να παίζει στο background (μια ειλικρινή συγνώμη στα κορίτσια δίπλα που ενοχλήσαμε).
Για να μην παρεξηγηθώ, αυτό που έβλεπα και άκουγα ήταν οπτικοακουστικά αρτιότατο, απλά προσωπικά δεν ένιωσα κάτι να με τραβάει να αφοσιωθώ στην εμφάνιση των The Smile. Και μάλλον αρκετοί είχαν την ίδια άποψη γιατί έβλεπα τριγύρω μου κόσμο στην ίδια κατάσταση. Επαναλαμβάνω ότι σε καμία περίπτωση αυτό δε σημαίνει ότι η μπάντα δεν είναι καλή ή ότι δεν έπαιξαν καλά. Έχω πάει σε πάρα πολλές συναυλίες για να καταλάβω πότε μία μπάντα παίζει καλά και πότε όχι. Και οι The Smile επαίζαν τρομερά. Απλά για μένα δε φτάνει μόνο αυτό. Δεν ξέρω, ίσως έφταιγε το γεγονός ότι πριν από τους Τhe Smile έπαιζαν οι Ride που μας ξεσήκωσαν για τα καλά, ενώ η μουσική του Yorke και της παρέας του ήταν σε αρκετά πιο χαμηλούς ρυθμούς. Ίσως τους ταιριάζει περισσότερο να παίζουν σε κλειστούς χώρους και να έχουν πιο άμεση επαφή με το κοινό. Πάντως σίγουρα υπήρχε και τεράστια μερίδα των παρευρισκόμενων που διαφωνεί μαζί μου και αυτό φάνηκε εύκολα από τις αντιδράσεις τους στα τραγούδια και στο πόσο ωραία πέρασε. Αλλά γι’ αυτό υπάρχουν τόσες χιλιάδες μπάντες. Δε χρειάζεται να συμφωνούμε για όλες!
Στο καθαρά μουσικό κομμάτι της βραδιάς, ακούσαμε το μεγαλύτερο μέρος του πρώτου δίσκου της μπάντας “A Light For Attracting Attention”, ένα ικανοποιητικό μέρος του “Wall Of Eyes”, ενώ αν δεν κάνω λάθος ακούσαμε και δύο νέα κομμάτια. Η βραδιά έκλεισε με το “Feeling Pulled Apart By Horses” του Thom Yorke.
Οι Pulp ήταν μία από τις μπάντες, που ήθελα πολλά χρόνια να δω. Είναι από εκείνες τις μπάντες που πάντα ήθελα να δω αλλά ποτέ δε μπόρεσα/δε βόλεψε/δεν έτυχε. Αυτή τη φορά όμως δε θα το έχανα.
Η ώρα περνούσε, η Πλατεία Νερού είχε γεμίσει με κόσμο από πολύ νωρίτερα, και το crew των Pulp φαινόταν να έχει τελειώσει με το στήσιμο της σκηνής και όλα ήταν έτοιμα. 23:15 ακριβώς, σβήνουν τα φώτα και ένα από τα μεγαλύτερα –αν όχι το μεγαλύτερο– britpop συγκροτήματα κάνει την εμφάνιση του με τελευταίο προφανώς τον frontman της μπάντας Jarvis Cocker. Ξεκίνημα με δυο από τα γνωστότερα κομμάτια τους “I Spy” και “Disco 2000”, με τους Pulp να δίνουν το στίγμα για το πώς θα εξελιχθεί η βραδιά. Ένα party που τα έχει όλα μέσα. Έρωτες, απογοητεύσεις, αστείες στιγμές, άβολες στιγμές, συγκίνηση. Τα κομμάτια των Pulp μοιάζουν με ιστορίες βγαλμένες μέσα από τη ζωή του Jarvis Cocker που κάποιες ισχύουν, κάποιες είναι προϊόν φαντασίας και κάποιες ίσως δε μάθουμε ποτέ τι από τα δύο ισχύει. Και έχει τεράστια διαφορά το να ακούς απλά αυτά τα κομμάτια από το να τον βλέπεις να τα ερμηνεύει. Μιλάμε για έναν τρομερά χαρισματικό frontman με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο πάνω στην σκηνή, που νομίζω κανένας δε μπορεί να αντιγράψει. Οι κινήσεις του, ο τρόπος που επικοινωνεί με το κοινό, ακόμα και ο τρόπος που χειρίζεται το μικρόφωνο είναι κάτι το μοναδικό. Φυσικά δεν πρέπει να αδικούμε και την υπόλοιπη μπάντα, που ήταν εξαιρετική καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς.
Το βράδυ της 20ης Ιουνίου ζήσαμε ένα ‘90s party, που δύσκολα θα ξεχαστεί. Με ένα setlist που πρέπει να ικανοποίησε και τους πλέον απαιτητικούς ζήσαμε μία πολύ όμορφη βραδιά, γεμάτη ενέργεια, χορό τραγούδι, αλλά και αναγκαίες στιγμές χαλάρωσης, με κομμάτια όπως τα “Something Changed” και “Sorted For E’s & Wizz”.
Ο κόσμος δε σταμάτησε λεπτό να τραγουδάει όλους τους στίχους. Έβλεπες τριγύρω σου παντού χαμογελαστούς ανθρώπους και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Το ένα hit διαδεχόταν το άλλο και ανάμεσα τους ο Cocker να μοιράζεται διάφορες ιστορίες, όπως για παράδειγμα την πρώτη φορά που εμφανίστηκαν στην Ελλάδα το 1998 κάνοντας έτσι την εισαγωγή για το “Do You Remember The First Time?” με πολύ ωραίο τρόπο.
Φτάνοντας προς το τέλος της συναυλίας –ή τουλάχιστον έτσι νομίζαμε– είχε έρθει η ώρα για τον απόλυτο brit ύμνο “Common People”, που όταν τον ακούς live με τον κόσμο να γίνεται ένα με την μπάντα, γίνεται ακόμα καλύτερος. Ιδανικός τρόπος να κλείσεις μία συναυλία. Οι Άγγλοι όμως μας επιφύλασσαν ακόμα ένα encore. Άλλωστε όπως δήλωσαν και οι ίδιοι, ολόκληρη η συναυλία θέλουν να αντιμετωπίζεται ως encore, γιατί πάντα ο κόσμος εκεί δίνει τον καλύτερο του εαυτό. Τριπλέτα με τα “Bad Cover Version”, το “Razzmatazz” και τέλος με το “Glory Days” με τα video wall να δείχνουν παλιές φωτογραφίες του συγκροτήματος κλείνοντας έτσι με πολύ όμορφο και συγκινητικό τρόπο μία άψογη βραδιά.
Το μήνυμα στα matrix πριν την έναρξη της συναυλίας έγραφε “Αυτή είναι η νύχτα που θα θυμάστε για όλη σας τη ζωή”. Και τελικά μάλλον έτσι ήταν.
Ανταπόκριση:
Δημήτρης Σούρσος (Tramhaus, Ride)
Απόστολος “Astaldo” Πανταζόγλου (The Smile, Pulp)
Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Καταστρόφος