Ποιός θα το περίμενε κάποτε ότι θα φτάναμε να μιλάμε για την 25η επέτειο από το 1ο Rockwave Festival. Rock Of Gods ήταν η πρώτη του ονομασία στην εμβόλιμη χρονιά του 1996 όπου είδαμε τους Άρχοντες Slayer για πρώτη φορά στη χώρα μας και από την επόμενη χρονιά πήρε την ονομασία που έγινε συνώνυμο με μερικές από τις κορυφαίες στιγμές που έχουμε βιώσει στη ζωή μας. Η αλήθεια να λέγεται, με την αλληλουχία συναυλιών που έλαβε χώρο φέτος και συν το γεγονός πως η πάλαι ποτέ άνοδος/κάθοδος προς Μαλακάσα μεριά δεν αποτελεί και τόσο ευχάριστη συνήθεια όπως παλιά καθώς έχουμε καλομάθει όλοι και δεν αρέσει σε κανέναν να τραβιέται εκτός πόλεως, υπήρξε μια παγωμάρα στην ανακοίνωση των ονομάτων που θα απάρτιζαν τη μέρα αυτή, ωστόσο ο κόσμος το πήρε τελικά απόφαση και το δίπολο των Social Distortion και Amenra αποτέλεσε πόλο έλξης για περίπου 2.000 άτομα στην καρδιά του κατακαλόκαιρου. Η ζέστη ήταν αφόρητη αλλά κάτι που έκανε θετικότατη εντύπωση σε όλους ήταν τα ξύλινα τραπέζια που έχουν τοποθετηθεί ελάχιστα μετά την είσοδο και σε συνδυασμό ότι είναι σε σημείο που δεν βάραγε πολύ ο ήλιος, μπορέσαμε να απολαύσουμε το μεγαλύτερο μέρος της συναυλίας χωρίς την εκκωφαντική ζέστη που υπήρχε.
Αρχή με τους πάντα υπέροχους και άκρως ποιοτικούς Half Gramme Of Soma, τους οποίους αν δεν κάνω λάθος είδα για 10η φορά! Πάντα τους πετυχαίνω σε καταστάσεις όπου παίζουν support με τεράστια επιτυχία πλάϊ σε εγνωσμένης αξίας συγκροτήματα, και είναι πάντα το ίδιο ξεσηκωτικοί, βαρύτατοι, ατμοσφαρικότατοι όπου χρειάζεται, με μεγάλο τους όπλο τον πάντα πεντακάθαρο ήχο και το γεγονός ότι σε πολλά σημεία των κομματιών τους ακούγονται σαν να τζαμάρουν, πράγμα που ενισχύει και το χτίσιμο των δομών τους. Ακούσαμε μεγάλο μέρος νέων κομματιών από τον επερχόμενο δίσκο τους που θα κυκλοφορήσει τον Σεπτέμβριο όπως μας πληροφόρησαν. Μάλιστα πέτυχα μετά τα παιδιά όπου μου είπαν ότι βρήκαν εταιρεία, πράγμα πολύ ευχάριστο. Στα μόλις 30’ που είχαν στη διάθεση τους –κι αφού προηγήθηκε καθυστέρηση περίπου 20’ μέχρι να βγουν- τα έδωσαν όλα, με τον ήλιο να τους χτυπάει και να δυσκολεύει πολύ το έργο τους. Όμως δεν μάσησαν και μπράβο τους και αν το υλικό που ακούσαμε ακολουθεί μια περισσότερο ψυχεδελική και λιγότερο Kyuss κατεύθυνση, είναι μεγάλη μαγκιά να το ψάχνουν ακόμα περισσότερο σε σχέση με το παρελθόν. Σε ζωντανές συνθήκες λειτούργησε άψογα και περιμένουμε συναυλία σε κλειστό χώρο όπου θα συνδυάσουν παλιά και νέα κομμάτια στη γνώριμη συναυλιακή τους φόρμα.
Για τη συνέχεια είχαμε την ανεβαστικότατη περίπτωση που ακούει στο όνομα Κροταλίας. Θα είμαι όσο πιο ειλικρινής μπορώ. Αυτό το στυλ το σιχαίνομαι όσο δεν πάει, μιλάμε βγάζω σπυριά. Και δη Ελληνόφωνο κιόλας. Έλα όμως που οι Κροταλίας είναι μια μπάντα που δίκαια έχουν ένα ισχυρό πυρήνα οπαδών και μάλιστα αρκετοί έδειξαν να ξυπνάνε με το που εμφανίστηκαν επί σκηνής. Δεν είναι τυχαίο ότι πολύς κόσμος μιλάει για τις συναυλίες τους και μια και ήταν η πρώτη φορά που τους πέτυχα, μπορώ να επιβεβαιώσω ότι η φήμη που τους ακολουθεί είναι πράγματι αληθινή. Έχουν κάτι το ιδιαίτερα προσωπικό και ανεβαστικό που σε κάνει να νιώθεις ανέμελος και ζωντανός συνάμα. Ο τραγουδιστής τους θα κάνει την πλάκα του ενδιάμεσα αναφέροντας «Δροσούλα σήμερα ε;» ή «Παρότι εγώ υποφέρω, ελπίζω να περνάτε όλοι καλά» για να λάβει καταφατική απάντηση από το κοινό που έχει αρχίσει να μεγαλώνει όσο παίζουν. Παίξανε περίπου 40’ και με κέρδισαν με την ειλικρίνεια τους και με το γεγονός ότι έδειχναν ότι πράγματι το διασκέδαζαν και δεν ήταν διεκπεραιωτικοί. Επαναλαμβάνω προς αποφυγή παρεξηγήσεων και με πλήρη ειλικρίνεια, είναι στυλ που δε με φτιάχνει σε καμία περίπτωση, όμως οι Κροταλίας με γέμισαν χαμόγελο στο τέλος κι αυτό λέει πάρα πολλά!
Τους Allochiria αν και δικά μας παιδιά, για αντικειμενικούς λόγους, δεν έχουμε την ευκαιρία να τους παρακολουθούμε όσο συχνά θα θέλαμε. Επομένως, η εμφάνιση τους στο Terra Vibe δεν ήταν για να χάνεται. Με σύμμαχο τον δυνατό -επιτέλους!- ήχο και όπλο τον απαραίτητο τσαμπουκά για να τα βγάλουν πέρα με τέτοια ώρα εμφάνισης, εντυπωσίασαν με το υψηλών προδιαγραφών post rock/metal τους. Ενδεικτικό των διαθέσεων τους το γεγονός ότι η Ειρήνη έβγαλε σχεδόν όλο το live χωρίς να γυρίσει πλάτη στο κοινό, ενώ ταυτόχρονα οι βρυχηθμοί και οι κραυγές της έσχιζαν με μανία το λιγοστό εκείνη την ώρα αέρα της Μαλακάσας. Κόντρα στον πανδαμάτωρ ήλιο αντέταξαν επίσης τα υπέρβαρα riffs τους, αλλά και τη μαστοριά τους στο να χτίζουν υποβλητικές ατμόσφαιρες. Παρά το γεγονός ότι το όλο σκηνικό όπως είχε διαμορφωθεί ήταν εναντίον τους, οι Allochiria και την ατμόσφαιρα τους έβγαλαν σε ικανοποιητικό βαθμό και μπόλικα κεφάλια πέριξ της σκηνής ξεβίδωσαν, προετοιμάζοντας έτσι ιδανικά το έδαφος για τους Amenra, που θα ακολουθούσαν.
Για τους Amenra ότι και να γράψω που να περιγράφει αυτό που νιώθω είναι ελάχιστο και δε νομίζω ότι μπορεί να αποδώσει και δικαιοσύνη στην περίπτωση τους. Κατά την δική μου ταπεινή προσωπική άποψη, τουλάχιστον τα τελευταία 15 χρόνια, στο χώρο της μουσικής δεν υπάρχει άλλο συγκρότημα δίπλα τους. Οι Βέλγοι εκφραστές του πόνου, της οδύνης και της απώλειας τράβηξαν αρκετούς οπαδούς τους στη Μαλακάσα, παρότι είναι συγκρότημα κατ’εμέ αποκλειστικά για κλαμπ και σίγουρα όχι με το φως του ήλιου πάνω από τα κεφάλια τους. Αφού δοκιμάζουν μέρος του “Nowena | 9.10” για να δουν τον ήχο τους, ξεκινάνε το σετ τους γνώριμα. “The Pain. It Is Shapeless. We Are Your Shapeless Pain”. Ιδανική αρχή για μια εμφάνιση που θα διαρκέσει περίπου 70’ και που παρότι το περυσινό “De Doorn” ήταν ο δίσκος της χρονιάς –και για πολλούς ήδη της δεκαετίας-, παίξανε μόλις ένα κομμάτι του. Συνέχεια με το καθηλωτικό “Razoreater” και το αγαπημένο “Plus Pres De Toi (Closer To You)”, μέχρι να έρθει το νέο δείγμα που αναφέραμε με το “De Evenmens”. Η μπάντα όσο πέφτει το σκοτάδι διδάσκει τι θα πει συναυλιακή παρουσία γενικότερα, ειδικά ο Colin H. Van Eeckhout στα φωνητικά το ζει έντονα όσο ελάχιστες φορές.
Η γλώσσα του σώματος του λέει πάρα πολλά για όσους έχουν παρακολουθήσει το συγκρότημα, ενώ το γεγονός πως συνήθως τραγουδάει με την πλάτη γυρισμένη στο κοινό αλλά στη χώρα μας κάτι παθαίνει και γυρνάει αρκετές φορές προς εμάς, όπως έκανε και στη Μαλακάσα, δείχνει ότι υπάρχει κάτι έντονο σαν δεσμός μεταξύ του συγκροτήματος και των Ελλήνων οπαδών το οποίο ανέκαθεν η μπάντα αναγνώριζε. Όποτε ακούμε το “Terziele” ξέρουμε ποια είναι η συνέχεια, η οποία ακολουθεί άμεσα με το «βάρβαρο» κομμάτι της δισκογραφίας τους. “Die Strafe. Am Kreuz. Ich Schreibe Eine Bibel In Blut.” σε μια πιο αργή και βαρύτερη από την αυθεντική εκτέλεση, όπου καθηλώνει ξανά. Η προσθήκη του ψιλόλιγνου μπασίστα Tim De Gieter έχει λύσει τα χέρια του Van Eeckhout στο να προσπαθεί να συνδυάσει ακραία και καθαρά φωνητικά, κι αυτό αντικατοπτρίζεται άμεσα στην παρθενική εκτέλεση του “A Solitary Reign” στη χώρα μας, όπου λυγίζουν ψυχές και όσο ο Van Eeckhout τραγουδάει τα απαλά μέρη, ο De Gieter προσθέτει τη βορβορώδη φωνή του ως βοήθεια με το κομμάτι να αποτελεί Κάθαρση όσο ελάχιστες φορές και με τη χαρά του κοινού που το ακούει να είναι τεράστια. «Τι να παίξουν άλλο μετά από αυτό;» με ρωτάει αδελφικός φίλος στη συνέχεια…
«Ένα “Diaken” κι ένα “Nowena | 9.10” και κλείσαμε» του λέω. Δεν έπαιζα κάνα Τζόκερ καλύτερα; Πράγματι η συναυλία θα κλείσει επιβλητικά με τον ογκόλιθο “Diaken” –δυστυχώς χωρίς να ακούσουμε το “Nowena | 9.10” ολοκληρωμένο, με τους Amenra να αποδεικνύουν ότι παρότι οι συνθήκες της συναυλίας ήταν έναντι σε αυτό που έχουν συνηθίσει να κάνουν -δηλαδή κλειστός χώρος, όχι φως, το κοινό κοντά στο συγκρότημα-, όταν ανεβαίνουν στη σκηνή δεν υπάρχει αντίπαλος και όλοι ψάχνουν τον δεύτερο. Μια αρχηγική εμφάνιση που θα ήταν πολύ καλύτερη με ίσως ένα ακόμα νέο κομμάτι –το “Het Gloren”- κατά προτίμηση και με όλο τον κόσμο που υπήρχε εκείνη τη στιγμή στο Terra Vibe κοντά μεταξύ τους κι όχι διασκορπισμένοι. Δεν έπιασε τον παλμό ειδικά των δυο προηγούμενων εμφανίσεων τους σε ενάμιση χρόνο μεταξύ 2017-2018, αλλά θέλω να πιστεύω ότι είδαμε μια πρόγευση από κάτι μεγαλειώδες που θα ακολουθήσει αργά ή γρήγορα σε αποκλειστικά δική τους συναυλία, όπου θα προωθηθεί το “De Doorn” και θα είναι όλα όπως τα έχουμε συνηθίσει. Με τους Amenra ενεργούς, καθώς πάντα μετά από κάθε δίσκο υπάρχει η αμφιβολία του αν θα συνεχίσουν ή όχι, μπορούμε πάντα να κοιμόμαστε ήσυχοι σε ότι αφορά την ποιότητα της μουσικής γύρω μας γενικότερα.
Δέκα και μισή κι όλα έτοιμα πλέον για την παρθενική εμφάνιση των Social Distortion στη χώρα μας.
Ο Mike Ness και η παρέα του μας βάζουν στο κλίμα με το instrumental “Road Zombie” και μας καλοσωρίζουν ουσιαστικά με τον ύμνο των απανταχού “καταραμένων” “Bad Luck”. Η υποδοχή θερμότατη, 40 χρόνια αναμονής είναι αυτά άλλωστε. Τα αρκετά μεταγενέστερα “Reach For The Sky” και “I Wasn't Born To Follow”- αντίθετα με ό,τι μπορεί να περίμενε κανείς- κρατούν την αδρεναλίνη ψηλά, ενώ το “Bye Bye Baby” που παρεμβλήθηκε ανάμεσα τους φρόντισε να ανάψει ακόμα περισσότερο τα αίματα.
Η συναυλία ήταν φανερό ότι έτρεχε με κεκτημένη ταχύτητα, λόγω της δίψας του κοινού για την αγαπημένη του μπάντα. Οι Social Distortion δε χρειαζόταν να δώσουν το live της ζωής τους. Λίγα πράγματα να έκαναν σωστά και η βραδιά θα πήγαινε τρένο.
Τα έκαναν και με το παραπάνω. Η χαρακτηριστική φωνή του ηγέτη Mike Ness έδινε τον τόνο, πάντα κοντρολαρισμένη, χωρίς να χάνει νότα. Κι αν κάπου μπορεί να δυσκολευόταν άφηνε και κανένα ρεφρέν στο κοινό, που έτσι κι αλλιώς ήθελε να τραγουδήσει με την ψυχή του.
Ο Jonny Wickersham έδινε πόνο με τα ψυχωμένα μελωδικά του leads, ενώ ο Brent Harding στο μπάσο ήταν κάτι παραπάνω από ρυθμικός βράχος, αφού πρόσφερε τόνους ουσίας, καντάρια μουσικότητας και κυρίως ανεξάντλητα αποθέματα ορμής, πράγμα υπερπολύτιμο για συγκρότημα σε αυτό το στάδιο της καριέρας του. Εκεί ακριβώς ήρθε να δέσει το “ελιξήριο νεότητας” στα drums, ο David Hidalgo Jr., ο οποίος με προυπηρεσία σε Suicidal Tendencies και The Bronx, έδινε γκάζια στη μπάντα, χωρίς καν να ιδρώσει.
Το κρίσιμο σημείο της βραδιάς, έλαβε χώρα λίγο πριν τα μισά της εμφάνισης τους, όταν έριξαν τους τόνους με μια πανέξυπνα τοποθετημένη διασκευή στο “Wicked Game” του Chris Isaak κι αμέσως μετά πέρασαν στο “Machine Gun Blues”, το απλά καλύτερο κομμάτι της ύστερης δισκογραφίας τους. Εκεί ακριβώς ξεκίνησε μια ξέφρενη βουτιά στο παρελθόν, αρχής γενομένης με το “Prison Bound”, όπου τα sing alongs έδιναν και έπαιρναν, η οποία με την εξαίρεση του ακυκλοφόρητου “Tonight” μας πήγε μέχρι το τέλος του κυρίως set τους, το οποίο έκλεισε με μια ψυχωμένη εκτέλεση του “Dear Lover”, που πυροδότησε κρεσέντο αντιδράσεων στους πολυπληθείς, όσο και ορκισμένους φίλους του σχήματος θεσμού από το Fullerton της California.
Μετά το σύντομο διάλλειμα, ο Mike Ness δίνει τo σύνθημα για τον καταιγισμό του “Don't Drag Me Down”, στέλνοντας κύματα πόρωσης στο κοινό τέτοια, που το αμέσως επόμενο ολοκαίνουριο “Born To Kill” αντιμετωπίστηκε ως σύνθεση εικοσαετίας και βάλε. Μια στροφή πριν το αντίο είχε φθάσει η στιγμή του αιώνιου ύμνου του σχήματος “Story Of My Life”, που πρέπει πραγματικά να τραγουδήθηκε από την πρώτη σειρά, ως τον τελευταίο τύπο που έπινε αμέριμνα τη μπύρα του εκεί στα βάθη της ανηφόρας. Grand Finale με το αθάνατο “Ring Of Fire” το οποίο μπορεί να μπήκε στο σπίτι κάθε αμερικανού τη δεκαετία του 60' με τη φωνή του τεράστιου Johnny Cash, αλλά ο μύθος του συντηρήθηκε και μετατράπηκε σε punk rock anthem για μια ολόκληρη γενιά από αυτούς εδώ τους τύπους, που το βράδυ της Παρασκευής έδωσαν και την τελευταία σταγόνα ιδρώτα τους για να ακουστεί όπως πρέπει.
Καταχειροκροτήθηκαν από ένα υπέρ του δέοντος ενθουσιασμένο κοινό, ενώ κι εκείνοι φάνηκαν να μοιράζονται τον ίδιο ακριβώς ενθουσιασμό, μην παραλείποντας κατά τη διάρκεια της βραδιάς να μας ευχαριστούν συχνά πυκνά, για τη θερμότατη υποδοχή στην πρώτη τους στην Αθήνα. Ένα πολυετές μουσικό φλερτ λοιπόν, ευωδόθηκε κοντά σαράντα χρόνια μετά και δε βλέπω κανένα απολύτως λόγο να μη μετατραπεί σε μια σταθερή συναυλιακή σχέση. Αν κρίνω από όσα συνέβησαν το βράδυ της Παρασκευής, αμφότερες οι πλευρές φαίνεται να το επιθυμούν το ίδιο.
Τίτλοι τέλους λοιπόν για το φετινό Rockwave, που μπορεί να μην είχε τη λάμψη του παρελθόντος, αλλά τη φετινή του αποστολή την εκτέλεσε με απόλυτη επιτυχία: Πάντρεψε επί του πεδίου ετερόκλητες μουσικές και κοινά, διαλύοντας στην πράξη τα όποια ερωτηματικά για το πως θα μπορούσε να τσουλήσει αυτό το ιδιαίτερο -αν μη τι άλλο- lineup. Κάθε μπάντα έδωσε τον καλύτερο της εαυτό, έχοντας εξασφαλίσει τα απαραίτητα εχέγγυα από άποψης παραγωγής και ήχου, ώστε να “λάμψει”, με αποκορύφωμα τη συγκλονιστική κατάθεση των Amenra και το ξέφρενο punk rock party των Social Distortion. Σε όποια μουσική “φυλή” κι αν ανήκετε, είναι σίγουρο ότι δικαιωθήκατε. Αν δε, η παλέτα των ακουσμάτων σας περιλαμβάνει τόσο το post metal, όσο και πιο rock n roll καταστάσεις, ζήσατε αναμφίβολα μια μοναδική εμπειρία στο φουλ.
Setlist: Road Zombie Bad Luck Reach For The Sky Bye Bye Baby I Wasn't Born To Follow Mommy's Little Monster Sick Boys Wicked Game Machine Gun Blues Prison Bound Gotta Know The Rules California (Hustle and Flow) Tonight 99 To Life Dear Lover Encore: Don't Drag Me Down Born To Kill Story Of My Life Ring Of Fire
Ανταπόκριση:
Άγγελος Κατσούρας (Half Gramme Of Soma, Κροταλίας, Amenra)
Δημήτρης Σούρσος (Allochiria, Social Distortion)
Φωτό: Αλέξανδρος Καταστρόφος (https://www.instagram.com/alexandros_kat/)